Πέμπτη 31 Μαΐου 2012

Σμίκρυνον σεαυτόν εν πάσι… (Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου)


- Όταν, Γέροντα κάνω ένα σφάλμα και βλέπω ότι οι άλλοι θα μπορούσαν να με προλάβουν να μην το κάνω, τους ζητώ τον λόγο.
- Ακόμη και στο να διορθωθούμε, μόνο από τον εαυτό μας πρέπει να έχουμε απαίτηση. Αλλά εσύ κάνεις σαν τα μικρά παιδιά που έχουν μόνο απαιτήσεις.
- Όμως, Γέροντα, πότε θα μεγαλώσω; Πότε θα καταλάβω ότι έχω και υποχρεώσεις;
- Όταν …μικρύνεις! Όταν δηλαδή καλλιεργήσεις την ταπείνωση και την αγάπη.
- Γέροντα, ο Αββάς Ισαάκ γράφει: «Σμίκρυνον σεαυτόν εν πάσι προς πάντας ανθρώπους». Πώς γίνεται αυτό;
- Με την ταπεινή συμπεριφορά. Σε μια οικογένεια, σε ένα μοναστήρι, κ.λπ., όταν υπάρχει αγωνιστικό πνεύμα για την πνευματική καλλιέργεια και ταπεινώνεται ο ένας στον άλλο, αυτό βοηθάει όλους, όπως στην πρώτη Εκκλησία που γινόταν δημόσια εξομολόγηση και όλοι βοηθιούνταν. Όποιος ταπεινώνεται, χαριτώνεται από τον Θεό και μετά βοηθάει και τους άλλους. Η ταπεινή συμπεριφορά ποτέ δεν πληγώνει τον άλλο, γιατί ο ταπεινός πάντα έχει και αγάπη.
- Γέροντα, τι θα με βοηθήσει να νιώθω ότι είμαι κάτω από όλες τις αδελφές.
- Για να νιώθεις κατώτερη από όλες τις αδελφές, να σκέφτεσαι τις πολλές δωρεές που σου έδωσε ο Θεός και δεν τις έχει διπλασιάσει. Να λες στον εαυτό σου: «Το τάλαντο έμαθα μόνο να χτυπώ∙ τα τάλαντά μου δεν μπόρεσα ακόμη να τα διπλασιάσω».
Όταν ο άνθρωπος βλέπει τον εαυτό του κάτω από όλους, κάτω, κάτω…, από εκεί βγαίνει απάνω στον ουρανό. Αλλά εμείς τι να κάνουμε; Συγκρίνουμε τον εαυτό μας με τους άλλους και βγάζουμε συμπεράσματα ότι είμαστε ανώτεροι από εκείνους. «Και από εκείνον είμαι καλύτερος, λέμε, και από τον άλλον… Δεν είμαι σαν κι αυτόν». Από τη στιγμή όμως που έχουμε τον λογισμό ότι ο άλλος είναι κατώτερος από εμάς, δεν μπορούμε να βοηθηθούμε.
- Γέροντα, όταν αναγνωρίζω την αρετή του άλλου, αυτό έχει ταπείνωση;
- Φυσικά, όταν ευλαβείσαι και αγαπάς τον άλλον που έχει αρετή, αυτό δείχνει ότι έχεις ταπείνωση και αγαπάς πραγματικά την αρετή. Σημάδι πνευματικής προόδου είναι και αυτό: ένα καλό που έχεις δεν το θεωρείς σπουδαίο και το παραμικρό καλό του άλλου το βλέπεις πολύ ανώτερο από το δικό σου∙ πάντα δηλαδή εκτιμάς το καλό των άλλων. Τότε έρχεται άφθονη η θεία Χάρις. Γι’ αυτό, όποιος πιστεύει ότι οι άλλοι είναι ανώτεροί του, αυτός είναι ανώτερος, γιατί έχει τη Χάρη του Θεού.
Όλοι οι άνθρωποι έχουν και τις αδυναμίες τους, έχουν και τα καλά τους, τα οποία κληρονόμησαν από τους γονείς τους ή τα απέκτησαν με αγώνα∙ άλλος δέκα τοις εκατό, άλλος εξήντα τοις εκατό, άλλος ενενήντα τοις εκατό. Επομένως, όλοι μπορούμε ν πάρουμε κάτι καλό από τους άλλους, για να ωφεληθούμε και να ωφελήσουμε. Αυτό άλλωστε είναι το ορθόδοξο πνεύμα. Εγώ και από μικρά παιδιά βοηθιέμαι, άσχετα αν δεν το φανερώνω, για να μην υπερηφανευθούν και βλαφθούν.

-Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι Ε’: Πάθη και Αρετές, εκδ. Ι.Η. Ευαγγελιστή Ιωάννη του Θεολόγου, Σουρωτή Θεσσαλονίκης, σ. 182-184./ΠΗΓΗ

Να λέτε το Σύμβολο της Πίστεως τουλάχιστον μία φορά την ημέρα!


Ή Όρθόδοξος'Εκκλησία το παρέλαβε από τούς Άγιους Πατέρας και το διατήρησε αναλλοίωτο, ενώ οι Παπικοί το βεβήλωσαν και το αλλοίωσαν διά του Φιλιόκβε. Διατί να λέμε το «Πιστεύω» μας κατά το Απόδειπνο


Ό Σεβ. Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ. Ιερεμίας εις εγκύκλιο του κήρυγμα, υπό ημερομηνία 1ην Απριλίου, αφού αναλύει το Πιστεύω των Ορθοδόξων και το «Σύμβολο της Πίστεως» μας. εις το όποιον «έβαλαν βέβηλο χέρι και το αλλοίωσαν» οι Παπικοί, καλεί τον πιστό λαό να λέγει μίαν φορά την μέρα και ιδιαιτέρως κατά το Απόδειπνο το «Πιστεύω». Το πλήρες κείμενο του εγκυκλίου κηρύγματος του Σεβ. Μητροπολίτου έχει ως ακολούθως:

«1. Ή ζωή ημών των χριστιανών, αδελφοί μου, ρυθμίζεται με βάση το τί πιστεύουμε. Και οι άθεοι το ίδιο κάνουν. Ενεργούν και πράττουν με βάση την αθεϊστική ιδεολθογία τους. Ένας μεγάλος άθεος, για παράδειγμα, είχε πει: "Ή ζωή είναι παράλογη, ή αγάπη είναι αδύνατη"!... Άντε τώρα να κάνουμε όμορφη ζωή με βάση την ιδεολογία αύτη! 
'Εμείς οι Ορθόδοξοι χριστιανοί έχουμε το "Πιστεύω" μας, στο όποιο κλείνεται όλη ή "ιδεολογία" μας, όλη ή θεολογία μας καλύτερα. Και με βάση τα άρθρα του "Πιστεύω" ρυθμίζουμε την ζωή μας. Ή πίστη μας στηρίζεται στην Άγια Γραφή, πού είναι ή αποκάλυψη του Θεού σε 'μάς τούς ανθρώπους. Μέσα στην Άγια Γραφή βρίσκουμε μικρές προτάσεις, οι οποίες είναι πραγματικά ομολογίες πίστεως. Για παράδειγμα, σας αναφέρω τρεις: Ό απόστολος Παύλος λέγει για τον Ιησού Χριστό: "Εν μορφή Θεού υπάρχων ούχ αρπαγμόν ηγήσατο το είναι ίσα Θεώ, αλλά εαυτόν έκένωσε μορφήν δούλου λαβών, εν όμοιώματι ανθρώπων γενόμενος..." (Φιλιπ. 2,6-10). Αυτός ό λόγος και όλη ή παρακάτω συνέχεια είναι ένα μικρό "Πιστεύω". Και ένας άλλος ακόμη σύντομος λόγος, πού είναι ομολογία πίστεως: "Ό Ιησούς Χριστός (είναι) Κύριος" (Α' Κορ. 12,3). Το "Πιστεύω" στην Παλαιά Διαθήκη ήταν αυτός ό λόγος: "Άκουε, Ισραήλ• Κύριος ό Θεός σου εις έστιν" (Δευτ. 6,4). Και εκείνη ή πεντάλογος προσευχή πού λέμε, το "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησε με", είναι μία ομολογία πίστεως- γιατί ομολογούμε τον σαρκωθέντα Υιό του Θεού και ως Θεό ("Κύριε") και ως άνθρωπο ("Ιησού") και ως Θεάνθρωπο ("Χριστέ").



2. Το "Πιστεύω" μας το καλούμε "Σύμβολο". Δεν ξέρω, αγαπητοί μου, να σας πω ακριβώς τί σημαίνει αυτή ή έκφραση. Είναι μία έκφραση "κλειδί". Σημαίνει τον χάρτη! Πραγματικά: "Ότι είναι ό χάρτης για την Γεωγραφία, το ίδιο είναι και το "Πιστεύω" μας για την Εκκλησία, γι' αυτό το λέμε "Σύμβολο". Ένας , μικρός χάρτης απεικονίζει όλη την γη. Και το μικρό "Πιστεύω" μας, αυτό το "Σύμβολο της πίστης" μας, έχει με λίγα λόγια όλη την πίστη μας. Δώδεκα είναι τα άρθρα του,-"Πιστεύω". Κάθε άρθρο του είναι, πώς να το πω;, είναι σαν στρατιωτικά "παραγγέλματα" διδόμενα από τον Βασιλέα Χριστό στην στρατευόμενη του Καθολική Εκκλησία, για να τα φέρει στον κόσμο, τον οποίο πορεύεται να κατακτήσει.

3. Από την αρχή ή Εκκλησία χρησιμοποιούσε "Σύμβολα της πίστεως", γιατί αυτά ήταν αναγκαία για την διδασκαλία των Κατηχουμένων, αυτών δηλαδή πού επρόκειτο να βαπτιστούν. Τα "Σύμβολα της πίστεως" πάλι ήταν αναγκαία στην Εκκλησία για την απόκρουση των αιρέσεων. Δηλαδή οι εμφανισθέντες αιρετικοί, με τις πλανεμένες διδασκαλίες τους, έδωσαν την κυριότερη αφορμή στην Εκκλησία να συντάξει "Σύμβολα" της αληθινής της διδασκαλίας. Τον τέταρτο αιώνα όμως ή Εκκλησία απεφάσισε να συνθέσει ένα ενιαίο "Πιστεύω" για όλη την Εκκλησία. Έτσι γράφτηκε από την Πρώτη και Δεύτερη Οικουμενική Σύνοδο το σημερινό "Πιστεύω", πού ξέρουμε όλοι. Το ότι το "Πιστεύω" μας γράφτηκε από Οικουμενικές Συνοδούς σημαίνει ότι είναι φωνή όλης της Εκκλησίας.


4. Είπαμε στην αρχή ότι το "Πιστεύω" μας πρέπει να ρυθμίζει την ζωή μας, τα έργα μας. Λέγουν μερικοί ότι δεν χρειάζεται ή πίστη, αλλά τα έργα. Λησμονούν όμως αυτοί ότι τα έργα απορρέουν από την πίστη του καθενός. "Έτσι, για παράδειγμα, ό Χίτλερ ήταν σκληρός προς τούς ανθρώπους, επειδή ήταν συνεπής στην σκληρή του πίστη. Εμείς οι χριστιανοί, πού έχουμε ωραία πίστη, όπως αυτή εκφράζεται στα δώδεκα άρθρα του "Πιστεύω" μας, πρέπει πολύ να προσπαθούμε τα έργα μας να είναι ανάλογα προς την πίστη μας.




5. Το "Σύμβολο της πίστης" μας, αγαπητοί μου, το όποιο συνέταξε η Πρώτη και ή Δεύτερη Οικουμενική Σύνοδος, όπως είπαμε, το διέσωσε ακέραιο ή Ορθόδοξη Εκκλησία μας, ενώ οι Παπικοί και Φραγκολατίνοι έβαλαν βέβηλο χέρι και το αλλοίωσαν. Το "Πιστεύω" ανήκει σε όλη την Εκκλησία και δεν επιτρέπεται λοιπόν ένας ή μερικοί να το' μεταβάλουν. Στο άρθρο του "Πιστεύω", όπου ομολογούμε την πίστη μας στο Άγιο Πνεύμα, λέγουμε, όπως το θέσπισαν οι άγιοι Πατέρες, ότι Αυτό εκπορεύεται από τον Πατέρα. Έτσι το είπε και ό Κύριος ημών Ιησούς Χριστός στην αρχιερατική Του προσευχή (βλ. Ίωάν. 15,26). Οι Παπικοί όμως, παρά τον σαφή αυτόν λόγο του Ιησού Χριστού και παρά την σαφή πάλι διατύπωση των Αγίων Πατέρων στο "Πιστεύω", έβαλαν την φράση "και εκ του Υιού". Αυτό είναι το περίφημο "Φιλιόκβε" των Φραγκολατίνων, πού αποτέλεσε αιτία διαμάχης και χωρισμού τους από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Οι Ορθόδοξοι για το Άγιο Πνεύμα πιστεύουμε ότι εκπορεύεται μεν μόνο από τον Πατέρα, αλλά αποστέλλεται στον κόσμο διά του Υιού, κατά τον λόγο πάλι του Κυρίου μας Ιησού Χριστού (βλ. πάλι Ίωάν. 15,26). Ή Ορθόδοξη Εκκλησία μας λοιπόν διδάσκει ότι λέγει ή Αγία Γραφή, όπως αυτήν την ερμήνευσαν οι Άγιοι Πατέρες.


6. Το "Πιστεύω" ήταν το πρώτο πού δίδασκε από παλαιά ή Εκκλησία μας στους Κατηχουμένους. Πρώτα δίδασκε το "Πιστεύω" και έπειτα το "Πάτερ ημών". Γιατί; Γιατί με το "Πάτερ ημών" καλούμε τον Θεό Πατέρα. Αλλά μάς λέγει ό απόστολος Παύλος ότι δεν μπορούμε να καλέσουμε το όνομα του Θεού, αν πρώτα δεν το πιστεύσουμε σ' Αυτόν (βλ. Ρωμ. 10,13-15). Το "Πιστεύω" λοιπόν, το όποιο έχει συνοπτικά όλα τα δόγματα της πίστης μας, είναι το πρωταρχικό μάθημα πού πρέπει να μάθουμε. Και πρέπει να το μάθουμε καλά. Σας συνιστώ, αδελφοί μου χριστιανοί, κάθε μέρα να λέγετε μια φορά τουλάχιστον το "Πιστεύω". Μάλιστα να προτιμάτε να το λέτε το βράδυ πριν από τον ύπνο. Αλήθεια, γιατί στο Απόδειπνο λέμε το "Πιστεύω"; Γιατί ό ύπνος είναι μία εικόνα του θανάτου, "ένας μικρός θάνατος", όπως έλεγε ό άγιος Κοσμάς ό Αιτωλός. Με την σκέψη λοιπόν του θανάτου λέμε το "Πιστεύω" στο Απόδειπνο, ώστε, αν συμβεί θάνατος, να με βρει, αφού πρώτα έχω ομολογήσει την πίστη μου!





Με πολλές ευχές, Ό Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμίας/ΠΗΓΗ

Η συνάντηση του π.Σεραφείμ Ρόουζ με τον νεοφανή Άγιο Ιωάννη τον Μαξίμοβιτς

…..Ό Ευγένιος ένιωσε αμέσως την αλλαγή. Όταν πήγαινε στις Ακολουθίες στον καθεδρικό ναό, έβλεπε το νέο επίσκοπο να συμμετέχει με όλη την καρδιά του- μερικές φορές μάλιστα, αφιέρωνε Λειτουργίες σε σχετικά άγνωστους άγιους, ειδικά δυτικοευρωπαίους. Υπήρχε κάτι απόκοσμο σ’ αυτόν τον μικροσκοπικό σκυφτό άνδρα, ό όποιος σύμφωνα με τα κοσμικά κριτήρια δεν έμοιαζε τόσο «αξιοσέβαστος».

 Τα μαλλιά του αρχιεπισκόπου Ιωάννη ήταν ακατάστατα, το κάτω χείλος του προεξείχε και είχε μια αισθητή δυσκολία στην άρθρωση πού καθιστούσε τον λόγο του σχεδόν ακατάληπτο για τούς ακροατές του. Μερικές φορές μάλιστα κυκλοφορούσε ξυπόλητος, γεγονός για το όποιο δεχόταν δριμεία κριτική. Αντί της λαμπερής και διακοσμημένης με πολύτιμους λίθους μίτρας πού έφεραν άλλοι επίσκοποι, εκείνος φορούσε ένα καπέλο «πτυσσόμενο» και στολισμένο με εικόνες κεντημένες από τα ορφανά του. Το ύφος του ήταν μερικές φορές αυστηρό, αλλά συχνά έβλεπες να λάμπει στα μάτια του ένα παιχνίδισμα χαράς, ιδίως όταν βρισκόταν κοντά σε παιδιά.
Παρά το πρόβλημα ομιλίας του, είχε απίστευτη επικοινωνία με τα παιδιά, τα όποια τού ήταν απολύτως αφοσιωμένα. Υπήρξαν περιστάσεις πού οι κληρικοί ένιωθαν άβολα βλέποντάς τον στην μέση τής ακολουθίας, να σκύβει και να παίζει με κάποιο μικρό παιδί (ποτέ όμως μέσα στον ιερό).

ΚΑΝΩΝ ΙΚΕΤΗΡΙΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥΝ ΧΡΙΣΤΟΝ


ΚΑΝΩΝ ΙΚΕΤΗΡΙΟΣ
ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ ΗΜΩΝ
ΙΗΣΟΥΝ ΧΡΙΣΤΟΝ

(Ποίημα Θεοκτίστου Μοναχού του Στουδίτου)

Ωδή α΄. Ήχος β΄. Εν βυθώ κατέστρωσέ ποτε

Ιησού γλυκύτατε Χριστέ, Ιησού μακρόθυμε, τα της ψυχής μου θεράπευσον τραύματα, Ιησού και γλύκανον, την καρδίαν μου Πολυέλεε δέομαι, Ιησού Σωτήρ μου , ίνα μεγαλύνω σε σωζόμενος.

Ιησού γλυκύτατε Χριστέ, Ιησού διάνοιξον, της μετανοίας μοι πύλας Φιλάνθρωπε, Ιησού και δέξαι με, σοι προσπίπτοντα και θερμώς εξαιτούμενον, Ιησού Σωτήρ μου, των πλημμελημάτων την συγχώρησιν.

Ιησού γλυκύτατε Χριστέ, Ιησού εξάρπασον , εκ της χειρός του δολίου Βελίαρ με, Ιησού και ποίησον , δεξιόν παραστάτην της δόξης σου , Ιησού Σωτήρ μου , μοίρας ευωνύμου λυτρωσάμενος.

Θεοτόκιον
Ιησούν γεννήσασα Θεόν, Δέσποινα δυσώπησον , υπέρ αχρείων οικετών Πανάχραντε, όπως της κολάσεως ταίς πρεσβείαις σου λυτρωθώμεν αμόλυντε, οι μεμολυσμένοι , δόξης αϊδίου απολαύσαντες.

Ωδή γ΄. Εν πέτρα με της πίστεως…
Εισάκουσον φιλάνθρωπε Ιησού μου, του δούλου σου βοώντος εν κατανύξει∙ και ρύσαι Ιησού με της καταδίκης, και της κολάσεως, μόνε μακρόθυμε, Ιησού γλυκύτατε πολυέλεε.

Υπόδεξαι τον δούλον σου , Ιησού μου, προσπίπτοντα σύν δάκρυσοιν , Ιησού μου∙ και σώσον Ιησού μου μετανοούντα, και της γεένης με , Δέσποτα λύτρωσαι, Ιησού γλυκύτατε πολυέλεε.

Τον χρόνον Ιησού μου, όν δέδωκας μοι, εις πάθη εδαπάνησα Ιησού μου∙ διό με Ιησού μου μη απορρίψης αλλ’ ανακάλεσαι δέομαι Δέσποτα, Ιησού γλυκύτατε και διάσωσον.

Θεοτόκιον
Παρθένε η τεκούσα τον Ιησούν μου, ικέτευε ρυσθήναι με της γεέννης , η μόνη προστασία των θλιβομένων, Θεοχαρίτωτε, και καταξίωσον, της ζωής Πανάμωμε της αγείρω με.

Κάθισμα. Ήχος α΄. Τον τάφον σου Σωτήρ…
Σωτήρ μου Ιησού , ο τον Άσωτον σώσας, Σωτήρ μου Ιησού, ο δεξάμενος Πόρνην, καμέ νύν ελέησον , Ιησού πολυέλεε∙ σώσον , οίκτηρον , ω Ιησού ευεργέτα, ώσπερ ώκτειρας, τον Μανασήν Ιησού μου, ως μόνος φιλάνθρωπος.

Ωδή δ΄. Ελήληθας, εκ Παρθένου…
Θεράπευσον , Ιησού μου ψυχής μου τα τραύματα, Ιησού μου δέομαι, και της χειρός με εξάρπασον , Ιησού μου εύσπλαχνε, του ψυχοφθόρου Βελίαρ, και διάσωσον.

Ημάρτηκα, Ιησού μου γλυκύτατε εύσπλαχνε, Ιησού μου σώσον με, τον προσφυγόντα τη σκέπη σού, Ιησού μακρόθυμε, και βασιλείας της σής με καταξίωσον.

Ούχ ήμαρτεν, Ιησού μου ουδείς ώσπερ ήμαρτον , εγώ ο ταλαίπωρος∙ νύν δε προσπίπτω δεόμενος∙ Ιησού μου σώσον με, και την ζωήν Ιησούν μου κληροδότησον.

Θεοτόκιον
Πανύμνητε, Ιησούν η γεννήσασα Κύριον αυτόν καθικεύτευε, του λυτρωθήναι κολάσεως, πάντας τους υμνούντας σε, και Θεοτόκον κυρίως ονομάζοντας.

Ωδή ε΄. Ο φωτισμός…

Συ φωτισμός, Ιησού μου νοός μου, συ σωτηρία της απεγνωσμένης ψυχής μου Σώτερ, συ Ιησού μου , της κολάσεως ρύσαι, και γεένης , εμέ κραυγάζοντα∙ Σώσον Ιησού μου, Χριστέ με, τον άθλιον.

Ολοσχερώς Ιησού μου, προς πάθη της ατιμίας , καταβεβλημένος, ήδη κραυγάζω∙ Συ Ιησού μου, βοηθείας μοι χείρας, καταπέμψας έκσπασον κράζοντα∙ Σώσον Ιησού μου, Χριστέ με, τον άθλιον.

Βέβηλον νούν , Ιησού περιφέρων αναβοώ σοί∙ κάθαρον του ρύπου με των πταισμάτων , και λύτρωσαι με τον εις βάθη κακίας εξ αγνοίας κατολισθήσαντα, Σώτερ Ιησού μου, και σώσον με δέομαι.

Θεοτόκιον
Τον Ιησούν, η γεννήσασα Κόρη Θεογεννήτορ, τούτον εκδυσώπει σωθήναι πάντας τους ορθοδόξους, μοναστάς και μιγάδας, και γεέννης ρυσθήναι, κράζοντας∙ Πλήν σου προστασίαν βεβαίαν ουκ έγνωμεν.

Ωδής ς΄. Εν αβύσσω πταισμάτων…
Ιησού μου Χριστέ πολυέλεε, εξομολογούμενον δέξαι με Δέσποτα, ω Ιησού και σώσον με, και φθοράς Ιησού με εξάρπασον.

Ιησού μου ου γέγονεν έτερος άσωτος, ουδείς ως εγώ ο ταλαίπωρος, ω Ιησού φιλάνθρωπε∙ αλλά συ Ιησού με διάσωσον.

Ιησού μου και Πόρνη και Άσωτον , και τον Μανασσήν και Τελώνην νενίκηκα, ω Ιησού μου πάθεσι, και Ληστήν, Ιησού , Νινευΐτας τε.

Θεοτόκιον
Ιησούν τον Χριστόν μου κυήσασα, άχραντε Παρθένε, η μόνη αμόλυντος, μεμολυσμένον όντα με, πρεσβειών σου υσσώπω νύν κάθαρον.

Κοντάκιον. Ήχος δ΄. Επεφάνης σήμερον…

Ιησού γλυκύτατε, το φώς του κόσμου, της ψυχής μου φώτισον , τους οφθαλμούς , Υιέ Θεού , τη θεαυγεί σου λαμπρότητι, ίνα υμνώ σε, το φώς το ανέσπερον.

Ωδή ζ΄.Εικόνος χρυσής…
Χριστέ Ιησού , ουδείς ήμαρτεν εν γη εκ του αιώνος , ω Ιησού μου, ώσπερ ήματρον , εγώ ο τάλας και άσωτος∙ όθεν Ιησού μου, βοώ σοι∙ Μελωδούντα με οίκτηρον, Ευλογητός ει ο Θεός , ο των Πατέρων ημών.

Χριστέ Ιησού, εν τω φόβω σου βοώ∙ καθήλωσόν με, ω Ιησού μου και κυβέρνησον, νύν προς λιμένα τον εύδιον∙ όπως Ιησού μου οικτήρμον, μελωδώ σοι σωζόμενος∙ Ευλογητός ει ο Θεός, ο των Πατέρων ημών.

Χριστέ Ιησού, μυριάκις υπεσχέθην σοι ο τάλας, ω Ιησού μου, την μετάνοιαν, αλλ’ εψευσάμην ο άθλιος∙ όθεν Ιησού μου, βοώ σοι∙ Την αναίσθητον μένουσαν ψυχήν μου φώτισον Χριστέ∙ ο των Πατέρων Θεός.

Θεοτόκιον
Χριστόν Ιησούν, η γεννήσασα φρικτώς και υπέρ φύσιν, αυτόν δυσώπει Παναμώμητε, τα παρά φύσιν πταίσματα, πάντα συγχωρήσαι μοι, Κόρη , ίνα κράζω σωζόμενος∙ Ευλογημένη η Θεόν σαρκί κυήσασα.


Ωδή η΄. Τον εν καμίνω του πυρός…
Σε Ιησού μου δυσωπώ∙ Ως την Πόρνην Ιησού μου ελυτρώσω, των πολλών εγκλημάτων , ούτω καμέ Ιησού, Χριστέ μου λύτρωσαι και κάθαρον, την ρερυπωμένην , ψυχή μου Ιησού μου.

Καθυποκύψας Ιησού, ταίς αλόγοις ηδοναίς, άλογος ώφθην, και τοις κτήνεσιν όντως ω Ιησού μου οικτρώς, ο τάλας Σώστερ αφωμοίωμαι∙ όθεν Ιησού με, της αλογίας ρύσαι.

Περιπεσών ω Ιησού, ψυχοφθόροις εν λησταίς απεγυμνώθην, την στολήν Ιησού μου, την θεοΰφαντόν, νύν, και κείμαι μώλωψι κατάστικτος∙ έλαιον Χριστέ μου επίχεε και οίνον.

Θεοτόκιον
Τον Ιησούν μου και Θεόν , η βαστάσασα Χριτόν ανερμηνεύτως , Θεοτόκε Μαρία, τούτον δυσώπει αεί, κινδύνων σώζεσθαι τους δούλους σου, και τους υμνητάς σου απείρανδρε Παρθένε.


Ωδή θ΄. Τον εκ Θεού Θεόν Λόγον…
Τον Μανασσήν Ιησού μου, τον Τελώνην, την Πόρνην, τον Άσωτον , οικτίρμον Ιησού, και τον Ληστήν υπερβέβηκα, Ιησού μου εν έργοις, αισχίστοις και ατόποις Ιησού∙ αλλά συ Ιησού μου, προφθάσας με διάσωσον.

Τους εξ Αδάμ Ιησού μου, αμαρτήσαντας πάντας πρό νόμου και εν νόμω Ιησού , και μετά νόμον ο άθλιος, Ιησού μου, και χάριν, νενίκηκα τοίς πάθεσιν οικτρώς∙ αλλά συ Ιησού μου, τοίς κρίμασι σου σώσον με.

Μη χωρισθώ Ιησού μου, της αφράστου σου δόξης, μη τύχω της μερίδος Ιησού, της ευωνύμου γλυκύτατε, Ιησού , αλλά συ με, τοίς δεξιοίς προβάτοις σου Χριστέ, Ιησού μου συντάξας ανάπαυσον ως εύσπλαχνος.

Θεοτόκιον
Τον Ιησούν Θεοτόκε, ον εβάστασας μόνη , απείρανδρε Παρθένε Μαριάμ, τούτον αγνή εξιλέωσαι, ως Υιόν σου και Κτίστην, ρυσθήναι τους προστρέχοντας είς σε, πειρασμόν και κινδύνων, και του πυρός του μέλλοντος.

Στιχηρά Προσόμοια
Ήχος πλ.β΄. Όλην αποθέμενοι…

Ιησού γλυκύτατε, ψυχής εμής θυμηδία, Ιησού η κάθαρσις, του νοός μου, Δέσποτα πολυέλεε, Ιησού σώσον με, Ιησού , Σωτήρ μου, Ιησού με ελέησον , και λύτρωσαι κολάσεως, πάσης Ιησού, και αξίωσον, της των σωζομένων μερίδος, Ιησού μου τω χορώ, των εκλεκτών σου με σύνταξον, Ιησού φιλάνθρωπε.

Ιησού γλυκύτατε, των Αποστόλων η δόξα, Ιησού μου καύχημα, των Μαρτύρων , Δέσποτα, παντοδύναμε∙ Ιησού σώσον με, Ιησού Σωτήρ μου, Ιησού μου ωραιότατε, τον σοι προστρέχοντα, Σώτερ Ιησού με ελέησον, πρεσβείαις της τεκούσης σε, πάντων Ιησού των Αγίων σου, Προφητών τε πάντων, Σώτερ μου Ιησού και της τρυφής , του Παραδείσου αξίωσον, Ιησού φιλάνθρωπε.

Δόξα Πατρί…
Ιησού γλυκύτατε, των μοναζόντων το κλέος, Ιησού μακρόθυμε, ασκητών εντρύφημα και καλώπισμα∙ Ιησού σώσον με, Ιησού Σωτήρ μου, Ιησού μου υπεράγαθε, χειρός εξάρπασον, Σώτερ Ιησού με του δράκοντος, και τούτου των παγίδων νύν, Σώτερ Ιησού ελευθέρωσον, λάκκου κατωτάτου, Σωτήρ μου, Ιησού αναγαγών, και δεξιοίς συναρίθμησον , Ιησού προβάτοις με.

Και νύν … Θεοτόκιον
Μη καταπιστεύσεις με, ανθρωπίνη προστασία, Παναγία Δέσποινα, αλλά δέξαι δέησιν του ικέτου σου∙ θλίψις γάρ έχει με, φέρειν ου δύναμαι, των δαιμόνων τα τοξεύματα∙ σκέπην ου κέκτημαι, ουδέ που προσφύγω ο άθλιος, πάντοθεν πολεμούμενος, και παραμυθίαν ουκ έχων πλήν σού, Δέσποινα του κόσμου, ελπίς και προστασία των πιστών , μη μου παρίδης την δέησιν , το συμφέρον ποίησον.

Ευχή εις τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν

Δέσποτα Χριστέ, ο Θεός, ο τοις πάθεσί σου τα πάθη μου θεραπεύσας, και τοις τραύμασί σου τα τραύματα μου ιατρεύσας, χάρισαί μοι τω πολλά σοι πταίσαντι δάκρυα κατανύξεως∙ συγκέρασον μου το σώμα, από οσμής του ζωοποιού σώματος σου, και γλύκανον μου την ψυχήν, τω σω τιμίω αίματι, από της πικρίας, ην με ο αντιδικος επότισεν. Ύψωσόν μου τον νούν προς σε, κάτω ελκυσθέντα, και ανάγαγε με από του χάσματος, της απωλείας∙ ότι ούκ έχω μετάνοιαν, ούκ έχω κατάνυξιν, ούκ έχω δάκρυον παρακλητικόν, τα επανάγοντα με τέκνα προς ιδίαν κληρονομίαν. Εσκότισμαι τον νούν εν τοίς βιωτικοίς πάθεσι, και ούκ ισχύω ατενίσαι προς σε εν οδύνη, ου δύναμαι θερμανθήναι τοίς δάκρυσι της προς σε αγάπης. Αλλά, Δέσποτα Κύριε Ιησού Χριστέ, ο θησαυρός των αγαθών, δώρησαί μοι μετάνοιαν ολόκληρον, και καρδίαν επίπονον εις αναζήτησίν σου∙ χάρισαί μοι την χάριν σου, και ανακαίνισον εν εμοί τας μορφάς της σής εικόνος. Κατέλιπόν σε, μη με εγκαταλίπης∙ έξελθε είς αναζήτησίν μου, επανάγαγέ με προς την νομήν σoύ, συναρίθμησόν με τοίς προβάτοις της εκλεκτής σου ποίμνης, και διάθρεψόν με σύν αυτοίς εκ της χλόης των θείων σου Μυστηρίων πρεσβείαις της πανάγνου Μητρός σου, και πάντων των Αγίων σου∙ Αμήν.
 

Τρίτη 29 Μαΐου 2012

Η ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ είναι αληθινό σώμα και αίμα Χριστού.


Αφηγήθηκαν κάποτε οι πατέρες για έναν αδελφό ότι «Όταν μια Κυριακή γινόταν ακολουθία ξεκίνησε να έλθει στην εκκλησία σύμφωνα με τη συνήθεια αλλά τον κορόιδεψε ο διάβολος λέγοντάς του: «Πηγαίνεις στην εκκλησία για να μεταλάβεις άρτο και οίνο και για να σου πούνε ότι αυτά είναι σώμα και αίμα Χριστού;  Μην κοροϊδεύεσαι».  Ο αδελφός υπάκουσε στον λογισμό του και δεν πήγε σύμφωνα με την συνήθεια στην εκκλησία, ενώ οι αδελφοί του τον περίμεναν· γιατί έτσι είναι η συνήθεια σε κείνη την έρημο, να μην τελούν την ακολουθία μέχρις ότου έλθουν όλοι.  Αφού τον περίμεναν αρκετά και κείνος δεν ερχόταν, μερικοί απ’ αυτούς πήγαν στο κελλί του σκεπτόμενοι· «Μήπως είναι άρρωστος ή πέθανε ο αδελφός;». 

Όταν ήλθαν στο κελλί τον ρωτούσαν· «Γιατί αδελφέ δεν ήλθες στην εκκλησία;».  Αυτός ντρεπόταν να τους απαντήσει.  Όταν όμως αντελήφθηκαν το φαύλο τέχνασμα του διαβόλου, οι αδελφοί τον υποχρέωσαν να τους ομολογήσει την επιβουλή του διαβόλου. 

 Αυτός τους απάντησε· «Συγχωρήστε με, αδελφοί, γιατί ενώ ξεκινούσα όπως πάντα να έλθω στην εκκλησία ο λογισμός μου, μου λέγει ότι δεν είναι το σώμα και το αίμα του Χριστού αυτό που πας να μεταλάβεις, αλλ’ είναι απλώς άρτος και οίνος.  Αν λοιπόν θέλετε να έλθω μαζί σας, διορθώστε μου τον λογισμό για τη θεία λειτουργία». 

Αυτοί του είπαν· « Σήκω, έλα μαζί μας και θα παρακαλέσουμε τον Θεό να σου δείξει ζωντανά την θεϊκή δύναμη».  Αυτός πήγε στην εκκλησία και εκεί αφού ικέτευσαν πάρα πολύ τον Θεό για τον αδελφό, δηλαδή να του αποκαλυφθεί η δύναμη των μυστηρίων, άρχισαν αμέσως τη θεία λειτουργία, αφού τοποθέτησαν τον αδελφό στη μέση της εκκλησίας, ενώ αυτός ως την απόλυση δεν σταμάτησε να βρέχει με τα δάκρυά του το πρόσωπό του.
            Μετά το τέλος της λειτουργίας παρακάλεσαν οι πατέρες τον αδελφό να τους απαντήσει· «Πές μας αν σου έδειξε κάτι ο Θεός για να ωφεληθούμε και μεις».  Αυτός κλαίγοντας άρχισε να λέγει· «Όταν τελείωσε ο κανόνας της ψαλμωδίας και αναγνώσθηκε η διδαχή των αποστόλων και ετοιμάστηκε ο διάκονος να αναγνωρίσει το ευαγγέλιο, τότε είδα να ανοίγει η στέγη της εκκλησία και να φαίνεται ο ουρανός και κάθε λόγος του αγίου ευαγγελίου να γίνεται φωτιά μέχρι τον ουρανό. 

 Όταν τελείωσε η ανάγνωση του ευαγγελίου, ήλθαν οι κληρικοί από το διακονικό κρατώντας την μετάληψη των αγίων μυστηρίων.  Τότε είδα να ανοίγουν οι ουρανοί και να κατεβαίνει φωτιά και μαζί της ένα πλήθος αγγέλων και αρχαγγέλων και πάνω απ’ αυτούς δύο πρόσωπα ενάρετα των οποίων την ομορφιά δεν μπορώ να περιγράψω – γιατί η φεγγοβολή τους ήταν σαν αστραπή – και ανάμεσα του υπήρχε ένα μικρό παιδί

 Τότε οι άγγελοι παρατάχθηκαν γύρω από την αγία Τράπεζα και το παιδί βρισκόταν ανάμεσά τους.  Όταν τελείωσαν οι θεϊκές ευχές και άρχισαν οι κληρικοί να τεμαχίζουν τους άρτους της προθέσεως, είδα τα δύο πρόσωπα πάνω στην αγία Τράπεζα να κρατούν τα χέρια και τα πόδια του παιδιού, που ήταν πάνω στην αγία Τράπεζα, και με το μαχαίρι που κρατούσαν έσφαξαν το παιδί και άδειασαν το αίμα του στο Ποτήριο που βρισκόταν πάνω στην αγία Τράπεζα.  Αφού έκοψαν σε μικρά τεμάχια το σώμα του παιδιού τα τοποθέτησαν πάνω από τους άρτους και έγιναν και οι άρτοι σώμα. 

Τότε ήρθε στο μυαλό μου ο Απόστολος που λέει· Γιατί η δική μας γιορτή του Πάσχα συνίσταται στο γεγονός ότι ο Χριστός θυσιάστηκε για χάρη μας.  Όταν όμως πλησίασαν οι αδελφοί να μεταλάβουν την αγία προσφορά, τους προσφέρονταν ζωντανό σώμα. Μόλις όμως χρησιμοποιούσαν την επίκληση αμήν γινότανε άρτος στα χέρια τους.  Όταν όμως πήγα και ’γω να μεταλάβω μου δόθηκε σώμα και δεν μπορούσα να μεταλάβω.  Τότε άκουσα μια φωνή στα αυτιά μου να μου λέει· Άνθρωπε γιατί δεν μεταλαβαίνεις, αυτό δεν είναι αυτό που ζήτησες;  Τότε είπα· Λυπήσου με, Κύριε.  Δεν μπορώ να μεταλάβω σώμα.  Πάλι μου είπε· Αν μπορούσε ο άνθρωπος να μεταλάβει σώμα, σώμα θα υπήρχε όπως το βρήκες. Κανείς όμως δεν μπορεί να φάγει σώμα, γι’ αυτό όρισε ο Κύριος τους άρτους της προθέσεως.  Γιατί όπως από την αρχή ο Αδάμ με τα χέρια του Θεού έγινε σάρκα και μετά της έδωσε πνεύμα ζωής ο Θεός, κατόπιν η σάρκα χωρίστηκε στη γή, το πνεύμα όμως εγκαθίσταται στην καρδιά.  Αν λοιπόν πίστεψες, μετάλαβε αυτό που έχεις στο χέρι σου.  Και μόλις είπα· Πιστεύω Κύριε, έγινε το σώμα που είχα στο χέρι μου άρτος. 

 Όταν προχώρησε η λειτουργία και ξαναγύρισαν οι κληρικοί είδα πάλι το μικρό παιδί ανάμεσα στα δύο πρόσωπα και ενώ οι κληρικοί συμμάζευαν τα δώρα, είδα πάλι τη στέγη να ανοίγει και οι θείες δυνάμεις να ανυψώνονται στον ουρανό».
Αυτά αφού άκουσαν οι αδελφοί και αφού ένιωσαν βαθιά κατάνυξη, αναχώρησαν στα κελλιά τους.

Πηγή: Σιναίτικα κείμενα ,Το Γεροντικό του Σινά, Κεφ. Η' , σελ. 45-49,
του Δ. ΤΣΑΜΗ 
Εκδόσεις της Ι.Μ.του θεοβάδιστου Όρους Σινά
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1988/

Αθλητές γνήσιοι και άξιοι πραγματικά

Αποτέλεσμα εικόνας για sfintenie
  «Γιατί αθλητές γνήσιοι και άξιοι πραγματικά είναι αυτοί οι οποίοι ούτε χώρο στους αντιπάλους παραχώρησαν, ούτε πετάχτηκαν έξω από τον στίβο, επειδή δεν κάνουν συμβιβασμό.

  Γιατί αυτοί που στήριξαν τα γόνατά τους σταθερά πάνω στη σωστή απόφαση, δεν παρασύρθηκαν να δεχτούν τα γήινα υλικά, αλλά προτίμησαν την απερίσπαστη ζωή, αντί της αναμιγμένης με τα υλικά πράγματα, και με μέτρια δίαιτα εξασφάλισαν για τον εαυτό τους την ψυχική ηρεμία.

  Επειδή δηλαδή ο νους δεν μπορεί να φροντίζει για πολλά πράγματα, δεν παύει να σκέφτεται τις κρίσεις που ταιριάζουν στην ψυχή, και απαλλαγμένος από τις ενοχλήσεις των πραγμάτων, βλέπει καθαρά το συμφέρον, δοκιμάζοντας στην κατάλληλη στιγμή χωρίς φόβο χαρά με τούτο, ότι δηλαδή, απαλλαγμένος από τις ανάγκες των δεσμών της ζωής, άνετα εκτελεί αυτά που είναι τα άριστα, χωρίς να εμποδίζεται από την κάλλιστη επιθυμία του γι’ αυτά με κανέναν από εκείνους που συνήθως είναι περιπλεγμένοι σε πολλές υλικές φροντίδες».

(Έργα του αγίου Νείλου, Φιλοκαλία των νηπτικών και ασκητικών τ. 11Β, Απόσπασμα από την επιστολή προς την Μάγναν, κεφ. 2ο)./

Τον έκοψαν από το Euro επειδή δεν τραγούδησε τον εθνικό ύμνο...



Η σερβική ομοσπονδία ανακοίνωσε την απόφαση του Σίνισα Μιχαϊλοβιτς να κόψει τον Αντεμ Λάγιτς από την αποστολή της Εθνικής Σερβίας, επειδή ο σέρβος μέσος δεν τραγούδησε τον ύμνο της χώρας πριν το φιλικό με την Ισπανία.
Η ανακοίνωση της ομοσπονδίας ανέφερε χαρακτηριστικά ότι ο Μιχαϊλοβιτς
 "έστειλε σπίτι του" τον Λάγιτς επειδή δεν υπάκουσε τις εντολές του, που θέλουν όλους τους παίκτες να τραγουδούν τον εθνικό ύμνο πριν τα παιχνίδια.
Ο ίδιος ο παίκτης, ο οποίος είναι μουσουλμάνος, δεν τραγούδησε τον ύμνο "λόγω προσωπικών λόγων", όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά
www.sport.gr/Αντιγραφή

Δευτέρα 28 Μαΐου 2012

Θρηνητική εξομολόγησις επί των ερειπίων της Πόλεως του πρώτου μετά την Άλωση Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Γενναδίου



Το 1822 εις την Ιεράν Μονήν Κοιμήσεως Θεοτόκου Μετεώρων ο μακαρίτης επίσκοπος Πατρών Νικηφόρος Καλογεράς μεταξύ των άλλων εύρε και πολύτιμον χειρόγραφον περιέχον την εξομολόγησιν του Γενναδίου , του πρώτου μετά την άλωσιν πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.

Ο Γεννάδιος, ζήσας τα προ και μετά την άλωσιν δραματικά γεγονότα, εγνώριζεν όσον ολίγοι την ηθικήν και θρησκευτικήν κατάστασιν των χρόνων εκείνων και εν τη εξομολογήσει του, ως άλλος Ιερεμίας, θρηνών επί των ερειπίων της πόλεως, ο πατριώτης ιεράρχης λέγει τα εξής :

« Κύριε !… Πανταχού διεσπάρημεν. Όνειδος προκείμεθα ου γείτοσι μόνον, αλλά και πάσιν ανθρώποις. Μυκτηρισμός και χλευασμός τοις κύκλω ημών εγενόμεθα. Παράδειγμα συμφοράς εις τον ανθρώπινον κατέστημεν βίον. Και ίνα τι , Κύριε, ταύτα συνεχώρησας εφ’ ημίν ;

 Ίνα τι ο θυμός σου εφ’ ημάς εξεκαύθη ; …Διεφθάρημεν και εβδελύχθημεν εν τοις ημών επιτηδεύμασι. Πάντες εξεκλίναμεν , άμα ηχρειώθημεν. Ταις εορταις σου ητιμάσαμεν. Της δόξης σου κατεφρονήσαμεν. 

Τα σώματα ημών τοις πάθεσιν εξεδώκαμεν. Τας ψυχάς ημών τοις σώμασιν προσηλώσαμεν. Αι δεξιαί ημών δεξιαί αδικίας εγένοντο. Αι γλώσσαι ημών εβλασφήμησαν κατά των αγίων σου. Χείλη ημών δόλια εν τη καρδία και εν καρδία ελάλησαν κακά. Μάταια ελάλησεν έκαστος προς τον πλησίον αυτού. Ωμνύομεν τοις πλησίον ημίν και ηθετούμεν. Το αργύριον ημών επί τόκω παρείχομεν και επ’ αθώων ελαμβάνομεν δώρα. Δικαιοσύνην και κρίσιν εβδελυξάμεθα.

 Οι ζυγοί ημών άνισοι. Το αργύριον ημών αδόκιμον. Έκαστος την κακίαν του πλησίον αυτού ελογιζόμεθα εν ταις καρδίαις ημών. Οι ποιμένες ηπατώμεν τον λαόν του Θεού και τας τρίβους αυτού εταράττομεν και εν αρετής σχήματι πονηρίαν εδιδάσκομεν. Οι άρχοντες ηπειθούμεν τοις νόμοις σου, κοινωνοί κλεπτών, αγαπώντες δώρα, διώκοντες ανταπόδομα, ορφανοίς ου κρίνοντες και κρίσιν χηρών ου προσέχοντες.Απλώς ειπείν παρασυνεβλήθημεν τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις και ωμοιώθημεν αυτοίς.

Συ δε , Κύριε, εμακροθύμεις, ηνείχου, έμενες, ίνα ποιήσωμεν οψέ σταφυλήν, και ημείς αεί εποιούμεν ακάνθας ….Έσειες την γην, και ετρυφώμεν. Ηπείλεις και ουκ εφροντίζομεν. Εδίδασκες, και ουκ εβουλόμεθα συνιέναι του αγαθύναι. Εκέλευες μετανοείν, και ου προσείχομεν , ουδ’ επολιτευόμεθα , καθώς ενετείλω ημίν , ίνα ευ ημίν γένηται , αλλ’ εν τω βάθει των πειρασμών και της απειλής της εγκαταλείψεώς σου τοις λειψάνοις της αναιδείας ημών επεξήλθομεν , καθώς εποιήσαμεν βουλήν και ου δια Κυρίου. Και δια τούτο τοις κρημνοίς της αβουλίας περιεπέσαμεν.

Ομολογούμεν ταύτα , Θεέ , Βασιλεύ ουράνιε. Ουκ αρνούμεθα. Ομολογούμεν ,ότι εγενόμεθα σοι εις πλησμονήν, και δια τούτο ουκέτι αφήκας τας αμαρτίας ημών. Και ότε τας χείρας ημών εξετείνομεν προς σε, απέστρεφες τους οφθαλμούς σου αφ’ ημών…Πως αν εδέξω χείρας αίματος πλήρεις ; Πως αν ήκουσας χειλέων βλασφημούντων ομού και αινούντων σε ; Πως έμελλες φείδεσθαι της τοσαύτης ανελπίστου και αμετανοήτου πωρώσεως ; Ουκούν ευλογητός ει, Κύριε ο Θεός ημών, και δεδοξασμένον το όνομά σου εις τους αιώνας. Δίκαιος ει επί πάσιν οις εποίησας ημίν, εν αληθινή κρίσει εποίησας. »

“Υπόμνημα εις τας Επιστολάς του Παύλου “ .Εκδοθέν υπό Νικηφόρου Καλογερά  Αθήναι 1887. Πρόλογος σελ. 99 – 100

Ένας Μάρτυρας της Αλώσεως...

Κάθε πού ζύγωνε 29 Μαΐου ό Γερο-Ζαχαρίας δεν είχε αναπαμό. Έπρεπε να ετοιμάσει το στάρι για το κόλλυβο των «Μαρτύρων της "Αλωσης». Ξάκρινε το καθαρό σπυρί - σπυρί και το 'βαζε να βράσει ήσυχα μέχρι ν' ανοίξει σαν το ρόδο. Ύστερα το στέγνωνε κι έπιανε κατόπιν να το στολίζει χωρίς βιάση. Μάστορας δουλεμένος στην Αγιογραφία, έπιανε το χέρι του. Πάνω στη χιονάτη ζάχαρη θα 'φτιαχνε το δικέφαλο αετό μέσα σε στολίδια απίστευτα.
«Μνήσθητι Κύριε ως αγαθός των δούλων Σου...», μονολογούσε καί τα δάκρυα του τρέχανε ποτάμι.
Μετά τη λειτουργία γίνηκε το τρισάγιο για τους κεκοιμημέμηνους».Κι άμα ο γέρο-Τρύφωνας πήρε να λέει το ''αιωνία η μνήμη'' ό Γερο-Ζαχαρίας σήμανε μονοκάμπανο λυπητερό όπως αρμόζει. Μετά πήρε το δίσκο κι άρχισε να μοιράζει το στάρι. Πρώτα στους πατέρες, έπειτα στους λαϊκούς. Άμάθητοι οι ξένοι από τέτοια έθιμα τον ρώτησαν για όλα τούτα τα παράδοξα. Ό Γερο-Ζαχαρίας τους πήρε παράμερα στο μεγάλο χαγιάτι κι άρχισε να τους μιλάει για τη Μεγάλη Τρίτη του 1453, για το κούρσεμα της Πόλης καί τη θυσία του τελυταίου αυτοκράτορα. Ένιωθε χρέος ό σεβαστός Γέροντας να τους μνημονεύει όλους μέσα στη Θ. λειτουργία καί να μιλά γι' αυτούς σ' όσους ρωτούσαν να μάθουν.
Κάθε τόσο ό παππούς έκοβε τη διήγηση στη μέση καθώς ή φωνή τσάκιζε από το κλάμα. Μα εκεί πού βαλάντωνε ό γέροντας ήταν όταν μιλούσε για την ιστορία του άρχοντα Λουκά του Νοταρά πού κρύφθηκε ή θυσία του γιατί τη σκέπασε εκείνη του Παλαιολόγου.
- Το λοιπόν... είπε ό Γερο-Ζαχαρίας. Μετά το τριήμερο κούρσεμα της Πόλης καί τη μοιρασιά των λαφύρων, ό σουλτάνος έκανε συμπόσιο για τη νίκη. Κάποιος τότε μπιστικός του για να φανεί καλός, τον συμβούλεψε να ζητήσει από το Νοταρά να του στείλει πεσκέσι το δεκατετράχρονο γιο του
στο παλάτι. Κι αν τον έδινε με τη θέληση του, θα 'δινε όΣουλτάνος στο Νοταρά θέση ζηλευτή. Αλλιώς θα παίρνε σ'όλους το κεφάλι.

Ποιος ήταν ό Λουκάς ό Νοταράς; Ήταν ό πρώτος Βυζαντινός άρχοντας, από τίς πιο μεγάλες μορφές στα τελευταία ελεύθερα χρόνια της Βασιλεύουσας.
Με ψυχή παιδιού, μα φρόνημα λιονταρίσιο. Ό Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος κρίνοντας άξια, τον έκαμε Πρωθυπουργό, Ύπατο του Κράτους, λειτουργό καί Μέγα Δούκα. Νους λαμπερός ό Νοταράς είχε δει νωρίς τη λατινική απειλή καί αντιστάθηκε σθεναρά.
Τώρα ό γίγαντας αυτός ήταν φυλακισμένος.
Ό Νοταράς στην "Αλωση φρουρούσε τον Κεράτιο από το Πετρίο μέχρι την πύλη της Αγίας Θεοδοσίας με 100 Ιππείς καί 500 σφενδονήτες καί τοξότες. Οί Τούρκοι είχαν μπει στην Πόλη, μα εκείνος αγωνιζόταν ακόμη. Καί σαν τον κύκλωσαν ήρθε ή αιχμαλωσία. Οί δυο γιοι του είχαν πέσει στα τείχη υπερασπίζοντας τον τόπο κι εκείνος πιάστηκε αιχμάλωτος μαζί με την Κυρά του, την κόρη, τον γαμπρό του κι ελπίδα στερνή το δεκατετράχρονο βλαστάρι του.
Καί τώρα τούτο το αγγελούδι του το ζητούσε ό σουλτάνος.- Δεν είναι συνήθεια σε μας, απάντησε ό Βυζαντινός άρχοντας, να δίνουμε με τα χέρια μας τα παιδιά μας στίς ακολασίες σας. Θα ήταν καλύτερα ό ηγεμόνας να μας πάρει το κεφάλι.Ό Νοταράς έστρεψε στοργικά το βλέμμα του στο παιδί του πού στεκόταν ήρεμο, γεμάτο εμπιστοσύνη καί σεβασμό προς τον πατέρα του. Ή σκέψη του άρχοντα έτρεξε μακριά. Καμάρωσε το γιο του μικρό καί τον φανταζότανε μεγάλο. Μα δεν γινόταν αλλιώς, Για να 'ναι σίγουρος πώς το παιδί του θα φύγει άκηλίδωτο ζήτησε το πρώτο αίμα να είναι του γιου του.
Ό πέλεκυς έπεσε. Ό Νοταράς στάθηκε μάρτυρας στο θάνατο του γιου του! Ακολούθησε ο γαμπρός του. Κι υστέρα εκείνος. Έλυσε την ασημένια πόρπη της χλαμύδας καί πρότεινε περήφανα τον τράχηλο πού στιγμή δεν είχε σκύψει στη ζωή του!
Ή φύτρα των Νοταράδων πέρασε στον Παράδεισο.Οί προσκυνητές στο άκουσμα της ιστορίας σταυροκοπήθηκαν. Ταπεινά φίλησαν το σεβάσμιο χέρι του Γέροντα κι έφυγαν.
Κι ό παππούλης πήρε δύο σπυριά για να συχωρέσει. Ό Θεός να σας αναπαύσει, αδέλφια μου, είπε.
Πειραική Εκκλησία
μεταφορά στο διαδίκτυο-www.proskynitis.blogspot.com

«Πιστεύω στην Ορθοδοξία γιατί είναι η απόλυτα αναρχική θρησκεία»


Είναι από τους αγαπημένους ηθοποιούς του κοινού, και σε όποια σειρά κι αν έχει συμμετάσχει, έχει κάνει επιτυχία.
Ο λόγος για τον Άρη Σερβετάλη ο οποίος δήλωσε στην εφημερίδα Lifo: «Πιστεύω στον Θεό. Ο άνθρωπος είναι κατασκευασμένος ως λατρευτικό ον κι έχει το χάρισμα να αναρωτιέται για τα έξω από αυτόν. Πιστεύω στην Ορθοδοξία γιατί είναι η απόλυτα αναρχική θρησκεία. Γιατί σου λέει πως οτιδήποτε θέλεις να πεις στον άλλο πρέπει να το πεις πρώτα στον εαυτό σου. Αντί, για παράδειγμα, να σπάσεις μια βιτρίνα, πρέπει να σπάσεις πρώτα το καθεστώς που έχεις εσύ μέσα σου. Και αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο. Νομίζω ότι μόνο έτσι μπορούμε να προχωρήσουμε στη ζωή μας και χωρίς Θεό είναι πολύ δύσκολα».

http://www.gossip-tv.gr/showbiz/story/Αντιγραφή

Κυριακή 27 Μαΐου 2012

Εφραιμ ο...ταλαίπωρος!


Στην πνευματική μας πορεία στο επάνω μέρος των Κατουνακίων γνωρίσαμε ενάρετους ησυχαστές και ερημίτες, όπως τον ταπεινό μοναχό Εφραίμ τον ταλαίπωρο. Αυτός ο ευλογημένος καταγόταν από τα χωριά της Θεσσαλίας και ήρθε μεγάλος στην καλογερική, αλλά είχε καλλιεργημένη χριστιανική συνείδηση και πολύ καλή προαίρεση, διότι έτρεχε στα Μοναστήρια κι ο,τι ελεημοσύνες και βοηθήματα του έδιναν, παξιμάδι, ρύζι, ζάχαρη και κηπουρικά είδη, τα πήγαινε ως τροφοδοσία σε όλους τους άλλους ερημίτες που ήταν άρρωστοι ή γεροντάκια και ανάπηροι. Βοηθούσε όλους αδιακρίτως με πραγματική χριστιανική αδελφική αγάπη.
Ο μοναχός αυτός συνήθιζε να ελεεινολογεί τον εαυτό του κι όταν τον ρωτούσαν «Τί κάνεις πάτερ Εφραίμ; Πώς πάει η πνευματική προκοπή Σημειώνουμε πρόοδο ή μένουμε στάσιμοι στις εξετάσει της Καλογερικής;» αυτός στερεότυπα απαντούσε: Τί να κάνω ο ταλαίπωρος; Μόνο αμαρτίες κάνω πατέρες.» Και επειδή έδινε πάντα την ίδια απάντηση, ο Γέροντας μου, ο οποίος τον αγαπούσε, όπως και κάθε αδελφό αγωνιζόμενο, για να τον δοκιμάσει αν από πραγματική ταπείνωση το λέγει αυτό ή από παλή συνήθεια, όταν μια μέρα σε κάποια εροταστική εκδήλωση, μετά απο τη θεία λειτουργία, ήταν όλοι οι πατέρες, τριάντα περίπου μοναχοί και παπάδες στο Αρχονταρίκι για το τυπικό κέρασμα στην είσοδο της αίθουσας αυτής καθόταν ο πατήρ Εφραίμ διστακτικός. Ο Γέροντας μου του φώναξε μπροστά σε όλους: «Έλα ταλαίπωρε και συ μέσα. Τί κάθεσαι έξω από την πόρτα;». Αυτός ο ευλογημένος μπήκε μέσα, αλλά είχε γίνει κατακόκκινος από ντροπή.
Την άλλη μέρα ο π. Εφραίμ ήρθε στο Κελλί μας στην Κερασιά, όπου τακτικά μας επισκεπτόταν, διότι κι αυτός μας αγαπούσε και πολλές φορές συμβουλευόταν το Γέροντα σε δύσκολα πνευματικά ζητήματα. Τότε ο Γέροντας μου ρώτησε τον πατέρα Εφραίμ:
- «Αδελφέ πως σου φάνηκε χθες που σε φώναξα μπροστά σε όλους «ταλαίπωρο»;
- «Τι να σου ειπώ σεβαστέ μου Γέροντα Ιωακείμ...Αισθάνθηκα τόση ντροπή και τέτοια προσβολή, σαν με φώναξες έτσι, που δάγκασα τη γλώσσα μου, για να μη παραφερθώ και εκφραστώ άσχημα. Αν δε σε αγαπούσα και σεβόμουν, ασφαλώς θα σε έβριζα»
Και ο γέροντας Ιωακείμ απάντησε:
- Βλέπεις αδελφέ πόσο εύκολα είναι κανείς να βρίζει και να εξευτελίζει τον εαυτό του μόνος του, αλλά πόσο δύσκολο και απαράδεκτο είναι να σε βρίζει και εξευτελίζει άλλος; Γι’ αυτό αγαπητέ μου πάτερ Εφραίμ, πρέπει να είμαστε έτοιμοι και να χαιρόμαστε όταν μας ταπεινώνουν οι άλλοι και μας βρίζουν, γιατί τότε έχουμε μισθό, όταν υπομένουμε τα εξευτελιστικά λόγια των άλλων, αρκεί να μην ανταποκρίνονται αυτά στην πραγματικότητα και να μην είναι αλήθεια. Τότε, αν τα υπομένουμε για την αγάπη του Χριστού θα έχουμε μισθό αιώνιο από το μισθαποδότη Δεσπότη Χριστό, όπως μας λέγει ο ίδιος στους Μακαρισμούς «Μακάριοι εστε, όταν ονειδίσωσιν υμάς και διώξωσι και είπωσι παν πονηρόν ρήμα καθ’ υμών ψευδόμενοι ένεκεν εμού» (Ματθ. ε΄11)
Ο π. Εφραίμ έφυγε από το Κελλί πολύ ευχαριστημένος για το μάθημα που οδηγεί το μοναχό στην ταπείνωση, τη βάση όλων των αρετών. Και από τότε έμεινε να αποκαλούν τον αδελφό αυτόν «ταλαίπωρο» κι εκείνος του λοιπού ευχαριστιόταν να το ακούει από όλους τους μοναχούς.
Έτσι διακρίναμε τον πατέρα Εφραίμ «ταλαίπωρο» από τον άλλο επίσης αγαπητό μας εν Χριστώ αδελφό μοναχό Εφραίμ, του Γέροντα Ιωσήφ Φραγκίσκου από τον Άγιο Βασίλη, τον οποίο επειδή ήταν απο την πολλη εγκράτεια αποξηραμένος και ισχνός στη σάρκα, αλλά δυνατός και πνευματώδης στη ψυχή, τον αποκαλούσαμε Εφραίμ τον «Σύρο». Ήταν και οι δύο εξίσου καλοί και ενάρετοι και έρχονταν τακτικά στο Κελλί μας και τους προμηθεύαμε διάφορα κηπευτικά και φρούτα.
Καλοί και ενάρετοι μοναχοί στα ησυχαστήρια του Αγίου Βασιλείου ήταν και ο γερο-Χερουβείμ, ο γερο-Ιωσήφ και ο γερο-παπα-Βαρθολομαίος με την ευλαβέστατη συνοδεία τους. Όλοι αυτοί αγωνίζονταν για την ψυχική σωτηρία και με τη χάρη του Θεού έγιναν ζωντανά παραδείγματα αρετής και πνευματικής προκοπής, με σημαντικές προόδους στη νοερά προσευχή και αφήκαν οι περισσότεροι διαδόχους που ακόμη επιδίδονται στην καλλιέργεια της νοεράς καρδιακής προσευχής με το να λέγουν ακατάπαυστα την ιερά ευχή, να ασκούνται στη θεοδώρητη ταπείνωση, την υπακοή και κάθε είδους αρετή.

(Το Γεροντικό του Αγίου Όρους – Ανδρέου Μοναχού Αγιορείτου – Εκδόσεις Άθως)

Σάββατο 26 Μαΐου 2012

Πως ένας απλός παπάς έσωσε το Ομοούσιο!

Ολοι μας θα γνωρίζουμε  την αίρεση του Αρείου πού καταδικάστηκε άπο την Α' Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια το 325. Ό "Αρειος δίδασκε σχετικά με την Αγία Τριάδα ότι, ο Υιός δεν ήταν ομοούσιος με τον Πατέρα άλλα δημιούργημα Του, το πρώτο και τέλειο.

Ή συνοδική καταδίκη του Αρείου δεν ανέστειλε τη διάδοση της αιρέσεως του. Σέ τουτο συνετέλεσαν δύο παράγοντες. Ό πρώτος ήταν ότι οι διάδοχοι, του Μεγάλου Κωνσταντίνου (306-323) άμεσα ή έμμεσα υποστήριξαν τον αρειανισμό, μέχρις ότου στον αυτοκρατορικό θρόνο ανέβηκε ο Θεοδόσιος ό Μέγας (373-395). Ό δεύτερος παράγοντας ήταν ότι υπήρχαν και θεολόγοι άρειανίζοντες, οι οποίοι με τη βοήθεια και την υποστήριξη των όμόπιστων αυτοκρατόρων εξακολουθούσαν να κατέχουν υψηλές εκκλησιαστικές θέσεις.


Ανάμεσα σ' αυτούς τους άρειανίζοντες υπήρξαν και θεολόγοι με μεγάλη μόρφωση και αντίστοιχη διαλεκτική ικανότητα, όπως για παράδειγμα ό Εύνόμιος. Ό τελευταίος άρειανός αυτοκράτορας, ό Ούάλης (364-378)μαζί με τον όμόπιστό του αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως Εύδόξιο (360-370) έκαναν τον Εύνόμιο επίσκοπο Κυζίκου. Σκοπός τους ήταν να επηρεάσει ό Εύνόμιος με τα φυσικά χαρίσματα πού είχε και να παρασύρει στον αρειανισμό ολόκληρη την ορθόδοξη επισκοπή. Ό νέος επίσκοπος στην αρχή πράγματι εξέπληξε το λαό με τη δύναμη του λόγου του. "Οταν όμως άρχισε να προβάλλει τις άρειανικές του δοξασίες, ό λαός αντέδρασε, γιατί κατάλαβαν έγκαιρα πώς ήταν άρειανός. Τελικά τον απόδιωξαν από την πόλη τους. Ό Εύνόμιος αναχώρησε και εγκαταστάθηκε σε ένα κτήμα πού είχε στη Χαλκηδόνα κοντά στην Κωνσταντινούπολη. Έκει συνέχισε με τα κηρύγματα του να διδάσκει τις θέσεις του.Ή φήμη του ως κήρυκα ήταν μεγάλη, σε τέτοιο βαθμό πού πολλοί από την Κωνσταντινούπολη και από τα γύρω κοντινά μέρη πήγαιναν στο κτήμα του για να τον ακούσουν. Οι άνθρωποι, πού πήγαιναν στον Εύνόμιο δεν ήσαν όλοι οπαδοί της αίρέσεως, άλλα προφανώς τους κινούσε ή περιέργεια να άκούσουν τα λόγια του. Πάντως, ή δραστηριότητα και ή φήμη του Εύνομίου είχε προξενήσει, στους ορθοδόξους έγνοια και φόβο.


Στο μεταξύ στον αυτοκρατορικό θρόνο είχε ανέβει ο ορθόδοξος αυτοκράτορας Θεοδόσιος ό Μέγας (379-395). Ή φήμη του Εύνομίου έφτασε μέχρι και το νέο αυτοκράτορα, ό όποίος εκδήλωσε την πρόθεση του να τον συναντήσει. Θα το είχε πραγματοποιήσει αν δεν τον εμπόδιζε ή σύζυγος του Πλακίλλα, που ήταν «φύλαξ του δόγματος της εν Νικαία συνόδου. Ό φόβος της ήταν μήπως, συζητώντας ό αυτοκράτορας με τον Εύνόμιο, «παραπεισθείς ό άνηρ» αλλάξει, την πίστη του.


Τελικά ό αυτοκράτορας παρέμεινε πιστός στην ορθόδοξη πίστη εξαιτίας και ενός απροσδόκητου περιστατικού.
Εκείνη την εποχή βρίσκονταν στην Κωνσταντινούπολη αρκετοί επίσκοποι διάφορων δογματικών αποκλίσεων, πού συγκεντρώνονταν με σκοπό τη σύγκληση της νέας συνόδου, πού πραγματοποιήθηκε το 381 και πού αργότερα ονομάστηκε Οικουμενική Β'.


Κάποια ημέρα, οί συγκεντρωμένοι στην Κωνσταντινούπολη επίσκοποι παρουσιάστηκαν στα βασιλικά ανάκτορα για να χαιρετήσουν, σύμφωνα με το έθος, τον αυτοκράτορα. Μεταξύ αυτών υπήρχε και ένας ιερέας από κάποια άσημη πόλη, πού ήταν απλός και στα κοινωνικά άσχετος, αλλά συγχρόνως «περί τα θεία νουν έχων». Σύμφωνα με το πρωτόκολλο όλοι οί επίσκοποι χαιρετούσαν τον αυτοκράτορα, καθώς και τον παρακαθήμενο μικρά γιο του, με πολλή ευλάβεια. "Οταν ήρθε ή σειρά του ιερέα χαιρέτησε κι αυτός τον αυτοκράτορα, αλλά δεν απέδωσε την ίδια τιμή και στο γιο του. Τον χαιρέτησε όπως κάνουμε στα παιδιά, λέγοντας του ''γεια σου'' και νεύαντας απλά με τα δάχτυλα του. Ή συμπεριφορά του ιερέα εξόργισε τον αυτοκράτορα, γιατί τη θεώρησε ως περιφρόνηση του γιου του, καθώς δεν αποδόθηκε και σ' αυτόν ή ίδια τιμή, όπως και στον πατέρα.


Ό οργισμένος αυτοκράτορας έδωσε αμέσως διαταγή να συλλάβουν τον ιερέα και να τον πετάξουν έξω άπο τα ανάκτορα. Καθώς οι φρουροί τον έσπρωχναν, αυτός στράφηκε προς τα πίσω και είπε στον αυτοκράτορα: «Κατάλαβε, βασιλιά, ότι κατά τον ίδιο τρόπο ό ουράνιος Πατέρας αγανακτεί κατά των άνομοίων [αιρετικοί στους οποίους άνηκε και ό Εύνόμιος, Σ.τ.Σ], πού δεν τιμούν τον Υίό Του όπως Αυτόν τον ίδιο, άλλα τον θεωρούν κατώτερο Του''. Ό λόγος αυτός άρεσε στον αυτοκράτορα. Γύρισε τον ιερέα πίσω, του ζήτησε συγνώμη και του δήλωσε ότι συμφωνεί με όσα είπε.


"Ετσι, με αυτό το απλό γεγονός ό αυτοκράτορας βεβαιώθηκε περισσότερο για την αλήθεια των ορθοδόξων, τους οποίους και μόνο πλέον αποδεχόταν. Μάλιστα απαγόρευσε να γίνονται τέτοιου είδους συζητήσεις στην αγορά και, όρισε ανάλογες τιμωριες σε περίπτωση περιφρονήσεως των διαταγών του


Από  το βιβλίο ''Καθημερινές ιστορίες αγίων και αμαρτωλών στο Βυζάντιο εκδ.''ΜΑΙΣΤΡΟΣ''


Παρασκευή 25 Μαΐου 2012

Βίντεο από το Te Deum που έλαβε μέρος στην Κόκκινη Πλατεία παρουσία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών

Η  ημέρα σλαβικής γραφής και πολιτισμού εγκαινιαστηκε στις 11/24 Μαίου 2012 στην Κοκκινη Πλατεία με ένα Te Deum μπροστά στην θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Πορταίτισσας.Παρών ήταν και ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών κ.κ. Ιερώνυμος 

Διάλογος αγίου Μαξίμου Καυσοκαλύβη και αγίου Γρηγορίου του Σιναΐτου

Ανταμώνοντας ο θείος Γρηγόριος ο Σιναΐτης τον άγιο Μάξιμο και συνομιλώντας με αυτόν, ανάμεσα στα άλλα του λέει και τούτο: 
«Σε παρακαλώ, τιμιότατε πάτερ, να μου πεις, κρατάς τη νοερά προσευχή;» 
Κι εκείνος χαμογέλασε λίγο και του λέει: «Δε θα σου κρύψω, τίμιε πάτερ, το θαύμα της Θεοτόκου πού έγινε σ’ έμενα. Εγώ από τη νεότητα μου είχα πολλή πίστη στην Κυρία μου Θεοτόκο και την παρακαλούσα με δάκρυα να μου δώσει αυτή τη χάρη της νοεράς προσευχής. 
 Μία μέρα πήγα στο ναό της, καθώς είχα συνήθεια, και την παρακαλούσα πάλι με άμετρη θερμότητα καρδιάς· κι εκεί πού ασπαζόμουν με πόθο την αγία της εικόνα, ευθύς αισθάνθηκα στο στήθος μου και στην καρδιά μου μία θερμότητα και φλόγα, ή οποία ήρθε από την αγία εικόνα και δεν με έκαιγε, άλλα με δρόσιζε και με γλύκαινε κι έφερνε στην ψυχή μου μεγάλη κατάνυξη. Από τότε πλέον, πάτερ, άρχισε ή καρδιά μου να λέει από μέσα την προσευχή και ο νους μου να γλυκαίνεται στην ενθύμηση του Ιησού μου και της Θεοτόκου μου και να έχει πάντοτε την ενθύμηση τους. Και πλέον από εκείνο τον καιρό δεν έλειψε ή προσευχή από την καρδιά μου· συγχώρεσε με.»
Και ο θείος Γρηγόριος του λέει:
«Πες μου, άγιε, καμία φορά όταν έλεγες την ευχή του “Κύριε Ιησού Χριστέ”, σου συνέβη αλλοίωση θεϊκή ή έκσταση ή κανένας άλλος καρπός του Αγίου Πνεύματος;»
Και ο θείος Μάξιμος του είπε: «Ω πάτερ, για τούτο πήγαινα σε έρημο τόπο και ποθούσα την ησυχία πάντοτε, για να απολαύσω περισσότερο τον καρπό της προσευχής, ο όποιος είναι μία αγάπη υπερβολική στο Θεό και μία αρπαγή του νου στον Κύριο».
Και ο άγιος Γρηγόριος του λέει:
«Σε παρακαλώ, πάτερ, να μου πεις, τα έχεις αυτά πού είπες;»
Και ο θείος Μάξιμος χαμογέλασε πάλι και του λέει: «Δός μου να φάω και μην εξετάζεις την πλάνη μου».
Τότε του λέει ο θείος Γρηγόριος:
«Μακάρι να είχα κι εγώ την πλάνη σου, άγιε· όμως σε παρακαλώ να μου πεις, εκείνη την ώρα πού θα αρπαχθεί ο νους σου στο Θεό, τι βλέπει με τους νοερούς οφθαλμούς; Μπορεί τότε ο νους ν’ ανεβάσει μαζί με την καρδιά την προσευχή;»
Και ο άγιος Μάξιμος του αποκρίθηκε:
«Όχι, δεν μπορεί· γιατί όταν έρθει ή χάρη του Αγίου Πνεύματος στον άνθρωπο δια μέσου της προσευχής, τότε παύει πλέον ή προσευχή, επειδή ο νους κυριεύεται όλος από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και δεν μπορεί πλέον να ενεργήσει τις δυνάμεις του, άλλα μένει αργός και υποτάσσεται μόνο στο Άγιο Πνεύμα και Αυτό τον πηγαίνει οπού θέλει, ή σε αυλό αέρα θείου φωτός ή σε άλλη ανεκδιήγητη θεωρία ή και συχνά σε συνομιλία θεϊκή. Και γενικά, καθώς θέλει ο Παράκλητος, το Άγιο Πνεύμα, έτσι παρηγορεί τους δούλους Του· καθώς ταιριάζει στον καθένα, έτσι του δίνει τη χάρη Του.
 Και τούτο πού λέω μπορεί να το δει κανείς φανερά στους Προφήτες και Αποστόλους, οι όποιοι αξιώθηκαν να δουν τόσες θεωρίες και οί άνθρωποι τους περιπαίζανε και τους είχαν για πλανεμένους και μεθυσμένους. 
Και ο προφήτης Ησαΐας είδε τον Κύριο πάνω σε θρόνο υψηλό και ένδοξο και γύρω Του τα Σεραφείμ, και ο πρωτομάρτυρας Στέφανος είδε τους ουρανούς ανοιγμένους και τον Ιησού στα δεξιά του Πατέρα κλπ. Με τον ίδιο τρόπο και τώρα οί δούλοι του Χριστού αξιώνονται να βλέπουν διάφορες θεωρίες, τις οποίες μερικοί δεν τις πιστεύουν, μήτε τις δέχονται με κανένα τρόπο για αληθινές, άλλα τις έχουν για πλάνη κι εκείνους πού τις βλέπουν τους έχουν για πλανεμένους. Και σε τούτο θαυμάζω πολύ και απορώ, πώς πωρώθηκαν οί άνθρωποι εκείνοι και, σαν τυφλοί στην ψυχή, δεν πιστεύουν εκείνο πού ο αψευδής Θεός με το στόμα του προφήτη Ίωήλ υποσχέθηκε να δώσει στους πιστούς, λέγοντας ότι “θα χύσω από τη χάρη του Πνεύματος μου σε κάθε πιστό, και στους δούλους μου και στις δούλες μου”. Τη χάρη αυτή ο Κύριος μας την έδωσε και τη δίνει και τώρα και θα τη δίνει ως τη συντέλεια, κατά την υπόσχεση Του, σε όλους τους πιστούς δούλους Του.
Όταν λοιπόν ή χάρη αύτη του Αγίου Πνεύματος έρθει σε κανένα, δεν του δείχνει τα συνηθισμένα, μήτε τα αισθητά του κόσμου τούτου, άλλα εκείνα πού δεν είδε ποτέ του μήτε τα φαντάστηκε· και τότε ο νους του ανθρώπου εκείνου διδάσκεται από το Άγιο Πνεύμα μυστήρια υψηλά και απόκρυφα, τα όποια, κατά τον θείο Παύλο, δεν μπορεί να τα δει μάτι ανθρώπου, μήτε νους ανθρώπου μπορεί να τα συλλογιστεί από μόνος του ποτέ.
Και για να καταλάβεις πώς τα βλέπει ο νους μας, στοχάσου αυτό πού θα σου πω. Το κερί όταν είναι μακριά από τη φωτιά, είναι στερεό και πιάνεται, όταν όμως το βάλεις στη φωτιά λιώνει κι εκεί μέσα στη φλόγα καίγεται και ανάβει και γίνεται όλο φως κι έτσι τελειώνει όλο μέσα στη φωτιά, και δεν είναι δυνατό να μη λιώσει μέσα στη φωτιά και να μη γίνει σαν νερό. Έτσι κι ο νους του ανθρώπου, όταν είναι μόνος χωρίς να ενωθεί με το Θεό, εννοεί όσα αντιστοιχούν στη δύναμη του, όταν όμως πλησιάσει στο πυρ της Θεότητας και στο “Άγιο Πνεύμα, τότε πλέον κυριεύεται ολωσδιόλου από εκείνο το θεϊκό φως και γίνεται όλος φως κι εκεί μέσα στη φλόγα του Παναγίου Πνεύματος ανάβει και λιώνει από τα θεία νοήματα· και δεν είναι δυνατό εκεί μέσα στο πυρ της Θεότητας να εννοεί τα δικά του κι εκείνα πού θέλει».
Τότε του λέει ο θείος Γρηγόριος:
«Είναι και αλλά, Καψοκαλύβη μου, πού να μοιάζουν με αυτά αλλά να είναι της πλάνης;» Και ο μέγας Μάξιμος του αποκρίθηκε:
«Αλλά είναι τα σημάδια της πλάνης κι άλλα της χάρης. Το πονηρό πνεύμα της πλάνης, όταν πλησιάσει στον άνθρωπο, του συγχύζει το νου και τον αγριεύει, κάνει την καρδιά σκληρή και τη σκοτίζει, προξενεί δειλία και φόβο και υπερηφάνεια, του αγριεύει τα μάτια, ταράζει το μυαλό, προκαλεί ανατριχίλα σε όλο το σώμα, του δείχνει κατά φαντασία στα μάτια φως όχι λαμπρό και καθαρό, αλλά κόκκινο, του κάνει το νου έξω φρενών και δαιμονιώδη, τον παρακινεί να λέει με το στόμα του λόγια άπρεπα και βλάσφημα· Κι εκείνος πού βλέπει το πνεύμα αυτό της πλάνης, οργίζεται συχνά κι είναι γεμάτος από θυμό και διόλου δε γνωρίζει την ταπείνωση, μήτε το αληθινό πένθος και τα δάκρυα, αλλά πάντοτε καυχιέται για τα καλά του και κενοδοξεί και χωρίς συστολή και φόβο Θεού βρίσκεται παντοτινά μέσα στα πάθη.
Και τελικά βγαίνει ολότελα από τα λογικά του και φτάνει σε τέλεια απώλεια. Από αύτη την πλάνη είθε να μας γλιτώσει ο Κύριος με τις ευχές σου.
Άλλα τα σημεία της χάρης είναι αυτά· όταν πάει στον άνθρωπο ή χάρη του Παναγίου Πνεύματος, του συνάγει το νου και τον κάνει να είναι προσεκτικός και ταπεινός· του φέρνει την ενθύμηση του θανάτου και των αμαρτημάτων του και της μέλλουσας κρίσεως και της αιώνιας κολάσεως και του κάνει την ψυχή εύκολοκατάνυκτη, να κλαίει και να πενθεί- κάνει και τα μάτια του ήμερα και γεμάτα δάκρυα· και όσο πλησιάζει στον άνθρωπο, τόσο του ημερεύει την ψυχή και την παρηγορεί δια μέσου των αγίων παθών του Κυρίου μας Ιησού Χρίστου και της άπειρης φιλανθρωπίας Του. Και προξενεί στο νου υψηλές και αληθινές θεωρίες· για την ακατανόητη δύναμη του Θεού, πώς μ’ ένα λόγο έφερε τα πάντα από το μη όν στο είναι· για την άπειρη Του δύναμη πού συγκρατεί και κυβερνά τα πάντα κι έχει την πρόνοια όλων για το ακατανόητο της Αγίας Τριάδος και για το ανεξιχνίαστο πέλαγος της θείας ουσίας κλπ. Και όταν αρπαχθεί ο νους του ανθρώπου από εκείνο το θείο φως και φωτιστεί με το φωτισμό της θείας γνώσεως, γίνεται ή καρδιά του γαλήνια και πραότατη και αναβρύζει τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος· τη χαρά, την ειρήνη, τη μακροθυμία, την καλοσύνη, τη συμπάθεια, την αγάπη, την ταπείνωση κλπ., και απολαμβάνει ή ψυχή του μία αγαλλίαση απερίγραπτη.»
Ακούγοντας αυτά ο άγιος Γρηγόριος ο Σιναίτης, έμεινε εκστατικός και θαύμαζε για εκείνα πού του έλεγε ο θείος Μάξιμος, και πλέον δεν τον ονόμαζε άνθρωπο αλλά επίγειο άγγελο.
Φιλοκαλία Ιερών νηπτικών Τόμος Ε/πηγή

Εμπιστοσύνη στην πρόνοια του Θεού(Όσιος Μακάριος της Όπτινα)


Ἐμπιστοσύνη στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ

Ἄκουσε! Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος λέει γιά τόν ἄνθρωπο που ἐμπιστεύεται τόν ἑαυτό του στην  θεία πρόνοια: «Ἐπ΄ ἐμέ ἤλπισε, καί ρύσομαι αὐτόν· σκεπάσω αυτόν, ὅτι ἔγνω τό ὄνομά μου.
Κεκράξεται πρός με, καί ἐπακούσομαι αὐτοῦ, μετ' αὐτοῦ  εἰμί ἐν θλίψει· ἐξελοῦμαι αὐτόν καί δοξάσω αὐτόν» (Ψαλμ. 90: 14-15).
 Οἱ θλίψεις καί τά βάσανα ἑδραιώνουν τήν πίστη μέσα μας, καί μᾶς διδάσκουν νά περιφρονοῦμε τόν κόσμο καί τή δόξα του. Πίστευε πάντοτε ὅτι κανένα κακό, καμιά λύπη δέν μπορεῖ νά μᾶς βρεῖ-οὔτε μιά τρίχα δέν μπορεῖ νά πέσει ἀπό τό κεφάλι μας-χωρίς νά τό παραχωρήσει ὁ Θεός.
Τίποτα δέν γίνεται, λέει ὁ ἀββάς Δωρόθεος, χωρίς τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Καί ὅπου ὑπάρχει ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ὁπωσδήποτε αὐτό πού συμβαίνει, ὅσο πικρό κι ἄν εἶναῖ, θά φέρει ὠφέλεια στήν ψυχή. Μή λυπᾶσαι λοιπόν καί μή μικροψυχεῖς γιά τούς πειρασμούς σου.
Νά τούς δέχεσαι ἀτάραχα, μέ ταπεινοφροσύνη καί ἐλπίδα στό Θεό. Πίστεψέ το: Ποτέ δέν εἶναι δυνατό νά πάρουν τά πράγματα καλύτερη ἐξέλικη, παρά μόνο ἔτσι ὅπως τά ἐπιτρέπει ὁ Θεός μέσα στό έλεός Του. Γι' αὐτό δόξαζέ Τον γιά ὅλα.
Καί μή ρίχνεις τίς εὐθύνες, γιά ὅ, τι σοῦ συμβαίνει, σέ ἄλλους ἀνθρώπους. Ἄν καί ἔχουμε πάντα τήν τάση ν' ἀποδίδουμε τά προβλήματά μας στούς ἄλλους, στήν κακία ἤ τήν ἀνικανότητά τους, στήν πραγματικότητα αὐτοί δέν εἶναι παρά ἐργαλεῖα στά χέρια τοῦ Θεού.
Ἐργαλεία, πού τά χρησιμοποιεί γιά νά οἰκονομήσει τή σωτηρία μας.
****
Πάρε λοιπόν θάρρος καί προσευχήσου. Προσευχήσου θερμά στόν Κύριο, πού πάντοτε ἐργάζεται γιά τή σωτηρία μας, χρησιμοποιώντας γι' αὐτό τό σκοπό καί τά δυό μέσα: Καί ό, τι ἐμείς αποκαλοῦμε εὐτυχία, καί ό, τι ἐμείς ἀποκαλοῦμε εὐτυχία, καί ὅ, τι ἐμεῖς ἀποκαλοὺμε εὐτυχία,καί ὅ, τι ἐμεῖς ἀποκαλοῦμε δυστυχία.
****
Γιά μᾶς, πού σταθερά καί ἀκλόνητα πιστεύουμε στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ἀκόμα καί ἡ χειρότερη ἀναποδιά δέν εἶναι παρά μιά κίνηση τοῦ χεριοῦ Ἐκείνου, τοῦ Κυρίου μας, πού δέν κουράζεται ποτέ νά ἑλκύει τόν ἄνθρωπο στό δικό Του δρόμο πρός τήν αἰωνιότητα. Καί δέν κουράζεται ποτέ νά δείχνει αὐτό τό δρόμο.
Ἀλλά γι' αὐτούς πού δέν ἔχουν τήν πίστη μας, οἱ θλίψεις αὐτοῦ τοῦ κόσμου εἶναι πραγματικές πικρές, πικρότατες. Τούς λείπει, βλέπεις, ἡ ἐλπίδα.
Ἡ ἐλπίδα πού, ὅπως εἶπε κάποιος ἅγιος, γεννιέται ἀπό τή γεύση καί τήν ἐμπειρία τῶν δώρων τοῦ Κυρίου.
Εἶναι μετά ν' ἀπορεί κανείς, ὅταν ὁ θάνατος κάποιου ἀγαπημένου τους προσώπου τούς ἀφήνει απαρηγόρητους καί τούς γεμίζει ἀπελπισία;


Πνευματικές Νουθεσίες Ὁσίου Μακαρίου τῆς Ὄπτινα Ἱερά Μονή Παρακλήτου
Ὠρωπός Ἀττικῆς ΠΗΓΗ