Την ίδια μέρα πού ξεκίνησαν να πάν' οί Μυροφόρες μύρα να ρίξουν στο σώμα του Δάσκαλου, την ίδια μέρα εκεί προς το σπερνό, δυο μαθητές πηγαίνανε στους Έμμαούς, σ' ένα χωριό πιο 'κεϊ από την πόλη την ιερή, τα Ιεροσόλυμα.
Ήταν ή ώρα πού σωπαίνουν οί ελιές,την ώρα πού το σούρουπο τίς αγκαλιάζει, και αυτές κρατώντας την ανάσα τους ακίνητες θεωρούν το θαύμα της νυχτιάς πού φτάνει. Άλαφροπάτητο, γλυκό το δειλινό. Μα τούτοι οί δυο, μολύβι έχουν στην καρδιά, μαχαίρι κοφτερό, πληγή έχει ανοίξει μες στα σπλάχνα τους. Και προχωράν στο δειλινό πού πέφτει αχνό καί τον καημό τους λένε.
Τι θ' άκουσαν κείνο το βράδυ οί ελιές!
Τον τρίτο που 'ρθε στην παρέα τους οϋτε τον πρόσεξαν, θολά τα μάτια άπ' τα δάκρυα τα καυτά.
Καί ξαφνικά:
«Τί είναι αυτό πού κουβεντιάζετε καί γιατί είστε σκυθρωποί;» ρώτησ' αυτός πού στην παρέα αναπάντεχα είχε 'ρθεί.
Παραξενεύτηκαν κι οι δυο μαθητές κι ό ένας με μια κατηγόρια στη φωνή είπε: «Θα 'σαι ό μόνος στην πόλη την ιερή, πού δε θα έμαθες τί έγινε εκεί, τούτες τίς μέρες».
«Τί έγινε εκεί;»
Κι αυτοί απάντησαν καί δίναν εξηγήσεις:
«Να, για τον Ιησού από τη Ναζαρέτ. Πού είχε δύναμη άπ' το Θεό παρμένη καί ήταν δυνατός καί σ' έργα καί σε λόγια καί τον έθαύμασ' ό λαός, τον πίστευε καί τον ακολουθούσε. Μα οί άρχοντες καί οί αρχιερείς τον παραδώσανε να δικαστεί. Καί τον καταδικάσανε να σταυρωθεί καί τον σταύρωσαν».
Οί ελιές σα να ζωντάνεψαν, βγάλαν κι αυτές έναν λυγμό. Ίσως δεν ήταν όμως οί ελιές πού βόγγηξαν, μα οί μαθητές.
«Κι εμείς πού ελπίζαμε σ' Αυτόν!». Πιστέψαμε πώς τον Ισραήλ αυτός θα τον λυτρώσει! Σήμερα, ήμερες τρεις πού γίνηκαν αυτά, κι εμείς, σε σύγχιση βρισκόμαστε μεγάλη, γιατί κάτι γυναίκες πήγανε στον τάφο του αξημέρωτα, μα το σώμα του Δάσκαλου δεν ήταν εκεί. Καί στην επιστροφή, μας είπανε πώς ήτανε στο μνήμα ένας "Αγγελος. Καί πώς τους είπε ό άγγελος ότι ό Ναζωραίος ζεί!
Επήγαν τότε μερικοί από τους μαθητές εκεί στο μνήμα. Όλα, τα σάβανα, το περιτύλιγμα της κεφαλής ήταν εκεί, όπως το είχαν οί γυναίκες δει. Μα εκείνος δεν ήτανε εκεί!!!»
Ήταν ή ώρα πού σωπαίνουν οί ελιές,την ώρα πού το σούρουπο τίς αγκαλιάζει, και αυτές κρατώντας την ανάσα τους ακίνητες θεωρούν το θαύμα της νυχτιάς πού φτάνει. Άλαφροπάτητο, γλυκό το δειλινό. Μα τούτοι οί δυο, μολύβι έχουν στην καρδιά, μαχαίρι κοφτερό, πληγή έχει ανοίξει μες στα σπλάχνα τους. Και προχωράν στο δειλινό πού πέφτει αχνό καί τον καημό τους λένε.
Τι θ' άκουσαν κείνο το βράδυ οί ελιές!
Τον τρίτο που 'ρθε στην παρέα τους οϋτε τον πρόσεξαν, θολά τα μάτια άπ' τα δάκρυα τα καυτά.
Καί ξαφνικά:
«Τί είναι αυτό πού κουβεντιάζετε καί γιατί είστε σκυθρωποί;» ρώτησ' αυτός πού στην παρέα αναπάντεχα είχε 'ρθεί.
Παραξενεύτηκαν κι οι δυο μαθητές κι ό ένας με μια κατηγόρια στη φωνή είπε: «Θα 'σαι ό μόνος στην πόλη την ιερή, πού δε θα έμαθες τί έγινε εκεί, τούτες τίς μέρες».
«Τί έγινε εκεί;»
Κι αυτοί απάντησαν καί δίναν εξηγήσεις:
«Να, για τον Ιησού από τη Ναζαρέτ. Πού είχε δύναμη άπ' το Θεό παρμένη καί ήταν δυνατός καί σ' έργα καί σε λόγια καί τον έθαύμασ' ό λαός, τον πίστευε καί τον ακολουθούσε. Μα οί άρχοντες καί οί αρχιερείς τον παραδώσανε να δικαστεί. Καί τον καταδικάσανε να σταυρωθεί καί τον σταύρωσαν».
Οί ελιές σα να ζωντάνεψαν, βγάλαν κι αυτές έναν λυγμό. Ίσως δεν ήταν όμως οί ελιές πού βόγγηξαν, μα οί μαθητές.
«Κι εμείς πού ελπίζαμε σ' Αυτόν!». Πιστέψαμε πώς τον Ισραήλ αυτός θα τον λυτρώσει! Σήμερα, ήμερες τρεις πού γίνηκαν αυτά, κι εμείς, σε σύγχιση βρισκόμαστε μεγάλη, γιατί κάτι γυναίκες πήγανε στον τάφο του αξημέρωτα, μα το σώμα του Δάσκαλου δεν ήταν εκεί. Καί στην επιστροφή, μας είπανε πώς ήτανε στο μνήμα ένας "Αγγελος. Καί πώς τους είπε ό άγγελος ότι ό Ναζωραίος ζεί!
Επήγαν τότε μερικοί από τους μαθητές εκεί στο μνήμα. Όλα, τα σάβανα, το περιτύλιγμα της κεφαλής ήταν εκεί, όπως το είχαν οί γυναίκες δει. Μα εκείνος δεν ήτανε εκεί!!!»
Γαλάτειας Γρηγοριάδου-Σουρέλη
orthodoxigynaika.blogspot.com
Συγκινιτικό.
ΑπάντησηΔιαγραφήκαλή συνέχεια, ευχαριστούμε για την επίσκεψη.
ΑπάντησηΔιαγραφή