Δευτέρα 27 Νοεμβρίου 2017

«Σὲ Νυμφίε μου ποθῶ...: ένας διάλογος με τον Εσταυρωμένο στην Κρητική Τέχνη»

“Σε Νυμφίε μου ποθώ…”
Ένας διάλογος με τον Εσταυρωμένο στην Κρητική Τέχνη

Στον παπά Ρωμανό τον Κανιτάκη


 Η εικαστική συνύπαρξη Βενετών και Kρητών καλλιτεχνών, ως απότοκη της κατάκτησης της Κρήτης από τους πρώτους, οδήγησε στη δημιουργία ζωγραφικής σχολής, η οποία κατέστη γνωστή ακαδημαϊκά ως Κρητική Σχολή και έμελλε να σηματοδοτήσει -χωρίς βέβαια να ανανοηματοδοτήσει- την αγιογραφική έκφραση απ’ τον 15ο αιώνα κι έπειτα. Η μετωπικότητα των μορφών της Μέσης Βυζαντινής περιόδου και η αναζήτηση της προοπτικής κατά την Ύστερη, δίνουν θέση στην ίδια την κίνηση και την κατάκτηση μιας προοπτικής, οι οποίες αφήνουν απρόσβλητη τη Θεολογία της Εικόνας. Όντως, το εικονιζόμενο πρόσωπο προβάλλεται ως κατεξοχήν, λούζεται στο Άκτιστον Φως, μένοντας “ως άγγελος φωτός” (πρβ. Ματθ. 22, 30) στον αιώνα.

Οι λύσεις που αφορούσαν σε κίνηση και προοπτική, έδωσαν τη δυνατότητα στους Kρήτες αγιογράφους να αποδώσουν τον ενεστώτα χρόνο της Βασιλείας όπως τούτος βιώνεται μέσα στο Μυστήριο της Εκκλησίας. Σε τούτο συναινούν οι ιστορήσεις θεμάτων, συμπεριλαμβανομένων της Maestas (Δόξα του Κυρίου) και Coena Domini (ιστορήσεις της υπερουρανίου Θ. Λειτουργίας).
Αποτέλεσμα εικόνας για Αγία Αικατερίνη, Εμμανουήλ Λαμπάρδου, 1
Η δραματική έκφραση της δυτικής τέχνης του 15ου και 16ου αιώνα, θα ιδωθεί με ρωμαίικη ματιά και θα λειτουργήσει καταλυτικά στη διαμόρφωση της Σχολής. Η χρήση νέων μέσων που συνάδουν στην απόδοση μιας δραματικότητας, η οποία όμως δεν προσβάλλει, αλλά συντείνει στον κατηχητικό χαρακτήρα της ανατολικής ζωγραφικής παράδοσης, θα αποτελέσουν τη γενικότερη νόρμα της νέας τάσης. Απ’ αυτές, μνημονεύουμε την εκφραστική μέθοδο των «αναπαραστάσεων μες τις αναπαραστάσεις», με αγίους πάνω στους αγίους, με τη δημιουργία εν γένει ενός ταυτόχρονου διηγηματικού χρόνου, ο οποίος αιτιολογεί και επιστέφει τη δόξα του εικονιζόμενου προσώπου. 
Ο Τίμιος Πρόδρομος κρατά την κεφαλή που απεκόπη και πίσω απ’ αυτόν ιστορούνται τα όργανα του μαρτυρίου ή ακόμα ακριβώς το ίδιο το γεγονός της αποτομής της κεφαλής του.
 Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός φέρει ειλητάριο που κηρύττει τα πατρώα δόγματα και οι εικονιζόμενοι στο πετραχήλι του προφήτες, στη διδαχή του ειληταρίου συναινούν. Φυσιοκρατικά και αισθητικά στοιχεία της πραγματικότητας, καμώνονται με τέτοιο τρόπο ώστε να διδάσκουν τον προσκυνητή. 
Η ίδια η Αυγούστα Θεοδώρα, βασίλισσα στα βενετσιάνικα υφάσματα τυλιγμένη, κρατά την Εικόνα της Θεοτόκου, τη νίκη των Ορθοδόξων, κατά την Ζ’ Οικουμενική Σύνοδο.

 Το βενετικό παρόν επηρεάζει αρκετά τον Κρήτα ζωγράφο. Πρίγκιπες και πριγκίπισσες με ωραίες βενετσιάνικες κώμες, περίτεχνα υφάσματα, δανείζουν τη μορφή τους σε Μάρτυρες της Εκκλησίας. Η ευλογημένη συγκεκριμένη αοριστία των προσώπων της Βυζαντινής περιόδου, μετατρέπεται σε προσωπογραφία, η οποία, επ’ ουδενί, δε χάνει σε ευλογία. Άλλωστε, τέτοια “αρχοντικά” θέματα ήταν περισσότερο επίκαιρα από ποτέ στις ενετικές κτήσεις. 
Ήδη, απ’ τον 16ο αιώνα, στην Κέρκυρα είχε αποθησαυριστεί το λείψανο της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστας. Η ευλάβεια προς το πρόσωπο, οδήγησε στην επεξεργασία του εικονογραφικού τύπου της “Εστεμμένης Βασίλισσας”, ο οποίος βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με τα δυτικά βασιλικά εικονογραφικά πρότυπα της εποχής. Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να εξετασθεί η αναπαράσταση της Αγίας Αικατερίνης, βάσει των παραδειγμάτων που διαθέτουμε. Καθήμενη αρχόντισσα με τα σύμβολα της Γνώσης και του Μαρτυρίου, κρατά Palma (κλαδί φοίνικα) και Σταυρό, «φέρουσα τα της νίκης σύμβολα». Ο συγκεκριμένος εικονογραφικός τύπος πρωτοσυναντάται σε Υστερογοτθική αναπαράσταση του 14ου αιώνα. Πολυταξιδεμένο θέμα στη Δύση, φθάνει στον ελληνικό χώρο και «βαφτίζεται» απ’ τη κρητική διάκριση στην ανατολική παράδοση.

Τα παραδείγματα ιστόρησης του παρόντος θέματος είναι αρκετά. Ο κατηχητικός σκοπός της παράστασης, προφανής: πλημμυρισμένη από το Άκτιστο Φως, η Χριστόστεπτη βασιλοπούλα, αναπαύεται στο θρόνο, αναπτύσσοντας έναν διάλογο εσωτερικό με τον εσταυρωμένο, ο οποίος στις περισσότερες αναπαραστάσεις, κρεμάται επί του ξύλου του Σταυρού, τον οποίο η Μάρτυς φέρει. Ακριβώς, δηλαδή, μια αναπαράσταση μες την αναπαράσταση. Αντίστοιχους σταυρούς ο καλλιτέχνης έχει απαντήσει στα εικονοστάσια των αρχοντόσπιτων και στις cappelle, τόποι που ευλογούνται απ’ την ύπαρξη ενός Εσταυρωμένου, μικρότερων διαστάσεων, από αυτόν που απαντάται στα ιερά των Εκκλησιών. Ακριβώς έναν τέτοιο Σταυρο φέρει η νικήτρια Αικατερίνη ενώ παρέκει στέκονται οι δρόμοι της θεογνωσίας της: σύμβολα της κοσμικής γνώσης και ο τροχός του μαρτυρίου.

 Σε αρκετές ιστορήσεις του θέματος, αναπτύσσεται επιγραφή στη νοητή διαγώνιο που διαγράφει το βλέμμα της Αγίας προς τον Εσταυρωμένο, η οποία δηλοί ακριβώς τον διάλογο που αναπτύσσεται, κάνοντας χρήση ενός υμνολογικού στίχου: «Σε Νυμφίε μου ποθώ και Σε ζητούσα αθλώ και συσταυρούμαι και συνθάπτομαι τω βαπτισμώ Σου». 
Ενόσω η Μάρτυς κοιτά τον Εσταυρωμένο και μαζί Του μιλά, είτε ο διάλογος σημειώνεται, είτε όχι, η δεξιά της στηρίζεται στον τροχό του μαρτυρίου, όργανο θανάτου, αυτό το οποίο την κατέστησε Νύμφη «του εν τω ξύλω παγέντος», συνάπτονας μ’ Αυτόν μυστικό αρραβώνα ενώ η αριστερά της χείρα τείνει να ακουμπά το σημείο της καρδιάς, σημειώνοντας την “εσωτερικότατα” του διαλόγου.
 Στα δεξιά της παράστασης κείτεται το ανοικτό βιβλίο της κοσμικής γνώσης, το οποίο με την κίνησή της, η αλεξανδρινή Μάρτυς σα να παραμερίζει, σαν να μη τη νοιάζει πια. Οι δε αχνοφαίνουσες μορφές, σύμβολα της γνώσης, στο ερεισίνωτο επί του οποίου το βιβλίο κείται, ως αναπαράσταση στην αναπαράσταση κι αυτές, την κοσμική του διδαχή δεικνύουν.
Αποτέλεσμα εικόνας για Αγία Αικατερίνη, Εμμανουήλ Λαμπάρδου, 1
 Ο πόθος της Μάρτυρος είν’ ο Εσταυρωμένος και ο δρόμος της κατάκτησης του πόθου το Μαρτύριο. Η Αγία Αικατερίνη εμφανίζεται ως νικήτρια του Σταυρού. Η νίκη αυτή κατά των δυνάμεων του κοσμοκράτορα, υποδηλώνεται από το Άκτιστο Φως του χρυσού κάμπου και τα σύμβολα της Νίκης που στην αριστερή χείρα φέρει. Πλέον συνομιλεί με τον ποθητό, με λόγο λειτουργημένο, λόγο εκκλησιαστικό. Η Μάρτυς απολαμβάνει το Φως της Θεότητας: μιλά στο Χριστό, Πρόσωπο με Πρόσωπο: «βλέπομεν γαρ άρτι δι’ εσόπτρου εν αινίγματι, τότε δε πρόσωπον προς πρόσωπον» (1 Κορ 13, 12). Αυτό το παύλειο «τότε» ιστορεί ο κρητικός δημιουργός: η δόξα και το στέφος της Αγίας Αικατερίνης δεν είναι «εκ του κόσμου τούτου». Αυτός που στέφει την Αγία είναι ο Εσταυρωμένος του Ξύλου, του οποίου η Μάρτυς τον δρόμο ακολούθησε, μέσα από το Μαρτύριο, κατά το λεγόμενον των στίχων του τροπαρίου που σημειώνεται. Τα στοιχεία της δυτικής παράδοσης συμπολιάζονται με την Θεολογία περί Προσώπου της Αγίας Ανατολής. Η Αλεξανδρινή Μάρτυς της Κρητικής Σχολής είναι η ακριβώς η Αγία Αικατερίνη, που με τρόπο μυστικό κοινωνεί τον Χριστό στη Δόξα των Εσχάτων, Δόξα που τόσον αγαπήθηκε από την Κρητική Τέχνη.
Ιάσων Ιερομ. , Εφημέριος: Μηνιαία Έκδοση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, Σεπτέμβριος- Οκτώβριος 2015, τεύχος 5, 34-36


Παραδείγματα εικόνων:
Αγία Αικατερίνη, Εμμανουήλ Λαμπάρδου, 1627. 28,2x22,4 εκ., Μουσείο Μπενάκη
 Ιερεμίου Παλλαδά, 17ος αι., 99x84 εκ. Ιερά Αρχιεπισκοπή Κρήτης, Συλλογή Αγίας Αικατερίνης –Ναός Εισοδίων Θεοτόκου Μαλίων.
 Βίκτωρος, 17ος αι., 120x85 εκ., Βυζαντινό Μουσείο

Γενική Βιβλιογραφία
1. Sotiriou G., Guide du Musee Byzantine d’ Athenes, 1955, 21
2. Κατσελάκη Αν., Εικόνα του Εμμανουήλ Τζάνε στο Βυζαντινό Μουσείο, Δελτίον ΧΑΕ 18 (1995), Περίοδος Δ’, σελ. 129-138, Αθήνα 1995
3. Μπαλτογιάννη Χρ., Εικόνα του Βυζαντινού Μουσείου με σκηνές από το Βίο της Αγίας Αικατερίνας. Ένα έργο της πρώιμης κρητικής ζωγραφικής, Δελτίον ΧΑΕ 11 (1982-83), Περίοδος Δ’, Αθήνα 1983.
4. Μπορπουδάκης Μ., Εικόνες από το Μετόχι της Μονής στο Ηράκλειο, Σινά, Οι θυσαυροί της Ι. Μ. Αγίας Αικατερίνης, Αθήνα, 1990, 132-134
5. Ξυγγόπουλος Α., Μουσείον Μπενάκη, Κατάλογος των Εικόνων, Αθήναι, 1936, αρ. 14, σ. 30 κ. εξ, πιν. 13β.
6. Χατζηδάκης Μ., Έλληνες ζωγράφοι μετά την Άλωση (1450-1830), Αθήνα 1987, 192-201.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου