Σάββατο 16 Δεκεμβρίου 2017

«Λατίνοι και Ορθόδοξοι στη Magna Graecia του 13ου αιώνα»

Γράφει ὁ πρωτ. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός
Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Παν/μίου Ἀθηνῶν

Ἡ ἐργασία αὐτή ἀποτελεῖ μία ἱστορικοθεολογική ἀνατομία τῶν σχέσεων Λατίνων καί Ὀρθοδόξων στήν Μεγάλη Ἑλλάδα (MAGNA GRAECIA) τόν 13ο αἰώνα, μέ ἐπικέντρωση στήν πόλη τοῦ Ὄτραντο (Ὑδροῦς) καί τόν ὄχι τόσο γνωστό στήν ἔρευνα ἡγούμενο τῆς μονῆς Ἁγίου Νικολάου Κασούλων, Νικόλαο τόν ἐξ Ὑδροῦντος (1219-1235).
Ἡ ἔρευνα προκάλεσε δημιουργικῶς τήν εὐσυνειδησία τοῦ συγγραφέα, Διδάκτορος Θεολογίας Σωτηρίου Κόλλια, ὁ ὁποῖος δέν δίστασε, οὔτε ἐφείσθη κόπων, ὥστε νά μεταβεῖ στήν Ἰταλία, Γαλλία καί Γερμανία γιά ἐπιτόπια διερεύνηση θεμάτων σχετιζομένων μέ τήν ἐργασία.
Ἰχνηλατεῖται, ἔτσι, ἡ ἀκόμη ἔντονη παρουσία τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί τῆς Ὀρθοδοξίας στήν πολύπαθη αὐτή περιοχή καί προσφέρεται μία οὐσιαστική συμβολή στήν ἔρευνα λόγῳ τῆς παντελοῦς ἔλλειψης μίας εἰδικῆς μονογραφίας γιά τόν Νικόλαο, πού ἀποδεικνύεται μία πολύ ἐνδιαφέρουσα προσωπικότητα.

Φωτίζεται, ἐπίσης, ἐπαρκῶς ἡ λίγο γνωστή σχέση του μέ τόν μεγάλο φίλο του Μητροπολίτη Κερκύρας Γεώργιο Βαρδάνη καί ἡ συμμετοχή του στόν διάλογο Ὀρθοδόξων καί Λατίνων στίς συνόδους 1205/6 καί 1214/16 στήν Κωνσταντινούπολη, μετά τήν τραγική ἅλωσή της ἀπό τούς Φράγκους τό 1204.
Ὀρθά ὀνομάζεται ἀπό τόν συγγραφέα μας ἡ πόλη τοῦ Ὄτραντο «πύλη τῆς Ἀνατολῆς» καί ἐπαρκῶς ἀξιολογεῖται ὁ μοναχισμός στήν Κάτω Ἰταλία, συγκεκριμένα δέ στήν Μονή τῶν Κασούλων.
Τό κεντρικό δέ θέμα τῆς μελέτης ἐπαρκῶς φωτίζει ὁ ἐπιχειρούμενος «ἱστορικός περίπατος» στίς διακυμάνσεις τῶν σχέσεων Ὀρθόδοξης Ἀνατολῆς καί παπικῆς Παλαιᾶς Ρώμης ἀπό τόν 8ο αἰώνα μέ κορύφωση στήν ἅλωση τοῦ 1204, σημαντικό κλειδί γιά τήν κατανόηση τῆς ἱστορικῆς συνέχειας.
Ἄλλωστε σωστά ἔχει λεχθεῖ (κ. Ἑλένη Γλύκατζη-Ἀρβελέρ) ὅτι μετά τό 1204 ἡ Κωνσταντινούπολη ἦταν μία πόλη καταδικασμένη νά χαθεῖ.

Στήν Μεγάλη Ἑλλάδα διατηρήθηκε ἡ ἑλληνική ἰδιαιτερότητα μέχρι τόν 16ο αἰώνα, κάτι πού δέν παραλείπει νά τονίσει καί ὁ κ. Κόλλιας, ἡ συνεχῶς ὅμως αὐξανόμενη παπική πίεση ἔγινε τελικά ἀσφυκτική καί ἐν τέλει ἐξουθενωτική, μέ στόχο τόν ἐκλατινισμό τους.
Ὑπάρχουν ὅμως, χάριτι Θεοῦ, ἑλληνικά χωριά μέ ἔντονα καί ἄσβεστα τά ἴχνη τοῦ εὐκλεοῦς ἑλληνικοῦ παρελθόντος.
Ἡ ἐργασία ὅμως κάνει εὐρύτερα γνωστή τήν ἐπιβλητική μορφή τοῦ ἡγουμένου Νικολάου, πού ἐτίμησε τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό, παρότι ἐπιστρατεύθηκε ἀπό τόν κυρίαρχο παπισμό λόγῳ τῆς ὑψηλῆς παιδείας του καί τῆς ἄριστης κατοχῆς ἀπό αὐτόν, μεταξύ ἄλλων γλωσσῶν, τῆς Ἑλληνικῆς καί τῆς Λατινικῆς.
Ὑπερασπιστής τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου, προσπάθησε νά ἀποβεῖ «μεσάζων» μετά τό 1204 στούς δύο ἀντιμέτωπους κόσμους Ἀνατολῆς καί Δύσης.
Στούς προαναφερθέντες διαλόγους εἶχε τό ρόλο τοῦ διερμηνέως-μεταφραστῆ, ἀγωνιζόμενος καί αὐτός γιά τήν πιθανή ἐξεύρεση κάποιας συμβιβαστικῆς λύσεως στόν ἑνωτικό διάλογο, χωρίς νά παύσει ὅμως ποτέ νά εἶναι προασπιστής τῆς Ὀρθοδοξίας.
Εὔστοχα, καί πρός ἐπίρρωση τῆς δικῆς του θετικῆς τοποθετήσεως ἔναντι τοῦ Νικολάου, ἐπικαλεῖται ὁ κ. Κόλλιας τήν ὑπεύθυνη γνώμη τοῦ παπικοῦ Βυζαντινολόγου Hans-Georg Beck, ὅτι «παρόλο πού ὁ Νικόλαος δραστηριοποιήθηκε στίς ὑπηρεσίες τῆς Ρωμαϊκῆς Ἐκκλησίας, ὑπῆρξε μέ ζῆλο ὀπαδός τοῦ Μεγάλου Φωτίου καί τῆς Θεολογίας του».
Ὁ συγγραφέας δίνει ἀπαντήσεις σέ ἀνοιχτά ἐρωτήματα, ἀποκαθιστᾶ παλαιότερες ἐρευνητικές ἀσάφειες, διορθώνει ἀπόψεις μέ πειστικότητα, παρακολουθώντας τήν πορεία τῆς ἐπιστημονικῆς ἔρευνας, γιά νά καταλήξει στά συμπεράσματά του.
Παρά τόν βαρύ βιβλιογραφικό ὁπλισμό ἡ μελέτη διαβάζεται ἄνετα καί ἀπό τόν μή εἰδικό λόγῳ τῆς ἁπλότητας καί σαφήνειας τῆς γλώσσας, ἀλλά καί τῆς χρήσεως πλούσιου φωτογραφικοῦ καί εἰκονογραφικοῦ ὑλικοῦ.
Ὁ ἀναγνώστης πολλά ἔχει νά ὠφεληθεῖ ἀπ’ τήν μεθοδική παρουσίαση μιᾶς κρίσιμης περιόδου, πού ἄφησε ἔντονα ἴχνη στίς περαιτέρω σχέσεις Παπισμοῦ καί Ὀρθοδοξίας μέχρι σήμερα.
Εἶναι δέ συγκινητική ἡ ἐπισήμανση τοῦ συγγραφέα, ὅτι μιλώντας ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες γιά «ἀλησμόνητες πατρίδες» στήν Ἀνατολή, δέν πρέπει νά λησμονοῦμε τίς πιό παλαιές «πατρίδες» στή Δύση, τήν Μεγάλη Ἑλλάδα, στήν ὁποία τό ἑλληνικό μεγαλεῖο δέν ἔχει σβήσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου