Τρίτη 24 Απριλίου 2018

Τέσσερα τραγούδια για τον Αθανάσιο Διάκο

Αθανάσιος Διάκος (4 Ιανουαρίου 1788 - 24 Απριλίου 1821)


Του Αθανάσιου Διάκου - 1984 
Στίχοι: Μανώλης Ρασούλης
Μουσική: Παραδοσιακό
Περιοχή: Ρούμελη
Όσοι καλά τον είδανε και λίγο τον γνώριζαν
το παλληκάρι του Πασά, το πρώτο το αγόρι.
το βράδυ εκείνο το πικρό και το στερνό του Διάκου
πώς έτρεμε και διάβαινε και πώς επαραμίλιε
γιατί βαθειά αγάπαγε του Διάκου τ’ άγια μάτια
έρως βουβός και δήμιος που τούτρωγε τα σπλάχνα
τη διαταγή σαν άκουσε κόπηκε κι η ζωή του
που να στραφεί, που να το πει, και να το μολοίσει
αμάν μονάχα φώναξε και το φεγγάρι βγήκε
μεγάλο, κίτρινο πολύ, με φως σαν πεθαμένο
το τουμπελέκι βάραγε τ’ ασκέρι χασκογέλα
κι οι ίσκιοι με τον ίσκιο του κρυφά παιχνίδια έπαιζαν
κι αυτός στοιχειό μες στα στοιχειά εδάγκωνε τα χέρια
και οι φωτιές θολώσανε από τ’ αγνό του δάκρυ
κι ως είδε να τον παίρνουνε κι αντίκρυσε την όψη
Θανάση είπε ο θάνατος εσέ δε θα σε πάρει
κάλλιο εμένα πρώτιστα παρά να δω το φόνο
να δω, ν’ ακούσω την ψυχή να βγαίνει από το στόμα
που πρώτα έφτιαξ’ ο Θεός κι ύστερα τους ανθρώπους
κι ως η κραυγή του Διάκονα του βγήκι απ’ το στομάχι
το είναι μάτωσε του νιου κι η Αλαμάνα όλη
κι ο γυιός εκείνου του Αγά έχασε πια το νού του
κι ο ίδιος χάθη των ετών κι ίσως εδώ γυρίζει.



Δεν ήταν περιβόλι και τριφύλλι, 
πηγάδι σκοτεινό σ’ ανηφοριά
τ’ αλφαβητάρι και το καριοφίλι
καράβι κουρσεμένο στο Νοτιά
και της αγάπης δάκρυ στο μαντήλι.

Τ’ αλφαβητάρι και το καριοφίλι
κανάτι δροσερό σε παραθύρι.

Γραμματικός στη Λάρισα με γρόσα
στα Χίλια Εφτακόσια Ογδόντα Οκτώ, 
δεν ήτανε για τη δική σου γλώσσα
και να κρατάς το στόμα σου κλειστό
που πριν να βγεις στον κόσμο σε κυκλώσαν.

Τ’ αλφαβητάρι και το καριοφίλι
κανάτι δροσερό σε παραθύρι.

Ζωνάρι πορφυρό κι αρματολίκι
κι αλογατάκι μαύρος ουρανός, 
προτού να πάρεις ό,τι σου ανήκει
στα Γιάννενα θα ξαναπάς γαμπρός
και θα μετράς τον κόσμο δίχως νίκη.

Τ’ αλφαβητάρι και το καριοφίλι
κανάτι δροσερό σε παραθύρι.

Περαστικός μια μέρα στην Αυλώνα
εγύρισες τα μάτια στην καρδιά
κι είδες ποτάμι να `ρχονται τα χρόνια
παλικαράκι μες στη Λιβαδειά
εντύθηκες στο μαύρο αρραβώνα.
Τ’ αλφαβητάρι και το καριοφίλι
κανάτι δροσερό σε παραθύρι.

Στο κάστρο του Αλή και στους μπαξέδες
πρώτη φορά θ’ ακούσεις μια φωνή
και θα το μάθεις πια το "Ίτε παίδες"
την πόρτα που θ’ ανοίξεις στη ζωή, 
λόγια πικρά θα λες στους καφενέδες.

Τ’ αλφαβητάρι και το καριοφίλι
κανάτι δροσερό σε παραθύρι.

Το φως μες στην καρδιά φαρμακωμένο
σημάδεψε την πόρτα του φονιά
μα εγώ θα μείνω εδώ να περιμένω
για να σε βρω ξανά σε παγανιά
την ύστερη φορά που θα διαβαίνω.

Τ’ αλφαβητάρι και το καριοφίλι
κανάτι δροσερό σε παραθύρι.

Και θα `σαι περιβόλι και τριφύλλι
τριάντα τρία χρόνια στη σειρά
στης λησμονιάς το χώμα σαν καντήλι, 
πηγάδι σκοτεινό σ’ ανηφοριά
μ’ αλφαβητάρι και με καριοφύλι.

Τ’ αλφαβητάρι και το καριοφίλι
κανάτι δροσερό σε παραθύρι.



ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ: "Διάκος" 
Μέρα του Απρίλη.
Πράσινο λάμπος,
γελούσε ο κάμπος
με το τριφύλλι.

Ως την εφίλει
το πρωινό θάμπος,
η φύση σάμπως
γλυκά να ομίλει.

Εκελαδούσαν
πουλιά, πετώντας
όλο πιο πάνω.

Τ’ άνθη ευωδούσαν.
Κι είπε απορώντας:
"Πώς να πεθάνω;"



Λάκης Παππάς
Ο Αθανάσιος Διάκος ο φιλημένος της Παναγιάς
 ο Αθανάσιος Διάκος ο ευλογημένος απ’ το Χριστό 
Ωραίος σαν τα λούλουδα τ’ Απρίλη ωραίος σαν το σμάλτο του θανάτου ωραίος
 σαν του ήλιου το δοξάρι ωραίος
 σαν το νιόκοπο φεγγάρι με το φεγγάρι κρεμασμένο στα μαλλιά κι ήταν η ώρα δώδεκα δώδεκα του θανάτου 
Το στόμα του ροδόσταχτη σφραγίδα το μάτι του για τ’ άστρα παραθύρι το χέρι του γιοφύρι στην ελπίδα 
η χούφτα του ριζικού ποτήρι με το φεγγάρι κρεμασμένο στα μαλλιά κι ήταν η ώρα δώδεκα δώδεκα του θανάτου του θανάτου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου