«Ήταν η ώρα εννάτη το πρωί. Είμαστε στο πόδι από την νύχτα. Εναλλάσσονταν όσες μπορούσανε να σκάψουν. Εμείς ψέλναμε, είπαμε την ευχή, χαιρετισμούς της Παναγίας, μέσα στο παγωμένο τοπίο που θύμιζε την Ρωσία απ’ όπου ήλθε. Hσυχία, να ακούγονται τα φτυάρια και ο κασμάς και το μουρμουρητό της ευχής και της Κυρίας Θεοτόκου ή παράκλησις και τo όνομα. Μουντός ό καιρός, σύννεφα, παγωνιά και η όλη περιρρέουσα ατμόσφαιρα αναστάσιμη. Μύριζε μέσα στους πάγους άνοιξη, είχανε καθαρίσει οι λογισμοί, είχε ελαφρύνει ο μέσα άνθρωπος, είχαν κρυφτεί τα πάθη.
Γύρω στις 12 φθάσαμε στην κάρα. Ούτε πού το πιστεύαμε. Έσκυψε με φόβο και ευλάβεια ο διάκος και σιγά-σιγά την ελευθέρωσε. Άσπρη στην αρχή από το χώμα, κατακίτρινη σιγά-σιγά να αποκαλύπτεται. Με ένα φανερό σταυρό στο κρανίο ως μπροστά στο μέτωπο. Το κάθε του κύτταρο σταυρωμένο για τον Χριστό», είπε αργότερα ο Γέρων Εφραίμ της Σκήτης του Αγίου Ανδρέα Καρυών, στο Άγιον Όρος.
Δεν πιστεύαμε αυτό που βλέπαμε να γίνεται, μέχρις ότου αντιληφθήκαμε να μας κυκλώνει όλες το χιόνι. Απαλά-απαλά εν είδει σημείου κατέβαιναν νιφάδες. Κράτησε όσο να βγάλουμε όλα σχεδόν τα άγια λείψανα. Μετά την κάρα βγήκε χρυσοκίτρινη ή κάτω γνάθος και αμέσως το εγκόλπιο, πανέμορφο και ανέγγιχτο σχεδόν απ’ τον μισό αιώνα μέσα στη γη. Χιόνιζε, ψέλναμε «Τίς Θεός μέγας…» και στα άσπρα πανέρια μπαίνανε τα άγια λείψανα του πολύπαθου οσίου.
Άγιε τού Θεού Γεώργιε Καρσλίδη πρέσβευε υπέρ ημών!»
Άγιε Γεώργιε πρεσβευε υπέρ ημών σε παρακαλούμε πολύ προστάτεψε μας και μεσιτεψε στο Θεό για μας.
ΑπάντησηΔιαγραφή