Δευτέρα 8 Νοεμβρίου 2021

― «Φοάσαι τον θάνατο;» ―«Ἀγαπῶ τον Αρκάτζιελο.»(Αρχάγγελο)

Μακαριστή Μηλιά Μασούρα, μητέρα τοῦ Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου


Πόσο σημαντικό, να έχομε καλή σχέση με τον Αρχάγγελό μας Μιχαήλ, που τόσον οι πρωτινοί Κύπριοι σε όλη την Κύπρο, ετιμούσαν με μεγάλην ένταση, με μεγάλην προσοχή! Ενθυμούμαι, όταν η μάνα μου άρχισε να εισέρχεται στα ενενήντα της χρόνια, έβλεπα ότι αδυνατεί κατά τι ο νους της. Της έλεγα:

― «Πες μου, μανά, μια συμβουλή, τώρα που έχεις τον νου σου να την θυμούμαι.»
Μου λέει:
―«Ἔν να σου κάμω εγώ τη δασκάλα, Δεσπότη ανθρώπου; »
Και λέω της:
― «Μα είσαι η μάνα μου!»
Και μου έλεγε:
«Ο Θεός, σε έβγαλε ψηλά. Πρόσεχε, να μην γύρει ο νους σου.»

Τι ωραία συμβουλή! Πόσο βάθος έχει! Και πόσον ύψος έχει!
Όταν την είδα, ότι άρχισε να πλησιάζει στον θάνατο, πήγαινα και την ρωτούσα ερωτήσεις δύσκολες. Γιατί αυτή πέρασε δύσκολες εξετάσεις της ζωής. Και της λέω.
― «Μανά, φοάσαι τον θάνατο;»
Και τι μου είπε;
― «Οι, γιε μου. Αγαπώ τον Αρκάτζιελο (=Αρχάγγελο).»

Μου έκαμε εντύπωση η απάντησή της. Την ερώτησα πολλές φορές.
― «Μανά, φοάσαι τον θάνατο;»
― «Οι, γιε μου. Έμαθα που τον άντρα μου, να αγαπώ τον Αρκάτζιελο. Ήταν ο πιο καλός μας γείτονας.»
Δεν μου είπε, θα πάω να βρω τον άντρα μου, τον γιο μου, τον γαμπρό μου, τη μάνα μου. Ήταν όλοι καλοί άνθρωποι αυτοί. Η έγνοια της ήταν η σχέση της με τον Αρχάγγελο.
Άρα, είναι πάρα πολύ σημαντικό, αυτή την σοφία των πρωτινών ανθρώπων της Κύπρου, που ενήστευαν για να πουν ένα λόγο, όχι εμείς που έχουμε πρόχειρους τους λόγους και τα κηρύγματα και … και εμείς οι ρασοφόροι. Αυτοί, για να μιλήσουν, έπρεπε να κοιτάξουν μέσα στην καρδιά τους. Αυτό που λέει ένα Δοξαστικό. «Αξίωσε ημάς», λέει, «να σε ανυμνούμε ειλικρινώς.» Προηγουμένως το ψάλλαμε.

Εμείς οι σύγχρονοι, οι τάχα μου Ευρωπαίοι, εχάσαμε, την ευθύτητα του πνεύματος. «Καρδίαν καθαράν», λέει, «κτίσον εν εμοί, ο Θεός και Πνεύμα ευθές εγκαίνισον εν τοις εγκάτοις μου». Αυτή την ευθύτητα την εχάσαμε. Δεν μπορούμε να δούμε εύκολα μέσα στην καρδιά μας. Γιατί ξεχάσαμε τη σχέση με τους αγγέλους και την μετάνοια. Και την μετάνοια.

Τώρα που ερχόμουν, με είδαν δυο καλές κυρίες, ωσάν Μυροφόρες του Χριστού, που έχω πολύ καλή σχέση μαζί τους και αυτές μαζί μας. Και μου λέει η μια:
― «Αχ», μου λέει, «αυτά τα λόγια, που μας είπες εις την κηδεία, πολύ επαρηγόρησαν την καρδιά μας.»
Και τους είπα:
― «Από μιαν πονεμένη καρδιά θα βγει η πίκρα τζιαί η παρηορκά (=και η παρηγοριά). Αλλά πρέπει να πονέσει η καρδιά μας, για να μπορεί να παρηγορήσει έναν άνθρωπο.»
Και ο ωραιότερος πόνος, διότι ο πόνος είναι ωραίος και πρέπει να τον επιδιώκουμε, να μην τον φοβόμαστε, ο ωραιότερος πόνος, είναι ο πόνος, όταν βλέπουμε τα πάθη μας και τα λάθη μας και μετανιώνουμε. Αυτός είναι ο ωραιότερος πόνος. Η πιο αληθινή στιγμή του εαυτού μας, είναι όταν βλέπουμε τις αμαρτίες μας. Όλα τα άλλα τα καλά, δεν είναι δικά μας. Είναι των γονιών μας. Είναι των παππούδων μας. Είναι των γιαγιάδων μας. Είναι η καλή μας κληρονομικότητα.
Όμως, έχουμε και δικά μας, που τα έφτιαξαν οι κακές συνήθειες που αποκτήσαμε από τα νιάτα μας, από την παιδική μας ηλικία μέχρι σήμερα.

Και δεν αγωνιστήκαμε να τα κόψουμε. Και γερνούμε μαζί με τα πάθη μας. Και εδώ, χρειάζεται οπωσδήποτε άνθρωπος να μας βοηθήσει. Πνευματικός πατέρας, πνευματική μητέρα, χρειάζονται άγιοι, χρειάζονται άγγελοι.

Και οι άγγελοι είναι τα κατεξοχήν όντα, τα οποία ο ίδιος ο Θεός εδημιούργησε, πριν να δημιουργήσει τον κόσμο. Και αυτοί οι άγγελοι είναι χωρισμένοι σε τάγματα. Σε εννέα τάγματα. Και είναι σε τρεις τριάδες. Οι κορυφαίοι άγγελοι, να τους μνημονεύσουμε απόψε. Είναι τα Χερουβείμ, είναι τα Σεραφείμ, είναι οι Θρόνοι. Αυτή η τριάδα, λέει ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, είναι πιο πλησίον στη δόξα του Θεού. Και μεσαία τάξις, μεσαία τριάδα είναι οι Δυνάμεις, είναι οι Εξουσίες και οι Κυριότητες. Και η πιο πλησίον των ανθρώπων τάξις, η τρίτη τάξις, η τρίτη τριάδα είναι οι Αρχές, οι Άγγελοι και οι Αρχάγγελοι.

Γι’ αυτό βλέπετε οι άγγελοι και οι Αρχάγγελοι έχουν περισσότερη επαφή με εμάς τους ανθρώπους. Και υπάρχουν πολλοί άνθρωποι. Και τώρα και στο παρελθόν, που τους βλέπουν. Που αισθάνονται την παρουσία τους. Που αισθάνονται την προστασία τους. Που αισθάνονται την συμβουλήν τους. Ιδιαιτέρως, όταν έχουμε πένθος, είναι μια εξαιρετική ευκαιρία να αυξηθεί η σχέση μας με τους αγγέλους. «Και μερικοί», μου έλεγε ο άγιος Γέροντάς μου Ιάκωβος ο Τσαλίκης, «που βλέπουν κάποτε-κάποτε κάποιον δικό τους, είτε εν οράματι είτε εν εγρηγόρσει από την άλλη ζωή, δεν είναι ο συγγενής μας που βλέπουμε. Είναι ο άγγελός μας ο φύλακας, που παίρνει την μορφή του συγγενή μας ή του φίλου μας ή του οικείου μας, του δικού μας.»

Δεν είναι οι ψυχές εγκαταλελειμμένες στον αέρα και όποτε θέλουμε εμείς, «Έλα, πατέρα μου, έλα, μητέρα μου, να σε δω.» Ο άγγελός μας, όμως, είναι συνεχώς κοντά μας. Όταν κάνομε έργα καλά, είναι φωτιστής μας. Είναι προστάτης μας. Χαίρεται μαζί μας. Και ενισχύει την καλοσύνη μας. Και μας προσφέρει την αγιότητα του Θεού και τα μηνύματά μας και τα αιτήματά μας, αυτός τα ανεβάζει στον θρόνο του Θεού.

Όταν, όμως, αμαρτάνουμε, απομακρύνεται ο άγγελος. Και τότε, μη νομίζετε ότι υπάρχει στιγμή κενή. Αν δεν είναι οι άγγελοι κοντά μας, θα είναι οι διάβολοι κοντά μας. Ψάχνουν οι πονηρές, οι αντίθεες δυνάμεις, όπως έλεγε ο άγιος Πορφύριος, ψάχνουν στιγμή που να μην είναι κοντάμας ο φύλακάς μας άγγελος, να μας επιτεθούν. Να μας βάλουν κακές επιθυμίες, κακούς λογισμούς. Να μας φέρουν διχοστασίες μεταξύ μας.

Γι’ αυτό, είναι πάρα πολύ σημαντικό, επειδή άνθρωποι είμαστε και θα πέφτουμε και θα σηκωνόμαστε και θα ξαναπέφτουμε και θα ξανασηκωνόμαστε, είναι πάρα πολύ σημαντικό να έχομε το πνεύμα της μετάνοιας γρήγορο. Δηλαδή, πέσαμε; Μη μας πιάνουν οι μαύρες ενοχές. Επειδή έχουμε μεγάλην ιδέα για τον εαυτό μας. Τι πιο φυσικό να πέσεις; «Ανθρώπινο το πίπτειν», λένε οι Πατέρες. Αμέσως σηκώθου. Ζήτησε βοήθεια. Από τον φύλακα σου άγγελο. Από κάποιον άγιο που αγαπάς. Από την Παναγία ιδιαιτέρως. Και τότε, μετάνοιωσε αμέσως.

Και μίλα του Χριστού με λόγια της καρδιάς. Μια καρδιά που πονεί, δεν μπορεί να μην την ακούσει ο Χριστός. Δεν μπορεί να μην της συμπαρασταθεί η Παναγία, η οποία, ακούσαμε προηγουμένως το δοξαστικό των αποστίχων. Είναι Σκέπη, Αγία Σκέπη η Παναγία μας. Σε όποιον μετανοιώνει, δεν φοβάται η Παναγία μας τους αμαρτωλούς. Φοβάται τους αμετανόητους. Τους εγωιστές. Που έχουμε μεγάλην ιδέα για τον εαυτό μας. Αυτούς τους φοβάται η Παναγία. Και οι άγγελοι δεν τους πλησιάζουν.

Γι’ αυτό και ο πρώτος μακαρισμός πως είναι; «Μακάριοι», λέει, «οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών εστίν η βασιλεία των ουρανών». Ποιος είναι πτωχός στο πνεύμα; Δεν είναι ο παλαβός, όπως ενομίζαμε εις την Ζώδια, οι έξυπνοι. Ο πτωχός στο πνεύμα, είναι αυτός που δεν έχει ιδέα μεγάλη για τον εαυτό του. Αυτός που ταπεινώνει δηλαδή τον νουν του. Αυτό που μου είπε η μάνα μου.
―«Νὰ μη γύρει ο νους σου. Να νομίσεις ότι είσαι κάποιος.»

Της είπαν της μάνας μου κάποτε,
― «Μιλά ωραία ο Δεσπότης.»
Και ξέρετε τι απάντησε;
― «Ο πατέρας του αγράμματος εμίλαν (=μιλούσε) πιο ωραία.»
Αμέσως μας εταπείνωσε. Δεν μας άφησε λεπτό να ανέβει ο νους μας. Διότι ήξερεν ότι ο νους που υπεραίρεται, που υπερηφανεύεται, χάνει την προστασίαν πρώτα του φύλακα του άγγελου.

Γιατί υπάρχει μια συγγένεια ξέρετε. Μεταξύ αγγέλου και νου. Είναι και οι δυο νοερά κατασκευάσματα. Δεν είναι τυχαίο, που οι άγγελοι λέγονται και νόες. Νόες και νους, είναι άυλη υπόθεσις. Άυλοι, εν σχέσει με το σώμα. Εν σχέσει με τον Θεό, είναι μια μορφή υλικότητας. Πνευματικής, όμως, υλικότητας. Και οι ασκητές και οι αγιασμένοι άνθρωποι βλέπουν το φως και των αγγέλων και του νου. Το νοερόν φως. Υπάρχει άκτιστον φως. Που είναι το φως που βλέπουν οι άγιοι. Του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Φως ο Πατήρ, φως ο Λόγος, φως και το Άγιον Πνεύμα.
Αυτά τα ωραία, πρέπει να τα ζήσουμε. Να τα ποθήσουμε. Να τα αγαπήσουμε. Όχι να είναι η ζωή μας, μια ζωή μόνο συναισθηματική, να ασχολούμαστε με λίγα πολιτιστικά, λίγα πολιτικά, λίγα οικογενειακά. Και μια ζωή μετρημένη, είναι μια ζωή μέτρια. Η Ορθοδοξία δεν είναι για τους μέτριους. Είναι γι’ αυτούς, που θέλουν να έχουν μεγάλες αγάπες. Μεγάλους έρωτες. Ο μεγαλύτερος έρωτας, η μεγαλύτερη αγάπη, είναι ο Τριαδικός Θεός. Ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα.

Και μερικοί άνθρωποι του Θεού και ασκητές μοναχοί και παπάδες και λαϊκοί, αξιώνονται και αποκαλύψεων από τους αγγέλους. Και προφητικόν λόγο, όπως ο συγχωριανός μας. Και άλλοτε το έχομεν πει. Ο Δημήτρης του Πρωτόπαπα. Με πήρε προχθές ένας καθηγητής της μουσικής τηλέφωνο και μου λέει:
 «Πανιερώτατε, σε άκουσα να μιλάς και να αναφέρεσαι στον δεξιό ψάλτη του Αρχαγγέλου Μιχαήλ της Πάνω Ζώδιας. Τον Δημήτρη του Πρωτόπαπα. Ήμουν», μου είπε, «μαθητής του Γεωργικού Γυμνασίου και μάθαινα βυζαντινή μουσική και μου άρεσε αυτός ο ψάλτης. Όχι μόνον η φωνή του και οι μουσικές του γνώσεις. Μου άρεσε», μου λέει, «το αρχοντικό του ήθος και το ταπεινόν του φρόνημα.» Σπάνια να βρεις κάποιον που να είναι αρχοντικός και να είναι ταπεινός. Και αυτός είχε αυτά τα δυο.

Και αυτός ο άνθρωπος, όπως έχουμε πει και άλλες φορές, αξιώθηκε να δει τον φύλακά του άγγελο και του αποκάλυψε ο άγγελός του, από το ’72, ’73.
 «Δημήτρη, θα βγείτε πρόσφυγες. Τούρκοι θα κατοικήσουν στο χωριό σας. Μέχρι τον Αστρομερίτη θα σταματήσουν.» Και ιδού, είμαστε στον Αστρομερίτη εις ανάσαν αναπνοής και δεν μπορούμε να λειτουργήσουμε τον Αρχάγγελο. Για τες αμαρτίες μας. Για τες περηφάνειες μας. Για τες πλεονεξίες μας. Για τη σάρκα μας την ατίθασο. «Και θα μείνουμε για πάντα πρόσφυγες, άγγελέ μου;» «Όχι», του είπε. «Όταν ακούσετε ότι εδημιουργήθη μια καινούργια χώρα στην Τουρκία, που θα λέγεται Κουρδία, θα επιστρέψετε όλοι πίσω.»

Και βλέπομε τώρα τα γεγονότα. Πως εξελίσσονται. Μέρα τη ημέρα. Και οι Κούρδοι έχουν γίνει, από τους χαμένους της ιστορίας, τα πρωτοπαλίκαρα της υπερδύναμης. Να παρακολουθούμε τα πολιτικά γεγονότα. Να μην είμεθα όμως άπραγοι. Να περιμένουμε τα πολιτικά γεγονότα, να περιμένουμε τις προφητείες των αγίων πατέρων και μητέρων να πραγματοποιηθούν. «Άη Γιώρκη», λέει, «βοήθα μου, κούνα και συ τον πόδα σου.»
Εάν θέλουμε τα κακά που θα έλθουν με αυτό τον μεγάλο Παγκόσμιο Πόλεμο… Διότι δεν θα είναι μέσα μόνον τα κακά. Θα έχομε και καλά. Έναν καλό! Η ελευθερία της Κύπρου. Είναι το ότι πολλοί θα μετανοήσουν. Πολλοί θα επιστρέψουν στην Εκκλησία. Όλων των φυλών. Όλων των εθνών. Αν θέλομε, όμως, να έλθουν τα κακά λιγότερα του μεγάλου πολέμου, δεν έχομε παρά να αυξηθούν οι άνθρωποι της μετάνοιας. Της ελεημοσύνης. Της συγχωρητικότητας.

Μου είπεν ένας άνθρωπος του Θεού… Εγώ τον θεωρώ άγιον αυτόν. Δεν λέω τ’ όνομά του.
― «Εάν», μου είπε, «οι μισοί Έλληνες μετανοούσαν Ορθόδοξα, απ’ όλα αυτά τα προφητευμένα, θα γίνονταν μόνο τα μισά.»

Σκεφτείτε, τι ευθύνην έχομε που είμεθα Ορθόδοξοι, που είμεθα Έλληνες, ενώπιον του Θεού, ενώπιον των αγίων αγγέλων, ενώπιον των παιδιών μας, που είναι αθώα. Γι’ αυτό, αυτές οι πανηγύρεις πια οι προσφυγικές, οι πονεμένες, οι ταπεινές, αποκτούν και άλλες διαστάσεις. Και πολιτικές και πνευματικές. Η δική μας αντίσταση απέναντι στη μνήμη, απέναντι στο χρόνο που προχωρά, και εμείς γερνούμε και λιγοψυχούμε, είναι η μετάνοια η προσωπική. Με τη βοήθεια της Παναγίας, των αγίων μας και εξαιρέτως των αγίων αγγέλων και να μην ξεχνάτε τον λόγο της ταπεινής Ζωδκιάτισσας.

― «Φοάσαι τον θάνατο;»
―«Ἀγαπῶ τον Αρκάτζιελο.»
Έτη πολλά, ευλογημένα!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου