Ποτέ δέν θά πεῖς «Πίνδος» δίχως ν’ ἀκούσεις τόν ἀντίλαλό της: «Δαβάκης». Γιατί κι οἱ δυό λέξεις μαζί συνθέτουν τήν ἴδια ἰδέα: τή δόξα τῆς νέας Ἑλλάδας, ὅπως ἀκριβῶς «Λεωνίδας – Θερμοπύλες» τή δόξα τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδας.
Κωνσταντίνος Δαβάκης
Ὁ πολέμαρχος μέ τή μεγάλη καρδιά. Ἡ στρατιωτική φυσιογνωμία μέ τά ὑπέροχα ψυχικά καί πνευματικά προσόντα, πού χάρισε στήν Ἑλλάδα νίκη μέ παγκόσμιο ἀντίκτυπο κι ἔκανε τήν παγκόσμια κοινότητα νά μιλάει μέ τιμή καί σεβασμό γιά τήν Ἑλλάδα.
Ὁ συνταγματάρχης Δαβάκης εἶναι ἐκεῖνος πού συνέθεσε τήν ἐποποιΐα τῆς Πίνδου. Ἐμπνεύστηκε καί σχεδίασε τόν ἑλιγμό τῆς ἀντεπίθεσης, ἐκτέλεσε αὐτοπροσώπως τίς μάχες της, πότισε μέ τό αἷμα του τό τιμημένο βουνό καί δόξασε τήν Ἑλλάδα.
Τέτοιες φυσιογνωμίες σπάνια ἐμφανίζονται ξαφνικά. Συνήθως ἑτοιμάζονται καί ὡριμάζουν ἀπό τήν παιδική ἡλικία μέσα στή θαλπωρή τῆς οἰκογένειας καί τή σχολική κοινότητα. Τό ἴδιο καί ὁ Κων/νος Δαβάκης. Γεννιέται στά Κεχριάνικα τῆς Μάνης τό 1897.
Ὁ πατέρας του, ὁ δάσκαλος Δικαῖος, καί ἡ μητέρα του Σοφία ἀποκτοῦν δέκα παιδιά. Τά πρῶτα σπέρματα τῆς πίστης στόν Θεό καί τῆς ἀγάπης στήν πατρίδα τά φυτεύει στήν παιδική του καρδιά ὁ πατέρας του. Ἔχει τήν εὐτυχία νά τόν ἔχει δάσκαλο ἀπό πέντε χρονῶν στό Δημοτικό Σχολεῖο τῆς Κίττας. Τί ἦταν ὅμως ἐκεῖνο πού τόν ὤθησε νά γίνει ἀξιωματικός καί νά πάρει μάλιστα ἀπό τά δέκα του χρόνια τήν ἀμετάκλητη αὐτή ἀπόφαση;
Ἄς ἀφήσουμε τόν ἴδιο νά μᾶς τό διηγηθεῖ:
«Ἡ μεγαλυτέρα ἀνάμνησις τῆς παιδικῆς μου ἡλικίας ἦταν τῷ 1907. Ὁ καπετάν Γέρμας (ἀνθυπολοχαγός Τσοκάτος) εἶχε σκοτωθῆ στά Μακεδονικά. Ἕνα μεσημέρι ὁ πατέρας μου ἔφερνε τήν ἐφημερίδα στή ρούγα τοῦ χωριοῦ καί τήν διάβαζε. Ἤμουνα τότε 10 χρονῶν. Βλέπω τόν ἑαυτό μου ἀκουμπισμένο στό πόδι τοῦ καθισμένου σέ μιά πέτρα πατέρα μου. Ἄκουγα μέ μεγάλη συγκίνησι τά ὅσα διάβαζε μεγαλόφωνα στήν ἐφημερίδα.
Σέ μιά στιγμή ὁ πατέρας μου εἶπε:
«Ἔ,καί νἄμουνα ἀνύπαντρος καί νά μήν εἶχα παιδιά! Νά πήγαινα ἀντάρτης!».
Τό παιδιάστικο μυαλό μου δούλεψε καί ἔκαμε τή σκέψι:
«Ἔννοια σου! Σάν μεγαλώσω, θά πάω ἐγώ».
Δέν εἶπα ὅμως τίποτε. Ἀπό τότε μοῦ γεννήθηκε ἡ ἰδέα νά μπῶ στή Σχολή τῶν Εὐελπίδων, νά γίνω ἀξιωματικός! Καί ἔτσι, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί μέ στερήσεις τῆς οἰκογενείας μου, ἔγινα ἀξιωματικός. Καί ἔθεσα τόν ἑαυτόν μου στήν ἐξυπηρέτηση τῆς Πατρίδος».
Κι οἱ ὁραματισμοί του ἐνσαρκώνονται. Στά δεκαέξι του χρόνια φοιτᾶ στή Σχολή τῶν Εὐελπίδων. Τή στολή πού ντύνεται τήν τιμᾶ λαμπρά. Σέ ποιές μάχες δέν παίρνει μέρος καί δέν διακρίνεται! Κατά τόν Α´ Παγκόσμιο Πόλεμο, στή μάχη τοῦ Σκρᾶ γιά τήν εὐψυχία πού ἐπέδειξε καί γιά τήν ἄρτια ἐπαγγελματική του κατάρτιση τιμᾶται μέ τόν πολεμικό σταυρό γ´ τάξεως, ἐνῶ στή μάχη τῆς Δοϊράνης, μέ τόν ἀγγλικό πολεμικό σταυρό.
Ἰδιαίτερα σ’ αὐτή τή μάχη διακρίνεται γιά τήν παράτολμη ἐνέργειά του: Ἐπιτίθεται μόνος του μέ χειροβομβίδες ἐνάντια σέ βουλγαρικό χαράκωμα καί ἐξουδετερώνει τόν ἐχθρό. Πάνω ὅμως στήν ἐκτέλεση τοῦ καθήκοντος ὑφίσταται δηλητηρίαση ἀπό τίς ἀσφυξιογόνες ἐχθρικές ὀβίδες, καί ἀπό τότε ἡ ὑγεία του προσβάλλεται σοβαρά. Ὑποφέρει ἀπό χρόνια ἠθμοειδίτιδα, μιά ἀρρώστια τῶν ἀναπνευστικῶν ὀργάνων.
Τίποτε ὅμως δέν τόν πτοεῖ. Στή μάχη τῶν ὑψωμάτων τοῦ Ἀλμπανός, κατά τή Μικρασιατική ἐκστρατεία, παίρνει τό χρυσό ἀριστεῖο ἀνδρείας. Σ’ ὅποιους διαγωνισμούς συμμετέχει, κατέχει τήν πρωτιά. Δυό φορές στέλνεται στή Γαλλία καί ἐκπαιδεύεται στά ἅρματα μάχης. Ἡ χαρά του εἶναι ἀπερίγραπτη, ὅταν ταξιδεύει στή συνέχεια στήν Ἀγγλία, γιά νά παραλάβει τά πρῶτα ἅρματα μάχης τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ.