Τρίτη 3 Οκτωβρίου 2023

"Ροκ" μαύρα ράσα(Ιστορίες από την Ιεραποστολή)


Για τον μεγάλο Όσκαρ Ουάιλντ ο Χριστός ανήκει στους ποιητές. Για εμάς από σήμερα ο Χριστός ανήκει στους μπασίστες.
Πρώτο έτος στην Τολιάρα, μάλλον πρώτες μέρες. Ο φόβος του άγνωστου τόπου δίνει χώρο στην περιέργεια για τον ίδιο τον τόπο. Όσο ο ήλιος ήταν στην ακμή του, έβγαζα αλυσίδες ,άνοιγα κλειδαριές ,σήκωνα τα σκονισμένα ράσα, έδινα μια και σχεδόν ενοχικά γυρνούσα τους δρόμους με το εξής σύστημα. Ως πέφτει η πέτρα στην ήρεμη λίμνη. Ένας μικρός κύκλος κύματος μετά ένας μεγαλύτερος και μεγαλύτερος και ούτω καθεξής. Τη μια μέρα ένα δεκάλεπτο περπάτημα γύρω από το υποτυπώδες τετράγωνο, την επόμενη σχεδόν το διπλάσιο, τη μεθεπόμενη άλλο τόσο.

 Μέσα σ' αυτόν τον αστικό περίπλου, κάποια μέρα το αυτί μου έπιασε κάτι παράδοξο. Δηλαδή όχι και τόσο παράδοξο αλλά για τον τόπο της Μαδαγασκάρης σχεδόν μοναδικό. Άκουσα μουσική. Όχι από ηχείο ηλεκτρικό, ούτε από γραμμόφωνο της κακία ώρας. Αλλά πρωτογενή μουσική. Αυτή που επαναλαμβάνει τρεις- τέσσερις νότες ξανά και ξανά. Μια πρόβα εν ολίγοις.


  Παράξενο, σκέφτηκα. Ο ήλιος όμως βουτούσε πίσω από τα σύννεφα και με τράβηξε πίσω δίχως να λύσω το μυστήριο. Την επόμενη φορά παρέκαμψα τον κύκλο και πήρα ίσια στην πηγή της μουσικής. 
 Σε μια παράγκα με τσίγκο στην οροφή, μια χούφτα έφηβοι ζούσαν το όνειρο. Μα, σκέφτηκα, όνειρο και παράγκα ταιριάζουν; Ε, προφανώς ταιριάζουν! Άλλωστε τα μάτια ενός παιδιού δε θέλουν πολύ για να σβήσουν την ασχήμια και να ζωγραφίσουν επίμονα την ομορφιά. 
 Για μέρες η βόλτα μου κατέληγε εκεί. Σαν ταξιδιώτης που έμαθε το δρόμο για την πηγή, κάπως έτσι έτρεχα σε μια πηγή πολιτισμού. Με τον καιρό, όταν άρχισα τις περιοδείες στα μακρινά χωριά, η βόλτα πήγε περίπατο. Έχασα τη μουσική, έχασα την παρέα τον παιδιών στα οποία ποτέ δε μίλησα και παντα θαύμαζα.

  Ώσπου μια μέρα, μέρα κοινών βαπτίσεων, τα μάτια μου πέσανε πάνω του. Πάνω σε ένα παιδί το οποίο διακριτικά χτυπούσε το χέρι του στο πόδι στο ρυθμό της ψαλμωδίας. Συνειρμοί, νευρώνες εγκεφάλου έστειλαν μήνυμα στο κέντρο μνήμης και ταύτισα τον μπασίστα με τον κατηχούμενο. Σπυρίδων βγήκε από την κολυμβήθρα. 
 Την επόμενη μέρα στη Λειτουργία ήταν εκεί. Με το αντίδωρο τον ρώτησα πολλά. Πιο πολλά για τη μουσική. Τι ακούει, πού βρίσκει υλικό, πού έμαθε να παίζει, πώς αγόρασε το μπάσο; Μου είπε πολλά, υπέροχα,που αν τα συμπυκνώσει κάνεις αρκεί η φράση:
 "όταν κάτι αγαπάς, κάνεις πολλά τρελά γι' αυτό". 
"Τον Χριστό τον αγαπάς;" τον ρωτάω κοφτά.
 "Ναι", μου λέει. 
"Και τι θα έκανες για Αυτόν;".
 Δε θυμάμαι τι απάντησε, ξέρω όμως πως τρία χρόνια μετά έκανε κάτι υπέροχο. Έπεσε στα γόνατα μπροστά στην Αγία Τράπεζα, προσευχήθηκε, δέχθηκε το Άγιο Πνεύμα και βγήκε στην Ωραία Πύλη ως Διάκονος Κυρίου.


 Πλέον, κάθε πρωί ψέλνει και διακονεί και κάθε απόγευμα με "ροκ" μαύρο ράσο παίζει το μπάσο του παρέα με τους εφήβους μέσα στην παράγκα. Άλλωστε κάτι τέτοιο είναι η ζωή η πνευματική. Να αγαπάς τον Χριστό και να βρίσκεις τον τρόπο ή καλύτερα την τέχνη και τεχνική να αγαπάς ως χριστιανός πλέον ότι έκανες στη ζωή σου. Ως το αλάτι του κόσμου. Λίγο, παντού μέσα στη ζύμη, έντονο στη γεύση και αόρατο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου