Πέμπτη 31 Μαρτίου 2011

Η προσφορά του θυμιάματος

Τό θυμίαμα στη λατρεία του Θεού εχρησιμοποιείτο και από τους Εβραίους και άπό τους ειδωλολάτρες.Ήταν δείγμα αναγνώρισης της υπερέχουσας αξίας του Θεοϋ, ήταν σύμβολο υποταγής και αφοσίωσης.Στήν Παλαιά Διαθήκη έχουμε την περιγραφή του και το μείγμα από το όποίο άπετελείτο. Συγκεκριμένα,στο Εξόδου 30,34-38 ό Θεός δίδει εντολή να αποτελείται το θυμίαμα από 4 συστατικά στοιχεία, από στακτή,όνυχα,χαλβάνη και λίβανο.Γι' αυτό και οι έννοιες «θυμίαμα» (ή μοσχοθυμίαμα) και «λιβάνι» δεν ταυτίζονται.Το λιβάνι είναι ένα από τα στοιχεία από τα όποια απαρτίζεται το θυμίαμα.Στά χρόνια του Κυρίου το εβραϊκό θυμίαμα άπετελείτο από 13 άρωματώδη στοιχεία.όπως μαρτυρεί ό Ίώσηπος. Η Σκηνή του Μαρτυρίου περιείχεν,εκτός των άλλων,και το «χρυσούν θυμιατήριον», μέσα στο οποίον έκαιαν κάρβουνα και ό Ιερέας πετούσε αρκετό θυμίαμα και έπειτα γονάτιζε και προσευχόταν στον Θεό.Στό ναό του Σολομώντος υπήρχε το θυσιαστήριο του θυμιάματος,στο όποιο εθυμίαζε κάθε ήμερα ένας Ιερεύς.Ό Ιερεύς δε,πού του έπεφτε ό κλήρος να θυμιάσει,εθεωρείτο ότι αξιωνόταν μεγάλης τιμής από τον Θεό.Τούτο συνέβη και με τον Ζαχαρία, πατέρα του τιμίου Προδρόμου,πού κατά την ώρα του θυμιάματος δέχθηκε από τον Αγγελο την πληροφορία ότι θα γεννήσει σ' αυτή την προχωρημένη ηλικία και με τη γυναίκα του στείρα τον Βαπτιστή. Ή ώρα του θυμιάματος στους Εβραίους ήταν συγκλονιστική για τους συμβολισμούς της. Και οι ειδωλολάτρες χρησιμοποιούσαν θυμίαμα στη λατρεία τους, όπως οι αρχαίοι Έλληνες, οι Αιγύπτιοι, οι Φοίνικες, οι Άσσύριοι, οι Βαβυλώνιοι κλπ. Σάς υπενθυμίζω τις περιπτώσεις αγίων χριστιανών μαρτύρων πού,επειδή δεν έδέχθησαν να ρίψουν θυμίαμα εμπρός στα είδωλα, έθυσιάσθησαν οι ίδιοι, θυμίαμα προσεφέρέτο και προς τον Ρωμαίο Αυτοκράτορα, πού έλατρεύετο ως Θεός.Το ίδιο συνέβαινε και για άλλους επιφανείς ανθρώπους πού είχαν δοξασθή από τους ανθρώπους. Κατά τον ιστορικό Θεοδώρητο.ό Ιουλιανός Παραβάτης άξίωνε να του καίνε θυμίαμα.
-Συμβολισμοί
Ή χριστιανική θρησκεία παρέλαβε από τους Εβραίους το θυμίαμα και το καθιέρωσε και στη δική της λατρεία. Του προσέδωσε δε πνευματικούς συμβολισμούς,πού αξίζει να θυμηθούμε. 1.Το θυμίαμα εν πρώτοις συμβολίζει την προσευχή, πού ανεβαίνει προς τον θρόνον του Θεού, «Κατευθυνθήτω ή προσευχή μου ως θυμίαμα ένώπιόν Σου...». Είναι ή ορμή της ψυχής προς τα άνω. Και ταυτόχρονα συμβολίζει και την ζέουσαν επιθυμία μας να γίνει ή προσευχή μας δεκτή «εις όσμήν ευωδιάς πνευματικής». Γράφει ό ιερός Χρυσόστομος «ώσπερ το θυμίαμα και καθ'εαυτό καλόν και ευώδες, τότε δε μάλιστα έπιδείκνυται την ευωδίαν, όταν όμιλήση τω πυρί. Ούτω δε και η ευχή καλή μεν καθ' έαυτήν, καλλίων δε και ευωδεστέρα γίνεται, όταν μετά και ζεούσης ψυχής άναφέρηται, Οταν θνμιατήριον ή ψυχή γένηται και πυρ άνάπτη σφοδρόν». Γι' αυτό και πρέπει να διδάσκουμε το λαό ότι, όταν προσεύχεται, καλόν είναι να καίει θυμίαμα στο σττίτι.
2. Συμβολίζει ακόμη τις γλώσσες πυρός της Αγίας Πεντηκοστής, όταν ό Κύριος εξαπέστειλε στους Μαθητές Του το Παναγιόν Του Πνεύμα «εν ειδει πύρινων γλωσσών». Στήν ευχή πού λέγει ό ιερεύς, όταν ευλογεί το θυμίαμα στην Πρόθεση, αναφέρει «θυμίαμα Σοι προσφέρομεν Χρίστε ο Θεός εις όσμήν ευωδιάς πνευματικής, ό προσδεξάμενος εις το ύπερουράνιόν Σου θυσιαστήριον,άντικατά-πεμψον ήμίν την χάριν τον Παναγίου Σου Πνεύματος».Με το θυμίαμα δηλ.ζητούμε άπό τον Κύριο να μας στείλει την άγιοπνευματικήν Του χάρη. Γι αυτό και οι πιστοί, όταν τους θυμιάζει ό Ιερεύς, κλίνουν ελαφρώς την κεφαλή σε δείγμα άποδοχής της χάριτος αυτής. Ό άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης ερμηνεύει ως εξής την σημασίαν του θυμιάματος: «Δηλοί την άπ' ουρανού χάριν και δωρεάν έκχυθείσαν τω κοσμώ δια Ίησού Χρίστου και εύωδίαν του Πνεύματος και πάλιν εις τον ούρανόν δί' αυτόν άναχθεϊσαν».
3. Το ευώδες θυμίαμα συμβολίζει εξ άλλου και τον αίνον,πού απευθύνεται πρός τον Θεό. Ή καύση του θυμιάματος σημαίνει τη λατρεία και τον εξιλασμό. Το δε ευχάριστο συναίσθημα, πού δημιουργείται άπό το άρωμα του θυμιάματος σε όλο το χώρο του Ί.Ναού, σημαίνει την πλήρωση της καρδίας μας από τη θεία εύαρέστηση, πού είναι ό καρπός της αγάπης μας προς τον Θεό.Στήν
περίπτωση αύτη κάθε πιστός μετατρέπεται σε «ευωδία Χρίστου».
4. Το δε θυμιατήριον, όπου καίγονται τα κάρβουνα και τοποθετείται το θυμίαμα, συμβολίζει την κοιλίαν της Θεοτόκου, ή οποία δέχθηκε στα σπλάγχνα της σωματικώς την Θεότητα, πού είναι «πυρ καταναλίσκον»,χωρίς να ύποστή φθορά ν ή αλλοίωση. Κατά τον "Αγιο Γερμανό, Πατριάρχη Κων/λεως «Ο θυμιατήρ υποδεικνύει την ανθρωπότητα του Χρίστου, το πυρ την θεότητα και ό ευώδης
καπνός μηνύει την ευωδιά του Άγιου Πνεύματος προπορευόμενων».
Και άλλου: «Ή γαστήρ του θυμιατηρίου νοηθεί αν ήμίν ή ηγιασμένη μήτρα της Θεοτόκου φέρουσα τον θείον άνθρακα Χριστόν, εν ώ κατοικεί πάν το πλήρωμα της θεότητος σωματικώς. Διό και την όσμήν της ευωδιάς άναδίδωσιν ευωδιάζον τα σύμπαντα». Με άπλά λόγια και ό άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός περιγράφει αυτόν τον συμβολισμόν, λέγοντας: «Το θυμιατό σημαίνει την Δέσποινα, την Θεοτόκο."Οπως τα κάρβουνα είναι μέσα στο θυμιατό και δεν καίεται, έτσι και ή Δέσποινα ή Θεοτόκος έδέχθηκε τον Χριστόν και δεν έκάηκε, αλλά μάλιστα έφωτίσθηκε».
Λειτουργική Χρήση
1. Ή Εκκλησία μας εισήγαγε το θυμίαμα με νέους συμβολισμούς στη θεία λατρεία άπό την αρχή. Κατά τον 3ο Αποστολικό Κανόνα μόνο θυμίαμα και έλαιο είναι επιτρεπτά στο "Αγιον Θυσιαστήριον. Ό δε Ίουστινιανός έδώρησε στην Αγία Σοφία 36 χρυσά θυμιατήρια με πολύτιμους λίθους, κατά δε μαρτυρίαν του Κωνσταντίνου Πορφυρογεννήτου οι βασιλείς στο Βυζάντιο εισερχόμενοι στην εκκλησία προσέφεραν θυμίαμα στα ειδικά θυμιατήρια, τα καλούμενα «κα­πνιστά». Το θυμιατόν, κατά ταϋτα, ως ένα ιερό σκεύος αφιερωμένο στη λατρεία του Θε­ού, πρέπει να είναι καθαρό και όχι μαυρι­σμένο από τον καπνό, να είναι από καλό μέ­ταλλο και όχι ευτελές και να συμμορφώνε­ται ως πρός το σχήμα προς την λειτουργική παράδοση της Εκκλησίας μας. Το «κατζίον» είναι ειδικής χρήσεως θυμιατόν, πού χρησι­μοποιείται στις Αγρυπνίες και στις κατα­νυκτικές Ακολουθίες της Μεγ. Τεσσαρακο­στής και της Μεγ. Εβδομάδος. Το δε χρη­σιμοποιούμενο θυμίαμα πρέπει να είναι άρωματώδες, ως εκείνο πού παράγεται στο "Αγιον "Ορος και στις άλλες μονές μας.


περιοδικό ''Εφημέριος''

Ο ΓΕΡΩΝ ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ ΤΗΣ ΒΗΘΑΝΙΑΣ


  Ἡ ἱστορία τοῦ Μικρασιατικοῦ ἑλληνισμοῦ μοιάζει μέ τά παθήματα τοῦ Προμηθέα Δεσμώτη. Πάντα ἐκεῖ ἀσάλευτη καί ἀλυσοδεμένη στούς θρυλικούς βράχους τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς ὑπομένει τό φριχτό μαρτύριο τῆς πρόσκαιρης σιωπῆς ἐνωτιζόμενη τήν φωνή τῶν Προφητῶν τῆς Ρωμηοσύνης τῶν αἰώνων τῶν ἀλλοτινῶν γιά τά ἐπινίκια τῶν ἐπερχομένων ἡμερῶν. Οἱ χιλιετίες τοῦ ἑλληνισμοῦ, οἱ αἰῶνες τοῦ Χριστιανισμοῦ, τά μεγαλειώδη θέατρα καί τά μεγαλοπρεπῆ στάδια τοῦ ἀρχαίου κόσμου, τά σεβάσματα τῶν θεῶν τοῦ καιροῦ τῆς ἀγνωσίας, οἱ ναοί τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ στούς χρόνους τῆς Ἀποκαλύψεως καί τῆς Χάριτος, τά μοναστικά καθιδρύματα τῆς Ὀρθόδοξης πνευματικότητος καί τοῦ ὑψηλοῦ πολιτισμοῦ τῆς ὑπερχιλιετοῦς αὐτοκρατορίας τῆς Ρωμανίας, ἡ ἀξιοθαύμαστη ἀπαντοχή τοῦ εὐσεβοῦς Γένους μας στούς σκοτεινούς χρόνους τῆς σκλαβιᾶς, ἡ βίαιη καί ἀπάνθρωπη ἐκδίωξη τῶν ἑλλήνων ἀπό τίς πανάρχαιες ἐστίες τους ἀπό τόν Ἀνατολίτη κατακτητή μέ τήν καταφανή συνενοχή τῶν Χριστιανῶν συμμάχων μας τῆς Εὐρώπης ἀποτελοῦν ἀνδιαμφισβήτητες μαρτυρίες καί μεμαρτυρημένα μαρτύρια γιά τόν Προμηθέα Δεσμώτη ἑλληνισμό τῆς Μικρασίας. Γόνος τούτης τῆς πονεμένης γῆς τῆς Ἰωνίας ἦταν καί ὁ μικρός Γιαννάκης, ὁ μετέπειτα γνωστός στήν ὑπ’ οὐρανόν Γέροντας Θεοδόσιος τῆς Βηθανίας, ὁ ὁποῖος μετά παρησσίας πολλῆς, θά ‘λεγε σέ ὁρισμένους σύγχρονους βλάσφημους μινίστρους καί ἀδίστακτους παραχαράκτες τῆς ἱστορίας τοῦ Μικρασιατικοῦ ἑλληνισμοῦ γιά τήν ἠγαπημένη του Σμύρνη χρησιμοποιώντας τά λόγια τοῦ ποιητοῦ: « Ἤθελα, πρίν μές στ’ ἄπειρο σιωπήσω στό αἰώνιο φῶς δύο στίχων νά σέ κλείσω. Κί ὅταν οἱ αἰῶνες πού ἔρχονται ἀλλοιοῦν καί μηδενίζουν τά ὅσα βλέπεις μπρός σου, φύλακες μπρός στόν ἥλιο νά φρουροῦν δύο στίχοι μου τόν τάφο τό δικό σου». Τόν Αὔγουστο τοῦ 1922 τό ὅμορφο λιμάνι τῆς ἑλληνίδος Σμύρνης ἀπό πύλη ἐμπορίου καί ἀναψυχῆς τῆς Μικρασίας μεταποιήθηκε σέ θύρα θανάτου φοβεροῦ τῶν ἑλλήνων Μικρασιατῶν. Πορφύρωσαν τά ὕδατα τοῦ ἔνδοξου λιμένα καί ἔγιναν σάβανο ἐρυθρό γιά τά ματωμένα σώματα τῶν ἑλλήνων χριστιανῶν πού προσμένουν ἀπό τότε τήν κοινή ἀνάσταση.
          Στίς 7 Ἰανουαρίου τοῦ 1913 γιά ἄλλη μιά φορά οἱ καμπάνες τῆς ὑπ’ οὐρανόν Ὀρθοδοξίας ἀνεγγέλλουν τήν Σύναξη τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Καί ἐκεῖ στήν γῆ τῆς Ἰωνίας καί στό θρυλικό προάστειο τῆς Σμύρνης, τόν Μπουρνόβα,  ἐκείνη τήν ἅγια ἡμέρα ἀντικρύζει τό φῶς τοῦ ἡλίου τό δεύτερο ἀπό τά τρία τέκνα τοῦ Κωνσταντίνου καί τῆς Ἀγγελικῆς Μάκου, ὁ ἐπονομασθείς, κατά τήν βάπτισή του, Ἰωάννης. Καί ἡ ἡμέρα τῆς γεννήσεώς του καθῶς καί τό ὄνομα πού ἔλαβε δέν ἦταν τυχαία ἀφοῦ ὁ Μέγας  Ἡγήτωρ τοῦ μοναχικοῦ Τάγματος τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ Τίμιος Πρόδρομος, θά τόν καλέσει, ὅταν ὁ χρόνος πληρωθεῖ, πρός συνάντησή του στήν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου. Κατά τήν ὥρα τοῦ Μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος τοῦ μικροῦ Ἰωάννου σχηματίσθηκε μέσα στήν κολυμβήθρα μέ τό ἡγιασμένο ἔλαιο τό σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Τό ἴδιο σημεῖο εἶδαν οἱ ἐκκλησιαζόμενοι στήν πλάτη τοῦ νεοφώτιστου, ὅταν ὁ ἱερέας παρέδωσε τό παιδί στά χέρια τῆς ἀναδόχου. Ἦταν λοιπόν ὁλοφάνερο ὅτι καί γιά τόν μικρό Ἰωάννη ἴσχυε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ πρός τόν θρηνητικότερο  τῶν Προφητῶν Ἱερεμία: « Πρό τοῦ με πλάσαι σε ἐν κοιλίᾳ ἐπίσταμαί σε καί πρό τοῦ σε ἐξελθεῖν ἐκ μῆτρας ἠγίακά σε, προφήτην εἰς ἔθνη τέθεικά σε».  Ἡ εὐλαβέστατη μητέρα του, Ἀγγελική, καί ὁ ταπεινός λευΐτης τοῦ Μπουρνόβα, π. Δημήτριος, ἦταν οἱ πρώτοι του μυσταγωγοί στήν κατά Χριστόν ζωή καί πολιτεία. Τά ἀντηχήματα τῶν μικρασιατικῶν αἰώνων, τῶν πεπληρωμένων φέγγος ἑλληνορθόδοξο, τ’ ἄκουσε ὁ μικρός Ἰωάννης στίς λιθόστροτες αὐλές τῆς ὁμορφοκκλησιᾶς τοῦ Μπουρνόβα. Καί μέ τήν μελωδική φωνή πού ὁ Δημιουργός τοῦ χάρισε, ἔμαθε νά μελωδεῖ σέ ὕφος μελιχρό καί μελλίρυτο τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ τῶν Πατέρων του. Ὅμως ὁ μικρός Σμυρνιός, Ἰωάννης πρόκειται νά ὑπηρετήσει τόν Δεσπότη Χριστό ἀπό ὄρους ὑψηλοῦ. Διά τοῦτο καί οἱ δοκιμασίες του θά ἦταν ἀνάλογες τῆς  ἐπερχομένης μεγαλειώδους διακονίας του, γιά νά εὑρεθεῖ δόκιμος καί ἀντάξιος. Σέ ἡλικία πέντε ἐτῶν πεθαίνει ἡ ἠγαπημένη μητέρα του, Ἀγγελική, καί μετά ἀπό λίγο καιρό καί ὁ ἀκούραστος προστάτης τῆς οἰκογενείας του, ὁ πατέρας του, Κωνσταντίνος. Τά τρία ὀρφανά τά ἀναλαμβάνει πλέον ἡ ἀδελφή τοῦ πατέρα του, Ἀγγελική, ἡ ὁποία μέ περισσή ἀγάπη τά φροντίζει. Ὅμως στά τέλη τοῦ Αὐγούστου τοῦ 1922  ἀπό τά ὕψη τοῦ ὄρους Πάγου ἐσάλπισε ὁ ἄγγελος τῆς καλλίστης Σμύρνης καί μιά βοή θανάτου ἀπλώθηκε ὑπεράνω τῆς ἔνδοξης πόλεως πού ὁ Συναξαριστής τῶν ἐσχάτων ἔμελλε νά τήν ἀποκαλέσει καί πόλη μαρτυρική. Τότε ἦταν πού ἄκουσαν καί πάλι ὁ λαός καί ὁ μαρτυρικός ἐκεῖνος ἐπίσκοπος Σμύρνης, ἅγιος Χρυσόστομος, τόν λόγο τῆς Ἀποκαλύψεως ὡς φωνή ὑδάτων πολλῶν νά κατέρχεται ἀπό τοῦ ὄρους:«Μηδέν φοβοῦ ἅ μέλεις παθεῖν. Ἰδού δή μέλλει βαλεῖν ὁ διάβολος ἐξ ὑμῶν εἰς φυλακήν, ἵνα πειρασθῆτε καί ἔξετε θλῖψιν ἡμέρας δέκα. Γίνου πιστός ἄχρι θανάτου καί δώσω σοι τόν στέφανον τῆς ζωῆς». Ἡ μεγάλη ἁμαρτία τοῦ Γένους μας, ἡ διχόνοια καί ἡ ἀπροκάλυπτη προδοσία τῶν δήθεν συμμάχων μας τῆς χριστιανικῆς Εὐρώπης παρέδωσαν τήν ἐξάκουστη Μικρασία στό κεμαλικό ἀσκέρι τοῦ θανάτου, τῆς βαρβαρότητας καί τοῦ ὀλέθρου. Στήν ἀντάρα τῆς καταστροφῆς προλαβαίνει ὁ μικρός Ἰωάννης καί ἐπιβιβάζεται σ΄ ἕνα πλοῖο τό ὁποῖο τόν παίρνει γιά πάντα μακρυά ἀπό τήν γενέθλιο γῆ τῆς Ἰωνίας. Ἔτσι πλέον πορεύεται ἄρμενος καί ποντοπόρος στό ἑλληνικό ἀρχιπέλαγος καί στήν θάλασσα τῆς προσφυγιᾶς, ἔχοντας ὁδηγό καί συνοδίτη τόν ἀφέντη Χριστό καί τήν Κυρά τήν Παναγιά. Τό καράβι ἀφήνει τούς πρόσφυγες στόν Πειραιᾶ καί ὁ μικρός Ἰωάννης μαζί μέ τήν θεία του, Ἀγγελική, καταλύουν σ’ ἕνα ἐργαστάσιο στήν ὁδό Πατησίων, κοντά στό Ἱ. Ναό τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ. Τοῦτος ὁ ἱερός ναός μαζί μέ τίς ἱερές Μονές Ἁγ. Εἰρήνης Χρυσοβαλάντου Λυκόβρυσης καί Παναγίας Κερατέας ἔγιναν τά ἀσφαλῆ καταφύγιά του στούς δύσκολους χρόνους τῆς ὀρφάνιας καί τῆς προσφυγιᾶς. Σ’ αὐτές τίς αὐλές τοῦ Κυρίου αὔξησε τά τάλαντα τοῦ Θεοῦ ὁ Ἰωάννης καί ἀκόμα περισσότερο ἔμαθε νά εἶναι φιλόθεος, φιλάγιος, φιλάνθρωπος, φιλακόλουθος καί ἀσκητικός. Παράλληλα φοίτησε στό δημοτικό σχολεῖο χωρίς νά παραλείπει τήν μελέτη τοῦ Εὐαγγελίου καί τῶν βίων τῶν ἁγίων. Ἐκεῖνος ὅμως ὁ βίος πού τόν συγκλόνισε ἰδιαίτερα ἦταν τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Καλυβίτου. Καί ἡ ἀγνή ψυχή του ἄκουσε τούς ἠδύλαλους φθόγγους τῆς θαυμαστῆς βιοτῆς τοῦ Καλυβίτου ἀσκητοῦ καί θέλησε νά τόν ἀκολουθήσει. Τότε ἡ οὐράνια ἔλξη μετεβλήθη σέ πύρινη προσευχή πού μεταποιήθηκε σέ πυρίμαχη ἀπόφαση ἐξόδου ἀπό τόν κόσμο καί εἰσόδου στό μέγα στάδιο τῆς μοναχικῆς ζωῆς καί πολιτείας. Στό σεργιάνι του στούς μοναστικούς τόπους τῆς Ἀττικῆς εἶχε ἀκούσει γιά τήν ὁσία βιοτή καί τό προορατικό χάρισμα τοῦ Ἡγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγ. Μάρκου Χίου, γέροντος Γαβριήλ. Ἔτσι σέ ἡλικία 13 ἐτῶν καί χωρίς νά ἀνακοινώσει τίποτε στήν θεία του, Ἀγγελική, καταπλέει στό λιμάνι τῆς Χίου καί μετά τίς σχετικές πληροφορίες καί ἐξηγήσεις ἐντάσσεται ὡς δόκιμος στό Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Μάρκου, ὅπου παραμένει γιά τρεῖς μῆνες ἐν ὑπακοῇ καί προθυμίᾳ πολλῇ. Ὅμως μετά τήν παρέλευση τοῦ χρόνου αὐτοῦ ὁ Γέροντας Γαβριήλ καλεῖ τόν Ἰωάννη καί τοῦ ἀνακοινώνει ὅτι ἀπό Θεοῦ ἔλαβε τήν πληροφορία ὅτι ὁ τόπος τῆς μοναχικῆς του ἀσκήσεως καί βιοτῆς δέν εἶναι ἡ Χίος ἀλλά ἡ Ἁγία Γῆ τῆς Παλαιστίνης. Ἔτσι ὁ Ἰωάννης ἐπιστρέφει καί πάλι στήν Ἀθῆνα ὅπου μέχρι τά 18 του ἔτη συνεχίζει νά περιέρχεται ὡς ἔλαφος διψῶσα τά πνευματικά καταφύγια τῆς Ἀττικῆς ἐργαζόμενος παράλληλα καί ἀναμένοντας τό πλήρωμα τοῦ χρόνου. Προσφιλής του προορισμός ἦταν ἡ Ἐξαρχία τοῦ Παναγίου Τάφου στήν Πλάκα. Εἶχε καταθέσει τόν πόθο του στόν Ἔξαρχο τοῦ Παναγίου Τάφου, Ἀρχιμ. Βενέδικτο, τόν μετέπειτα Πατριάρχη Ἱεροσολύμων καί ἐκεῖνος διά τοῦ εὑρισκομένου στήν Ἀθήνα Ἡγουμένου τῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Θεοδοσίου, π. Θεοδοσίου, καί τοῦ κ. Ἰωάννου Μυρσιάδη μετέπειτα Ἐπισκόπου Ναζαρέτ, Ἰσιδώρου, τοῦ ἐξασφάλισε τήν ἄδεια παραμονῆς ἀπό τήν Ἀγγλική Διοίκηση τῆς Παλαιστίνης. Ἔτσι λοιπόν τό 1932 μέ τήν συνοδεία τοῦ Ἀρχιμ. Εὐγενίου καί τοῦ κ. Μυρσιάδη καί σέ ἡλικία 18 ἐτῶν κατέρχεται στήν Ἁγία Γῆ τῆς Παλαιστίνης καταπλέοντας στό λιμάνι τῆς Γιάφφας. Στίς 4 Αὐγούστου 1932 ἔνδακρυς εἰσέρχεται στήν Ἁγία Πόλη Ἱερουσαλήμ. Μετά ἀπό παραμονή τριῶν ἡμερῶν στό Πατριαρχικό Μοναστήρι τῶν Ἁγ. Κωνσταντίνου καί Ἑλένης εἰσέρχεται στό Πατριαρχικό Γραφεῖο ὅπου συναντᾶται μέ τόν Τοποτηρητή τοῦ χηρεύοντος Πατριαρχικοῦ Θρόνου τῶν Ἱεροσολύμων Ἀρχιεπίσκοπο Πτολεμαῒδος, Κελαδίωνα. Μέ ἁπλότητα ὁ Ἰωάννης καταθέτει τήν ἐπιθυμία του στόν Τοποτηρητή καί ἐκεῖνος πατρικῶς τοῦ περιγράφει τίς δυσκολίες καί τούς πειρασμούς τῆς μοναχικῆς ζωῆς. Ὁ Ἰωάννης διαβεβαιώνει τόν Τοποτηρητή ὅτι γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἔτοιμος νά τά ὑπομείνει ὅλα καί ἐκεῖνος τοῦ δίδει τήν εὐχή του καί τόν ἀποστέλει ὡς δόκιμο μοναχό στό Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Γερασίμου τοῦ Ἰορδανίτη. Ἔτσι ὁ Ἰωάννης «ἀγαλλομένῳ ποδί» στίς 7 Αὐγούστου 1932 εἰσέρχεται στήν ἱερή Μάνδρα τοῦ Ἀββᾶ Γερασίμου ὅπου ἡ Ἀδελφότης τόν περιβάλλει μέ περισσή ἀγάπη καί φροντίδα. Τοῦ ἀναθέτουν τά διακονήματα τῆς σίτησης δύο ἁγίων ἀσκητῶν πού ἀσκοῦνταν στήν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου καί τοῦ κανδηλανάπτου τοῦ Καθολικοῦ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς. Ἡ προθυμία καί ἡ ὑπακοή του ἦταν αὐτές πού ὁδήγησαν τήν Ἀδελφότητα στήν ἀπόφαση τῆς ρασοφορίας τοῦ Ἰωάννου στίς 26 Ὀκτωβρίου 1933 κατά τήν Ἀγρυπνία τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου. Ἀπό τότε ὁ ρασοφόρος Ἰωάννης ἀκόμη περισσότερο ἀναλώνεται σέ κόπους ἀσκητικούς, σέ προσευχές παννύχιες καί δεήσεις ἐκτενεῖς. Οἱ πειρασμοί πληθαίνουν μά ἐκεῖνος ὑπό τήν  κραταιά προστασία τῆς ὑπακοῆς πρός τόν Καθηγούμενο καί τήν Ἀδελφότητα ἀνεβαίνει διαρκῶς τήν κλίμακα τῶν ἐνθέων ἀρετῶν. Ὅμως ἡ ὑγρασία τῆς περιοχῆς πλήττει τήν ἀσθενική κράση τοῦ ρασοφόρου Ἰωάννου, ὁ ὁποῖος κατόπιν εἰσηγήσεως τοῦ Καθηγουμένου καί εὐλογίας τοῦ Τοποτηρητοῦ τοῦ Πατριαρχικοῦ Θρόνου μετατίθεται στόν Πανίερο Ναό τῆς Ἀναστάσεως καί ἐντάσεται στήν συνοδεία τοῦ Σκευοφύλακα, Γέροντος Κυριακοῦ. Έκεῖ ἀναλαμβάνει τό διακόνημα τοῦ κανδηλανάπτου καί τοῦ φύλακα τοῦ Παναγίου Τάφου. Ἤδη τόν σεπτό Θρόνο τῆς Ἁγίας Πόλεως τῶν Ἱεροσολύμων κλεῒζει ὁ Πατριάρχης Τιμόθεος ὁ Α´ ὁ ὁποῖος γνωρίζει τήν ἀρετή τοῦ ρασοφόρου Ἰωάννου καί ἀποφασίζει τήν μοναχική του κουρά τήν ὁποία τελεῖ ὁ ἴδιος στίς 24 Αὐγούστου 1937 καί τοῦ δίδει τό ὄνομα Θεοδόσιος. Στίς 3 Μαρτίου 1941 ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀσκάλωνος, Βασίλειος, κατόπιν ἐντολῆς τοῦ Πατριάρχου, χειροτονεῖ τόν π.Θεοδόσιο στόν Πανάγιο Τάφο Διάκονο καί στίς 26 Ὀκτωβρίου Πρεσβύτερο. Ὁ Πατριάρχης Τιμόθεος ἀγαποῦσε ἰδιαιτέρως τόν π. Θεοδόσιο γιά τήν ἀρετή του καί τήν ἀφοσίωσή του στά Πανάγια Προσκυνήματα, γι’ αὐτό καί τόν τοποθετοῦσε ὡς μέλος τῆς συνοδείας του σέ ποιμαντικές περιοδείες καί ἐκκλησιαστικές ἀποστολές. Ὅταν κατά τήν διάρκεια τοῦ δευτέρου παγκοσμίου πολέμου ἡ ἐξόριστη κυβέρνηση τῆς Ἑλλάδος ὑπό τόν Βασιλέα Γεώργιο καί ἑλληνικά στρατεύματα βρέθηκαν στήν Μέση Ἀνατολή ὁ π. Θεοδόσιος, κατόπιν ἐντολῆς τοῦ Πατριάρχου, ἀναλαμβάνει μετά προθυμίας καί ἐπιτελεῖ μετά θερμοῦ ζήλου τά καθήκοντα τοῦ στρατιωτικοῦ ἱερέως θεραπεύοντας τίς πνευματικές ἀνάγκες τῶν στρατιωτῶν. Δέν παύει παράλληλα νά ἐπιτελεῖ τά ἐφημεριακά του καθήκοντα στόν Πανίερο Ναό τῆς Ἀναστάσεως. Στίς 28 Ἰουλίου τοῦ 1946 λαμβάνει τό Μέγα καί Ἀγγελικό Σχῆμα στήν ἐξάκουστη Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα καί στήν συνέχειᾳ κατόπιν ἐντολῆς τοῦ Πατριαρχείου διορίζεται Ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίων Λαζάρου, Μάρθας καί Μαρίας τῆς Βηθανίας. Τό Μοναστήρι τότε ἦταν μικρό καί ἐγκαταλελειμμένο. Ὅμως ἡ Θεία Πρόνοια ἐπεφύλαξε στόν Γέροντα Θεοδόσιο νά ἀναδειχθεῖ ὁ νέος κτίτορας τοῦ ἱεροῦ αὐτοῦ Καθιδρύματος τῆς Ἁγίας Γῆς καί ὁ συνετός ἡγήτορας τοῦ νεοθαλοῦς αὐτοῦ πνευματικοῦ  Παραδείσου τῶν ἀφιερωμένων εἰς τόν Χριστόν παρθένων. Σέ σύντομο χρονικό διάστημα ἀνεγείρεται ἡ πτέρυγα τῶν κελλιῶν, ὁ ξενῶνας καί τό καμπαναριό. Καλλωπίζεται τό Καθολικό τῆς Μονῆς,  στό ὁποῖο βρίσκεται ἡ πέτρα πού κατά τήν παράδοση ἐκάθισε ὁ Κύριος γιά νά ξεκουραστεῖ ἐρχόμενος νά ἀναστήσει τόν νεκρό Λάζαρο. Ἐπίσης ὁ Γέροντας φρόντισε καί γιά τήν συντήρηση τοῦ τάφου τοῦ Ἁγίου Λαζάρου πάνω ἀπό τόν ὁποῖο ἔχτισε διώροφο Ναό πρός τιμήν τῆς Παναγίας τῆς Μυρτιδιώτισσας καί τοῦ Ἁγίου Λαζάρου. Σημαντική ἦταν καί ἡ γνωριμία τοῦ Γέροντος Θεοδοσίου μέ τόν Βασιλιά τῆς Ἰορδανίας Ἀβδουλάχ τόν Α,´ ἡ ὁποία πραγματοποιήθηκε σέ μία τελετή στά Ἱεροσόλυμα τό 1938. Ὁ Βασιλιάς ἐντυπωσιάσθηκε ἀπό τήν σύνεση, τήν εὐστροφία καί τήν ἀνωτερότητα τοῦ Γέροντος Θεοδοσίου καί ἔκτοτε τούς συνέδεσε μιά ἱσχυρή φιλία. Ὁ Ἀβδουλάχ ἀποζητοῦσε τήν ἐπικοινωνία μέ τόν Γέροντα καί πάντοτε εὕρισκε εὐκαιρίες νά τόν συναντᾶ. Ἔτσι καί ἔγινε καί στίς 20 Ἰουλίου τοῦ 1951. Ὁ Ἰορδανός Μονάρχης ζήτησε ἀπό τόν Γέροντα νά τόν συνοδεύσει στό Τέμενος τοῦ Ὀμάρ καί ἐκεῖνος παρ’ ὅλη την δυσκολία του ὡς πρός τόν τόπο προορισμοῦ τόν ἀκολούθησε. Στήν συνοδεία τοῦ Βασιλιᾶ ἦταν καί ὁ ἐγγονός του, ὁ μετέπειτα Βασιλιάς τῆς Ἰορδανίας, Χουσεῒν. Κατά τήν ὥρα ὅμως που εἰσέρχονταν ὁ Βασιλιάς στό Τέμενος δέχεται δολοφονική ἐπίθεση καί πέφτει νεκρός στά χέρια τῶν φρουρῶν του. Ἀμέσως ὁ Γέροντας Θεοδόσιος ἀντιλαμβάνεται ὅτι στόχος θά γίνει καί ὁ ἐγγονός τοῦ Βασιλιᾶ, ὁ μικρός Χουσεῒν, τόν ὁποίο ἀρπάζει στά χέρια του καί τόν φυγαδεύει μακρυά ἀπό τό Τέμενος σέ ἀσφαλές μέρος. Ξυπόλυτος καθώς ἦταν τρέχει στόν Πανίερο Ναό τῆς Ἀναστάσεως καί εἰδοποιεῖ νά κλείσουν τίς μεγάλες θύρες τοῦ Ναοῦ. Στήν συνέχεια ὁδεύει στό Πατριαρχεῖο, ἐνημερώνει τόν Πατριάρχη καί ἐντός ὁλίγου οἱ καμπάνες σημαίνουν προκειμένου οἱ Ἐκκλησίες καί τά Μοναστήρια νά κλείσουν τίς θύρες. Ἀπό τό μεγάλο Τέμενος τοῦ Ὀμάρ ὁ μουσουλμανικός ὄχλος ξεχύθηκε στούς δρόμους τῆς Ἁγίας Πόλεως καταστρέφοντας ὅ,τι εὕρισκε μπροστά του. Ἕνα ἄλλο σημαντικό γεγονός στήν ζωή τοῦ Γέροντος Θεοδοσίου ἦταν ἡ συμμετοχή του στήν ἐπίσημη ἀντιπροσωπεία τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων ἡ ὁποία παρέλαβε, μετά ἀπό σχετικές διαβουλεύσεις μέ τό Βατικανό, τό ἄφθορο λείψανο τοῦ ὁσίου Σάββα τοῦ Ἡγιασμένου καί τό μετέφερε στήν ὁμώνυμη Λαύρα του στήν γῆ τῆς Παλαιστίνης. Ἡ ἀντιπροσωπεία κατέφθασε στήν Βενετία τό 1965 καί μετέφερε μαζί της ὀρθόδοξα ἄμφια γιά νά ἀντικαταστήσει τά λατινικά μέ τά ὁποία οἱ Λατίνοι εἶχαν ἐνδύσει τόν ὅσιο Σάββα. Στή θέα τοῦ σκηνώματος τοῦ ὁσίου μέ τά ἄμφια αὐτά ὁ Γέροντας λυπήθηκε σφόδρα καί προσευχόμενος ἐσωτερικά ἀναρωτήθηκε πώς θά ἀνοίξουν τά χέρια τοῦ ὁσίου τά ὁποία ἦταν σταυρωειδῶς τοποθετημένα ἐπί τοῦ στήθους χωρίς νά προξενήσουν καταστροφή στό τίμιο λείψανο. Καί ὥ τοῦ θαύματος ἀμέσως ὁ ὅσιος Σάββας ἀνοίγει τά χέρια του καί ἀπό τό συγκλονιστικό γεγονός πέφτει λιπόθυμος ὁ Γέροντας. Κατόπιν ὁ Γέροντας Θεοδόσιος καί ὁ Καθηγούμενος τῆς Λαύρας τοῦ Ἁγίου Σάββα, Γέροντας Σεραφείμ, ἐνέδυσαν τό σκῆνος τοῦ ὁσίου μέ τά ὀρθόδοξα ἄμφια καί οἱ Λατίνοι τό τοποθέτησαν μέ τιμές σέ μία γόνδολα γιά νά περάσει γιά τελευταία φορά ἀπό τά κανάλια τῆς Βενετίας. Τότε τά περιστέρια τῆς πλατείας τοῦ Ἁγίου Μάρκου σάν νά ἦταν καθοδηγούμενα σηκώθηκαν εὐθύς καί πέρασαν τιμητικά τό ἕνα πίσω ἀπό τό ἄλλο πάνω ἀπό τήν γόνδολα πού μετέφερε τό ἡγιασμένο λείψανο τοῦ Ἁγίου Σάββα. Ὅσο ὁ Γέροντας ξανοίγονταν στό μέγα πέλαγος τῆς ἐνθέου ταπεινώσεως. τόσο ὁ Κύριος τόν ἀνεδείκνυε ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων. Ἐπανειλλημμένως ὁ Βασιλικός Οἶκος τῆς Ἰορδανίας τίμησε μέ ὑψηλά παράσημα τόν Γέροντα γιά τήν γενναία διάσωση τοῦ Βασιλιᾶ Χουσεῒν. Τό Πατριαρχεῖο τόν προήγαγε κατά σειρά σέ Πρωτοσύγκελλο καί Ἀρχιμανδρίτη καί στήν συνέχεια τόν διόρισε μέλος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, τῆς Σχολικῆς Ἐφορίας καί τῆς ἐπιτροπῆς ἐπιθεωρήσεως τῶν ἡγουμενειῶν καί Ἐκκλησιῶν. Μέ συστολή, ταπείνωση, ἀλλά καί εὐχαριστία ἀρνήθηκε τήν πρόταση πού τοῦ ἔκανε ὁ Πατριάρχης Διόδωρος καί ἡ περί Αὐτόν Ἱερά Σύνοδος γιά προαγωγή του σέ Ἀρχιερέα. Ὀνομάσθηκε ὅμως παρά τῆς Ἱερᾶς Συνόδου Μέγας τοῦ Θρόνου καί Μιτροφόρος γιά τήν τεράστια προσφορά του στήν Σιωνίτιδα Ἐκκλησία. Ὅμως ἡ ὥρα τῆς ἐξόδου τοῦ Γέροντος Θεοδοσίου ἀπό τά γήινα καί φθαρτά πρός τά οὐράνια καί ἄφθιτα πλησίαζε. Στίς 9 Δεκεμβρίου τοῦ 1990 ὁ Γέροντας παθαίνει ἀνακοπή τῆς καρδιᾶς στήν αὐλή τῆς Μονῆς. Σέ λίγο ὅμως ἐπανῆλθε καί διηγεῖται ὅτι εἶδε ἕναν ἐπίσκοπο συνοδευόμενο ἀπό δύο φωτεινές γυναῖκες πού σίγουρα ἦταν ὁ Ἅγιος Λάζαρος καί οἱ ἀδελφές του Μάρθα καί Μαρία. Στίς 27 Αὐγούστου 1991 ὁ Γέροντας γιά δεύτερη φορά παθαίνει σοβαρό καρδιακό ἐπεισόδιο καί ἐνώ τόν μετέφεραν στό νοσοκομεῖο στήν Γεθσημανῆ κατέναντι τοῦ τάφου τῆς Κυρίας Θεοτόκου, ὁ Γέροντας Θεοδόσιος παρέδωσε τήν μακαρία του ψυχή εἰς χεῖρας Θεοῦ.
          Ἔτσι λοιπόν ὁ μακαριστός Γέροντας Θεοδόσιος πορεύθηκε τήν ὁδό τῶν ἁγίων ἀπό τότε πού ἦταν μικρό παιδί στήν πονεμένη γῆ τῆς Ἰωνίας καί ἡ καθαρή του καρδιά ἀφουγκράσθηκε τούς ὁρισμούς τοῦ Θεοῦ γιά τά ἐπερχόμενα. Ἀνάλαβε μετά προθυμίας τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου, ὑπέμεινε μετά καρτερίας τους πειρασμούς καί τίς θλίψεις, ἀσκήθηκε μετά ζήλου στήν ἀδιάκριτη ὑπακοή, συμφιλιώθηκε μέ τόν Κύριο διά τῆς ἁγίας μετανοίας, ἀνέβηκε σεμνοπρεπῶς τήν νοητή κλίμακα τῶν ἐνθέων ἀρετῶν, ἐνεδύθηκε τήν ὑψοποιό ταπείνωση, φίμωσε τά θράση τῶν παθῶν μέ τήν ὀξεία μάχαιρα τῆς μακαρίας ἀοργησίας. Ὡς γνήσιος μιμητής τῆς ὀρθοδόξου πολιτείας τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας πορεύθηκε στούς θεοσεβεῖς βηματισμούς τους στηλιτεύοντας τίς κακοδοξίες τῆς αἰρετικῆς Δύσης, συνιστώντας προσοχή καί ἐγρήγορση προσφέροντας ὅμως ἀδιακρίτως τήν ὑλική καί πνευματική του συνδρομή σ’ ὅλους ἐκείνους τούς χριστιανούς, μουσουλμάνους καί ἐβραίους πού θά κατέφευγαν στά φιλάνθρωπα αἰσθήματά του. Ὁ Γέροντας ἦταν ἀληθῶς ποταμός φιλανθρωπίας καί κρήνη ἐλέους πρός πάντας ἀνεξαιρέτως.Ἐκείνο ὅμως πού κατέφλεγε τήν καθαρά του καρδία ἦταν ἡ ἐπάνδρωση τῶν Παναγίων Προσκυνημάτων καί ἡ ἀκώλυτως συνέχιση τῆς διακονίας τοῦ εὐσεβοῦς ἡμῶν Γένους στούς τόπους οὕ ἔστησαν οἱ πανάχραντοι πόδες τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐπιθυμοῦσε σφόδρα οἱ εἰρηνοποιοί ἀκροφύλακες τοῦ Παναγίου Τάφου καί μυστικοί θεωροί τοῦ Μεγάλου Μυστηρίου τῆς σωτηρίας τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων  νά αὐξάνονται ἀριθμητικά καί νά ἀνέρχονται πνευματικά.
Σάν τό φῶς τῆς ἀστραπῆς λοιπόν  ἐξήστραψε ὁ ὁσιακός βίος τοῦ Γέροντος Θεοδοσίου στό μέγα κλίτος τοῦ παλαιφάτου ἑλληνορθοδόξου Πατριαρχείου τῶν Ἱεροσολύμων καί τώρα ἀπό τά οὐράνια σκηνώματα «ἔνθα ὁ τῶν ἑορταζόντων ἦχος ὁ ἀκατάπαυστος καί ἡ ἀπέραντος ἡδονή τῶν καθορώντων τοῦ προσώπου τοῦ Κυρίου τό κάλλος τό ἄρρητον» θά ἱκετεύει ὑπέρ ἐνισχύσεως καί διαφυλάξεως τοῦ Πατριάρχου καί τῆς Ἁγιοταφιτικῆς Ἀδελφότητος καί ὑπέρ τῆς ἀκυμάντου πορείας τοῦ ἑλληνορθοδόξου Πατριαρχείου τῶν Ἱεροσολύμων, γιά νά βεβαιώνει μέχρι τερμάτων αἰῶνος τούς ἐγγύς καί τούς μακράν ὅτι « Χριστός γάρ ἐγερθείς ἐκ νεκρῶν ἀπαρχή τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο. Αὐτῷ ἡ δόξα καί τό κράτος εἰς τούς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».  
Αρχ.Ιερεμία Γεωργαλή    

Τετάρτη 30 Μαρτίου 2011

Μοναχός Νεκτάριος:Το αηδόνι του Αγίου Όρους

 Στην αγιορείτικη σκήτη του Τιμίου Προδρόμου έζησαν μοναχοί με διάφορα χαρίσματα.Άλλοι είχαν πύρινη προσευχή,άλλοι ήταν νηστευτές,άλλοι ασχολούνταν με την καλλιγραφία,την αγιογραφία,την ψαλτική.
Ανάμεσά τους έλαμψε ο μοναχός Νεκτάριος ο μεγάλος πρωτοψάλτης.
Ο Νικολάε Κρέτσου(μετέπειτα μοναχός Νεκτάριος)γεννήθηκε στο Χούσι της Ρουμανίας το 1808.Προερχόνταν από μια πολυμελής πιστή οικογένεια ο μεγαλύτερος από τους οποίους ήταν ήδη μοναχός στη Μονή Τσιολάνου με το όνομα Αθανάσιος.Το 1840-1842 έμαθε τυπικό και ψαλτική κοντά στον επίσκοπο Σοφρώνιο.Για πολυ καιρό έψαλλε σε μια εκκλησία στο Γκαλάτσι ενώ αργότερα τον βρίσκουμε ρασοφόρο σην Μονή Τσιολάνου μαζί με τον μεγάλο του αδελφό.
Αυτά τα δύο αδέλφια είχαν τον πόθο να μονάσουν στο Άγιον Όρος.

Ταξίδεψαν στην Ελλάδα και στα Ιεροσόλυμα αλλά ο ρασοφόρος τότε Νικόλαος δεν έγινε δεκτός στο Άγ.Όρος.Γύρισαν στην Ρουμανία στην φημισμένη Μονή Νεάμτς όπου ο ηγούμενος Νεονίλος τον έκανε μοναχό με το όνομα Νεκτάριος.
Στην πολυάριθμη συνοδεία των 600 μοναχών της Μονής Νεάμτς ο Νεκτάριος ήταν γνωστός ως το αηδόνι του Νεάμτς και της Μολδαβίας.Αρχιερείς και αρχιμανδρίτες,μοναχοί και δόκιμοι,πλούσιοι και φτωχοί όλοι ήθελαν να τον ακούσουν να ψάλλει
Ο πόθος του όμως να πάει στο Άγιο Όρος δεν είχε σβήσει.Μάζι με τον αδελφό του έφυγαν για το περιβόλι της Παναγίας όπου και εγκαταστάθηκαν το 1845.Αγόρασαν ένα μικρό κελί στη Βίγλα .Μετά από 17 χρόνια ερημικής ζωής ο π.Νεκτάριος έγινε μέλος της αδελφότητας της Σκήτης Τιμίου Προδρόμου της οποίας θεωρείται συνκτήτορας.

Το διακόνημά του ήταν η ψαλτική.Αγαπούσε πολύ τις ακολουθίες και την προσευχή.Η φωνή του μπήκε στην παράδοση του Αγίου Όρους.
Σήμερα,μετά από 112 χρόνια ο μοναχός Νεκτάριος μνημονεύεται ακόμη με σεβασμό.Στον καιρό του αλλά και τώρα ο μεγάλος Ρουμάνος ψάλτης ονομάζονταν:Νέος Κουκουζέλης,ο δεύτερος Κουκουζέλης,
Μουσικολογιώτατος,πρωτοψάλτης Νεκτάριος ο Αγιοπολίτης,το αηδόνι του Αγ.Όρους.

Είχε μια ασυνήθιστη φωνητική αντοχή και η φωνή του ανέβαινε τρεις οκτάβες.
Κατά την αθωνική παράδοση ο Νεκτάριος προσκαλούνταν συχνά να ψάλλει σε διάφορες πανηγύρεις.Χωρίς ίχνος υπερηφάνειας πήγαινε για να ψάλλει εις δόξαν Θεού.
Όταν δεν έψελνε είχε πάντοτε τα μάτια του στραμμένα προς τα κάτω και προσευχόνταν.Ανάμεσα στους μαθητές του βρίσκουμε μοναχούς από την Σίμωνος Πέτρα,την Μ.Λαύρα,την Ιβήρων,την Αγ.Παύλου,την Προδρόμου.Στην τελευταία υπήρχε μουσικό σχολείο με 70 μαθητές-μοναχούςΗ φήμη του είχε φτάσει μακρυά και επειδή κάποιοι τον φθόνησαν λέγεται ότι προσπάθησαν να τον δηλητηριάσουν.

Ο μοναχός Νεκτάριος είχε μεγάλη ευλάβεια προς την Παναγία η οποία τον βοήθησε σε διάφορες δύσκολες περιστάσεις της ζωής του.Μια μέρα ενώ καθόνταν στο κελί του και συνέθετε ένα στιχηρό προς τιμήν της Παναγίας,ένας τρομακτικός δαίμονας με μορφή ανθρώπου τον έπιασε από τα χέρια και τα ρούχα και τον έσυρε πάνω στις πέτρες 2 χιλιόμετρα μέχρι τη θάλασσα όπου προσπαθούσε να τον πνίξει.Ο γέροντας Νεκτάριος επικαλέστηκε την Παναγία και εκείνη εμφανίστηκε με την μορφή της Προδρομίτισσας.Ο δαίμονας εξαφανίστηκε και μετά από 1 ώρα  τον βρήκε ο υποτακτικός του ημιλυπόθυμο,τον πήρε στο κελί του και έγινε καλά
Πολλές από τις μουσικές του δημιουργίες και μεταφράσεις βρίσκονται σήμερα στις βιβλιοθήκες των μονών Ξενοφώντος,Αγ.Παντελεήμονος,Γρηγορίου,Αγ.Παύλου,Τιμίου Προδρόμου,περίμενοντας την δημοσιοποιησή τους.Εκοιμήθη το 1899.

Arh.Ioanichie Balan-Patericul Romanesc
περιοδικό ''Candela Moldovei''

π.Αρσένιος Muscalu:'Αλλο αγάπη και άλλο αγάπη Χριστού



Τι πιστεύω ότι έχουν πιο πολύ ανάγκη οι νέοι σήμερα; Πιο πολύ από οτιδήποτε , πιο πολύ και από τον αέρα πιστεύω ότι έχουν ανάγκη από μια σταγόνα αγάπης

Αλλά και εδώ εμφανίζονται παρανοήσεις οι οποίες προκαλούν μετά απογοητεύσεις και αφήνουν τις καρδιές πληγωμένες και έρημες. Πολλά πράγματα καταλαβαίνουν οι άνθρωποι με τη λέξη αγάπη αλλά εγώ πιστεύω ότι μια είναι η αληθινή αγάπη ,η αγάπη του Χριστού, η αγάπη με την οποία αγάπησε ο Χριστός και η αγάπη της οποία Εκείνος είναι θεμέλιο. Μόνο αυτή η αγάπη είναι αθάνατη ,είναι ακλόνητη και άπειρη και δύναται να ξεδιψάσει τη δίψα για αγάπη που έχει η ψυχή ενός νέου.
Εμείς ονομάζουμε αγάπη και την αγάπη των γονέων για τα παιδιά και την αγάπη των παιδιών προς τους γονείς και την αγάπη που φέρουν οι σύζυγοι ο ένας προς τον άλλον. Επίσης την αγάπη που γεννιέται μεταξύ δυο νέων που θέλουν να παντρευτούν,αλλά αυτή η αγάπη δεν είναι αρκετή για να χορτάσει η ανθρώπινη ψυχή.
Ακόμη και αν δε λάβουμε υπ όψη το γεγονός ότι πολλές οικογένειες βρίσκονται σε μια κατάσταση αναστάτωσης, διχόνοιας, (οι σύζυγοι πολλές φορές μαλώνουν, τα παιδιά είναι πληγωμένα και τους λείπει η ζεστασιά της αγάπης την οποία θα έπρεπε να προσφέρει η οικογένεια) ακόμη και αν σκεφτούμε ότι δύο νέοι θα πετύχουν να κρατήσουν την αγάπη τους καθαρή, χωρίς να τη λερώσουν με σαρκικά αμαρτήματα, τα οποία πάντοτε – το λένε πολλές φορές και το αισθάνονται οι ίδιοι οι νέοι- το μόνο που καταφέρνουν είναι να σκοτεινιάσουν την ομορφιά και την καθαρότητα της σχέσης τους , ακόμη και τότε εάν δεν έχει ως βάση της το Χριστό θα τους κρατήσει μόνο μέχρι το τάφο.
Ο θάνατος χωρίζει τους γονιούς από το παιδί όσο δυνατή και αν είναι η αγάπη, η φυσιολογική αγάπη που φέρει ο ένας για τον άλλον , χωρίζει τους συζυγούς, τον ένα από τον άλλον η φυσιολογική αγάπη δεν έχει τη δύναμη να περάσει πέρα από το τάφο, είναι αδύναμη μπροστά στο θάνατο.
Η αγάπη όμως του Χριστού η αγάπη η οποία έχει εκείνον ως βάση νικάει το θάνατο περνάει πέρα από το θάνατο.
Αυτό που ονομάζουμε αγάπη μπορεί να έχει πολλές φορές διαφορετικά κίνητρα. Κάποιος αγαπάει τους φίλους του επειδή και αυτός αγαπιέται από εκείνους ,δηλαδή ο εγωισμός είναι η βάση της αγάπης τους. Άλλος αγαπά επειδή τον τιμούν, δηλαδή η ματαιοδοξία είναι η βάση της αγάπης του. Άλλος αγαπά επειδή του έκαναν μια εκδούλευση. Άλλος επειδή πάει καλά η επιχείρηση του και αγαπάει τους συνεταίρους του κ.α.
Αλλά πόσο εύκολο είναι να καταρρεύσει η αγάπη που έχει τέτοια θεμέλια και φέρει και το όνομα της αγάπης ,μπορούμε να το δούμε όπως λέει ο Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος στις αιτίες όπου μια φιλία μετατρέπεται σε μεγάλη έχθρα. Πως τελειώνει μία αγάπη, πως διαλύεται η σχέση αυτών που έλεγαν ότι αγαπιούνται όταν εμφανιστούν προσβολές, κουτσομπολιό, ζήλια ή ματαιοδοξία και άλλα παρόμοια
Η αγάπη που έχει ως θεμέλιο τον Χριστό δεν είναι έτσι. Αυτή η αγάπη είναι ανίκητηΌποιος αγαπάει τους φίλους του με την αγάπη του Χριστού δεν σταματά ποτέ να αγαπά. Όποιος αγαπά το φίλο του όπως αγάπησε ο Χριστός συνεχίζει να αγαπά ακόμη και αν τον πρόσβαλαν ακόμη και αν τον συκοφάντησαν ακόμη και αν του προκάλεσαν κάποια υλική ζημιά, επειδή και ο Χριστός αγάπησε αυτούς που τον σταύρωσαν παρά τις αμέτρητες ευεργεσίες που τους πρόσφερε.
Συνεπώς η ψυχή του νέου, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο έχει ανάγκη για αληθινή αγάπη. Από αγάπη και αλήθεια. Όχι από επιστημονική και φιλοσοφική αλήθεια,όχι από κυρήγματα περί αλήθειας, αλλά για ομολογητές της ενσαρκωμένης αλήθειας του Θεού. Ζωντανά παραδείγματα όπου θα κατοικεί η ίδια η Αλήθεια και την οποία Αλήθεια να τη δείχνουν με την ίδια τους τη ζωή.
Εδώ φτάνουμε σε ένα άλλο πρόβλημα του σύγχρονου κόσμου που εμφανίζεται κυρίως στους νέους.
Να δώσεις μαρτυρία περί αγάπης και αληθείας είναι κάτι το φοβερό. Η ζωή ενός τέτοιου ομολογητή της Θεϊκής αγάπης και αληθείας πρέπει να μην έχει ίχνος από εγωισμό και περηφάνια να μην έχει ίχνος από ματαιοδοξία ,ζήλεια,κακία και υποδούλωση στα πάθη.
Η ζωή ενός τέτοιου ανθρώπου πρέπει να είναι σαν μια μελωδία, όπου δεν πρέπει να ακούγεται κανένα φάλτσο. Οι νέοι είναι πολύ ευαίσθητοι στη δημαγωγία και στην υποκρισία

Ο ΠΛΟΥΣΙΟΣ που δεν αγαπάμε...

Η εκκλησία γιόρταζε και πολύς κόσμος είχε έρθει για να λειτουργηθεί.Ένας γέρος μοναχός βγαίνοντας από τη Θεία Λειτουργία μαζί με κάποιους νεότερους αδελφούς άκουσε στην πόρτα ένα παιδάκι να λέει στη μαμά του:«Μαμά ένας πλούσιος με αγαπάει και εγώ δεν τον αγαπώ και ένας φτωχός δεν με αγαπάει και εγώ τον αγαπώ».
Οι νεαροί μοναχοί που άκουσαν τα λόγια του παιδιού ρώτησαν τον γεροντότερο:«Τι ήθελε το παιδί να πει με αυτόν τον λόγο»;
Και τους είπε ο γέρος μοναχός:«Πραγματικά το παιδί αυτό μου θύμισε ένα πράγμα που συμβαίνει συχνά με εμάς τους ανθρώπους.Ο Κύριος μας είναι πλούσιος και μας αγαπάει αλλά εμείς δεν θέλουμε να τον ακούμε πάντοτε.Ενώ ο εχθρός μας,ο διάβολος,είναι φτωχός και μας μισεί,αλλά εμείς ασυλλόγιστα αγαπούμε την βρωμιά του.

Τρίτη 29 Μαρτίου 2011

Για τρίτη συνεχόμενη χρονιά ανάβλυσαν μύρο τα λείψανα των μαρτύρων-θυμάτων της κομμουνιστικής θηριωδίας!!

Στις 19 Μαρτίου 2009,στο θέατρο Λουτσεάφαρουλ του Ιασίου της Ρουμανίας,παρουσία μερικών εκατοντάδων χριστιανών είχε γινει μια ομιλία με τελικό σκοπό να ξεκινησει μια καμπανια για να μαζευθούν υπογραφές υπέρ της αγιοποιησης των μάρτυρων των κομμουνιστικών φυλακών, από τη Ρουμανική Ιερά Σύνοδο(η οποία, σε αντίθεση με τους Ρώσους αρνείται να το κάνει,για πολιτικούς λόγους)
Στο τέλος της ομιλίας οι παρευρισκόμενοι προσκλήθηκαν να προσκυνήσουν ένα λειψανάκι κάποιου από τους μάρτυρες-ομολογητές του Αιουντ.
Ξαφνικά άρχισε να αναβλύζει από αυτό μύρο!

Στις 19 Μαρτίου 2010,επαναλήφθηκε η συνάντηση στο ίδιο μέρος,στο θέατρο Λουτσεάφαρουλ του Ιασίου.Στο τέλος όταν πήγαν να προσκυνήσουν τα ίδια λειψανα,άρχισε να τρέχει πάλι μύρο!
Τα λειψανάκια αυτα έχουν βρεθεί στους ομαδικούς τάφους οπου οι κομμουνιστές έριχναν τα θύματά τους,τους κρατουμένους των τρομερών φυλακών του Αιουντ.Εκεί ο π.ΙουστίνοςΔιαβάστε εδώ και Εδώ έχει φτιάξει προς τιμήν τους και ένα μνημειό .Τα λειψανάκια τα μοιράζει ως ευλογία σε ιερείς και όπου αυτός κρίνει ότι πρέπει.
Φέτος για τρίτη χρονιά στις 19 Μαρτίου έγινε στο ίδιο μέρος η συνάντηση με πολλούς ομιλητές.Μόλις τελείωσαν όλοι οι ομιλητές και οι περίπου χίλιοι παρευρισκόμενοι άρχισαν να προσέρχονται για να προσκυνήσουν τα λείψανα αυτά άρχισαν και πάλι να μυροβλύζουν.Φέτος μάλιστα ήταν δύο λειψανοθήκες!!

Ας είναι οι άγιοι αυτοί μάρτυρες ένα παράδειγμα για εμάς τους χριστιανούς των έσχατων καιρών.
Ίσως να είναι ένα σημάδι από το Θεό
Στο 2,24,16 βλέπετε τις 2 λειψανοθήκες κατα την διάρκεια των ομιλιών

Γέροντας Ιωακείμ:«Ο διάβολος βάζει να γράφουμε τόσα πολλά για τον αντίχριστο»

[ Μ.Μ.: Στην εποχή μας, Γέροντα, ο κόσμος μιλάει περισσότερο για τον αντίχριστο και πολύ λιγότερο για τον Χριστό. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Γ. Ι. : Είναι και αυτό ένα κατόρθωμα του διαβόλου. Πέτυχε να στρέψει την προσοχή των πολλών σε αυτόν. Είναι σημείο των καιρών το ότι στους εσχάτους χρόνους θα κάνει «θαύματα» εν ουρανώ και εν τη γη ο αντίχριστος, ο εξαποδώ, ο κακομούτσουνος όπως τον λέω εγώ, ο μισόκαλος και όπως τον έλεγε ο μακαριστός Γέρων Παϊσιος , το ταγκαλάκι. Το ταγκαλάκι κατόρθωσε να βάλει τους ανθρώπους να μιλούν γι’ αυτό, προετοιμάζοντας το έδαφος για την κυριαρχία του αντιχρίστου. Βιβλία πολλά γράφτηκαν περί αυτού. Ίσως βάζει ο διάβολος να γράφουν τόσα πολλά γι’ αυτόν, ώστε να πιάνει πανικός τους ανθρώπους και να μπορεί να κάνει άνετα τη δουλειά του. Πρέπει να σας πω εδώ ότι έγινε μεγάλη κατάχρηση και με τον πολυσυζητημένο αριθμό του αντίχριστου. Έγινε τόσος θόρυβος και τόση θεωρία αναπτύχθηκε περί αυτού, που οι άνθρωποι ήδη το γράψανε στη μνήμη τους και το περιμένουνε να γίνει. Εγώ νομίζω ότι ήταν λάθος ενέργειες αυτές, ότι καλλιεργήθηκε πολύ το θέμα . Εδώ ταιριάζει το ανέκδοτο που λένε για τους συμπαθέστατους Χιώτες. Έπεσε ένα γαϊδούρι μέσα στο πηγάδι και το βγάλανε και φώναζε ένας: Σιγά ρε, μη στάξει η ουρά του στο πηγάδι. Βρε, αφού ολόκληρο ήταν μέσα στο πηγάδι, η ουρά μας πείραξε; Δηλαδή, ενώ ο δαίμονας μπήκε μέσα στους ανθρώπους και γενικώς αλωνίζει, κι εμείς εκεί, με τα νούμερα! Εγώ σαν να τον βλέπω ,στα κρυφά να χορεύει και να χτυπάει το ντέφι να χορεύουμε κι εμείς! Κοίτα εκεί, συλλογίζεται, αυτά τα χαζά όλο μ’ εμένα ασχολούνται. Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και φειδωλοί σ’ αυτά τα θέματα. Πιο πολύ για τον Χριστόν να μιλάμε, τον Χριστόν να σκεπτόμαστε, ο Χριστός να μας απασχολεί, τον Χριστόν να αντιγράφουμε και τότε ο διάβολος δεν μπορεί να μας πειράξει. Ιδίως οι πιστοί άνθρωποι οι οποίοι κινούνται στον χώρο της Εκκλησίας και προσεύχονται και κοινωνούν και αγιάζονται, δεν έχουνε να φοβηθούν τίποτε από τον αντίχριστο. «Μείζων ο εν ημίν ή ο εν τω κόσμω». Ο Χριστός μας είναι ο μείζων, παρά αυτός που είναι στον κόσμο, δηλαδή ο διάβολος. Αλλ’ εγώ «πεποιθώς εν Σοι, τροπούμαι τούτον». Δηλαδή εγώ έχοντας την πεποίθηση και την δύναμη του Χριστού, νικώ τον διάβολο. Αφού λοιπόν τον νικούμε, γιατί τον φοβόμαστε; Ο Γέροντάς μου είχε ένα μπαστούνι και κτυπούσε τον διάβολο! Πάρε και αυτή, πάρε και την άλλη! Τον ρωτούσα: Γέροντα, σε ποιόν τα λες; Να, σ’ αυτόν τον …γείτονα! Εμείς έχουμε τον Τίμιο Σταυρό για να κτυπάμε τον διάβολο…
… Έχει πολλή δύναμη ο πιστός άνθρωπος, ο χριστιανός. Έχουμε όπλα στα χέρια μας, τα οποία δεν ξέρουμε να χρησιμοποιήσουμε . « Κύριε , όπλον κατά του διαβόλου τον Σταυρόν Σου ημίν δέδωκας. Φρίττει γαρ και τρέμει ,μη φέρων καθοράν αυτού την δύναμιν…». Αν έχουμε τον Σταυρό και την πίστη, τα όπλα της Εκκλησίας, δεν φοβόμαστε τον αντίχριστο. Άιντε πήγαινε από ‘κει ρε! Αν του φερθούμε έτσι, φεύγει. Αν όμως φοβηθούμε και μαζευτούμε και είμαστε περιδεείς, πάρε και αυτή, πάρε και την άλλη λέει ο διάβολος. Αντί να τον κτυπάμε εμείς, θα μας κτυπάει εκείνος και θα γίνουμε καρπαζοεισπράκτορες του διαβόλου!... ]

 Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΕΣ εν Άθω
Διδάσκει ο Άθως με την γλώσσα των Πατέρων του»
Μανώλης Μελινός
Σειρά: Πείρα Πατέρων 9

ΠΗΓΗ

Ο Αλή Πασάς και ο Άγιος Κοσμάς


«Η ιστορία  έχει καταγράψει μια τεκμηριωμένη και ασυνήθιστη  φιλία, η οποία προκαλεί έκπληξη, μεταξύ των Αλβανών και ενός πολύ γνωστού Έλληνα μοναχού: του Αγ. Κοσμά του Αιτωλού»
Τα παραπάνω σημειώνει το αλβανικό δίκτυο  Abc news, που προσπαθεί να κάνει μια προσέγγιση των Ελλήνων και των Αλβανών μέσα από μια ιστορική διαδρομή των σχέσεων του Αλή Πασά και του Άγιου Κοσμά.«Στην εποχή μας», λέει, « έχουμε συνηθίσει να ακούμε ή ακόμη και να φανταζόμαστε τα σκοτεινά σχέδια που εξυφαίνουν οι Έλληνες γείτονές μας, πίσω από την πλάτη μας»…Αλλά, αν πάμε λίγο πίσω χρονικά, θα δούμε ότι η ιστορία έχει καταγράψει μια ασυνήθιστη φιλία, που πραγματικά μας εκπλήσσει, του Αλή Πασά και ενός Έλληνα μοναχού, που είναι γνωστός ως Άγιος Κοσμάς.
Η ιστορία μας διδάσκει ότι η φιλία αυτή, συνεχίζεται και μετά την δολοφονία του Έλληνα κληρικού, αφού ο Αλή Πασάς έχτισε μια εκκλησία στον τόπο, όπου βρέθηκε δολοφονημένο το άψυχο σώμα του ιεραπόστολου Κοσμά.
Ο Αλή Πασάς είχε πρόθεση να διατηρήσει το σώμα του Άγιου Κοσμά, στο εσωτερικό της εκκλησίας.
Αυτή η εκκλησία, διατηρείται ανέπαφη στην περιοχή της Fier (κοντά στην Απολλωνία) εντελώς ανέπαφη.
Μάλιστα, επί κομμουνιστικής εποχής, έγινε μια απρόσμενη και αιφνιδιαστική  επίσκεψη ορισμένων υπουργών της Ελληνικής Κυβέρνησης με επικεφαλής τον τότε υπουργό Εξωτερικών, Κάρολο Παπούλια.
"Ο Κάρολος Παπούλιας επισκέφθηκε το ναό του Αγίου Κοσμά
όταν ήταν υπουργός Εξωτερικών"
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης, μετά από τη Θεία Λειτουργία, που κορυφώθηκε με προσκύνημα στα οστά του Αγίου Κοσμά από τους Έλληνες υπουργούς, κανείς τότε δεν είχε ζητησει την επιστροφή των οστών του στην Ελλάδα.
Το παραπάνω αποτελεί ένα  τεκμηριωμένο ιστορικό θέμα, πριν ‘αφιχθούν’ τα συναισθήματα του εθνικισμού.

«Ali Pashai, miqësi me murgun grek Shën Kozma»
Abcnews, 28.3.2011.

Δευτέρα 28 Μαρτίου 2011

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ(ΤΣΙΤΣΙΑΓΚΩΒ)

Ο Άγιος ιεράρχης Σεραφείμ Τσιτσιάγκωβ,κατά κόσμον Λεωνίδας,γεννήθηκε στις 9 Ιανουαρίου 1856 στην Αγ.Πετρούπολη.
Ο πατέρας του ήταν ο στρατηγός Μιχαήλ Νικηφόροβιτς Τσιτσιάγκωβ.Ακολούθησε στρατιωτική καριέρα φτάνοντας στον βαθμο του συνταγματάρχη.Το 1878 είχε μια συνάντηση με τον Άγ.Ιωάννη της Κροστάνδης με τον οποίο δέθηκε για όλη του τη ζωή και ο οποίος βοήθησε τον νεαρό Λεωνίδα να πάρει πολλές απαντήσεις στα ερωτήματά του.Το 1879 ο Λεωνίδας παντρεύτηκε με την Ναταλία Ντοκτούροβα,κόρη του kammerherr της αυλής του τσάρου.Απέκτησαν τέσσερα παιδιά:την Βέρα,την Ναταλία,την Αικατερίνη και τον Λεωνίδα.Έλαβε 16 παράσημα,ενώ συνέγραψε κάποιες θεωρητικές εργασίες περί της στρατιωτικής τέχνης.

Το 1890 εγκατέλειψε τη λαμπρή καριέρα του στρατηγού και εγκαταστάθηκε στη Μόσχα.Το 1893 χειροτονήθηκε διάκονος,ενώ το 1895 πέθανε η σύζυγός του Ναταλία ,μένοντας έτσι μόνος του με τέσσερα μικρά παιδιά.Τη σύζυγό του την κήδεψε στη μονή του Αγ.Σεραφείμ του Σαρώφ στο Ντιβέεβο,στον οποίο είχε μεγάλη ευλάβεια πριν ακόμη αγιοποιηθεί επίσημα(1903)Αυτό έγινε και σκοπός του μέλλοντος μητροπολίτου.

Την εποχή που έγινε αρχιμανδρίτης γράφει το ''Ιστορικό της Μονής του Σεραφείμ στο Ντιβέεβο''Επίσης συνηγόρησε στον τσάρο για να ανοιχτεί ο τάφος και για να αρχίσουν οι διαδικασίες αγιοποίησής του.Εγραψε έναν Παρακλητικό Κανόνα του Αγίου και έναν σύντομο ''Βίο''του.Επίσης συμμετείχε στην ανάγνωση του Συνοδικού Τόμου αγιοποιήσεώς του Αγ.Σεραφείμ στις 29 Ιανουαρίου 1903.

Ο Αγ.Σεραφείμ το 1913 στη Μονη Χιρμπόβατς
Την άνοιξη του 1898 έγινε μοναχός με το όνομα Σεραφείμ αφού πρώτα εμπιστεύτηκε την ανατροφή των παιδιών του σε κάποιες οικογένειες. Το 1899 η Ιερά Σύνοδος τον όρισε ηγούμενο στην Μονή του Σωτήρος Χριστού στο Σούζνταλ,το οποίο καθοδήγησε για 5 χρόνια.Ο ζήλος του,η φιλακολουθία του και οι οργανωτικές ικανότητες που επέδειξε στη μονή αυτή,τράβηξαν την προσοχή της Συνόδου,η οποία το 1904 τον όρισε ηγούμενο σε μία από τις 7 σταυροπηγιακές μονές της Ρωσικής Ιεράς Συνόδου,στην Μονή της Νέας Ιερουσαλήμ.Το 1905 χειροτονείται επίσκοπος Σουχούμι,ενώ μεταξύ 1906-1908 ήταν επίσκοπος Όρελ και Σεβ,μια επισκοπή της επαρχίας Μόσχας.
Ο Αγ.Σεραφείμ(Τσιτσιάγκωβ)το 1912
Στις 16 Σεπτεμβρίου 1908 εκλέγεται επίσκοπος Κισίβου.Φτάνει στο Κίσιβο στις 28 Οκτωβρίου και βρίσκει την επαρχία σε μια αξιολύπητη κατάσταση.Σε σύντομο χρονικό διάστημα καταφέρνει να αναζωογονήσει και να ανανεώσει την πνευματική ζωή των πιστών,αλλά και του κλήρου και του λαού,πρώτα απ'όλα με το προσωπικό του παράδειγμα
Είχε πολύ μεγάλη ευλάβεια στην Παναγία του Χίρμποβατς,μπροστά στην οποία προσευχόνταν καθημερινά.
Το 1914 ο π.Σεραφείμ εκλέχθηκε επίσκοπος Τβίρ όπου και τον βρήκε η επανάσταση των μπολσεβίκων.Ο πατριάρχης Τύχων,γνωρίζοντας τον μόχθο που είχε καταβάλει στις επαρχίες του αλλά και την βαθιά ευλάβειά του,αποφασίζει να τον βγάλει εκτός Ρωσίας  και τον ορίζει Μητροπολίτη Βαρσοβίας και Πρίβισλένσκ για να ποιμάνει το εκεί ορθόδοξο ποιμνίο.Οι νέες αρχές δεν τον αφήνουν όμως να φύγει.Μέχρι το 1920 μένει στην σκήτη Τσερνιγκώβ κοντά στο Σεργκέεβ Πόσαντ.Εν τω μεταξύ ανταλλάσει μυστική αλληλογραφία με Πολωνούς διπλώμάτες.
Το 1921 συλλαμβάνεται και καταδικάζεται σε 2 χρόνια φυλάκισης στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Αρχαγγέλσκ.
Η εικόνα του Αγ.Σεραφείμ του Σαρώφ την οποία αγιογράφησε ο ΆγΣεραφείμ Τσιτσιάγκωβ
Μετά από πολλά χρόνια επιστρέφει στον τόπο καταγωγής του που είχε πια ονομαστεί Λένινγκραντ όπου κατεστάθη ως μητροπολίτης.Στις 14 Οκτωβρίου 1933 αποσύρθηκε και αποτραβήχθηκε κοντά στη Μόσχα σ'ένα σπιτάκι.Εδώ γράφει εκκλησιαστική μουσική,αγιογραφεί προσεύχεται έχοντας μπροστά στα μάτια του την εικόνα του Αγ.Σεραφείμ την οποία ο ίδιος είχε αγιογραφήσει.

Το 1933 το NKVDτον συνέλαβε.Τον μετέφεραν στην φυλακή Ταγκάνκα με ασθενοφόρο.Τον κράτησαν εκεί μερικές εβδομάδες.Τον ταπείνωναν επανειλλημένως και του ζητούσαν να αναγνωρίσει τις ''αντιεπαναστατικές'' του πράξεις και ν'αρνηθεί τον Χριστό.Ο γέροντας δεν υποχώρησε.

Εκτελεστηκε στις 28 Νοεμβρίου/ 11 Δεκεμβρίου 1937 στο Μπούτοβο.
Η ανηψιά του Σεραφείμα Τσιτσιάγκοβα,ηγουμένη της Μονής Νοβοντέβιτσι της Μόσχας έγραψε βιβλίο με τον βίο του

www.proskynitis.blogspot.com/ΠΗΓΗ

Άν βαριέσαι την προσευχή(Διάλογος μ'έναν ασκητή)

Γέροντα, πολλές φορές, όταν πάω να προσευχηθώ, χίλιες δύο δουλειές μού παρουσιάζονται. Τι να κάνω;
- Όχι, παιδί μου. Δεν πρέπει να σταματάς τότε την προσευχή σου. Να θυμάσαι ότι με όλα αυτά "δοκιμάζει" ο Θεός αν έχουμε πραγματικά διάθεση για προσευχή. Οπότε, αν προσπαθήσεις και επιμείνεις στην προσευχή, έρχεται ο Θεός σε βοήθεια και σκορπάει όλες τις δυσκολίες.
Πολλές φορές, γέροντα, πάω να κάνω προσευχή και βαριέμαι!
- Όλα αυτά είναι του πονηρού, παιδί μου, που προσπαθεί να μας νεκρώσει πνευματικά. Αλλά εμείς δεν πρέπει να σταματάμε. Άκου αυτή την ιστορία απ'το γεροντικό: Υπήρχε κάποιος μοναχός και κάθε φορά που ήταν να κάνει την προσευχή του, τον έπιανε ρίγος και πυρετός και το κεφάλι του πονούσε. Και έτσι έλεγε μέσα του: "Να. Είμαι άρρωστος και κοντεύω να πεθάνω. Ας σηκωθώ, λοιπόν, πριν πεθάνω και ας κάνω την προσευχή". Μ'αυτό, λοιπόν, τον λογισμό βίαζε τον εαυτό του και έκανε την προσευχή. Και μόλις τελείωνε η προσευχή, τελείωνε και ο πυρετός. Και πάλι μ'αυτό το λογισμό, ο μοναχός αντιστάθηκε και έκανε την προσευχή και έτσι νίκησε -με τη Χάρη του Θεού- τον πονηρό... Αυτό, παιδί μου, είναι παράδειγμα για όλους μας

Κυριακή 27 Μαρτίου 2011

Ο γερο-Κώστας ο δια Χριστόν σαλός

Ο γερο Κώστας, όπως τόν απαθανάτισε ο φακός του Γερμανού Χρυσοστόμου Ντάμ, πού ἔγραψε βιβλίο γιά τό Ἅγιον Ὄρος πρό πεντηκονταετίας.
Στίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ ’70 ἄφησε τήν τελευταία του πνοή στόν μάταιο τοῦτο κόσμο καί πῆγε κοντά στόν Δεσπότη Χριστό ὁ γερο Κώστας. Ἕνα γεροντάκι μέ πολύ παράξενη ζωή...
Ἀναφέρει γι’ αὐτόν καί ὁ γερο Παΐσιος στό βιβλίο του «Ἁγιορείτες πατέρες καί Ἁγιορείτικα». Ζοῦσε σέ ἕνα μισοερειπωμένο δωμάτιο στό ἔρημο, τότε, Κελλί τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Φιλαδέλφου. Τρύπωσε μέσα ἀπό μόνος του, χωρίς χαρτιά καί διαδικασίες - ποιός ἄλλωστε θά τόν πείραζε; ἦταν σέ ἀθλία κατάσταση τό κτήριο.
Κανείς δέν ἤξερε ἄν ἦταν μοναχός ἤ ὄχι. Γυρνοῦσε μέ κάτι κουρελιασμένα ροῦχα κοσμικά ἀλλά φοροῦσε πάντα ἕνα ψηλό μάλλινο καλογερικό σκουφί, ἀπ’ αὐτά πού ἔφτιαχναν παλιά στή Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης. Ὅποτε τόν συναντοῦσες, ὅλο κάτι παράξενα καί τρελά μισόλογα μουρμούριζε, μέ ἀποτέλεσμα νά θεωρεῖται ἀπό τούς ἀνθρώπους ὡς τρελλός. Ἀλλά μάλλον αὐτό ἐπεδίωκε ὁ γερο Κώστας. Μετά τό θάνατό του βρῆκαν στό μέρος πού κούρνιαζε - χωρίς ποτέ βέβαια νά ἔχει ζέστη - βιβλία τῆς Ἐκκλησίας, Παρακλητική, Ὡρολόγιο καί Τριώδιο.
Δίπλα του ξάπλωνε τά βράδυα καί ἕνας γέρος σκῦλος, πού ἔκανε παρέα στόν ἀθλητή τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό ὅμως εἴχε σάν ἀποτέλεσμα νά γεμίσει ψύλλους, πανηγύρι σωστό ἔκαναν τά αἱμοβόρα ζωύφια πάνω του. Τόν ἔπαιρνε ὁ μακαρίτης παπα Γαβριήλ ὁ Μακαβός καί τόν...περιέλουζε μέ ψυλλόσκονη, γιά νά τόν βοηθήσει νά γλυτώσει λίγο τό βάσανο πού τοῦ προξενοῦσαν τά ἔντομα αὐτά. Καθόταν μακάρια ὁ γερο Κώστας... Ὅτι νά τοῦ ἔκαναν δέν διαμαρτυρόταν, οὔτε κἄν τόν ἔνοιαζε! Ἄλλοτε τόν κάθιζαν κάτω καί τοῦ ἔκοβαν τά μαλλιά καί τά γένεια, γιατί ἀπό τήν ἀπλυσία καί τήν σκόνη γίνονταν σάν πέτρα καί τοῦ τράβαγαν τό δέρμα. Ἀτάραχος αὐτός! Σάν νά εἴχε ἀλλοῦ τό νοῦ του, σέ πιό σημαντικά πράγματα...
Συχνά πήγαινε στή Μονή Κουτλουμουσίου, ὅπου ἐκεῖ ὁ παπα Κύριλλος ὁ ἀρχοντάρης τοῦ ἔδινε φαγάκι καί κουμπάνιες (προμήθειες) νά πάρει καί μαζί του. Τόν εἶχε θάρρος καί μιά φορά τόν ρώτησε:
-Ἕλα βρέ γερο Κώστα πές μου! Εἶσαι μοναχός;
-Ναί.
-Πού ἔγινε ἡ κουρά σου;
-Στή Μονή Διονυσίου.
-Πῶς σέ λένε;
-Ἀκάκιος μοναχός.
-Ἀπό ποῦ εἶσαι;
-Ἀπό τά νησιά.
-Ἀπό ποῦ;
-Ἀπό τή Ρόδο.
-Πότε ἤρθες στό Ὄρος;
Καί ἄρχισε πάλι τίς ἀσυναρτησίες του ὁ μακάριος ἄνθρωπος. Σού λέει..πολλά εἴπαμε! Φτᾶνει!
Τόν ἱερομόναχο αὐτόν τόν εἶχε εὐλάβεια ὁ γερο Κώστας. Μιά μέρα περνοῦσε ἀπ’τίς Καρυές, ἀπό τά μαγαζιά μπροστά καί εἶδε τόν παπᾶ αὐτόν νά γελᾶ μέ κάποιο ἀστεῖο πού τοῦ εἶπαν. Πηγαίνει κοντά καί τοῦ ψυθιρίζει:
-Ὁ μοναχός δέν πρέπει νά γελᾶ, καί μάλιστα ὁ νέος!
-Τί εἶπες;
Ξαφνιάστηκε ὁ ἱερομόναχος μέ τήν ὁρθή παρατήρηση ἀπό τόν «παράφρονα» γερο Κώστα. Ἀλλά ἐκεῖνος ἀπομακρύνθηκε ξαναρχίζοντας πάλι τά παράξενα λόγια του καί τίς ἀσυναρτησίες....
Ἀναφέρει ὁ γερο Παΐσιος ὅτι ἔμπαινε στά μαγαζιά τῶν Καρυῶν καί ἔπαιρνε σιωπηλά καμμιάν ἐλιά στό χέρι, ἔτσι ἀπλά, σάν τό πουλάκι, ἀλλά οἱ μαγαζάτορες τόν ἀγαποῦσαν καί θεωροῦσαν εὐλογία τό πέρασμά του.
Ἀπό κάποιους πού δέν κατάλαβαν τήν σαλότητα πού ὑπεδύετο θεωρήθηκε ὅτι χρειάζεται ἰατρική παρακολούθηση καί, δυστυχῶς, τόν μετέφεραν στήν Θεσσαλονίκη ὅπου χάθηκαν τά ἴχνη του. Κανείς δέν ἔμαθε τί ἀπέγινε, πού ἐτάφη. Ὁ ἥσυχος ἀσκητής, τό μακάριο αὐτό πτηνό τῆς ἐρήμου χωρίς γογγυσμό ἄφησε τό Ὄρος καί τόν κόσμο καί μεταφέρθηκε στήν ἀγκαλιά τοῦ Χριστοῦ, γιά τόν ὁποῖο τόσα ὑπέμεινε.

Σάββατο 26 Μαρτίου 2011

Η Γερόντισσα της Κέρκυρας

Η φορητή εικόνα της Παναγίας αγιογραφήθηκε στην Αθήνα σύμφωνα με τις επιθυμίες και προ-σχέδιο γνωστής οικογένειας της Κέρκυρας. Είναι βασισμένη σε εικόνα του Αγ. Όρους με το όνομα «Η Παναγία του Περιβολίου», της κατεξοχήν περιοχής που είναι αφιερωμένη στην Παναγία. 
Η Θεοτόκος εικονίζεται ολόσωμη σε πλούσιο χρυσό φόντο, να στέκεται πάνω στο νησί της Κέρκυρας, και στα πόδια Της φαίνεται η εκκλησία μας, η Παναγιοπούλα. 
Η παράσταση της Παναγίας είναι από τις λίγες που η Μητέρα του Θεού δεν κρατάει το Ιερό Βρέφος. Το φωτοστέφανο που περιβάλλει την κεφαλή της Παναγίας είναι λεπτοδουλεμένο, γεγονός που τονίζει το Θείο Φως.
 Τρεις άγιοι του νησιού, ο Άγιος Σπυρίδων, η Αγία Θεοδώρα και ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης εικονίζονται να ευλογούν το νησί από μία ουράνια νεφέλη. 
Το βλέμμα του προσώπου της Θεοτόκου, ο χιτώνας Της, τα χρώματα της εικόνας και σύμβολα όπως τα αστέρια στο ωμοφόριο Της είναι όλα αγιογραφημένα σύμφωνα με την παραδοσιακή Βυζαντινή εικονογραφία. Βλέπουμε, επί παραδείγματι, στον Χιτώνα της Παναγίας μπλε χρώμα για την επίγεια ζωή, και κόκκινο για την ουράνια ζωή.
Είναι περίπου 400 χρόνια που η Παναγία, με τις πρεσβείες και των αγίων, προστατεύει το Μετόχι μας. Έτσι θα μας ευλογεί και η ιερά εικόνα της «Γερόντισσας της Κέρκυρας», όνομα που διάλεξε για την εικόνα ο Γέροντας της Ιεράς Μονής Πλατυτέρας.

Έχετε δει μεγαλύτερο Άγιο Δισκοπότηρο;




Οι φωτογραφίες είναι από την Αρχιερατική Θεία Λειτουργία που έλαβε μέρος στις 28 Ιουλίου 2010 στο Κίεβο,ημέρα μνήμης του Αγίου Βλαδιμήρου
Περισσότερες φώτο  www.mospat.ru

Η χαρμολύπη του Σταυρού(Κυριακή Σταυροπροσκύνησεως)

ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΑ ΜΟΝΗ ΝΤΕΤΣΑΝΙ
Αν ερωτήσουμε τον κόσμο μας, αλλά και τον εαυτό μας, πώς εννοούμε την σχέση με το Χριστό, θα διαπιστώσουμε ότι την περιορίζουμε στο επίπεδο του «δούναι και λαβείν». Πιστεύουμε σε έναν Θεό για να μας δίνει αυτός και να λαμβάνουμε εμείς. Κι έτσι θεωρούμε ότι ο Σταυρός ήταν ο δρόμος του Θεού. Δεν είναι ο δικός μας. Έχουμε δημιουργήσει έτσι μία πίστη η οποία φορτώνει τις ευθύνες για την αιωνιότητα, αλλά και γι’ αυτόν τον κόσμο στον Εσταυρωμένο Θεό. Εκείνος μας αγαπά. Εκείνος θυσιάστηκε για μας. Εκείνος μας τα δίνει όλα. Εμείς δεν έχουμε να κάνουμε τίποτε άλλο, παρά να πιστεύουμε σ’ Αυτόν. Να ζητάμε την κατανόησή Του στη ζωή μας. Να προνοεί για μας. Να μας εξασφαλίζει και τα αγαθά της αυτάρκειας και την άφεση για τις αμαρτίες μας και την αιωνιότητα.
 
Γι’ αυτό και η απομάκρυνσή μας από το εκκλησιοκεντρικό ήθος. Εκκλησία για τον κόσμο μας, ίσως και για τους περισσότερους από εμάς, είναι οι επίσκοποι, οι ιερείς, οι μοναχοί. Αυτοί πρέπει να δίνουν κι εμείς να λαμβάνουμε. Αυτοί πρέπει να σηκώνουν τον σταυρό και τον δικό τους και τον δικό μας, για να μπορούμε εμείς να συνεχίζουμε ανέφελα τη ζωή μας. Αυτοί φέρουν την ευθύνη. Αυτοί μας τα δίνουν όλα. Αυτοί είναι οι εκπρόσωποι του Θεού στον κόσμο. Επομένως, αυτοί φέρουν τα βάρη της επιτυχίας, της αποτυχίας, της ευθύνης. 
Όμως ο Σταυρός του Κυρίου μας δείχνει τις αληθινές διαστάσεις τόσο της σχέσης μας με το Χριστό, όσο και του τι είμαστε εμείς στην Εκκλησία. Η σχέση προϋποθέτει επιθυμία. Για να σχετιστώ με το Χριστό, δεν αρκεί εκείνος να θέλει να έχει σχέση μαζί μου. Δεν αρκεί εκείνος να σταυρώνεται για μένα. Δεν αρκεί εκείνος να με αγαπά. Δεν αρκεί εκείνος να έχει την ευθύνη για μένα και τη σωτηρία μου. Χρειάζεται να τον αναζητώ και εγώ. Να επιθυμώ να σχετιστώ μαζί Του. Και η σχέση είναι προσωπική με τον καθέναν μας. Γιατί ο Χριστός απευθύνθηκε και απευθύνεται συνεχώς στην ελευθερία μας. Και η ελευθερία δεν μπορεί να νοηθεί χωρίς την ευθύνη για την σχέση μαζί Του, αλλά και για κάθε σχέση με τον κόσμο και τον άνθρωπο. 


«Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν». (Μάρκ. 8,34) Λόγος χαράς, αλλά και λόγος λύπης. Πού ανήκω; Θέλω; Αν ναι, πώς το δείχνω στη ζωή μου; Αν όχι, ο σταυρός παραμένει εντός του ναού, αλλά όχι εντός της ψυχής μου. Τον βλέπω, τον προσκυνώ, τον τιμώ, αλλά δεν με μεταμορφώνει. Και ίσως είναι το δυσκολότερο βήμα αυτό. Να μην μπορώ να μεταμορφωθώ εν αγάπη, να μην μπορώ να ακολουθήσω Αυτόν που με καλεί από τον Γολγοθά Του. Αλλά δεν περιορίζεται εκεί η λύπη. Ακόμη κι αν λέω το ναι, δεν είμαι πάντοτε έτοιμος να ακολουθήσω τα επόμενα βήματα που ο Χριστός μου ζητά.


«Απαρνησάσθω εαυτόν». Δεύτερος λόγος χαράς, δεύτερος λόγος λύπης. Το να απαρνηθείς τον εαυτό σου σημαίνει να μην βάζεις το «εγώ» σου στη θέση του κέντρου όλου του κόσμου, αλλά να βάζεις το θέλημα του Θεού, τον δρόμο της αγάπης, της παραίτησης από τα δικαιώματά μας, χάριν των άλλων, τον δρόμο της άσκησης, της αρετής, της προσφοράς, ώστε τόσο σε συλλογικό-κοινωνικό επίπεδο, όσο και στη σχέση σου με τον Θεό, να μπορείς να λες «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» (Γαλ. 2, 20). Και όταν μέσα σου ζεις και πορεύεσαι κατά τον λόγο και το θέλημα του Χριστού, τότε μπορείς να συνυπάρξεις με τους άλλους όντας άνθρωπος που γνωρίζεις να μοιράζεσαι, να ανέχεσαι και να συγχωρείς, να πορεύεσαι εν αγάπη. Η σχέση με το Χριστό που οδηγεί στην απάρνηση του εαυτού μας μάς δίνει την χαρά της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος. Ο άνθρωπος ο οποίος αθλείται κατά Θεόν, αγωνίζεται να αποκρούει τους λογισμούς του, να εκριζώνει τα πάθη του, να μην αφήνει το «σαρκικό φρόνημα» να τον κυριεύει, βιώνει την χαρά και την ευλογία να κάνει πράξη το θέλημα του Θεού, υπακούει σ’ Αυτόν. Σώζεται και, ταυτόχρονα, σώζει. 


Όμως ένας τέτοιος δρόμος κρύβει λύπη. Γιατί δεν είναι μόνο ότι ζούμε σε έναν κόσμο και σε έναν πολιτισμό που αποθεώνει το «εγώ» μας, τον εαυτό μας, τα δικαιώματά μας. Ζούμε και σε έναν κόσμο που τείνει να θανατώνει καθημερινά το Θεό. Είτε μετατρέποντάς τον σε θρησκεία, δηλαδή σε απλή παράδοση, σε έθιμα, στη νοοτροπία του «για το καλό του χρόνου», είτε βλέποντάς τον ως μια Ανώτερη δύναμη, που δεν ασχολείται με τη ζωή μας, το πολύ-πολύ να μας δώσει ό,τι της ζητούμε, γιατί μπορεί να το κάνει, ή να μας περιμένει στην άλλη ζωή για να μας υποδεχθεί μαγικά, εφόσον δεν κάναμε τίποτε κακό, δεν πειράξαμε κανέναν, ενώ σε ό,τι αφορά στις όποιες αμαρτίες μας, «έτσι κάνουν όλοι». Είτε θεωρώντας την σχέση μας μαζί Του ως κατάλοιπο μιας παιδικής αθωότητας, που μας επιστρέφει συναισθηματικά στο παρελθόν μας, ίσως και μας συγκινεί, αλλά δεν αλλάζει την ύπαρξη και τον τρόπο ζωής μας.
Αυτή η νοοτροπία, σε συνδυασμό με την εκ φύσεώς μας κατάσταση η κύρια έγνοια να είναι ο εαυτός μας, ο οποίος έχει να παλέψει πρωτίστως με τον θάνατο, όχι μόνο τον βιολογικό, αλλά και εκείνον που μας προκαλούν οι άλλοι άνθρωποι, οι οποίοι είναι υπαίτιοι για τις αποτυχίες μας ή δεν μας επιτρέπουν να πραγματώσουμε τα όνειρά μας ή να ικανοποιήσουμε τις επιθυμίες μας -και αυτά όλα είναι μικρότεροι ή μεγαλύτεροι θάνατοι στη ζωή μας-, αυξάνουν την λύπη της επιλογής να τον απαρνηθούμε ή δεν μας επιτρέπει να προχωρήσουμε σε μια τέτοια κίνηση. Μόνο η αγάπη μπορεί να μας υποδείξει τον τρόπο και να μας κάνει να νικήσουμε την λύπη. «Εν τω κόσμω θλίψιν έξητε . αλλά θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμον» (Ιωάν. 16,32), μας λέει ο Χριστός


«Αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι». Τρίτος λόγος χαράς, τρίτος λόγος λύπης. Υπάρχει χαρά στο να σηκώνει κανείς τον σταυρό του και να ακολουθεί τον Χριστό στον Γολγοθά; Ναι, είναι η χαρά ότι δεν είμαστε μόνοι μας, αλλά ακολουθούμε τον ίδιο τον Θεό. Είναι η χαρά ότι όσο κι αν είναι βαρύς ο κόπος, έχουμε τον Χριστό, ο Οποίος μας συνδράμει και ο Οποίος μας οδηγεί στην Ανάσταση. Γιατί δεν είναι ο Σταυρός το τέρμα, αλλά το πέρασμα από τον θάνατο στη Ζωή. Και ο Χριστός είναι «η Ανάστασις και η Ζωή» (Ιωάν. 11, 25). Όποιος πιστεύει σ’ Αυτόν, «καν αποθάνη, ζήσεται» (Ιωάν. 11, 26). Συμφέρει μάλιστα να πεθάνει κανείς για τον Κύριο. Όπως ο κόκκος του σίτου, αν δεν πεθάνει, αν δεν ταφεί κάτω από την γη, μόνος μένει. Αν όμως πεθάνει, «πολύν καρπόν φέρει» (Ιωάν. 12, 24).


Και θάνατος δεν είναι το μαρτύριο ή το βιολογικό τέλος, όπως πολλοί νομίζουν. Θάνατος είναι η νέκρωση των παθών. Θάνατος είναι εκείνα τα μικρότερα ή μεγαλύτερα ΟΧΙ τα οποία καλούμαστε να αντιτάξουμε στις επιθυμίες της απάτης. Σταυρός είναι το να μπορούμε να συγχωρούμε όλους αυτούς που δεν μας καταλαβαίνουν. Όλους αυτούς που δεν είναι όπως εμείς θα θέλαμε. Όλους αυτούς που δεν μας αγαπούνε και μας κάνουν να πονούμε. Όλους αυτούς που μας περιθωριοποιούν, γιατί πιστεύουμε. 
Χαρμολύπη φέρει ο Σταυρός στη ζωή μας. Γιατί μας υποδεικνύει τι είναι αληθινά η χριστιανική ζωή. Ιδίως σ’ αυτόν τον δύσκολο κόσμο, στον οποίο ζούμε, καλούμαστε να μην καταβαλλόμεθα ούτε από την ψευδαίσθηση ότι η πίστη μας εξασφαλίζει την γαλήνη, την ηρεμία, την ανάπαυση και ότι δεν πρόκειται να περάσουμε καμία δοκιμασία στη ζωή μας, αλλά ούτε και από την αίσθηση ότι επειδή πιστεύουμε, όλα μας τα προβλήματα έχουν λυθεί ή δεν υποφέρουμε από την αμαρτία και τον θάνατο. Ζούμε όμως μέσα από τον Σταυρό την οδό της ανάστασης και της αγάπης του Θεού. Κι εδώ είναι η ευθύνη μας ως χριστιανοί, όλοι μας ανεξαιρέτως, κλήρος και λαός. Να δώσουμε αυτήν την μαρτυρία της ανάστασης με την πίστη, τα έργα, τη ζωή μας εντός της Εκκλησίας. Για να γίνει και για μας ο Σταυρός από πηγή πόνου, δοκιμασίας, θανάτου, «ζωή και Ανάστασις».