Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2022

«Εἶμαι γενικός ἐφημερεύων ἰατρός στό “Κρατικό Νοσοκομεῖο Νοσημάτων Θώρακος”, τήν ἡμέρα πού οἱ σιδερόφρακτες φάλλαγγες τῶν Γερμανοιταλῶν μπαίνουνε στήν Ἁθήνα....

Απόσπασμα από το βιβλίο
ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΧΑΜΑΚΙΩΤΗΣ
1891 - 1967
Στά βήματα τῆς ἁγιότητας


 «Εἶμαι γενικός ἐφημερεύων ἰατρός στό “Κρατικό Νοσοκομεῖο Νοσημάτων Θώρακος”, τήν ἡμέρα πού οἱ σιδερόφρακτες φάλλαγγες τῶν Γερμανοιταλῶν μπαίνουνε στήν Ἁθήνα. Ἁπερίγραπτος ὁ πανικός· ὁ κόσμος τά ’χει χαμένα. Λίγοι διατηροῦσαν μιά σχετική ψυχραιμία.

  Ἡ φυγή πού εἶναι ἡ πρώτη καί χειρότερη ἐκδήλωση τοῦ πανικοῦ ἀρχίζει νά μέ κυριεύει. Δύο φορές πέταξα τήν μπλούζα μου, δύο φορές τήν ξαναφόρεσα… Θά μείνω πιστός στό χρέος μου. Ἔτσι μοῦ λέει ἡ συνείδησή μου… Χαλασμός κόσμου ἀπό ἀεροπλάνα, τάνκς, αὐτοκίνητα, μοτοσυκλέτες. Κατέβαιναν ἀπό τά βόρεια προάστια πρός τήν Ἁθήνα. Μαυρίλα στόν οὐρανό, στίς ψυχές μας. Τό μίσος ἀντικατέστησε τόν τρόμο. Ἐκδίκηση διαδέχτηκε τό μίσος, καί ὅλα μαζί φέραν ἕνα κλάμα, ἕνα παράπονο. Καί ἔφτανε τό παράπονο στόν οὐρανό, γέμιζε τήν γῆ, τά κτίρια τοῦ Νοσοκομείου, τούς ἀνθρώπους, ἀρρώστους καί προσωπικό, ἔμπαινε βαθιά μέσα τους, στήν καρδιά τους πού ἔτρεχε αἷμα, στά μάτια τους, πού δέν ἔβλεπαν ἀπ’ τά δάκρυα…

 Μέ καλεῖ ἐπειγόντως ὁ Γενικός Διευθυντής στό γραφεῖο.
– Μή ξεχνᾶτε, μοῦ λέει, πώς σήμερα εἶστε ὁ γενικός ἐφημερεύων ἰατρός τοῦ Ἱδρύματος. Ὅ,τι καί ἄν συμβεῖ θά μείνουμε καί οἱ δύο στίς ἐπάλξεις μέχρις ἐσχάτων! Ψυχραιμία! Καί μόνη κυρίαρχη σκέψη μας τό ΚΑΘΗΚΟΝ!
Σηκώνεται καί πιάνοντάς μου τούς ὤμους μέ τά δύο του χέρια μοῦ λέει σέ τόνο ἀποφασιστικό πού δέν ἐπέτρεπε καμιά ἀντίρρηση:
– Ἄκου τήν πρώτη ἐμπιστευτική διαταγή μου: Στόν οἶκο ἀδελφῶν τοῦ Νοσοκομείου μας (νεόκτιστο κτίριο ἀχρησιμοποίητο ἀκόμα) νά μεταφερθοῦν τώρα ἀμέσως τούτη τή στιγμή βαρέως πάσχοντες ἐκ τοῦ στρατιωτικοῦ περιπτέρου, τάχιστα ὅμως, ἐπανέλαβε.
Κλείνει τήν πόρτα καί μοῦ ἐξηγεῖ·
– Αὐτοί, οἱ Γερμανοί, μόλις ἔρθουν, θά ἐπιτάξουν τά κτίρια Νοσοκομείων. Μή βροῦν ἄδειο τόν οἶκο ἀδελφῶν. Θά μᾶς τόν πάρουν! Τήν φυματίωση τήν φοβοῦνται. Ὅλοι νά εἶναι βαριά ἄρρωστοι! Μπῆκα στό νόημα. Θαύμασα τήν εὐψυχία, τόν πατριωτισμό, τήν ἀποφασιστικότητα τοῦ Γενικοῦ, τοῦ Μάνθου Μ.
Ὡς τό μεσημέρι, εἴκοσι δύο βαριά ἄρρωστοι εἶχαν τοποθετηθεῖ σέ θαλάμους δεξιά καί ἀριστερά τῆς κυρίας εἰσόδου τοῦ οἴκου ἀδελφῶν.

  Τήν ἄλλη μέρα τό πρωΐ δέν πρόφθασα νά παραδώσω ἐφημερία, ὅταν κυριολεκτικά εἰσέβαλαν στό Νοσοκομεῖο μέ δαιμονιώδη θόρυβο τέσσερις γερμανικές μοτοσυκλέτες μέ ὀκτώ ἐνόπλους Γερμανούς. Σταμάτησαν μπροστά στά γραφεῖα τοῦ Νοσοκομείου, ἐφρούρησαν οἱ δύο στήν εἴσοδο καί οἱ ὑπόλοιποι ὁδηγήθηκαν ἀπό τόν θυρωρό στό γραφεῖο τῆς Γενικῆς Διεύθυνσης. Χαιρέτησαν στρατιωτικά τόν Διευθυντή,πού ψυχρότατα ἀνταπέδωσε τόν χαιρετισμό, καί εὐθύς ἀμέσως μᾶς ἐπέδειξαν πλῆρες σχεδιάγραμμα τοῦ Νοσοκομείου, ὅπου ὁ οἶκος τῶν ἀδελφῶν ξεχώριζε μέ κόκκινο μελάνι.

  Ὁ Γενικός μοῦ ἔδωσε ἐντολή νά τούς ὁδηγήσω στό κτίριο.Ὅταν ἀνεβαίναμε τίς λίγες μαρμάρινες σκάλες τῆς εἰσόδου οἱ ἄρρωστοι, πού εἶχαν μέ τρόπο εἰδοποιηθεῖ,ἄρχισαν νά βήχουν· ἕνας ἀπ’ αὐτούς μάλιστα περιφερόταν στό διάδρομο μπροστά στήν κυρία εἴσοδο αἱμοπτύων. Ἦταν ἕνα παλληκάρι πού εἶχε γυρίσει ἄρρωστο ἀπ’ τά βουνά τῆς Ἁλβανίας.
Οἱ Γερμανοί ἀμέσως σηκώθηκαν καί ἔφυγαν.
Θά σκέφτηκαν ἴσως –καί εὐτυχῶς– ὅτι ἔκαναν κάποιο λάθος. Εἶπε ὁ διερμηνέας: κακή πληροφορία, λάθος!…
– Γιά μᾶς εἶναι μιά μικρή νίκη έναντίον τῶν Γερμανῶν, μοῦ ψιθύρισε στό αὐτί ὁ Γενικός, καί εὐχαριστημένος συνέχισε: Ἐμεῖς πρῶτοι ἀρχίσαμε τήν ἀντίσταση. Μπραβο μας!…

 Μέ τήν εἴσοδό τους οἱ Γερμανοί ἐπίταξαν τό Σισμανόγλειο καί ἔδωσαν διαταγή ν’ ἀδειάσει ἐντός εἰκοσιτετραώρου. Σέ σύσκεψη πού ἔγινε νύχτα στό Ὑπουργεῖο ἀποφασίστηκε νά μεταφερθοῦν ὅσοι ἀπό τούς ἀσθενεῖς δέν μποροῦν νά πᾶνε στά σπίτια τους στό νοσοκομεῖο μας. Βάλαμε κρεβάτια παντοῦ καί στούς διαδρόμους καί στίς παράγκες καί στά ὑπόγεια… Ἡ κούραση, ἡ ἔνταση μέ τσάκιζε.
 Ὁ π. Ἁθανάσιος δέν σταματοῦσε νά μέ ἐνισχύει.
– Μή φοβᾶσαι, γιατρέ. Ὁ Θεός δέν θά μᾶς ἀφήσει. Θά μᾶς προφυλάξει.
Τά πράγματα δυσκολεύουν ἀκόμη περισσότερο. Ἁραίωσαν οἱ ἄνθρωποι στούς δρόμους· τά ἐλάχιστα τρόφιμα χάθηκαν κι αὐτά ἀπ’ τήν ἀγορά.
– Ὅταν ὁ ὑπερσιτισμός γίνει ὑποσιτισμός καί ὅταν ὁ ὑποσιτισμός γίνει πείνα, τότε τί γίνεται;

 Ἦταν Σεπτέμβριος τοῦ 1941 ὅταν ἔλειψε καί τό κομμάτι τοῦ ψευτοψωμιοῦ πού μᾶς ἔδιναν. Στό Νοσοκομεῖο τό συσσίτιο περιορίστηκε σέ μιά ἀλάδωτη φασολάδα. Οἱ δίαιτες πᾶνε περίπατο. Τό πρωινό φασκόμηλο ἤ τσάι τοῦ βουνοῦ μέ μισό κουταλάκι πετιμέζι. Τό βραδινό νερόσουπα πάστα (πού δέν τῆς βρίσκεις μέ τό κουτάλι οὔτε σπυρί), καί πολλές φορές τίποτα. Οἱ θάνατοι αὐξήθηκαν 100% μέχρι τέλους Αὐγούστου. Λένε πώς ἡ στατιστική τοῦ Σεπτεμβρίου δέν θά ἀνακοινωθεῖ. Στήν κλινική μας τά πιό βαριά περιστατικά δέν ἄντεξαν. Ἡ πείνα ἄρχισε νά καταβάλλει τό προσωπικό καί δέν ἀποδίδει. Τά πάντα μπαίνουν σέ μιά χαλάρωση.
Οἱ νέες ἄρρωστες, πού πολλές ἀπ’ αὐτές εἶναι ἀπό τά γνωστά ὀνόματα τῶν Ἁθηνῶν, δείχνουν μιά συμπόνια ἀληθινά χριστιανική, γιατί ὅσες ἀπ’ αὐτές ἐνισχύονται μέ τρόφιμα ἀπ’ τά σπίτια τους, τά μοιράζουν στίς φτωχές.
– Περνοῦν οἱ μαῦρες μέρες, λέει ἡ Προϊσταμένη, καί μοῦ φαίνεται πώς ἔρχονται… οἱ ἄραχλες.

Ὅλοι ἔχουμε χάσει βάρος ἀπό πέντε ἕως δέκα ὀκάδες. Οἰδήματα πείνας εἶναι ἡ συνηθισμένη διάγνωση. Πρόγνωση θάνατος! Τό Κοιμητήριο στήν ἄκρη τῆς μάντρας τοῦ Νοσοκομείου πρός τούς στρατῶνες δέν χωράει ἄλλους καί δόθηκε ἐντολή νά τούς θάβουν δύο δύο καί τρεῖς μαζί.
Πῆγα νά δῶ τόν π.Ἁθανάσιο.... Σιώπησε. Μέ κοίταξε σάν νά μέ λυπόταν. Ὅταν βγῆκα ἀπ’ τό κελλί του μοῦ εἶπε:
– Αὔριο, θά σοῦ λειτουργήσω. Βοήθησε καί σύ λίγο τόν ἑαυτό σου. Ἔπεσε τό ηθικό σου. Γιατρέ, μή φοβᾶσαι. Θά τούς φᾶμε τούς Γερμανούς!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου