Σάββατο 29 Απριλίου 2023

Η ποιητική αποτύπωση των μετά την ΑΝΑΣΤΑΣΗ γεγονότων στα εὐλογητάρια του κυριακάτικου Ὄρθρου

                            


  Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν· το πιο χαρμόσυνο, ελπιδοφόρο και σωτήριο μήνυμα στον κόσμο! Θα περίμενε κανείς αυτή την είδηση να τη λάβουν πρώτοι οι έντεκα μαθητές του Κυρίου, αυτοί που τόσο Τον αγάπησαν και Εκείνος τόσο τους αγάπησε, που ήταν συνεχώς μαζί Του. Όμως, όχι· ο Κύριος επέλεξε να γνωστοποιήσει το πιο σπουδαίο γεγονός στις αφανείς και, λίγο ή πολύ, άγνωστες μαθήτριες Του, σε μερικές γυναίκες, όντα γενικώς καταφρονημένα από τους ανθρώπους. 

Η ποιητική αποτύπωση αυτών των γεγονότων μπορεί να βρεθεί στα εὐλογητάρια του κυριακάτικου Ὄρθρου, τα οποία μπορούν να εξεταστούν παράλληλα με τις αφηγήσεις των Εὐαγγελίων.

  Ήδη το πρώτο από τα εὐλογητάρια είναι δηλωτικό του αναστάσιμου μηνύματος: το σύνολο των Αγγέλων εξεπλάγη, όταν είδε τον Κύριο ανάμεσα στους νεκρούς. 
 Όμως, Εκείνος ως Σωτήρας μας συνέτριψε τη δύναμη του θανάτου και μαζί με τον Ίδιο ανέστησε τον Αδάμ και ελευθέρωσε από τον Άδη όλους τους ανθρώπους. 

Από την άλλη, τα εὐλογητάρια κλείνουν με το Θεοτοκίον που αναφέρεται στη σωτηριώδη Γέννηση του Κυρίου: η Παρθένος, που γέννησε Αυτόν που δίνει και από τον οποίο κυλά η ζωή, απελευθέρωσε τον Αδάμ από την αμαρτία και έδωσε χαρά στην Εύα αντί για λύπη. 
Αξιοσημείωτη είναι η αναφορά πως ο σαρκωμένος Θεάνθρωπος ήρθε (ή καλύτερα «έφτιαξε δρόμο»!) προς εκείνη. Έτσι, δημιουργείται ένα ιδιαίτερο σχήμα κύκλου που ενώνει τα δύο πιο σπουδαία γεγονότα στον κόσμο και που χωρίς το ένα δε θα μπορούσε να υπάρξει το άλλο.

 Τρία από τα εὐλογητάρια αναφέρονται στις Μυροφόρες και έχουν αρκετά κοινά σημεία. Συγκεκριμένα, και τα τρία αναφέρονται στα δάκρυα και τον θρήνο των Μυροφόρων (θρηνολογοῦσαι· ἐνηχοῦντο) με το πρώτο να τονίζει την ανάμειξη των δακρύων με το μύρο[1]
(τὰ μύρα, συμπαθῶς τοῖς δάκρυσιν […] κιρνᾶτε)[2], δείγμα της ειλικρινούς αγάπης τους προς τον Κύριο και της ευρύτερης αντίστοιχα σημασίας του μύρου.
 Ακόμη, και στα τρία παρουσιάζεται ο Άγγελος που ήταν στο μνήμα του Κυρίου (Ἄγγελος· Ἄγγελός· Ἀγγέλου)[3]
Τέλος, σε όλα γίνεται αναφορά στο αναστάσιμο μήνυμα που μετέφερε στις γυναίκες αυτές ο Άγγελος (ὁ Σωτὴρ γὰρ ἐξανέστη του μνήματος· τὴν Ἀνάστασιν· ὡς Θεὸς γὰρ, ἐξανέστη τοῦ μνήματος)[4].

 Εκτός από τα κοινά, ωστόσο, έχουν και κάποιες διαφορές που τα καθιστούν ιδιαίτερα. Ειδικότερα, στο πρώτο εὐλογητάριον ο Άγγελος παρουσιάζεται ἀστράπτων, όπως και στη διήγηση των Εὐαγγελίων[5]
Επιπλέον, ο χρόνος που πήγαν οι Μυροφόρες στον τάφο αναφέρεται μόνο στο δεύτερο (λίαν πρωΐ), ενώ υπάρχει στη διήγηση και των τεσσάρων Εὐαγγελίων[6], όπως και η προτροπή του Αγγέλου να σταματήσουν να κλαίνε[7] και να πουν στους Αποστόλους για την Ανάσταση[8]
Τέλος, στο τρίτο γίνεται αναφορά στην ερώτηση του Αγγέλου τί μετὰ νεκρῶν, τὸν ζῶντα λογίζεσθε; που απαντά στο κατὰ Λουκάν: τί ζητεῖτε τὸν ζῶντα μετὰ τῶν νεκρῶν; (Λουκ. κδ’ 5).

 Είναι χαρακτηριστικό πως ο Θεός τις δύο πιο χαρμόσυνες ειδήσεις, της Γεννήσεως και της Αναστάσεως, τις μετέδωσε πρώτα σε γυναίκες.
  Στην πρώτη περίπτωση, ο αρχάγγελος Γαβριήλ μεταφέρει τη χαρμόσυνη είδηση στην Παναγία, αρχίζοντας με το χαῖρε (Λουκ. α’ 28), ενώ στη συνέχεια την καθησυχάζει με το μὴ φοβοῦ (Λουκ. α’ 30). 
Η Παναγία τελικά παραδίδεται στο Θέλημα του Κυρίου: ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου (Λουκ. α’ 38). Από την άλλη πλευρά, οι Μυροφόρες ακούν το χαίρετε (Ματθ. κη’ 9) από τον Αναστημένο Κύριο, τις προτροπές του Αγγέλου να μη φοβούνται[9] και τρέχουν αμέσως, υπακούοντας στον Άγγελο, να μεταφέρουν στους μαθητές το αναστάσιμο μήνυμα[10].

 Φυσικά, η Θεία Βούληση δε μπορεί να είναι τυχαία. Οι συγκεκριμένες γυναίκες επέδειξαν τέτοιο χαρακτήρα που τις κατέστησαν ικανές να δεχθούν αυτές τις ειδήσεις· και δεν επρόκειτο για απλές ειδήσεις, αλλά για ειδήσεις-δεσμεύσεις. Η Υπεραγία Θεοτόκος, ούσα πάναγνη και έχοντας συνεχώς τον νου της στραμμένο στον Θεό, συμφώνησε να συνεργαστεί μαζί Του σχετικά με το σχέδιο της σωτηρίας του ανθρώπου· δεν υπήρχε πιο κατάλληλος άνθρωπος στον κόσμο που να συμφωνούσε σε κάτι τόσο σπουδαίο. 
Οι Μυροφόρες, από την άλλη, ήταν αυτές που στάθηκαν κοντά Του στον Σταυρό μαζί με την Υπεραγία Θεοτόκο[11], ενώ σχεδόν όλοι οι μαθητές του τον είχαν εγκαταλείψει. Η αφοσίωσή τους και η ανιδιοτελής αγάπη τους προς τον Κύριο τις καθιστά άξιες να δεχθούν εκείνες πρώτα το αναστάσιμο μήνυμα μαζί με την υποχρέωση να το μεταφέρουν στους μαθητές.

 Οι γυναίκες αυτές, λοιπόν, κατάφεραν με τη διαγωγή και τις πράξεις τους να αφήσουν το δικό τους στίγμα. Η τόλμη τους ήταν υποδειγματική, καθώς αφενός η Παναγία θα μπορούσε να διατρέξει τον κίνδυνο του δημόσιου παραδειγματισμού και λιθοβολισμού (καθώς απαγορευόταν διά νόμου μία γυναίκα να είναι έγκυος χωρίς να έχει προστάτη ή σύζυγο), αφετέρου οι Μυροφόρες πήγαν στο μνήμα του Κυρίου, ενώ απαγορευόταν. Ήταν εκείνες τις μέρες, κατά τις οποίες οι μαθητές φοβούνταν και ήταν κλεισμένοι μέσα στο υπερώο, όταν εκείνες πήραν την τολμηρή απόφαση, πηγαίο στάλαγμα της αγάπης τους για Εκείνον. Η αγνότητα, η αληθινή αγάπη και πίστη τους είναι αυτές οι αρετές-κίνητρα που έδιωξαν κάθε φόβο από τις ψυχές τους και τις ανάγουν σε μεγάλα πρότυπα για έναν Χριστιανό.

Χριστός Ανέστη!
Π. Ρ.

[1] πβ. την περίπτωση της πόρνης στο τροπάριον της Κασσιανής.

[2] ο θρήνος των Μυροφόρων και συγκεκριμένα της Μαρίας Μαγδαληνής εμφανίζεται μόνο στο κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιον: Μαρία δὲ εἱστήκει πρὸς τῷ μνημείῳ κλαίουσα ἔξω. Ὡς οὖν ἔκλαιε… (Ιωάνν. κ’ 11-12).

[3] στο κατὰ Ματθαῖον και κατὰ Μᾶρκον Εὐαγγέλιον γίνεται αναφορά σε έναν άγγελο/νέο, ενώ στα άλλα δύο Εὐαγγέλια σε δύο νεαρούς/αγγέλους: ἄγγελος γὰρ Κυρίου (Ματθ. κη’ 2)· εἶδον νεανίσκον καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς (Μάρκ. ιστ’ 5)· ἰδοὺ ἄνδρες δύο (Λουκ. κδ’ 4)· ἐθεώρει δύο ἀγγέλους (Ιωάνν. κ’ 12).

[4] βλ. στα τρία Εὐαγγέλια: μὴ φοβεῖσθε ὑμεῖς· οἶδα γὰρ ὅτι Ἰησοῦν τὸν ἐσταυρωμένον ζητεῖτε· οὐκ ἔστιν ὧδε· ἠγέρθη γὰρ καθὼς εἶπε. Δεῦτε ἴδετε τὸν τόπον ὅπου ἔκειτο ὁ Κύριος (Ματθ. κη’ 5-6)· μὴ ἐκθαμβεῖσθε· Ἰησοῦν ζητεῖτε τὸν Ναζαρηνὸν τὸν ἐσταυρωμένον· ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε· ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν (Μάρκ. ιστ’ 6)· οὐκ ἔστιν ὧδε, ἀλλ’ ἠγέρθη (Λουκ. κδ’ 6).

[5] ἦν δὲ ἡ ἰδέα αὐτοῦ ὡς ἀστραπὴ καὶ τὸ ἔνδυμα αὐτοῦ λευκὸν ὠσεὶ χιών (Ματθ. κη’ 3)· περιβεβλημένον στολὴν λευκὴν (Μάρκ. ιστ’ 5)· ἐν ἐσθήσεσιν ἀστραπτούσαις (Λουκ. κδ’ 4)· ἐν λευκοῖς (Ιωάνν. κ’ 12).

[6] ὀψὲ δὲ σαββάτων τῇ ἐπιφωσκούσῇ εἰς μίαν σαββάτων (Ματθ. κη’ 1)· καὶ λίαν πρωΐ τῆς μιᾶς σαββάτων […] ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου (Μάρκ. ιστ’ 2)· τῇ δὲ μιᾷ σαββάτων ὄρθρου βαθέος (Λουκ. κδ’ 1)· τῇ δὲ μιᾷ τῶν σαββάτων […] πρωΐ σκοτίας ἔτι οὔσης (Ιωάνν. κ’ 1).

[7] αυτό αναφέρεται μόνο στο κατὰ Ἰωάννην Εὺαγγέλιον: γύναι, τί κλαίεις; (Ιωάνν. κ’ 13).

[8] οι αναφορές των Εὐαγγελίων είναι οι εξής: καὶ ταχὺ πορευθεῖσαι εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ὅτι ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν (Ματθ. κη’ 7)· ἀλλ’ ὑπάγετε εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ… (Μάρκ. ιστ’ 7).

[9] βλ. υποσ. 4.

[10] καὶ ἐξελθοῦσαι […] ἔδραμον ἀπαγγεῖλαι τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ (Ματθ. κη’ 8)· καὶ ὑποστρέψασαι ἀπὸ τοῦ μνημείου ἀπήγγειλαν ταῦτα πάντα τοῖς ἕνδεκα καὶ πᾶσι τοῖς λοιποῖς (Λουκ. κδ’ 9).

[11] εἱστήκεισαν δὲ παρὰ τῷ σταυρῷ τοῦ Ἰησοῦ ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ ἡ ἀδελφὴ τῆς μητρὸς αὐτοῦ, Μαρία ἡ τοῦ Κλωπᾶ καὶ Μαρία ἡ Μαγδαληνή (Ιωάνν. ιθ’ 25).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου