Το «burning violin» ήταν το "φλεγόμενο" βιολί του Στρούμσα, μέσω του οποίου ο καλλιτέχνης -υποχρεωμένος απ' τους δήμιούς του- κέρδιζε τη μέρα, κέρδιζε παράταση ζωής, όσο αβέβαιη κι αν ήταν. Γιατί ο Στρούμσα ήταν ο αρχιβιολιστής μιας μακάβριας ορχήστρας του Άουσβιτς με πολύ «ειδικά καθήκοντα»: συνόδευε μετά μουσικής τη θλιβερή ουρά των γυμνών "καταραμένων" της Ανθρώπινης κακίας προς τους θαλάμους αερίων (τα υποτιθέμενα λουτρά με το Cyclon B). Η ορχήστρα ήταν μόνο Εβραίοι δεξιοτέχνες, που ερμήνευαν αριστουργήματα (αλλά και το εμβατήριο Erica), την ώρα που περνούσαν από μπροστά τους στοιβαγμένοι και σπρωγμένοι προς το θάνατό τους οι καταραμένοι ομόφυλοί τους, συγγενείς και φίλοι.
Ο Λέοναρντ τραγουδά εκ μέρους μιας γυναίκας, που ξεψύχησε στο Άουσβιτς και ήταν η σύζυγος του Στρούμσα. Η γυναίκα αυτή, λοιπόν, απευθύνεται στον αγαπημένο της για τελευταία φορά, καθώς τον κοιτά και σπρώχνεται προς τους θαλάμους αερίων, ενώ κι οι δυο γνωρίζουν ότι σε λίγα λεπτά επρόκειτο να φύγει με τον πιο απεχθή τρόπο, γυρεύοντας στο βλέμμα του μια τελευταία δόση αξιοπρέπειας και παρηγοριάς. Τον κοιτά και τον ικετεύει: «Dance me to the end of love». Αυτήν την τελευταία εικόνα απαθανάτισε μουσικά ο τραγουδιστής και την πέρασε στην αιωνιότητα.