ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ
Ποιος ορθόδοξος Έλληνας δεν έχει ακούσει ή και δεν έχει σιγοψάλλει τον υπέροχο Χριστουγεννιάτικο ύμνο: «Η Παρθένος σήμερον τον Υπερούσιον τίκτει,- -και η γη το σπήλαιον τω Απροσίτω προσάγει.- -Άγγελοι μετά ποιμένων δοξολογούσι,- -μάγοι δε μετά αστέρος οδοιπορούσι.- -Δι’ ημάς γαρ εγεννήθη- -παιδίον νέον, ο προ αιώνων Θεός». Έναν ύμνο που σε έξι στίχους μας δίνει μια πανοραμική αποτύπωση-σπηλιά, άγγελοι, ποιμένες, αστέρι, μάγοι-του πιο μεγάλου γεγονότος της ανθρώπινης ιστορίας, της Γέννησης του Χριστού. Επίσης, διακριτικά και λιτά, πλην με απόλυτη πληρότητα, τη θεία φύση-Υπερούσιος, Απρόσιτος, προ αιώνων Θεός-του σαρκούμενου και ως ανθρώπου από την Παρθένο Μητέρα Λόγου του Θεού. Στον πέμπτο στίχο και την αποστολή του-«Δι ημάς γαρ εγεννήθη»-που θα πει για τη σωτηρία μας, ενώ με τον έκτο-«Παιδίον νέον ο προαιώνων Θεός»-που επαναλαμβάνεται ως Εφύμνιο-ακροτελεύτιος- σε όλους τους Οίκους-τροπάρια-συμπτύσσει σε τέσσερις λέξεις την κορυφαία Αλήθεια που μπορεί να κρατήσει ο πιστός στην ψυχή του. Το νέο αυτό παιδί είναι και ως πραγματικός άνθρωπος ο προαιώνιος Θεός !
Δεν ξέρω, βέβαια, πόσοι γνωρίζουν ότι αυτό είναι μόνο το Προοίμιο του περίφημου Κοντακίου στη «Γέννηση του Χριστού»Οσίου Ρωμανού του Μελωδού, ότι, δηλαδή, το ακολουθούν άλλαεικοσιτέσσερα Τροπάρια-οι Οίκοι. Που σημαίνει ότι είναι ένα μεγάλο μελοποιημένο από τον ίδιο ποίημα, του οποίου όμως σήμερα ψάλλουμε μόνο το ανωτέρω Προοίμιο, και κανέναν από τους εικοσιτέσσερις Οίκους που το απαρτίζουν, σχηματίζοντας στο πρωτότυπο με το πρώτο γράμμα της πρώτης λέξης κάθε Οίκου την Ακροστιχίδα, «Του ταπεινού Ρωμανού Ύμνος».
Το Κοντάκιο αυτό είναι το πρώτο που συνέθεσε ο Όσιος Υμνογράφος,«ο Πίνδαρος της χριστιανικής ποίησης, ο πρώτος των μελωδών, που τα έργα του παρουσιάζουν το λειτουργικό ύμνο ή μάλλον το θρησκευτικό δράμα στην τελειότητά του»-Ε. Μπουβύ-μόλις μια νύχτα των Χριστουγέννων τον ευλόγησε ή Παναγία με ποιητικό χάρισμα, αποτελείτο δικό του ευχαριστήριο αντίδωρο στη Χάρη της. Που, τον ανέδειξε «ως τον υπέρτερο από όλους τους μελωδούς στην ποιητική ευρηματικότητα, τη φλόγα του ενθουσιασμού, το βάθος του αισθήματος, και τη μεγαλοπρέπεια της γλώσσας»-Κ. Κρουμβάχερ.
Το θέμα του βασίζεται στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο-2,1-12-το οποίο μεταπλάθει με ποιητική ελευθερία και το αναπτύσσει σε μια ευλαβική φαντασμαγορική ιστορία. Αποτελεί μια από τις πιο ωραίες συνθέσεις του, διακρινόμενη για τον άμεσο και ζωντανό διάλογο, τον ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο προβληματισμό, την παραστατικότητα της εικόνας, και τη σκηνική δομή. Πρόκειται για μια «ποιητική σύνθεση υπό μορφήν δράματος μετά σκηνών εναλλασσομένων και διαδεχομένων αλλήλας»-Π. Ν. Τρεμπέλας. Μέχρι το 12ο αιώνα ψαλλόταν στη Λειτουργία των Χριστουγέννων, και επαναλαμβανόταν στο επίσημο εορταστικό γεύμα στα ανάκτορα, από ενωμένους σε έναν τους δυο χορούς ψαλτών, του ναού της του Θεού Σοφίας-«Αγιοσοφίτες»- και εκείνου των Αγίων Αποστόλων-«Αποστολίτες».
«Όταν γεννήθηκε ο Ιησούς στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, στα χρόνια του βασιλιά Ηρώδη, έφτασαν στα Ιεροσόλυμα σοφοί μάγοι από την Ανατολή και ρωτούσαν. «Πού είναι ο νεογέννητος βασιλιάς των Ιουδαίων. Είδαμε να ανατέλλει το άστρο του και ήρθαμε να τον προσκυνήσουμε». Όταν έμαθε το νέο ο Ηρώδη ταράχτηκε, και μαζί του όλοι οι κάτοικοι των Ιεροσολύμων. Φώναξε, λοιπόν όλους στους αρχιερείς και τους γραμματείς του λαού και ζήτησε να τον πληροφορήσουν πού θα γεννηθεί ο Μεσσίας. Κι αυτοί του είπαν. «Στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, γιατί έτσι γράφει ο προφήτης… Ο Ηρώδης κάλεσε τότε κρυφά του μάγους, κι έμαθε απ’ αυτούς από πότε ακριβώς φάνηκε το άστρο. Έπειτα τους έστειλε στη Βηθλεέμ λέγοντάς τους. Πηγαίνετε και ψάξτε καλά για το παιδί, και μόλις το βρείτε να με ειδοποιήσετε για να έρθω κι εγώ να το προσκυνήσω». Οι μάγοι άκουσαν το βασιλιά κι έφυγαν. Μόλις ξεκίνησαν, ξαναφάνηκε το άστρο που είχαν δει ν’ ανατέλλει με τη γέννηση του παιδιού, και προχωρούσε μπροστά τους. Τελικά ήρθε και στάθηκε πάνω από τον τόπο όπου βρισκόταν το παιδί. Χάρηκαν πάρα πολύ που είδαν ξανά το αστέρι. Όταν μπήκαν στο σπίτι, είδαν το παιδί με τη μητέρα του, κι έπεσαν στη γη και το προσκύνησαν. Ύστερα άνοιξαν τους θησαυρούς τους και του πρόσφεραν δώρα, χρυσάφι, λιβάνι και σμύρνα. Ο Θεός όμως τους πρόσταξε στο όνειρό τους να μην ξαναγυρίσουν στον Ηρώδη, γι αυτό έφυγαν για την πατρίδα τους από άλλο δρόμο».
Ματθαίου 2,1-12.
α. Π ρ ο ο ί μ ι ο.
Η Παναγία Παρθένος σήμερα τον Υπερούσιο γεννά,- -και η γη προσφέρει για κατάλυμα στον Απρόσιτο τη σπηλιά.- -Οι άγγελοι με τους ποιμένες δοξολογούν το γεγονός- -και οι Μάγοι οδοιπορούν με το άστρο οδηγό.- -Καθώς για χάρη μας γεννήθηκε,- -νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός.
β. Ο ί κ ο ι.
1. Τον Παράδεισο άνοιξε η Βηθλεέμ, πάμε να δούμε.- -Κρυμμένη στη σπηλιά την Αλήθεια της ζωής να βρούμε,- -παραδείσια απόλαυση να γευτούμε.- -Απότιστα φύτρωσε εκεί το δέντρο, που βλασταίνει συγχώρεση,- -και βρέθηκε το αχειροποίητο πηγάδι,- -απ’ όπου ο Δαυίδ νερό λαχταρούσε να πιει.- -Εκεί η Παναγία Παρθένος γέννησε το θείο Βρέφος,- -κι έσβησε παρευθύς τη δίψα της ψυχής Αδάμ και Δαυίδ.- -Ας σπεύσουμε, λοιπόν, εκεί που γεννήθηκε,- -νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός.
2. Της Μητέρας ο Δημιουργός, θέλησε κι έγινε δικός της Υιός.- -Ο Σωτήρας των βρεφών, πλάγιαζε σε φάτνη ως Βρέφος κι αυτός.- -Αυτόν προσπαθώντας η Γεννήτρα να καταλάβει, μονολογώντας έλεγε:- -«Πώς σπάρθηκες μέσα μου, Παιδί μου, πώς φύτρωσες, πες.- -Σε κοιτάζω Σπλάχνο μου, και μένω ν’ απορώ,- -που ενώ δεν έχω νυμφευτεί, σε γαλουχώ- -που στα σπάργανα σε βλέπω, μα και άθικτη την παρθενία μου κατέχω.- -Τη φύλαξες Εσύ, που ευδόκησες να γεννηθείς,- -νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός».
3. «Αλλά ! Ποια σχέση έχεις Εσύ, Ύψιστε Βασιλιά- -μ’ αυτούς που πτώχευσαν ψυχικά;- -Ποιητή του ουρανού, πώς έρχεσαι στους χωμάτινους;- -Τη σπηλιά ν’ απολαύσεις αγάπησες, ή τη φάτνη πεθύμησες;- -Δικό μου να καταλύσεις ούτε δωμάτιο,- -η δούλη σου να σου προσφέρω δεν έχω.- -Ούτε δωμάτιο, τι λέω, ούτε σπηλιά, ξένη κι αυτή είναι.- -Στη Σάρα, όταν γέννησε βρέφος, δόθηκε κλήρος τρανός,- -σ’ εμένα, ούτε φωλιάς τόπος μικρός.- -Για τούτο κατέλυσα στο άντρο αυτό,- -όπου θεληματικά καταδέχτηκες να οικήσεις Εσύ,- -νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός».
4. Κι ενώ με το νου της τέτοια λόγια έλεγε,- -κι Αυτόν που γνωρίζει και τ’ αφανέρωτα ικέτευε,- -ακούει πως Μάγοι ζητούν το βρέφος να δουν.- -«Ποιοι είσαστε», η κόρη ρωτά παρευθύς,- -κι εκείνοι απαντούν με αντίστοιχη ερώτηση:- -«Ποια είσαι, αλήθεια, εσύ, που γέννησες τέτοιο Παιδί;- -Ποιος ο πατέρας σου, η μητέρα σου ποια;- -Σε ρωτούμε, γιατί θωρούμε πως Υιού χωρίς πατέρα,- -έγινες τροφός και μητέρα,- -Αυτού που μόλις το άστρο του είδαμε,- - εννοήσαμε πως ήρθε στη γη,- -νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός».
5. «Αυτός που μας είχε παρουσιάσει ο Βαλαάμ,- -όταν με λόγους του παλιούς προφητικούς μας είχε εξηγήσει,- -και ειπεί, πως άστρο μέλλεται ν’ ανατείλει.- -Άστρο που όλες τις μαντείες και οιωνοσκοπίες θα σβήσει.- -Άστρο που τα διφορούμενα των φιλοσόφων θα καταργήσει.- -Άστρο, από όλα τα άστρα ασύγκριτα πιο λαμπρό,- -σήμα και μήνυμα του Ποιητή όλων των άστρων, καθαρό.- -Και ότι, καθώς έχει προφητευτεί,- -από τη γενιά του Ιακώβ θα γεννηθεί,- -νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός».
6. Ως άκουσε η Μαριάμ αυτά τα παράξενα λόγια,- -έσκυψε και προσκύνησε των σπλάχνων της τον καρπό- -και είπε με το δάκρυ στα μάτια ποτάμι.- - «Μεγάλα έκανες, Παιδί μου, σ’ εμένα τη φτωχή.- -Να, έξω οι Μάγοι σ’ αποζητούν,- -Βασιλείς της Ανατολής επιζητούν το πρόσωπό σου να δουν,- -του λαού σου οι εκλεκτοί παρακαλούν Εσένα να ιδούν.- -Γιατί όντως είναι δικός σου λαός,- -όλοι αυτοί που τους γίνηκες γνωστός,- -ως νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός».
7. «Κι αφού, Παιδί μου, είναι δικός σου λαός,- -πρόσταξε να περάσουν στο σπιτικό,- -πλούτο φτώχειας κι έντιμη πενία να ιδούν.- -Τη δόξα και το καύχημά μου, Εσένα !- -Εσένα που κάνεις να μη νιώθω ντροπή,- -Εσένα, τη χάρη κι αρχοντιά του φτωχικού μου.- -Κάνε τους, λοιπόν, νεύμα μέσα να μπουν,- -η ευτέλεια του χώρου καθόλου δε μ’ ενοχλεί,- -αφού στην αγκαλιά μου Εσένα κρατώ, τον ατίμητό μου θησαυρό,- -Αυτόν που ήρθαν οι Μάγοι να ιδούν,- -αυτοί οι βασιλείς που έμαθαν πως έχει φανεί,- -νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός».
8. Ιησούς ο Χριστός, ο αληθινός μας Θεός,- -της μητέρας του τις σκέψεις άγγιξε αφανώς.- -Και με νεύμα της μήνυσε, «πες να περάσουν- -αυτοί που με λόγο μου οδήγησα εδώ.- -Δικός μου λόγος φώτισε το νου, αυτών που ζητούν να με δουν.- -Άστρο, βέβαια, έβλεπαν αυτοί,- -μα ήταν μυστική δύναμη αγγελική,- -της αποστολής μου διακονική, και τους Μάγους συνόδευσε.- -Και να στέκει ακόμα εκεί και με διακονεί,- -δείχνοντας με τις ακτίνες του πού έχει γεννηθεί,- -νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός» !
9. «Υποδέξου, λοιπόν, σεμνή, αυτούς που μ’ έχουν δεχτεί,- -και με κρατούν στην καρδιά τους,- -ωσάν στη δική σου θερμή αγκαλιά.- -Χωρίς να ξεμακρύνω από σένα ποσώς,- -ταξίδεψα μαζί τους και ήρθα ως εδώ».- -Ανοίγει εκείνη αμέσως τη θύρα,- -και υποδέχεται των Μάγων τη συντροφιά.- -Ανοίγει τη θύρα, η απαραβίαστη Θύρα,- -η Πύλη που διάβηκε ο Χριστός μοναχά.- -Ανοίγει τη θύρα, η Θύρα που ανοίχτηκε,- -χωρίς να της κλαπεί μηδαμώς, της αγνότητας ο θησαυρός.- -Η Παναγία άνοιξε τη θύρα,- -απ’ όπου πέρασε της σωτηρίας η Θύρα,- -νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός.
10. Πέρασαν γρήγορα οι Μάγοι στο δωμάτιο,- -μα αντικρίζοντας το Χριστό ένιωσαν ταραχή,- -καθώς πλάι στη μητέρα έστεκε ο μνηστήρας,- -κι έσπευσαν να ρωτήσουν μουδιασμένοι απ’ αυτό:- -«Εμείς ξέρουμε πως είναι πέρα κι έξω από κάθε γενιά Υιός.- -Όμως, Παρθένε, πώς μέσα στο σπίτι βλέπουμε,- -αυτόν που έχεις μνηστευθεί απλώς;- -Γιατί κι αν ακόμα δε στάθηκε για κατηγόρια της εγκυμοσύνης σου αφορμή,- -η συγκατοίκησή σου με τον Ιωσήφ,- -φοβούμαστε πως δε θ’ αργήσει να συμβεί.- -Αυτοί που σε φθονούν είναι πάρα πολλοί- -και ψάχνουν με κάθε τρόπο να βρούν πώς γεννήθηκε,- -νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός».
11. «Να σας εξηγήσω», η Μαρία στους Μάγους απαντά,- -γιατί στο σπιτικό μου τον Ιωσήφ κρατώ.- -Το κάνω για να ελέγχει όλων τις καταλαλιές !- -Γιατί είναι ο μόνος που μπορεί, όσα είδε- -κι άκουσε για το παιδί μου, εξήγηση να δώσει και να πει.- -Καθώς άγγελο είδε στο όνειρό του,- -που του εξήγησε επαρκώς της σύλληψής μου το πώς.- -Ήταν προβληματισμένος κι αυτός,- -μα η πύρινα λαμπρή μορφή, του διαλεύκανε τη νύχτα,- -αυτά που κι ο ίδιος ένιωσε στο νου να του προκαλούν ταραχή.- -Γι αυτό το λόγο μένει μαζί μου ο Ιωσήφ,- -για να βεβαιώνει και να μαρτυρεί, πώς γεννήθηκε,- -νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός».
12. «Να εξηγεί και διάτορα να διαλαλεί όλα όσα άκουσε.- -Να διακηρύττει περίτρανα όλα όσα είδαν- -τα μάτια του σε ουρανό και γη.- -Να ομιλεί για τους ποιμένες,- -και να λέει πως οι χωματένιοι αυτοί,- -ανυμνούσαν με τους πύρινα λαμπρούς αγγέλους μαζί.- -Πως σ’ εσάς τους Μάγους προπορευόταν- -άστρο φωτοβόλο κι έδειχνε το δρόμο.- -Γι αυτό αφήστε τώρα, όσα είπατε λίγο πριν,- -κι εξιστορείστε μας, όσα σας έχουν συμβεί.- -Από πού έρχεστε και καταλάβατε πώς, ότι ήρθε και φάνηκε,- -νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός».
13. Μόλις τους ζήτησε αυτά η λαμπρή Μητέρα,- -απάντησαν κι είπαν τα λυχνάρια της Ανατολής.- -«Ζητάς να μάθεις από πού ήρθαμε εδώ;- -Από τη χώρα των Χαλδαίων, όπου δεν ομολογούν ‘τον Κύριο, και Θεό των θεών’.- -Από τη Βαβυλώνα, όπου δε γνωρίζουν,- -ποιος ο Ποιητής των κτισμάτων που προσκυνούν.- -Από κει ήρθε και μας πήρε ο σπινθήρας του Παιδιού σου,- -από την πυρολατρεία των Περσών.- -Κι αφήσαμε την παμφάγο πυρά εκεί,- -κι εδώ θωρούμε την πυρά που αναβλύζει θεία δροσιά,- -νέο Παιδί, τον προαιώνιο Θεό».
14. «Μάταια στο έπακρο είναι όλα !- -Μα κανείς μας δεν το στοχάζεται αυτό.- -Άλλοι πλανούν, και άλλοι πλανιούνται.- -Γι αυτό, Παρθένε, οφείλουμε στη γέννα σου ευχαριστίες,- -καθώς δε μας λύτρωσε από την πλάνη μοναχά,- -αλλά κι από τη θλίψη, που βρήκαμε από τις χώρες που διαβήκαμε,- -από άσημα έθνη με γλώσσες άγνωστες,- -όταν γυρνώντας τη γη ερευνούσαμε,- -και με το λύχνο του άστρου οδηγό,- -πασχίζαμε να βρούμε, πού γεννήθηκε,- -νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός».
15. «Με το λύχνο του άστρου πάντα οδηγό,- -ερευνήσαμε κάθε της Ιερουσαλήμ γωνιά,- -ακολουθώντας, ως ήταν επόμενο, λόγους των προφητών.- -Είχαμε ακούσει, πως είχε ορίσει ο Θεός, πρώτη αυτή να ερευνηθεί.- -Και, με το λύχνο του άστρου οδηγό, όλη την περιδιαβήκαμε,- -αποζητώντας τη μεγάλη Διαθήκη του Θεού.- -Δυστυχώς όμως εκεί δεν τη βρήκαμε,- -γιατί είχε παρθεί απ’ αυτήν η ιερή κιβωτός,- -με όλα της τα πρωτινά καλά μαζί.- -‘Τα αρχαία πέρασαν πια, τα ανακαίνισε όλα,- -το νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός».
16. «Αλήθεια, λέει τότε στους πιστούς Μάγους η Μαριάμ,- -περιοδεύσατε όλη την Ιερουσαλήμ,- - την πόλη που είναι για τους προφήτες φονική;- -Και πώς χωρίς λύπες διαβήκατε, αυτήν που τους πάντες φθονεί;- -Πώς την προσοχή του Ηρώδη διαφύγατε,- -αυτού που νόμους δε σέβεται, ούτε τηρεί,- -παρά φόνους μονάχα σχεδιάζει κι ενεργεί»;- -Κι εκείνοι απαντούν αμέσως σ’ αυτήν.- -«Από την προσοχή του, Παρθένε, δε διαφύγαμε,- -μπορέσαμε όμως και τον ξεγελάσαμε.- -Τους πάντες συναντήσαμε, και ρωτήσαμε, πού γεννήθηκε,- -νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός».
17. Μόλις η Θεοτόκος άκουσε να λένε αυτά,- -πολύ ανήσυχη τους Μάγους ρωτά:- - «Ηρώδης ο βασιλιάς κι οι Φαρισαίοι τι σας ρώτησαν»;- -«Πρώτος ο Ηρώδης, κι οι πρωτοστάτες του έθνους σου μετά,- -το χρόνο που το άστρο εμφανίστηκε,- -αυτό εδώ που βλέπουμε και τώρα δα,- -θέλησαν να εξακριβώσουν από μας.- -Κι αφού τον προσδιόρισαν πολύ καλά,- -έκαναν σαν να μην είχαν μάθει τίποτα,- -και ούτε έδειξαν πως θέλουν να δουν,- -Αυτόν που για να μάθουν ενδιαφέρθηκαν,- -γιατί, βέβαια, όσοι ρωτούν και ερευνούν, οφείλουν και να δουν,- -το νέο Παιδί, τον προαιώνιο Θεό».
18. «Για άμυαλους οι ανόητοι μας περνούσαν,- -συνεχώς έλεγαν και ρωτούσαν:- -«Από πού ήρθατε, πότε, και πώς άγνωστους δρόμους διαβήκατε»;- -Κι εμείς γι αυτά που γνώριζαν καλά αντί-ρωτούσαμε- -«Εσείς παλιά πώς πεζοπορήσατε,- -εκείνη τη μεγάλη έρημο πώς διασχίσατε;- -Αυτός που οδήγησε τότε, όσους από την Αίγυπτο έφευγαν,- -ο Ίδιος οδηγούσε τώρα εμάς τους Χαλδαίους στη Χάρη του.- -Εσάς τότε με την πύρινη στήλη, κι εμάς τώρα με το λύχνο του άστρου έδειχνε,- -πού είναι το νέο ο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός».
19. «Το άστρο προπορευόταν παντού για χάρη μας,- -όπως ο Μωυσής με το ραβδί στο χέρι για χάρη σας,- -σκορπώντας ολόγυρα της θεογνωσίας το φως.- -Παλιά με το μάνα εσάς έθρεψε,- -και με το νερό της πέτρας ξεδίψασε,- -τώρα τη δική μας ψυχή με ελπίδα πλημμύριζε,- -με τη χαρά της συνάντησης μαζί του την έτρεφε.- -Έτσι να γυρίσουμε στην Περσία,- -εξ αιτίας των δύσβατων δρόμων που διαβαίναμε,- -καθόλου από το νου δε μας πέρασε,- -ποθούσαμε να δούμε, να προσκυνήσουμε, να δοξάσουμε,- -νέο Παιδί, τον προαιώνιο Θεό».
20. Αυτά που οι Μάγοι απλάνευτοι έλεγαν,- -η Σεμνή επικροτούσε, και με νεύμα το Βρέφος επισφράγιζε.- -Τηρώντας αμόλυντη της Παναγίας τη μήτρα μετά την κύηση,- -κρατώντας των Μάγων το νου ακούραστο μετά την έλευση,- -όπως και στην πεζοπορία πρωτύτερα.- -Κανένας τους δεν ένιωσε καθόλου κούραση,- -όπως ο Αββακούμ δεν κουράστηκε, όταν το Δανιήλ επισκέφτηκε.- -Αυτός που τότε στους προφήτες εμφανίστηκε,- -ο Ίδιος τώρα στους Μάγους φανερώθηκε,- -το νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός.
21. Μετά από αυτή την εξιστόρηση,- -οι Μάγοι πήραν τα δώρα στα χέρια τους.- -Το Δώρο το πιο πολύτιμο απ’ όλα τα δώρο,- -και Μύρο πιο ανώτερο απ’ όλα τα μύρα προσκύνησαν.- -Χρυσάφι, και σμύρνα, και λιβάνι στο Χριστό πρόσφεραν,- -και αυτά τα λόγια του απηύθυναν:- -«Δέξου δώρα από τρεις ύλες,- -σαν τον τρισάγιο ύμνο των Σεραφείμ.- -Μην τα καταφρονήσεις, όπως εκείνα του Κάιν,- -δέξου τα με αγάπη, όπως τους Άβελ την προσφορά,- -με τις πρεσβείες Αυτής, που για τη σωτηρία μας Σε γέννησε,- -νέο Παιδί, προαιώνιε Θεέ».
22. Θωρώντας η Αμώμητη νέα και χρήσιμα δώρα,- -στα χέρια τους οι Μάγοι να κρατούν,- -το νεογέννητο Χριστό να προσκυνούν,- -το άστρο από ψηλά να φωτίζει, και τους ποιμένες να υμνούν,- -ικέτευε τον Κτίστη και Κύριο των όλων θερμά με τα εξής:- -«Τρία δώρα, Παιδί μου, δέχτηκες,- -τρεις αιτήσεις Αυτής που σε γέννησε, ικανοποίησε.- -Εύκρατους ανέμους, και καιρούς ειρηνικούς στη γη δώρισε,- -όλους τους κατοίκους της συγχώρεσε και σώσε,- -αυτή τη θερμή μου παράκληση εισάκουσε,- -νέο Παιδί, προαιώνιε Θεέ».
23. «Δεν είμαι μόνο η Μητέρα σου, εύσπλαχνε Σωτήρα.- -Ούτε τυχαίο είναι που γαλουχώ Εσένα, του γάλακτος το Χορηγό.- -Είμαι ταγμένη για όλους θερμά Εσέ να παρακαλώ.- -Εσύ με ανέδειξες στόμα και καύχημα του γένους μου. - -Εμένα έχει σκέπη κραταιά η οικουμένη Σου, τείχος και στήριγμα.- -Σ’ Εμένα στρέφουν το βλέμμα, όσοι διωχτήκαν απ’ τη χαρά του Παράδεισου,- -σ’ Εμένα που γέννησα Εσένα, της επιστροφής τους τον Αίτιο,- -και κάνω να νιώσουν όλα τα αγαθά που τους έφερες,- -νέο Παιδί, προαιώνιε Θεέ».
24. «Σώσε Σωτήρα τον κόσμο, καθώς ήρθες γι αυτό το σκοπό.- -Στερέωσε όσα στην Αλήθεια σου αναφέρονται,- -Εσύ που έλαμψες σ’ Εμένα, στους Μάγους, και σ’ όλη την κτίση γι αυτό το σκοπό.- -Ιδού, οι Μάγοι, που τους φανέρωσες το φως του Προσώπου σου,- -σε προσκυνούν και σου προσφέρουν δώρα- -πολύ καλά, και αναγκαία, και χρήσιμα- -Δώρα που έχω ανάγκη μεγάλη, γιατί στην Αίγυπτο μέλλω να καταφύγω,- -μ’ Εσένα και για Σένα, οφείλω να πάω εκεί,- -Οδηγέ μου, Υιέ μου, Ποιητή μου, Λυτρωτή μου,- -νέο Παιδί, προαιώνιε Θεέ».
1. Θαυμάσια και απερίφραστα ειλικρινής η κατάθεση του ανθρώπινου προβληματισμού για το θαύμα της Ενανθρώπισης του Υιού και Λόγου του Θεού από τα χείλη της Θεοτόκου: --«Πώς σπάρθηκες μέσα μου, Παιδί μου, πώς φύτρωσες, πες.- -Σε κοιτάζω, Σπλάχνο μου, και μένω ν’ απορώ,- -που ενώ δεν έχω νυμφευτεί, σε γαλουχώ- -που στα σπάργανα σε βλέπω, μα και άθικτη την παρθενία μου κατέχω.- -Τη φύλαξες Εσύ, που ευδόκησες να γεννηθείς,- -νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός».
2. Ορατή μέσα σε δυο τρεις στίχους, και αφοπλιστικά ρεαλιστική η άκρα ταπείνωση του Προαιώνιου Λόγου του Θεού: «Της Μητέρας ο Δημιουργός θέλησε κι έγινε δικός της Υιός». Και: «Τη σπηλιά ν’ απολαύσεις αγάπησες, ή τη φάτνη πεθύμησες;- -Δικό μου να καταλύσεις ούτε δωμάτιο,- -η δούλη σου να προσφέρω δεν έχω.- -Ούτε δωμάτιο, μα τι λέω, ούτε σπηλιά, ξένη είναι κι αυτή» «Για τούτο κατέλυσα στο άντρο αυτό,- -όπου θέλησες και καταδέχτηκες να οικήσεις Εσύ».
3. Παράλληλα, το αβυσσαλέο άλμα αγάπης του για τον αμαρτωλό άνθρωπο: «Ποια σχέση έχεις Εσύ, Ύψιστε Βασιλιά- -μ’ αυτούς που πτώχευσαν ψυχικά;- -Ποιητή του ουρανού, πώς έρχεσαι σ’ αυτούς τους χωμάτινους;»
4. Τι να πει τώρα κανείς για κείνα τα υπέροχα θεολογικά άλματα του «θύρα» και «Θύρα» ή «Πύλη»: «Ανοίγει εκείνη αμέσως τη θύρα,- -και υποδέχεται των Μάγων τη συντροφιά.- -Ανοίγει τη θύρα, η απαραβίαστη Θύρα,- -η Πύλη που διάβηκε ο Χριστός μοναχά.- -Ανοίγει τη θύρα, η Θύρα που ανοίχτηκε,- -χωρίς να της κλαπεί μηδαμώς, της αγνότητας ο θησαυρός.- -Η Παναγία άνοιξε τη θύρα,- -απ’ όπου πέρασε της σωτηρίας η Θύρα,- -νέο Παιδί, ο προαιώνιος Θεός». Όπου με όχημα τη θύρα του δωματίου περνάει, στην ψυχή του πιστού την Παρθένο Μαρία ως την υψηλή «Θύρα» και «Πύλη» από την οποία διάβηκε-γεννήθηκε υπερφυσικά- «χωρίς να της κλαπεί μηδαμώς της αγνότητας ο θησαυρός», και ήρθε στον κόσμο, η άλλη «Θύρα» τώρα, «της σωτηρίας η Θύρα», τουτέστιν, ο Χριστός. Χωρίς τις πομπώδεις εκφράσεις των κατοπινών χρόνων, απλά, και εντελώς φυσικά περνάει ωραία μ’ αυτά και με άλλα, βασικές Αλήθειες της Εκκλησίας, όπως ότι η Παρθένος Μαρία είναι«Αειπάρθενος, Θεοτόκος, Μεγάλη Μητέρα, Μεσίτρια της σωτηρίας των ανθρώπων και όλης της κτίσης»-23οςΟίκος.
5. Πράγματα που επικυρώνονται αμέσως-24ος-με τη θερμή προσευχή της Παναγίας για τη σωτηρία του κόσμου. «Σώσε, Σωτήρα, τον κόσμο, καθώς ήρθες γι αυτό το σκοπό…». Οίκο όπου όμως δεν πρέπει να θεωρηθεί τυχαίο ότι ο Υμνογράφος μ’ εκείνα τα: «Οδηγέ μου, Υιέ μου, Ποιητή μου», ιδιαίτερα,«Λυτρωτή μου», που βάζει στα χείλη της Θεοτόκου, δεν παραλείπει να επισημάνει ότι, παρά την ύψιστη τιμή να γίνει η Μητέρα του Θεού, ως άνθρωπος έχει κι εκείνη λυτρωθεί από το Χριστό. Τόσο ωραία, λοιπόν μας παραπέμπει και εδώ στη μεγάλη αρετή της ταπείνωσης, που τη διακρίνει ως φάνηκε ήδη από τη δήλωση στον Ευαγγελισμό: «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου».
6. Το τελευταίο μας περνάει κατ’ ευθείαν στο αβυσσαλέο άλμα ταπείνωσης-αγάπης του Θεού Λόγου, που η «ευλογημένη εν γυναιξί» επισκιασμένη από τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος έφερε στον κόσμο ως «ευλογημένο καρπό της κοιλίας της»και Υιό της. Για τον οποίο ο Άγιος Θεοφύλακτος Αχρίδος σε θεολογική πύκνωση ελάχιστων λέξεων γράφει και λίαν εύληπτα διαμηνύει: «Μένων ο ην, εγένετο ο ουκ ην»-«Μένοντας αυτό που ήταν-Θεός-έγινε και αυτό που δεν ήταν-άνθρωπος». Ρίχνει στον αποστειρωμένο θεολογικά σημερινό άνθρωπο μια γέφυρα διαβίβασης στο καίριο μήνυμα των Χριστουγέννων. Κινήσου πέρα από τη διαχεόμενη λάμψη και μαγεία των σύγχρονων στολισμών, που δεν παύει, βέβαια, να αποτελεί μια μορφή τιμής στο μέγιστο γεγονός. Βγες στο ρεαλισμό του:«Μένοντας αυτός που είσαι-ο, Γιάννης, Κώστας, Νίκος, αντίστοιχα η, Μαρία, Ελένη, Κατερίνα—γίνε αυτός που δεν είσαι-ο, Ανδρέας, Αντώνης, Πέτρος ή πάλι η, Γεωργία, Δήμητρα, Παναγιώτα, τουτέστιν: Γίνε κάποιος ή αντίστοιχα κάποια που δεν είσαι, αλλά ξέρεις ότι είναι σε ανάγκη και υποφέρει ! Μπες στη θέση του άλλου !
«Καλά Χριστούγεννα»
Αθανάσιος Κοτταδάκης
* από το βιβλίο: «ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΟ ΜΕ ΡΩΜΑΝΟ ΤΟ ΜΕΛΩΔΟ»-(Η ζωή του Χριστού από Κοντάκια Οσίου Ρωμανού του Μελωδού, αποδοσμένα σε νεοελληνικό λόγο)-Έκδοση Ι. Ν. Αγίου Αντωνίου Σπετσών, Σπέτσες 2013,
2 σχόλια:
Η Γέννησίς Σου, Χριστέ ο Θεός ημών, ανέτειλε τω κόσμω Το Φως το της Γνώσεως· εν αυτή γαρ οι τοις άστροις λατρεύοντες, υπό Αστέρος εδιδάσκοντο, Σε προσκυνείν, Τον Ήλιον της Δικαιοσύνης, και Σε γινώσκειν εξ ύψους ανατολήν, Κύριε δόξα Σοι. ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ...XΡISTOS ΕΤΕΧΘΗ !
XΡΙΣΤΟς ΕΤΈΧΘΗ !!!!!!!!!!!
χτες το βραδυ-24/12, ακουσα στο ραδιοφωνο την αγρυπνια απο την Ιερα Μονη Βηθλεεμ, και χαρηκε η ψυχη μου,με τις ομορφες ψαλμωδιες.Ψελνουν πολυ ομορφα οι Μοναχες και εκει.
Γενικα στα μοναστηρια , οι φωνες ειναι Αγγελικες.
ειναι ωραιες οι βυζαντινες χορωδιες.
Εδω εξω στον κοσμο,οταν ψελνουν πολλοι μαζι ειναι ομορφες οι ψαλμωδιες.
ενω αν ψελνει μονο ενας ψαλτης, σπανια ειναι κατανυκτικα γιατι συνηθως φωναζουν και κανουν μερικα γυρισματα και θυμιζουν λιγο οπερα οι ηλικιωμενοι ψαλταδες ή ενας νεος πχ ψαλτης ,αν δεν εχει και πολυ βυζαντινα ακουσματα , ψελνει σαν να τραγουδαει λαικα!
Ευλογησον, ενας συγκεκριμενος ψαλτης σημερα στον εσπερινο εψελνε
σε στυλ λαικου τραγουδιστη που θυμιζε κοσμικο ακουσμα.
εκανε πολλα γυρισματα στη φωνη και τραβουσε πολυ τα φωνηεντα ανεβοκατεβαζοντας την ενταση και το τρεμουλιασμα στη φωνη.
Καλο θα ειναι να θυμουνται οτι ειναι ΠΡΟΣΕΥΧΗ η ψαλτικη
και οχι επιδειξη τεχνικων δυνατοτητων και ικανοτητων!
Δημοσίευση σχολίου