Ήταν μόλις 18 χρονών. Οι γονείς του γύριζαν σπίτι μετά από την παρέλαση που είχαν πάει να δούνε τον μικρότερο αδερφό του. Δε θα μπορούσαν να φανταστούν ότι θα τους περίμενε η πιο φρικτή στιγμή της ζωής τους. Το σώμα του γιου τους κρεμόταν από μια αυτοσχέδια θηλιά που έφτιαξε ο ίδιος με ένα σεντόνι. Το ΕΚΑΒ θα φτάσει στο σπίτι όσο πιο γρήγορα γινόταν, αλλά ήταν ήδη πολύ αργά. Το μόνο που θα μπορούσαν να κάνουν οι διασώστες είναι να διαπιστώσουν τον θάνατό του. Αυτό το παιδί δε θα προλάβει να ζήσει τα όνειρά του, να κάνει νέα όνειρα, να αγαπήσει, να ταξιδέψει, να διασκεδάσει, να σπουδάσει.
Ο μικρός είχε διαγνωστεί στο φάσμα του αυτισμού. Όπως συμβαίνει τόσες και τόσες φορές, οι συμμαθητές του τον είχαν απομονώσει, τον είχαν περιθωριοποιήσει, τον είχαν καταδικάσει οριστικά κι αμετάκλητα στη μοναξιά. Δεν ήταν ποτέ καλεσμένος και καλοδεχούμενος σε καμία δραστηριότητα, πιθανότατα υπήρξε αντικείμενο χλευασμού. Όπως τόσα άλλα παιδιά στο φάσμα θα έπρεπε να ακούει τη διάγνωσή του ως βρισιά, ως μια δικαιολογημένη αφορμή για κάθε μορφή κακοποίησης.
Ακόμα και στα ρεπορτάζ υπονοείται ότι η αιτία ή η αφορμή για την αυτοχειρία είναι η νευροδιαφορετικότητα. Αν δεν ήταν αυτιστικός θα είχε αυτοκτονήσει; Μήπως θα τον έκαναν παρέα; Μήπως θα το διαχειριζόταν αλλιώς; Πρώτα σε σκοτώνουν οι άνθρωποι κι ύστερα οι φυλλάδες τους με πηχτή αμάθεια και μπαρουφολογία.
Και τώρα ας μιλήσουμε μπροστά στον καθρέφτη.
Σήμερα το «αυτιστικός» είναι η πιο διαδεδομένη «βρισιά» και προσβολή ανάμεσα σε νέους κι εφήβους, έχει αντικαταστήσει το βλάκας, το μαλάκας, το ηλίθιος. Χρησιμοποιείται σχεδόν παράλληλα με το «ανάπηρος». Κι ας είμαστε ειλικρινείς, για την κοινωνία δεν τρέχει κάστανο. Κάποιοι αδιαφορούν, κάποιοι γελάνε, κάποιοι ψιλοενοχλούνται αλλά δε λένε τίποτα, άλλοι σιγοντάρουν και κάποιοι θείοι που θέλουν να κάθονται με τη νεολαία μπορεί να το χρησιμοποιούν ομοιοτρόπως για να είναι κι αυτοί μέσα στο παιχνίδι.
Τι είναι όμως ουσιαστικά η αναπηρία; Είναι μια διάγνωση; Μια νευροδιαταραχή; Είναι μια παραπληγία; Μια απώλεια ενός μέλους ή μήπως είναι κυρίως ο κοινωνικός αποκλεισμός, οι διακρίσεις, οι προκαταλήψεις, οι τοξικές κουλτούρες κι η αδιαφορία;
Υπάρχει ένας διάχυτος οίκτος ας πούμε για κάποιον που χρησιμοποίει αμαξίδιο για τις μετακινήσεις του. Τους λυπόμαστε που δε μπορούν να συμμετέχουν σε δραστηριότητες, να διασκεδάσουν, να πάνε σε ένα μπαρ ή ένα κλαμπ, να χρησιμοποιήσουν τα μέσα μεταφοράς, να βγαίνουν ραντεβού, να αθληθούν, κτλ. Ένας δημοσιογράφος τους είπε από «αγάπη» όμηρους στα «καροτσάκιά» τους, ένας άλλος είπε ότι θα ήταν καλύτερα να είναι νεκροί. Όμως η αναπηρία φταίει γι’ αυτούς τους περιορισμούς ή ότι δεν υπάρχουν ράμπες σε πεζοδρόμια, μαγαζιά κι υπηρεσίες, ότι δεν υπάρχουν λεωφορεία προσαρμοσμένα στις ανάγκες τους, ότι τα πεζοδρόμια είναι παρκαρισμένα και καταστρεμμένα, ότι οι χώροι άθλησης και διασκέδασης δεν τους «χωρούν»;