Δούλοι
και ελεύθεροι (Ρωμ.
6.18-23)
Δούλους
μάς αποκαλεί σήμερα ο απόστολος Παύλος· δούλους της δικαιοσύνης. Σε μια εποχή,
κατά την οποία έχει εκλείψει η δουλεία μεταξύ των ανθρώπων, επισήμως τουλάχιστον,
τι σημασία μπορεί να έχουν τέτοιου είδους παρομοιάσεις με τους σύγχρονους
ανθρώπους, και δη τους χριστιανούς;
Ας δούμε όμως πρώτα το περιεχόμενο της
σημερινής αποστολικής περικοπής, και θα επανέλθουμε.
«Αδελφοί», μάς λέει, «αφού
έχετε απελευθερωθεί από την αμαρτία, γίνατε δούλοι της δικαιοσύνης. Ανθρώπινο
παράδειγμα μεταχειρίζομαι, εξαιτίας της αδυναμίας της σάρκας σας. Γιατί, όπως
ακριβώς καταστήσατε τα μέλη σας υπόδουλα στην ακαθαρσία και στην ανομία, για να
πράττετε την ανομία, έτσι τώρα παρουσιάστε τα μέλη σας ως δούλα στην δικαιοσύνη
προς αγιασμό. Γιατί όταν ήσασταν δούλοι της αμαρτίας, ήσασταν ελεύθεροι από την
δικαιοσύνη. Τί λοιπόν καρπό είχατε τότε, για τα οποία τώρα ντρέπεστε; γιατί η
κατάληξη εκείνων είναι θάνατος. Τώρα όμως, αφού ελευθερωθήκατε από την αμαρτία
και γίνατε δούλοι του Θεού, ο μεν καρπός των έργων σας είναι ο αγιασμός, το δε
τέλος η αιώνιος ζωή. Διότι ο μισθός της αμαρτίας είναι ο θάνατος, ενώ το δώρο
του Θεού η αιώνιος ζωή διά του Κυρίου μας Ιησού Χριστού».
Αντιπαραβάλλει,
όπως είδαμε, ο απόστολος Παύλος την αμαρτία και την δικαιοσύνη του Θεού.
Δηλώνει μάλιστα, όταν ομιλεί για δούλους, ότι το σχήμα λόγου που χρησιμοποιεί
είναι ανθρώπινο. Άλλωστε, ο σκοπός μιας παρομοίωσης είναι να δείξει κάποια
σημεία τα οποία είναι κοινά ανάμεσα στο παράδειγμα και στο πραγματευόμενο θέμα,
χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τα δύο αυτά είναι όμοια κατά πάντα.
Η ουσιώδης
ομοιότητα ανάμεσα σε έναν δούλο και στον δούλο της αμαρτίας ή τον δούλο του
Θεού, είναι ότι πράττουν αυτό που επιτάσσει ο κύριός τους.
Η ουσιώδης πάλι
διαφορά, είναι ότι στη μεν κυριολεκτική δουλεία ο δούλος με τη βία έγινε δούλος
και δεν μπορεί να απαλλαγεί από τα δεσμά που τού επιβάλλει ο ιδιοκτήτης του,
ενώ στην πνευματική δουλεία (είτε στην αμαρτία είτε στο θέλημα του Θεού)
βρισκόμαστε με δική μας επιλογή και μπορούμε, εάν το θέλουμε, να μεταβούμε από
την μία κατάσταση στην άλλη. Αυτό είναι και το νόημα των λόγων του Χριστού, ότι
«Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον
ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει· οὐ δύνασθε Θεῷ
δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ»[1]. Αλλά και διάφορες παροιμίες της θυμοσοφίας
του λαού, δηλώνουν αυτή την αυτονόητη αλήθεια, ότι δηλαδή δεν μπορεί ένας
άνθρωπος να υπηρετεί εκ διαμέτρου αντίθετους σκοπούς.
Ότι
η αμαρτία καθίσταται αληθινή δουλεία, είναι σε όλους μας φανερό, τουλάχιστον
από τις δικές μας πτώσεις. Όταν ενδώσουμε στην αμαρτία, τότε μάς δυναστεύει,
θολώνει το μυαλό μας και σκεφτόμαστε συνέχεια τρόπους για να την διαπράξουμε,
και δεν μάς αφήνει εύκολα να ξεφύγουμε. Γι αυτό, όταν η αμαρτία χρονίσει,
γίνεται πάθος, συνήθεια, δεύτερη φύση. Γι αυτό και όταν πάρουμε την απόφαση να
αποδεσμευθούμε από τα δεσμά της, χρειάζεται σταθερή απόφαση και αγώνας χωρίς
εκπτώσεις, και προσευχή πολλή, ώστε όσα δε μπορούμε από μόνοι μας να τα
πραγματοποιήσει η χάρις του Θεού.
Σε
αντίθεση με τα ολέθρια και θανατηφόρα αποτελέσματα της αμαρτίας, όταν γίνουμε
δούλοι στο θέλημα του Θεού, δηλαδή όταν με τη θέλησή μας υπακούμε στο Ευαγγέλιο
της θείας δικαιοσύνης, οι καρποί που δρέπουμε είναι ο αγιασμός της ύπαρξής μας,
και το αποτέλεσμα είναι η αιώνιος ζωή. Και τούτο, γιατί όσο εργαζόμαστε τα έργα
της δικαιοσύνης, την αγάπη, την πίστη, την μακροθυμία, την αρετή, τόσο
καθαρίζεται και φωτίζεται ο έσω άνθρωπος, και έρχεται η χάρις του Αγίου
Πνεύματος και καταυγάζει ολόκληρο τον άνθρωπο και τον γεμίζει με την κατά Θεόν
χαρά. Όταν τέλος επισκεφθεί τον άνθρωπο το Άγιο Πνεύμα, τότε γίνεται κατά χάριν
θεός, δεν καθαίρεται μόνο αλλά και ζωοποιείται, νικά με την χάρη του Θεού το
κοσμικό φρόνημα και καθίσταται ουρανοπολίτης [2] και κληρονόμος
των επουρανίων αγαθών.
Ας
τρέχουμε, επομένως, τον καλόν αγώνα της πίστεως, ας αφήσουμε κατά μέρος την
αμαρτία, η οποία περιπλέκει την ζωή μας και μάς ταλαιπωρεί, οδηγώντας μας σε
ολισθηρές ατραπούς.
Ας συνταχθούμε με τον αγαθό Κύριο, ας γίνουμε υπήκοοι των
εντολών του και ας βάλουμε αρχή, ώστε να εργαζόμαστε το θέλημά του και να
καλλιεργούμε τις αρετές. Και ο αγαθός Κύριός μας, ο οποίος βλέπει την προαίρεση
και την διάθεση της καρδιάς και τιμά τον εργάτη της ενδεκάτης ώρας εξίσου με
εκείνον της πρώτης, θα δει την διάθεση της καρδιάς μας, θα σπεύσει σε βοήθεια,
θα αγιάσει την ζωή μας ολόκληρη και θα μάς χαρίσει πλούσια τα αγαθά της
Βασιλείας του [3], τα οποία ετοίμασε για τους αγγέλους και για όλους τους
δίκαιους. Αμήν.
Από το γραπτό κήρυγμα της Ιεράς Μητροπόλεως Κερκύρας(28-6-2015)
--------
[1] Ματθ. 6.24
[2] Φιλιπ. 3.20: «ἡμῶν γὰρ τὸ πολίτευμα ἐν
οὐρανοῖς ὑπάρχει, ἐξ οὗ καὶ σωτῆρα ἀπεκδεχόμεθα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν».
[3] Βλ. Ματθ. 25.31-46.