Τῆς γιαγιᾶς τῆς Μαρίας ὁ τόπος.Δυὸ χέρια σταυρωμένα ποὺ ὁ χρόνος τὰ ὄργωσε·
λὲς πὼς μένουν ἄπραγα.
Ἕνα στόμα κλειστὸ ποὺ οἱ λέξεις τοῦ τέλειωσαν·λὲς πὼς μένει κλειστό.
λὲς πὼς μένουν ἄπραγα.
Ἕνα στόμα κλειστὸ ποὺ οἱ λέξεις τοῦ τέλειωσαν·λὲς πὼς μένει κλειστό.
Δυὸ μάτια ἀπλανὴ ποὺ νὰ βλέπουν κουράστηκαν·λὲς πὼς μένουν σκοτεινά.
Ἕνα πρόσωπο χαμένο ποὺ λόγους δὲν κατανοεῖ·λὲς πὼς μένει ἀκοινώνητο.
Μὴ περιμένετε πολλά,μοῦ εἶχαν πεῖ,ἔχει ἄνοια.
Στέκομαι μπροστά της μ’ ἕνα μούδιασμα καὶ μιὰ θλίψη γιὰ τὴν ἀπολεσθεῖσα ὀμορφιὰ
αὐτοῦ τοῦ ὀγδοντάχρονου κοριτσιοῦ.
Μὲ φωνὴ χθαμαλὴ τῆς ἀπευθύνω τὸ κάλεσμα:
«Μετὰ φόβου Θεοῦ πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθετε».
Μὰ ἐγὼ φοβάμαι περισσότερο πὼς δὲ θὰ ἀνταποκριθεῖ,πὼς δὲ θὰ καταλάβει,
πὼς δὲ θὰ συνεργαστεῖ,πὼς δὲ θ’ ἀνοίξει τὸ στόμα γιὰ νὰ λάβει τὴ θεία ἐπίσκεψη.
Βρίσκω λίγο θάρρος καὶ βουτῶ τὴ λαβίδα μέσα στὸ Ποτήριο καὶ μιὰ μερίδα ἐλάχιστη λαμβάνω μὲ προσοχὴ καὶ προφύλαξη· ἔπειτα στὴ γιαγιὰ ἀπευθύνομαι:
«Μεταλαμβάνει ἡ δούλη τοῦ Θεοῦ Μαρία…»…καὶ τὰ σταυρωμένα χέρια
στρέφονται σὲ στάση ἱκεσίας·καὶ τὸ κλειστὸ στόμα ἀνοίγει νὰ δεχθεῖ τὴ μεταλαβιά·
καὶ τὰ ἀπλανὴ μάτια δακρύζουν πλημυρισμένα ἀπὸ κατάνυξη·
καὶ τὸ χαμένο πρόσωπο κοινωνεί μυστικὰ μὲ τὸ Χριστὸ καὶ μὲ τὸν κόσμο ὁλάκερο.
Καὶ ὁ χαμένος ἐγώ,ποὺ νόμιζα πὼς ἔχωτοῦ νοῦ τὴ διαύγεια,γιὰ μια στιγμὴ ἀξιώνομαι να δῶ πίσω ἀπὸ τὴν ἀσθένεια, τὸ μέρος ποὺ εἶναι κρυμμένη ἡ γιαγιὰ ἡ Μαρία
τὸ τόπο ποὺ ὑπάρχει ὁλόκληρη, μὲ νοήματα κι αἰσθήματα,μὲ πληγές καὶ μνήμες,
μὲ πίστη καὶ ἀγάπη, μὲ ἀλήθεια καὶ φῶς.
Κι ἂν Σταυρὸ ὑπομένει-καλή μου κάνε ὑπομονή-προσδοκᾶ μὲ πόθο νὰ γιορτάσει Ἀνάσταση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου