-“Πώς σου ήρθε και δεν τον σκότωσες μες στην νύχτα;”, τον ρώτησα.
-“Να σας πω” μου είπε. “Εκείνη την ώρα, έτσι που με ξάφνιασε, ετοιμαζόμουν να του την φέρω. Οι σύντροφοί του, που μας είχαν κάνει τον αιφνιδιασμό, το ‘βαλαν στα πόδια και τον άφησαν. Όπου τόνε κοίταξα στη φέξη της φωτιστικής ρουκέτας. Ήταν όμορφο παλληκάρι. Λυπήθηκα να τον χαλάσω”. Και γέλασε σαν παιδί για την αδυναμία του.
Φαντάζομαι πως μόνο ένας Έλληνας πολεμιστής, ανάμεσα σε όλους τους πολεμιστές του κόσμου, μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο. Και η φράση που μεταχειρίστηκε ήταν τόσο ωραία. Είπε “λυπήθηκα να τον χαλάσω”. Υπάρχουν ευτυχισμένες στιγμές , που ένα άτομο, ξαφνικά συγκεντρώνει και εκφράζει την ευγένεια ενός λαού, μιας ολάκερης φυλής». (Ακαδημία Αθηνών, «Πανηγυρικοί λόγοι ακαδημαϊκών», σελ. 319).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου