«Κάποτε είπα στον Γέροντα Σιλουανό ότι οι Ρώσοι μοναχοί βρίσκονταν σε μεγάλη ταραχή, λόγω της τυραννίας των μπολσεβίκων στην ρωσική εκκλησία του Θεού.
Τότε αυτός απήντησε: «Και εγώ στην αρχή είχα ταραχή γι’ αυτό το θέμα. Μετά όμως από πολλή προσευχή μου ήρθαν οι εξής λογισμοί: “Ο Κύριος αγαπά ανέκφραστα όλους”. Εκείνος γνωρίζει τα σχέδια όλων και τον καιρό του καθενός. Ο Κύριος επέτρεψε τον διωγμό στον ρωσικό λαό για κάποιο μελλοντικό καλό. Εγώ δεν μπορώ να το καταλάβω ούτε να το σταματήσω. Αυτά λέω στους αδελφούς που έχουν ταραχή:
“Εσείς μπορείτε να βοηθήσετε την Ρωσία μόνο με την προσευχή και την αγάπη. Μου μένει μόνο η προσευχή και η αγάπη. Ο θυμός και οι κραυγές εναντίον των άθεων δεν διορθώνουν τα πράγματα”» (Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς).
«Για τον εξαίσιο αυτόν μοναχό, τον Σιλουανό, μπορώ μόνο να πω: Ήταν γλυκειά ψυχή. Δεν αισθάνθηκα μόνο εγώ τη γλυκειά αυτήν ψυχή, αλλά και κάθε προσκυνητής του Άθω που έτυχε να συναντηθεί μαζί του». Και συμπληρώνει: «Ο Σιλουανός ήταν υψηλός, μεγαλόσωμος, με μεγάλη μαύρη γενειάδα και η εξωτερική του όψη δεν προδιέθετε αμέσως ευνοϊκά όποιον δεν τον γνώριζε. Αρκούσε όμως μια συνομιλία, για να αγαπήσεις αυτόν τον άνθρωπο… Μιλούσε για την άμετρη αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο και ενέπνε τον αμαρτωλό στο να κατακρίνει μόνος του αυστηρά τον εαυτό του».Το πρόβλημα που έθεσε ο άγιος Νικόλαος στον όσιο Γέροντα ήταν τα τραγικά γεγονότα που συνέβησαν στη Ρωσία με την επικράτηση των Μπολσεβίκων, αθέων στην ιδεολογία τους, και που επέφεραν τη δίωξη της Ρωσικής Εκκλησίας και των εκεί χριστιανών, με αποτέλεσμα βεβαίως την ταραχή όλων των Ρώσων μοναχών, και όχι μόνον, απανταχού της γης. Την ταραχή αυτή βεβαίωσε ότι βίωσε και ο άγιος σε πρώτη φάση όταν το έμαθε. Κι ήταν κάτι φυσικό: ως άνθρωπος που ζει στον ταραγμένο και ακατάστατο κόσμο τούτο λόγω της επικράτησης της αμαρτίας και του «κοσμοκράτορος» Πονηρού διαβόλου, δεν ήταν δυνατό να μην υποστεί τα κύματα της αθεΐας και την αναταραχή που αυτά προκαλούν. Κι ακόμη: πώς να μην ταραχτεί όταν μαθαίνει ότι χριστιανοί, και μάλιστα ομοεθνείς του, υφίστανται διωγμούς που μερικές φορές υπερβαίνουν σε σκληρότητα και αυτούς τους πρωτοχριστιανικούς διωγμούς; «Χαίρειν μετά χαιρόντων και κλαίειν μετά κλαιόντων» προτρέπει το στόμα του Χριστού ο απόστολος Παύλος, ο οποίος ζούσε στην ύπαρξή του τα παθήματα όλου του κόσμου ως συνεπής μαθητής Εκείνου.
Αλλ’ αυτό σε πρώτη φάση. Διότι αμέσως αναδύεται η συνείδηση του γνησίου χριστιανού, όπως τη βλέπουμε στο σκεύος Χριστού όσιο Σιλουανό. Κάνει πολλή και έμπονη προσευχή για το πρόβλημα και ο Κύριος τον φωτίζει φέρνοντάς του τους ορθούς λογισμούς για την αντιμετώπισή του. Ό,τι τονίζει ο λόγος του Θεού διά στόματος του προφητάνακτα Δαυίδ - «Γνώρισόν μοι, Κύριε, οδόν εν η πορεύσομαι, ότι προς Σε ήρα την ψυχή μου» (προσευχήθηκα σε Σένα Κύριε να μου γνωρίσεις τον δρόμο που πρέπει να πορευτώ) – αυτό κάνει και ο Γέροντας.
Η ταραχή λοιπόν της πρώτης φάσης στον άγιο Σιλουανό μεταποιείται με τη χάρη του Θεού σε δοξολογική διάθεση, γιατί βλέπει ότι ακόμη και στον διωγμό λειτουργεί η αγάπη Του που απλώς ο ίδιος εκείνη τη στιγμή δεν καταλαβαίνει. Ό,τι δεν κατανοούμε όμως από τον τρόπο δράσεως του Θεού δεν σημαίνει ότι ακυρώνει την πρόνοιά Του και την αγάπη Του. Ποιος για παράδειγμα μπορούσε, έστω και άγγελος, να κατανοήσει το σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου; Να έρθει ο Ίδιος ο Δημιουργός ως άνθρωπος και μάλιστα ως απλό βρέφος που θα έφτανε στο σημείο να σταυρωθεί υπέρ του κόσμου; Ο νους, έστω και αγγελικός, σιωπά μπροστά στο μυστήριο. Αλλά μυστήριο δεν είναι και η συνέχεια του Σταυρού του Κυρίου μέσα από τα παθήματα του σώματός Του της Εκκλησίας;
Οπότε, μέσα στο πλαίσιο του «εν αυτώ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν» ο άγιος Σιλουανός, ο οποίος είχε μεταθέσει όλη την ύπαρξή του στον Κύριο και ζούσε ως συνέχειά Του, ως κλαδί στο αμπέλι Του, ως Εκείνος μέσω αυτού, δεν βλέπει κάτι άλλο για δράση πέρα της προσευχής και της αγάπης. Η προσευχή και η αγάπη είναι τα μόνα που μπορούν να βοηθήσουν κάθε άνθρωπο, ιδίως μάλιστα τον εμπερίστατο λαό, όπως η Ρωσία της εποχής εκείνης. Ο Κύριος δηλαδή που επέτρεψε για κάποιο μελλοντικό καλό τη δοκιμασία των διωγμών, που σημαίνει ότι Αυτός έχει διαρκώς την πρωτοβουλία των κινήσεων, ο Ίδιος είναι Εκείνος που μπορεί να επέμβει όταν πιστοί Του άνθρωποι αρχίζουν όχι να ταράζονται αλλά να μένουν στην αγάπη Του: την προσευχή προς Αυτόν και την αγάπη στον συνάνθρωπο. Με άλλα λόγια το ζητούμενο για τον όσιο του Θεού είναι η ζωντανή σχέση με τον Κύριο, η παραμονή του πιστού στις άγιες εντολές και το θέλημά Του, έστω και οδυνηρό γι’ αυτόν, γιατί είναι ο μόνος δρόμος - «αυτός μου μένει» - για να λειτουργεί ως μέλος Χριστού. Αυτή είναι η απόλυτη προτεραιότητα που συνιστά και τον σκοπό της ζωής του. Διαφορετικά, αν ο άνθρωπος, έστω και πιστός, θυμώνει και κραυγάζει, όχι μόνο δεν διορθώνει τα πράγματα, αλλά περιπίπτει ακριβώς στην παγίδα που έχουν περιπέσει οι άθεοι, εξομοιώνεται προς αυτούς, γίνεται έρμαιο και αυτός του πονηρού, στην ουσία διαγράφει την αποκάλυψη του Κυρίου και το περιπατείν εν Αυτώ.
Ο άγιος Σιλουανός με τα λόγια και τη στάση του το έδειξε μέσα στην «αφάνειά» του περίτρανα: είσαι χριστιανός ενωμένος με τον Κύριο ως μέλος Του; «Οφείλεις καθώς Εκείνος περπάτησε στον κόσμο κι εσύ αντιστοίχως το ίδιο να περπατάς». Σε οτιδήποτε μας συμβαίνει στον κόσμο να προσπαθούμε να βλέπουμε το βάθος, τον σκοπό – πάντοτε καλό μέσα στην αγάπη του Θεού – και να παραμένουμε στην αρτιότητα που μας δώρισε ο Κύριος: να είμαστε «ολόκληροι» μέσα σ’ Εκείνον και Εκείνος μέσα σ’ εμάς. Η διακράτηση της ολοκληρίας αυτής είναι ό,τι πιο σημαντικό στη ζωή μας, γιατί μας καθιστά αιώνιους. Αν δεν το κάνουμε, η ταραχή και η ακαταστασία του πεσμένου στην αμαρτία κόσμου γίνονται και τα δικά μας χαρακτηριστικά.


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου