Η Δόξα συνάντησε τον Παύλο Μελά και τον οδήγησε στην Αθανασία, σ’ ένα μικρό χωριό, τη Σιάτιστα. Ήταν ημέρα Τετάρτη, 13 Οκτωβρίου 1904. Λέει το τηλεγράφημα του Προξένου Μοναστηρίου προς το Υπουργείον των Εξωτερικών: “Παρελθούσαν Τετάρτην 13 τρέχοντος ημετέρων ευρεθέντων εν χωρίω Σιάτιστα, στρατιωτικόν απόσπασμα (…) περιεκύκλωσε Σιάτισταν, και περί ώραν 5μ.μ. ήρξατο πυρός κατά των ημετέρων. Ημέτεροι απήντησαν γενναίως, μετά δίωρον δε ανταλλαγήν πυροβολισμών, απεφάσισαν επιχειρήσωσιν έξοδον. Παύλος Μελάς ώρμησε πρώτος επί κεφαλής αυτών, οπότε σφαίρα τουρκική πλήξασα αυτόν κατά την οσφυακήν χώραν, ετραυμάτισε θανασίμως. Σύντροφοί του τον απέσυραν εντός χωρίου και εναπέθεσαν παρακειμένω οικίσκω, ένθα μετά ημίσειαν ώραν, διαρκούσης πάντοτε συμπλοκής, εθνικός ήρως ησύχασε…”.
“Το σταυρό να τον δώσεις στην γυναίκα μου, και το τουφέκι του Μίκη”, είπε ο Παύλος στον υπαρχηγό του Πύρζα, λίγο πριν ξεψυχήσει, αφήνοντας τα υπάρχοντά του στη γυναίκα και το γυιό του, “και να τους πεις ότι το καθήκον μου έκαμα”.
“Τίνος και πηλίκης δει τιμής αξιούσθαι Μακεδόνας,
οι των πλείω του βίου χρόνον
ου παύονται διαγωνιζόμενοι προς τους βαρβάρους
υπέρ της των Ελλήνων ασφαλείας”, έγραψε ο Πολύβιος.
Στη γη της Μακεδονίας ο Παύλος Μελάς τράνωσε με το αίμα του το δέντρο της Ελληνικής Πατρίδας. Ο ηρωικός θάνατός του, στα 34 μόλις χρόνια του, ήταν το ράπισμα που χρειάζονταν στρατός, λαός και πολιτικοί ώστε να γίνει υπόθεση όλων η στήριξη του αγώνα για τη Μακεδονία. Νέος, εύπορος και με προοπτικές για μια καθωσπρέπει ζωή στην ασφάλεια των Αθηνών, διάλεξε, παρά το κόστος για τον ίδιο, τους γονείς, τη γυναίκα και τα δύο του παιδιά, το δρόμο του αγώνα και της αυτοθυσίας.
“Τώρα που σκοτώθηκε ο Παύλος”, γράφει ο Δραγούμης, “πάλι για μια στιγμή αισθάνθηκαν μαζί οι Έλληνες, και συγκινήθηκαν μαζί. Ηλεκτρικός κλονισμός, που περνά σ’ ένα σώμα ολόκληρο και το ταράζει για μια στιγμή και, επειδή ταράζεται, νοιώθει την ύπαρξή του, ξέρει πως υπάρχει”.
Στα χρόνια που πέρασαν από τον θάνατο του Παύλου Μελά, μεγάλα τμήματα της Μακεδονίας, της Θράκης, της Ηπείρου ελευθερώθηκαν, κι άλλα παραμένουν ως σήμερα σκλαβωμένα. Δεν είναι όμως, μόνο γι’ αυτό που οι Έλληνες οφείλουν ακόμη στη Μακεδονία και στους Μακεδονομάχους, στον Παύλο Μελά και σ’ όσους, που σαν κι αυτόν έδωσαν τη ζωή τους προσφορά στο μεγαλείο της Πατρίδας. Οι συγκυρίες, τα άτομα και ο χρόνος είναι παράγοντες μεταβλητοί και εύπλαστοι.
Μπορεί λοιπόν το Έθνος να ελπίζει ακόμη. Ο κίνδυνος που τώρα το απειλεί είναι η προσπάθεια να εκλείψει το πνεύμα του Μελά, το πνεύμα θυσίας, η αίσθηση του χρέους, η κινητήριος δύναμις που ώθησε τον Μελά όπως και πριν από αυτόν τους ήρωες του ’21, της Κωνσταντινουπόλεως και των Θερμοπυλών, αλλά και ύστερα από αυτόν τους αγωνιστές του ’12-’13, του ’22, του ’40, του ’74.
Να συνδαυλιστεί αυτό ακριβώς το πνεύμα, αυτή πρέπει να είναι τώρα η υπόσχεση που θα γαληνέψει μα και θα δικαιώσει τις ψυχές των ηρώων, αυτό που πρέπει να είναι τώρα ο αγώνας όλων όσων σε πείσμα των αντίξοων καιρών επιδιώκουν τον αγώνα και παραμένουν ζωντανοί.
Ε.Χ. Π./Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου