Μέσα από μία οικογενειακή διήγηση, ‘η ιστορία’ παύει να είναι ένα μάθημα που κάποτε μαθαίναμε στα σχολεία και γίνεται μια ζωντανή κοντινή μας πραγματικότητα. Αυτός είναι ο λόγος που παρακινήθηκα να γράψω τα πάρα κάτω για το χατήρι των παιδιών μου και των νέων της Ελλάδας μας.
Σήμερα ειδικά που γίνεται συστηματική και οργανωμένη προσπάθεια από σκοτεινά κέντρα εκτός Ελλάδος, να αποκοπούμε από τις ρίζες μας, να υποτιμήσουμε τον εαυτό μας, να απογοητευθούμε και να παραιτηθούμε τελικά από τα ιστορικά δικαιώματά μας, για να αρπάξουν την πατρίδα μας ευκολότερα.. Αυτός είναι ο λόγος που μεγάλα κομμάτια της ιστορίας δεν διδάσκονται πιά στα σχολεία μας (π.χ ο Μακεδονικός αγώνας ) ή αν διδάσκονται προσπαθούν να τα διδάξουν διαστρεβλωμένα (π.χ. συνωστισμός στην Σμύρνη).
Οι Αλβανοί έβαλαν επίσημα θέμα Τσαμουριάς στον πρόεδρο της Ελλάδας κ. Παπούλια, ζητούν τα Γιάννενα μέχρι το Μεσσολόγγι κοντά αλλά και τους νομούς Καστοριάς, Φλωρίνης και Γρεβενών. Οι Σκοπιανοί δημοσιεύουν χάρτες της ‘Μακεδονίας τους’ με πρωτεύουσα την Θεσσαλονίκη. Οι Τούρκοι δρούν ελεύθερα στην Θράκη που την θέλουν δική τους μαζί με το μισό Αιγαίο. Γι’ αυτό έλεγε ο π. Παϊσιος « σε μερικούς δεν συμφέρει να υπάρχει η Ελλάδα, οι εχθροί μας θέλουν να μας ξεσκίσουν και ‘οι φίλοι’ μας να μας ‘τσαλακώσουν’. Δεν πειράζει όμως, έχουν οι άνθρωποι τα σχέδιά τους, έχει και ο Θεός τα δικά Του»
Ο ιερέας που βλέπετε στην φωτογραφία είναι ο παππούς της μητέρας μου. Το όνομά του Αλέξανδρος Παπαλέξης. Ήταν ιερέας στο χωριό Αετός που ανήκει σήμερα στον νομό Φλωρίνης.Στο στήθος του φέρει τρία παράσημα (!!!) για την συμβολή του στον Μακεδονικό Αγώνα. Λογικό είναι να υποθέσουμε, λόγω της ιεροσύνης του, την συνεργασία του με τον Μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανό Καραβαγγέλη, πρωτεργάτη και εμψυχωτή του αγώνα, καθώς και με τους οπλαρχηγούς της Φλώρινας καπετάν Κώτα και Πύρζα.( το επώνυμο υπάρχει μέχρι σήμερα στην Φλώρινα ) Ήταν ‘σύνδεσμος’. Δηλαδή μετέφερε πληροφορίες και συντόνιζε την δράση των ένοπλων σωμάτων, τα ειδοποιούσε για ενέδρες και άλλους κινδύνους. Ήταν τα μάτια και τα αυτιά των ανδρών που πολεμούσαν τους Βούλγαρους κομιτατζήδες. Τελικά τον εντόπισαν και αποφάσισαν να τον σκοτώσουν. Και αυτόν αλλά και όλη την οικογένεια του για παραδειγματισμό, για να κάμψουν το αγωνιστικό φρόνημα των Ελλήνων. Σώθηκαν με ένα παράδοξο τρόπο. Ο γείτονάς του, ένας τοίχος χώριζε τις αυλές τους, ήταν Βούλγαρος αλλά αγαπούσε τον παπα-Αλέξη. Μόλις σκοτείνιασε, για να μη τον βλέπουν, πάει και χτυπάει το παράθυρό του.
- Σήμερα το βράδυ φύγε από το σπίτι σου, θα έρθουν να σε σκοτώσουν, τον προειδοποίησε
- Και τα παιδιά μου; Την γυναίκα μου; Ρώτησε όλος αγωνία ο παπάς.
-Φέρτους σπίτι μου…θα τους κρύψω….εμένα δεν θα με υποπτευθούν…
Καβάλησε τον τοίχο ο παπα-Αλέξης και άρπαζε τα έξι παιδιά του ένα- ένα και τα περνούσε στον γείτονα. Τσιμουδιά, να μην τους ακούσει κανείς, να μην τους δεί κανένα μάτι. Μετά τρεχάλα στο βουνό να κρυφτεί.
Τελικά την γλύτωσαν εκείνη την νύχτα. Μετά από λίγες μέρες τους φυγάδευσαν σε ένα γειτονικό Βλάχικο ορεινό χωριό, το Νυμφαίο. Εκεί αλλάξαν τις φορεσιές τους με τα Βλάχικα ρούχα που τους έδωσαν, για να μην ξεχωρίζουν, και φιλοξενήθηκαν πολύ καιρό μέχρι να ξεθυμάνει το κακό, μέχρι να ξεχαστούν. Τελικά ο παπα-Αλέξης πέθανε από φυσιολογικό θάνατο σχετικά νέος. Η μητέρα μου τον θυμάται και σαν παπά στην εκκλησιά αλλά και ότι τον είδε κρυφά, γιατί δεν την άφηναν, μέσα στο φέρετρό του.
Από αυτή την μικρή οικογενειακή ιστορία παίρνουμε μία γεύση των κινδύνων του Μακεδονικού αγώνα αλλά και την συμβολή της εκκλησίας μας σε αυτόν, όσο και αν δεν αρέσει σε μερικούς να λέγεται αυτή η αλήθεια.
Μια και το Μακεδονικό ζήτημα δεν έχει λάβει τέλος για μερικούς, γιατί διεκδικούν για πρωτεύουσα του κρατιδίου τους την Θεσσαλονίκη, ας κάνουμε ένα μικρό σχόλιο πάνω στη γλώσσα των ανθρώπων που έχει γίνει θέμα προς εκμετάλλευση από την προπαγάνδα τους.
Η γιαγιά μου η Αγγελική, δηλαδή η κόρη του παπα-Αλέξη ήταν δίγλωσση. Το ίδιο και ο παπα-Αλέξης. Μιλούσε τα ελληνικά αλλά και το Σκοπιανό ιδίωμα, τα λεγόμενα ‘Μακεδονικά’. Μήπως αυτό μειώνει την ελληνικότητά του για την οποία διακινδύνευσε όχι μόνο την ζωή του αλλά και την ζωή της οικογένειάς του; Ο καπετάν Κώτας δεν μιλούσε κάν ελληνικά, αλλά πέθανε ζητωκραυγάζοντας για την Ελλάδα. Βρέθηκαν μερικοί άψυχοι διπρόσωποι πατριδοκάπηλοι υπερπατριώτες και κάποιοι άλλοι ιδεολογικά απάτριδες με ταξικά γυαλιά και συναντήθηκαν τα άκρα σε αυτό το σημείο και αποκάλεσαν αυτούς τους ανθρώπους ‘Βούλγαρους’.
. Όταν ήμουν μικρός μιλούσα Τούρκικα. Γιατί μεγάλωσα σε ένα προσφυγικό χωριό όπου κανείς δεν ήξερε Ελληνικά. Έμαθα τα Τούρκικά παίζοντας με τα παιδιά του χωριού. Ο πατέρας μου που ήταν δάσκαλος του χωριού τους έμαθε τα Ελληνικά.
Και οι πρόσφυγες του 1922 που ήρθαν από την Μικρά Ασία ήταν δίγλωσσοι, αρκετοί από αυτούς μιλούσαν μόνο Τουρκικά, όμως ήρθαν στην Ελλάδα γιατί έννοιωθαν και ήταν Έλληνες Χριστιανοί. Βρέθηκαν μερικοί ανόητοι και τους αποκάλεσαν ‘Τουρκόσπορους’
Δυστυχώς ,είναι θλιβερή η μικρότητα, η μικρόνοια και το χυδαίο μικροσυμφέρον των χαμερπών ανθρώπων.
Σήμερα ειδικά που γίνεται συστηματική και οργανωμένη προσπάθεια από σκοτεινά κέντρα εκτός Ελλάδος, να αποκοπούμε από τις ρίζες μας, να υποτιμήσουμε τον εαυτό μας, να απογοητευθούμε και να παραιτηθούμε τελικά από τα ιστορικά δικαιώματά μας, για να αρπάξουν την πατρίδα μας ευκολότερα.. Αυτός είναι ο λόγος που μεγάλα κομμάτια της ιστορίας δεν διδάσκονται πιά στα σχολεία μας (π.χ ο Μακεδονικός αγώνας ) ή αν διδάσκονται προσπαθούν να τα διδάξουν διαστρεβλωμένα (π.χ. συνωστισμός στην Σμύρνη).
Οι Αλβανοί έβαλαν επίσημα θέμα Τσαμουριάς στον πρόεδρο της Ελλάδας κ. Παπούλια, ζητούν τα Γιάννενα μέχρι το Μεσσολόγγι κοντά αλλά και τους νομούς Καστοριάς, Φλωρίνης και Γρεβενών. Οι Σκοπιανοί δημοσιεύουν χάρτες της ‘Μακεδονίας τους’ με πρωτεύουσα την Θεσσαλονίκη. Οι Τούρκοι δρούν ελεύθερα στην Θράκη που την θέλουν δική τους μαζί με το μισό Αιγαίο. Γι’ αυτό έλεγε ο π. Παϊσιος « σε μερικούς δεν συμφέρει να υπάρχει η Ελλάδα, οι εχθροί μας θέλουν να μας ξεσκίσουν και ‘οι φίλοι’ μας να μας ‘τσαλακώσουν’. Δεν πειράζει όμως, έχουν οι άνθρωποι τα σχέδιά τους, έχει και ο Θεός τα δικά Του»
- Σήμερα το βράδυ φύγε από το σπίτι σου, θα έρθουν να σε σκοτώσουν, τον προειδοποίησε
- Και τα παιδιά μου; Την γυναίκα μου; Ρώτησε όλος αγωνία ο παπάς.
-Φέρτους σπίτι μου…θα τους κρύψω….εμένα δεν θα με υποπτευθούν…
Καβάλησε τον τοίχο ο παπα-Αλέξης και άρπαζε τα έξι παιδιά του ένα- ένα και τα περνούσε στον γείτονα. Τσιμουδιά, να μην τους ακούσει κανείς, να μην τους δεί κανένα μάτι. Μετά τρεχάλα στο βουνό να κρυφτεί.
Τελικά την γλύτωσαν εκείνη την νύχτα. Μετά από λίγες μέρες τους φυγάδευσαν σε ένα γειτονικό Βλάχικο ορεινό χωριό, το Νυμφαίο. Εκεί αλλάξαν τις φορεσιές τους με τα Βλάχικα ρούχα που τους έδωσαν, για να μην ξεχωρίζουν, και φιλοξενήθηκαν πολύ καιρό μέχρι να ξεθυμάνει το κακό, μέχρι να ξεχαστούν. Τελικά ο παπα-Αλέξης πέθανε από φυσιολογικό θάνατο σχετικά νέος. Η μητέρα μου τον θυμάται και σαν παπά στην εκκλησιά αλλά και ότι τον είδε κρυφά, γιατί δεν την άφηναν, μέσα στο φέρετρό του.
Από αυτή την μικρή οικογενειακή ιστορία παίρνουμε μία γεύση των κινδύνων του Μακεδονικού αγώνα αλλά και την συμβολή της εκκλησίας μας σε αυτόν, όσο και αν δεν αρέσει σε μερικούς να λέγεται αυτή η αλήθεια.
Μια και το Μακεδονικό ζήτημα δεν έχει λάβει τέλος για μερικούς, γιατί διεκδικούν για πρωτεύουσα του κρατιδίου τους την Θεσσαλονίκη, ας κάνουμε ένα μικρό σχόλιο πάνω στη γλώσσα των ανθρώπων που έχει γίνει θέμα προς εκμετάλλευση από την προπαγάνδα τους.
Η γιαγιά μου η Αγγελική, δηλαδή η κόρη του παπα-Αλέξη ήταν δίγλωσση. Το ίδιο και ο παπα-Αλέξης. Μιλούσε τα ελληνικά αλλά και το Σκοπιανό ιδίωμα, τα λεγόμενα ‘Μακεδονικά’. Μήπως αυτό μειώνει την ελληνικότητά του για την οποία διακινδύνευσε όχι μόνο την ζωή του αλλά και την ζωή της οικογένειάς του; Ο καπετάν Κώτας δεν μιλούσε κάν ελληνικά, αλλά πέθανε ζητωκραυγάζοντας για την Ελλάδα. Βρέθηκαν μερικοί άψυχοι διπρόσωποι πατριδοκάπηλοι υπερπατριώτες και κάποιοι άλλοι ιδεολογικά απάτριδες με ταξικά γυαλιά και συναντήθηκαν τα άκρα σε αυτό το σημείο και αποκάλεσαν αυτούς τους ανθρώπους ‘Βούλγαρους’.
. Όταν ήμουν μικρός μιλούσα Τούρκικα. Γιατί μεγάλωσα σε ένα προσφυγικό χωριό όπου κανείς δεν ήξερε Ελληνικά. Έμαθα τα Τούρκικά παίζοντας με τα παιδιά του χωριού. Ο πατέρας μου που ήταν δάσκαλος του χωριού τους έμαθε τα Ελληνικά.
Και οι πρόσφυγες του 1922 που ήρθαν από την Μικρά Ασία ήταν δίγλωσσοι, αρκετοί από αυτούς μιλούσαν μόνο Τουρκικά, όμως ήρθαν στην Ελλάδα γιατί έννοιωθαν και ήταν Έλληνες Χριστιανοί. Βρέθηκαν μερικοί ανόητοι και τους αποκάλεσαν ‘Τουρκόσπορους’
Δυστυχώς ,είναι θλιβερή η μικρότητα, η μικρόνοια και το χυδαίο μικροσυμφέρον των χαμερπών ανθρώπων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου