«Η ελεημοσύνη είναι αντίθετη της δικαιοκρισίας» (Άγιος Ισαάκ ο Σύρος).
Οι άνθρωποι στη ζωή μας αναζητούμε το δίκιο μας. Άλλοτε, αυτό υπάρχει και, όταν δεν το βρίσκουμε, εύλογα παραπονιόμαστε. Άλλοτε, θέλουμε να έχουμε δίκιο, ό,τι κι αν συμβεί. Είναι θέμα εξουσίας; Είναι θέμα οπτικής; Είναι η αίσθηση ότι ο κόσμος περιστρέφεται γύρω από εμάς και δεν μπορούμε να δεχτούμε την ταπείνωση που προϋποθέτει η παραδοχή του λάθους στη συμπεριφορά και στην εκτίμηση των πράξεων των άλλων, όπως επίσης και στο θέμα του χαρακτήρα μας; Πάντως, το δίκιο μας θεωρείται απαίτηση του σωστού από την πλευρά μας και δύσκολα κάποιος μπορεί να περιφρονήσει μία τέτοια θέαση της ζωής. Ιδίως οι νέοι επ’ ουδενί μπορούν να συμβιβαστούν με το να αδικούνται. Προτιμούν, μάλιστα, να αδικούν, κάποτε και με σκληρότητα.
Το δίκιο συνήθως διαφαίνεται μέσα από μία μερική εξέταση των πραγμάτων. Δίκιο έχω όταν ο νόμος μου λέει ότι δεν παρανομώ. Δίκιο έχω όταν, ακόμη κι αν παρανομώ, οι άλλοι παρανομούνε περισσότερο από μένα. Δίκιο έχω ακόμη κι όταν παρανομώ, επειδή πρέπει με κάποιον τρόπο να αντισταθώ στο άδικο της κοινωνίας. Δίκιο πάλι έχω όταν δεν μπαίνω στη θέση του άλλου. Όταν μετρώ τα πράγματα απόλυτα. Όταν το σωστό κατ’ εμέ είναι και σωστό γενικά. Όταν ο άλλος δεν θέλει να μπει στη δική μου θέση. Όταν κλειδί για τα πάντα είναι το θέλημά μου. Και φυσικά, με το δίκιο μου δεν παζαρεύω, ό,τι κι αν γίνει.
Ο ασκητικός λόγος μοιάζει δυσεφάρμοστος. Αντίθετο της δικαιοκρισίας, της δίκαιης κρίσης για τα πράγματα, για το δίκιο μας, είναι η ελεημοσύνη. Η ελεημοσύνη προϋποθέτει καρδιά που δεν μένει στο σωστό και στο λάθος, αλλά έχει πάρει την απόφαση να συγχωρήσει, να προχωρήσει δηλαδή μαζί με τον άλλον, ακόμη κι αν αυτό οδηγεί σε παραίτηση από την απολυτότητα του σωστού και του λάθους. Ελεημοσύνη σημαίνει να μοιάσεις με τον Θεό που συγχωρεί τον δούλο που Του οφείλει χίλια τάλαντα και όχι με τον συγχωρηθέντα, ο οποίος οδήγησε στη φυλακή τον σύνδουλό του, που του όφειλε ένα ασήμαντο ποσό. Ελεημοσύνη σημαίνει αγάπη, σημαίνει επίγνωση τού τι είναι δίκιο και τι όχι, αλλά, ταυτόχρονα, απόφαση να βλέπουμε τον άλλον με κατανόηση και συμπάθεια, όχι για να τον εξουθενώσουμε, αλλά για να τον βοηθήσουμε να δει την αλήθεια της ζωής του και να πάρει δεύτερη ευκαιρία.
Δεν είναι εύκολος αυτός ο δρόμος. Σκοντάφτει πάνω στην ανάγκη για όρια, τα οποία είναι απαραίτητα για τη ζωή μας και την συνύπαρξή μας. Όμως φέρνει στη επιφάνεια κι αυτήν την όντως ανάγκη να δίνουμε δεύτερες ευκαιρίες στους άλλους. Προφανώς και τα όρια δεν μπορεί παρά να στηρίζονται στο δίκιο και στο άδικο. Προφανώς, πρέπει να έχουμε δίκαιη κρίση για να αποφανθούμε ότι τα όρια τηρούνται ή όχι. Από την άλλη, δεν είναι αρκετό να τηρείς όρια για να έχει η ζωή σου νόημα και αγάπη. Η ελεημοσύνη της συγχώρησης σε κάνει να χτυπάς την ευαίσθητη χορδή της ευγνωμοσύνης και του φιλότιμου του άλλου, που όσο κι αν ο πειρασμός δεν αφήνει να βγαίνει στην επιφάνεια, είναι ίσως το μοναδικό αυθεντικό κίνητρο για να διορθωθούν σφάλματα και ελαττώματα του χαρακτήρα. Ακόμη κι αν χρειάζεται χρόνος και προσευχή.
Το δίκιο συνήθως διαφαίνεται μέσα από μία μερική εξέταση των πραγμάτων. Δίκιο έχω όταν ο νόμος μου λέει ότι δεν παρανομώ. Δίκιο έχω όταν, ακόμη κι αν παρανομώ, οι άλλοι παρανομούνε περισσότερο από μένα. Δίκιο έχω ακόμη κι όταν παρανομώ, επειδή πρέπει με κάποιον τρόπο να αντισταθώ στο άδικο της κοινωνίας. Δίκιο πάλι έχω όταν δεν μπαίνω στη θέση του άλλου. Όταν μετρώ τα πράγματα απόλυτα. Όταν το σωστό κατ’ εμέ είναι και σωστό γενικά. Όταν ο άλλος δεν θέλει να μπει στη δική μου θέση. Όταν κλειδί για τα πάντα είναι το θέλημά μου. Και φυσικά, με το δίκιο μου δεν παζαρεύω, ό,τι κι αν γίνει.
Ο ασκητικός λόγος μοιάζει δυσεφάρμοστος. Αντίθετο της δικαιοκρισίας, της δίκαιης κρίσης για τα πράγματα, για το δίκιο μας, είναι η ελεημοσύνη. Η ελεημοσύνη προϋποθέτει καρδιά που δεν μένει στο σωστό και στο λάθος, αλλά έχει πάρει την απόφαση να συγχωρήσει, να προχωρήσει δηλαδή μαζί με τον άλλον, ακόμη κι αν αυτό οδηγεί σε παραίτηση από την απολυτότητα του σωστού και του λάθους. Ελεημοσύνη σημαίνει να μοιάσεις με τον Θεό που συγχωρεί τον δούλο που Του οφείλει χίλια τάλαντα και όχι με τον συγχωρηθέντα, ο οποίος οδήγησε στη φυλακή τον σύνδουλό του, που του όφειλε ένα ασήμαντο ποσό. Ελεημοσύνη σημαίνει αγάπη, σημαίνει επίγνωση τού τι είναι δίκιο και τι όχι, αλλά, ταυτόχρονα, απόφαση να βλέπουμε τον άλλον με κατανόηση και συμπάθεια, όχι για να τον εξουθενώσουμε, αλλά για να τον βοηθήσουμε να δει την αλήθεια της ζωής του και να πάρει δεύτερη ευκαιρία.
Δεν είναι εύκολος αυτός ο δρόμος. Σκοντάφτει πάνω στην ανάγκη για όρια, τα οποία είναι απαραίτητα για τη ζωή μας και την συνύπαρξή μας. Όμως φέρνει στη επιφάνεια κι αυτήν την όντως ανάγκη να δίνουμε δεύτερες ευκαιρίες στους άλλους. Προφανώς και τα όρια δεν μπορεί παρά να στηρίζονται στο δίκιο και στο άδικο. Προφανώς, πρέπει να έχουμε δίκαιη κρίση για να αποφανθούμε ότι τα όρια τηρούνται ή όχι. Από την άλλη, δεν είναι αρκετό να τηρείς όρια για να έχει η ζωή σου νόημα και αγάπη. Η ελεημοσύνη της συγχώρησης σε κάνει να χτυπάς την ευαίσθητη χορδή της ευγνωμοσύνης και του φιλότιμου του άλλου, που όσο κι αν ο πειρασμός δεν αφήνει να βγαίνει στην επιφάνεια, είναι ίσως το μοναδικό αυθεντικό κίνητρο για να διορθωθούν σφάλματα και ελαττώματα του χαρακτήρα. Ακόμη κι αν χρειάζεται χρόνος και προσευχή.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» στο φύλλο της Τετάρτης 3 Ιουλίου 2024
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου