Το κάλλος απολυτοποιείται ως αξία και περιεχόμενο όταν ο άνθρωπος προσπαθεί μέσα από την ποίηση να συναντήσει τον Θεό, την Υπεραγία Θεοτόκο, του Αγίους. Εκεί η ομορφιά είναι απόπειρα αποτύπωσης του αιώνιου, του υπερβατικού, αυτού που δεν έχει όριο. Ο ποιητής ο οποίος δεν έχει θεώσει τον εαυτό του, αλλά με ταπείνωση παρακαλεί και προσεύχεται στον Θεό να του δώσει λόγο, γεννά έργα ανεκτίμητης αξίας και καθιστά την παράδοση, στην οποία συμμετέχει, ζωή. Και όσοι, μέσα από την εκκλησιαστική παράδοση, όπως αυτή εκφράζεται στις ιερές ακολουθίες, καταφέρνουν να γίνουν, έστω και κατ’ ολίγον, μέτοχοι της συγκίνησης, δηλαδή αφήσουν την ύπαρξή τους να κινηθεί με τον λόγο προς τον Θεό, τότε δεν είναι απλώς πιστοί, αλλά μύστες!
«Χαίρε ακτίς νοητού ηλίου, χαίρε βολίς του αδύτου φέγγους». Η ποίηση του Ακαθίστου Ύμνου είναι αριστουργηματική. Ο υμνογράφος χαιρετίζει την Υπεραγία Θεοτόκο ως ακτίνα του νοητού ηλίου. Ο αισθητός ήλιος, με τις ακτίνες του, θερμαίνει τον κόσμο, δίνει ζωή, φωτίζει βοηθώντας τους ανθρώπους να συναντηθούν μεταξύ τους, να δημιουργήσουν πολιτισμό, να χτίσουν σχέσεις. Το φως βοηθά τους ανθρώπους να αποκτήσουν και αυτό που ονομάζουμε στην γλώσσα της θεολογίας «φυσική θεωρία», να καταλάβουν δηλαδή ότι «πάντα εν σοφία εποιήθησαν παρά Θεού».
Ο νοητός ήλιος, δηλαδή ο Χριστός, φωτίζει εμάς τους ανθρώπους και τον κόσμο να καταλάβουμε ότι η ζωή έχει νόημα μαζί Του, μας δίνει την ζωή της Βασιλείας διά του Σταυρού και της Αναστάσεως και μας θερμαίνει, τραβώντας μας έξω από το σκοτάδι και την παγωνιά της αμαρτίας! Και είναι η Υπεραγία Θεοτόκος η ακτίνα αυτού του νοητού ηλίου, ο φορέας της κοινωνίας με τον Χριστό, διότι αυτή την κυοφόρησε στην ύπαρξή της, δίδοντάς Του σάρκα ανθρώπινη, είναι αυτή που πρώτη αναπλάσθηκε μέσα από την σχέση μαζί Του και νίκησε δι’ Αυτού τον θάνατο, καθώς μετέστη προς την ζωήν, είναι αυτή που μας δίνει ελπίδα όταν προσευχόμαστε για να βγούμε από την απόγνωση της αμαρτίας και του θανάτου, αγκαλιάζοντάς μας ως Μητέρα του κόσμου!
Ο υμνογράφος χαιρετίζει την Υπεραγία Θεοτόκο ως «βολίδα του αδύτου φέγγους». Βολίδα είναι ένα αστέρι που ταξιδεύει με πολύ μεγάλη ταχύτητα, έχοντας αναπόφευκτο αποτέλεσμα την δύση του. Εδώ ο υμνογράφος επιλέγει την ταχύτητα, αλλά αρνείται το βασίλεμα, γεννώντας ένα σχήμα ανατρεπτικό. Τρέχει με μεγάλη ταχύτητα η Υπεραγία Θεοτόκος προς τον Θεό και προς τον άνθρωπο, διότι αυτός που αγαπά κινείται προς τον άλλο συνεχώς και με όλη του την ύπαρξη. Τρέχει, διότι η αγάπη είναι ολοκληρωτική, πληρωματική και όχι μίζερη, φτωχή, ιδιότροπη. Τρέχει διότι δεν έχει μέσα της αμφιβολία για την αποστολή της. Εφόσον είπε ΝΑΙ στη κλήση του Θεού, δεν υπάρχει αναβολή πλέον στην υπακοή, αλλά δόσιμο. Το ίδιο και έναντι του συνανθρώπου. Τρέχει η Παναγία για να μεταφέρει τις προσευχές μας, τις ανάγκες μας, τις αγωνίες μας στο Υιό και Θεό της, με την στοργή και την παράκληση που η καρδιά της Μάνας γνωρίζει και βιώνει. Και δεν σβήνει η Παναγία στο πέρασμα του χρόνου, αλλά το φως που εκπέμπει είναι άδυτο. Δεν αναλώνεται δηλαδή, όπως οι άνθρωποι, όπως οι διάττοντες αστέρες, που έχουν όριο στην αντοχή τους και ό,τι δίνουν τους αφαιρείται από ενέργεια και ζωή. Στην Παναγία τα πάντα είναι αναφαίρετα, όπως στην αγάπη. Αυτός που αγαπά αληθινά, δίνοντας, πληρούται. Προσφέρει και δεν εξαντλείται. Ως « εσθιόμενος και μη δαπανώμενος».
Η ποίηση της Εκκλησίας μας δείχνει την οδό της σχέσης με τον Χριστό, την οδό της αγάπης που γίνεται σωτηρία. Η Υπεραγία Θεοτόκος είναι ο οδοδείκτης αυτής της ποίησης που μας ανοίγει στο αιώνιο. Ας συνομολογήσουμε λοιπόν εκ της καρδίας μας αυτό το λαμπρό «Χαίρε» και ας το αφήσουμε να βγει από τα βάθη της δικής μας καρδιάς που χαίρεται για την Μητέρα όλων!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου