Κώστας Γρίβας
Η πρόσφατη συμφωνία Αρχιεπισκόπου-Πρωθυπουργού αναφορικά με τους «διακριτούς ρόλους» Κράτους-Εκκλησίας και οι αντιδράσεις που προέκυψαν εν συνεχεία, έφεραν ξανά στο προσκήνιο το θέμα του περιβόητου «διαχωρισμού Κράτους και Εκκλησίας». Ο εν λόγω στόχος επιδιώκεται από τις ελληνικές ελίτ εδώ και πολύ καιρό, αποτελώντας ένα είδος ιερού δισκοπότηρου για τον «εκσυγχρονισμό» και «εξευρωπαϊσμό» της χώρας.
Εδώ ακριβώς εντοπίζεται το πρόβλημα. Ότι δηλαδή δεν στοχεύει να επιλύσει κάποια υπαρκτή δυσλειτουργία της ελληνικής κοινωνίας, αλλά γιατί «αυτό είναι το σωστό». Και είναι το σωστό γιατί «έτσι έκαναν οι Ευρωπαίοι». Άρα, έτσι πρέπει να κάνουμε και εμείς. Τελεία και παύλα. Στην πραγματικότητα, όμως, ο διαχωρισμός εκκλησιαστικής και πολιτικής εξουσίας προέκυψε για συγκεκριμένους λόγους στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίοι δεν ισχύουν στην περίπτωση της Ελλάδας.
Συγκεκριμένα, τα καθολικά ευρωπαϊκά κράτη όφειλαν να διαχωρίσουν την πολιτική εξουσία από αυτήν του Πάπα, γιατί μόνο έτσι θα γίνονταν Κράτη, δεδομένης της πολιτικής ισχύος του Βατικανού. Η καθολική Ισπανία δεν θα μπορούσε να προωθεί τις εθνικές της στρατηγικές έναντι της ανταγωνιστικής (αλλά επίσης καθολικής) Γαλλίας και το αντίστροφο, αν και στις δύο χώρες η πολιτική εξουσία ήταν συνδεδεμένη με τη θρησκευτική εξουσία, δηλαδή με τον Πάπα.
Στις δε προτεσταντικές χώρες, ο διαχωρισμός επιδιώχθηκε από τις ίδιες τις προτεσταντικές ομολογίες, έτσι ώστε να διασφαλιστεί η προστασία τους από το Κράτος, το οποίο γινόταν αντιληπτό ως εν δυνάμει εχθρός. Επίσης, η ατομοκεντρική φύση του προτεσταντισμού αλλά και το γεγονός ότι χωρίστηκε σε πολλά παρακλάδια, αναγκαστικά οδηγούσε στον διαχωρισμό Κράτους και Εκκλησίας, έτσι ώστε το Κράτος να παραμένει ουδέτερο.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, όμως, τίποτε από τα παραπάνω δεν συνέβαινε. Για
την ακρίβεια, αν για την Ισπανία ή τη Γαλλία ο διαχωρισμός Κράτους και Εκκλησίας ήταν αναγκαία υπόθεση για να αναπτυχθεί η εθνική συνείδηση και η ίδια η κρατική τους δομή και υπόσταση, για την Ελλάδα ίσχυσε ακριβώς το αντίθετο. Η Ορθοδοξία ήταν βασικός παράγοντας που κράτησε ζωντανή την εθνική ταυτότητα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και αποτέλεσε έναν από τους πυλώνες, πάνω στον οποίο χτίστηκε το σύγχρονο ελλαδικό κράτος.
Θεμέλιο του θρησκευτικού φονταμενταλισμού
Βέβαια, όλα τα παραπάνω είναι δεδομένο ότι φαντάζουν υπερσυντηρητικές και θρησκόληπτες εμμονές σε πολλούς, οι οποίοι δεν ενδιαφέρονται, κατ’ ανάγκην, για την εθνική ταυτότητα. Θεωρούν ότι δια της «εκκοσμίκευσης του κράτους» θα προκύψει μια πιο φιλελεύθερη κοινωνία και θα μειωθεί η παρεμβατικότητα της Εκκλησίας στα πολιτικά ή τα κοινωνικά ζητήματα.
Στην πραγματικότητα, όμως, τα αποτελέσματα μπορεί να είναι ακριβώς τα αντίθετα.
Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι μια χώρα όπου ο διαχωρισμός Κράτους-Εκκλησίας αποτελεί θεμέλιο της πολιτικής της ταυτότητας, είναι οι ΗΠΑ. Και οι ΗΠΑ είναι μια από τις πιο θεοκρατικές και κοινωνικά συντηρητικές χώρες του πλανήτη, ιδιαίτερα η λεγόμενη «Ζώνη της Βίβλου», οι μεσοδυτικές και μεσοανατολικές πολιτείες.
Σε πολλά μέρη των ΗΠΑ η διδασκαλία του Δαρβίνου απαγορεύεται, ή συνδιδάσκεται με τον δημιουργισμό, σύμφωνα με τον οποίον ο κόσμος δημιουργήθηκε πριν από μερικές χιλιάδες χρόνια και οι κλινικές αμβλώσεων υφίστανται βομβιστικές επιθέσεις. Στις «θρησκευτικά ουδέτερες» ΗΠΑ, ο θρησκευτικός φανατισμός εκλέγει κυβερνήτες, γερουσιαστές, βουλευτές, ακόμη και προέδρους.
Αντιθέτως, σε μια άλλη χώρα του Δυτικού Κόσμου, όπου υπάρχει στενός εναγκαλισμός πολιτικής και θρησκευτικής εξουσίας, η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική. Και η χώρα αυτή είναι η Μεγάλη Βρετανία, στην οποία ο εκάστοτε βασιλιάς ή βασίλισσα της Αγγλίας αποτελεί την υπέρτατη αρχή της Αγγλικανικής Εκκλησίας, έχοντας την εξουσία να διορίζει τους επισκόπους και τον ίδιο τον Αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπουρι. Η Εκκλησία της Αγγλίας, λοιπόν, θεωρείται από τις πιο φιλελεύθερες στον πλανήτη και πολύ μικρή επίδραση ασκεί στα πολιτικά πράγματα της χώρας.
Η περίπτωση του Ιράν
Βέβαια, μπορεί κάποιος να υποστηρίξει ότι στην περίπτωση των ΗΠΑ ή οποιαδήποτε άλλης χώρας, αν δεν υπήρχε αυτός ο διαχωρισμός τα πράγματα θα ήταν χειρότερα όσον αφορά την ισχύ και τον ρόλο της θρησκείας στην πολιτική ζωή και τα κοινωνικά ζητήματα.
Όμως, ένα άλλο ιστορικό παράδειγμα μας δείχνει ότι τα πράγματα μάλλον δεν είναι έτσι. Και αυτό είναι το παράδειγμα του Ιράν.
Σε αντίθεση με ό,τι γενικώς πιστεύεται, η ιρανική κοινωνία ήταν και παραμένει η πιο «δυτική» κοινωνία του μουσουλμανικού κόσμου, πολύ περισσότερο από την τουρκική, για παράδειγμα. Και όμως σε αυτήν την κοινωνία επικράτησε η θεοκρατία των Αγιατολάχ. Και ο Χομεϊνί δεν ανήλθε στην εξουσία με κάποιο στρατιωτικό πραξικόπημα, αλλά έχοντας τεράστια λαϊκή υποστήριξη.
Ένας βασικός παράγοντας που συνέβαλε σε αυτή την εξέλιξη ήταν η πολιτική του Σάχη στη δεκαετία του 1970, πρωτίστως δια της «Λευκής Επανάστασης», να επιτύχει την ολοκληρωτική περιθωριοποίηση της θρησκείας και να οδηγήσει τον ιρανικό λαό σε αποξένωση από το Ισλάμ. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τον ακραίο αυταρχισμό και την αντιδημοκρατική του διακυβέρνηση, οδήγησε σε ένα τεράστιο λαϊκό κίνημα εναντίον του, του οποίου ηγήθηκαν οι ιερωμένοι.
Η Ελλάδα του μέλλοντος
Η εξαιρετική μελέτη της καθηγήτριας θρησκειολογίας Κάρεν Άρμστρονγκ, «Εμπόλεμος Θεός. Το χρονικό του φονταμενταλισμού στις μονοθεϊστικές θρησκείες: Ιουδαϊσμός, Χριστιανισμός, Ισλάμ», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Φιλίστωρ, παρουσιάζει αναλυτικά τους παράγοντες που γέννησαν τον ιρανικό ισλαμισμό, αλλά και τον φονταμενταλισμό των «εκκοσμικευμένων» ΗΠΑ.
Ένα παρόμοιο ενδεχόμενο υπάρχει και για μια Ελλάδα του μέλλοντος, στην οποία η θρησκεία θα έχει τεθεί στο περιθώριο εν ονόματι κάποιας απροσδιόριστης «θρησκευτικής ουδετερότητας». Δεδομένης της πολύ ισχυρής θέσης και ρόλου που έχει η ορθόδοξη πίστη και συνακόλουθα και η Εκκλησία σε μεγάλα κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας, προκύπτει ο κίνδυνος να δημιουργηθεί μια διχασμένη Ελλάδα.
Και η Ελλάδα αρκετούς διχασμούς έχει υποφέρει για να ζήσει και έναν ακόμη. Και μάλιστα χωρίς να υπάρχει κανένας σοβαρός λόγος. Αν ο διαχωρισμός Κράτους-Εκκλησίας ήταν ένα λαϊκό αίτημα, θα μπορούσε ίσως να συζητηθεί. Τώρα, όμως, κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να ισχύει και το αίτημα αυτό μάλλον αποτελεί εμμονή κάποιων ιδεοληπτικών ελίτ, οι οποίες απλά πιθηκίζουν τη Δύση, χωρίς να εξετάζουν αιτίες και πιθανές συνέπειες.
Η πρόσφατη συμφωνία Αρχιεπισκόπου-Πρωθυπουργού αναφορικά με τους «διακριτούς ρόλους» Κράτους-Εκκλησίας και οι αντιδράσεις που προέκυψαν εν συνεχεία, έφεραν ξανά στο προσκήνιο το θέμα του περιβόητου «διαχωρισμού Κράτους και Εκκλησίας». Ο εν λόγω στόχος επιδιώκεται από τις ελληνικές ελίτ εδώ και πολύ καιρό, αποτελώντας ένα είδος ιερού δισκοπότηρου για τον «εκσυγχρονισμό» και «εξευρωπαϊσμό» της χώρας.
Εδώ ακριβώς εντοπίζεται το πρόβλημα. Ότι δηλαδή δεν στοχεύει να επιλύσει κάποια υπαρκτή δυσλειτουργία της ελληνικής κοινωνίας, αλλά γιατί «αυτό είναι το σωστό». Και είναι το σωστό γιατί «έτσι έκαναν οι Ευρωπαίοι». Άρα, έτσι πρέπει να κάνουμε και εμείς. Τελεία και παύλα. Στην πραγματικότητα, όμως, ο διαχωρισμός εκκλησιαστικής και πολιτικής εξουσίας προέκυψε για συγκεκριμένους λόγους στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίοι δεν ισχύουν στην περίπτωση της Ελλάδας.
Συγκεκριμένα, τα καθολικά ευρωπαϊκά κράτη όφειλαν να διαχωρίσουν την πολιτική εξουσία από αυτήν του Πάπα, γιατί μόνο έτσι θα γίνονταν Κράτη, δεδομένης της πολιτικής ισχύος του Βατικανού. Η καθολική Ισπανία δεν θα μπορούσε να προωθεί τις εθνικές της στρατηγικές έναντι της ανταγωνιστικής (αλλά επίσης καθολικής) Γαλλίας και το αντίστροφο, αν και στις δύο χώρες η πολιτική εξουσία ήταν συνδεδεμένη με τη θρησκευτική εξουσία, δηλαδή με τον Πάπα.
Στις δε προτεσταντικές χώρες, ο διαχωρισμός επιδιώχθηκε από τις ίδιες τις προτεσταντικές ομολογίες, έτσι ώστε να διασφαλιστεί η προστασία τους από το Κράτος, το οποίο γινόταν αντιληπτό ως εν δυνάμει εχθρός. Επίσης, η ατομοκεντρική φύση του προτεσταντισμού αλλά και το γεγονός ότι χωρίστηκε σε πολλά παρακλάδια, αναγκαστικά οδηγούσε στον διαχωρισμό Κράτους και Εκκλησίας, έτσι ώστε το Κράτος να παραμένει ουδέτερο.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, όμως, τίποτε από τα παραπάνω δεν συνέβαινε. Για
την ακρίβεια, αν για την Ισπανία ή τη Γαλλία ο διαχωρισμός Κράτους και Εκκλησίας ήταν αναγκαία υπόθεση για να αναπτυχθεί η εθνική συνείδηση και η ίδια η κρατική τους δομή και υπόσταση, για την Ελλάδα ίσχυσε ακριβώς το αντίθετο. Η Ορθοδοξία ήταν βασικός παράγοντας που κράτησε ζωντανή την εθνική ταυτότητα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και αποτέλεσε έναν από τους πυλώνες, πάνω στον οποίο χτίστηκε το σύγχρονο ελλαδικό κράτος.
Θεμέλιο του θρησκευτικού φονταμενταλισμού
Βέβαια, όλα τα παραπάνω είναι δεδομένο ότι φαντάζουν υπερσυντηρητικές και θρησκόληπτες εμμονές σε πολλούς, οι οποίοι δεν ενδιαφέρονται, κατ’ ανάγκην, για την εθνική ταυτότητα. Θεωρούν ότι δια της «εκκοσμίκευσης του κράτους» θα προκύψει μια πιο φιλελεύθερη κοινωνία και θα μειωθεί η παρεμβατικότητα της Εκκλησίας στα πολιτικά ή τα κοινωνικά ζητήματα.
Στην πραγματικότητα, όμως, τα αποτελέσματα μπορεί να είναι ακριβώς τα αντίθετα.
Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι μια χώρα όπου ο διαχωρισμός Κράτους-Εκκλησίας αποτελεί θεμέλιο της πολιτικής της ταυτότητας, είναι οι ΗΠΑ. Και οι ΗΠΑ είναι μια από τις πιο θεοκρατικές και κοινωνικά συντηρητικές χώρες του πλανήτη, ιδιαίτερα η λεγόμενη «Ζώνη της Βίβλου», οι μεσοδυτικές και μεσοανατολικές πολιτείες.
Σε πολλά μέρη των ΗΠΑ η διδασκαλία του Δαρβίνου απαγορεύεται, ή συνδιδάσκεται με τον δημιουργισμό, σύμφωνα με τον οποίον ο κόσμος δημιουργήθηκε πριν από μερικές χιλιάδες χρόνια και οι κλινικές αμβλώσεων υφίστανται βομβιστικές επιθέσεις. Στις «θρησκευτικά ουδέτερες» ΗΠΑ, ο θρησκευτικός φανατισμός εκλέγει κυβερνήτες, γερουσιαστές, βουλευτές, ακόμη και προέδρους.
Αντιθέτως, σε μια άλλη χώρα του Δυτικού Κόσμου, όπου υπάρχει στενός εναγκαλισμός πολιτικής και θρησκευτικής εξουσίας, η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική. Και η χώρα αυτή είναι η Μεγάλη Βρετανία, στην οποία ο εκάστοτε βασιλιάς ή βασίλισσα της Αγγλίας αποτελεί την υπέρτατη αρχή της Αγγλικανικής Εκκλησίας, έχοντας την εξουσία να διορίζει τους επισκόπους και τον ίδιο τον Αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπουρι. Η Εκκλησία της Αγγλίας, λοιπόν, θεωρείται από τις πιο φιλελεύθερες στον πλανήτη και πολύ μικρή επίδραση ασκεί στα πολιτικά πράγματα της χώρας.
Η περίπτωση του Ιράν
Βέβαια, μπορεί κάποιος να υποστηρίξει ότι στην περίπτωση των ΗΠΑ ή οποιαδήποτε άλλης χώρας, αν δεν υπήρχε αυτός ο διαχωρισμός τα πράγματα θα ήταν χειρότερα όσον αφορά την ισχύ και τον ρόλο της θρησκείας στην πολιτική ζωή και τα κοινωνικά ζητήματα.
Όμως, ένα άλλο ιστορικό παράδειγμα μας δείχνει ότι τα πράγματα μάλλον δεν είναι έτσι. Και αυτό είναι το παράδειγμα του Ιράν.
Σε αντίθεση με ό,τι γενικώς πιστεύεται, η ιρανική κοινωνία ήταν και παραμένει η πιο «δυτική» κοινωνία του μουσουλμανικού κόσμου, πολύ περισσότερο από την τουρκική, για παράδειγμα. Και όμως σε αυτήν την κοινωνία επικράτησε η θεοκρατία των Αγιατολάχ. Και ο Χομεϊνί δεν ανήλθε στην εξουσία με κάποιο στρατιωτικό πραξικόπημα, αλλά έχοντας τεράστια λαϊκή υποστήριξη.
Ένας βασικός παράγοντας που συνέβαλε σε αυτή την εξέλιξη ήταν η πολιτική του Σάχη στη δεκαετία του 1970, πρωτίστως δια της «Λευκής Επανάστασης», να επιτύχει την ολοκληρωτική περιθωριοποίηση της θρησκείας και να οδηγήσει τον ιρανικό λαό σε αποξένωση από το Ισλάμ. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τον ακραίο αυταρχισμό και την αντιδημοκρατική του διακυβέρνηση, οδήγησε σε ένα τεράστιο λαϊκό κίνημα εναντίον του, του οποίου ηγήθηκαν οι ιερωμένοι.
Η Ελλάδα του μέλλοντος
Η εξαιρετική μελέτη της καθηγήτριας θρησκειολογίας Κάρεν Άρμστρονγκ, «Εμπόλεμος Θεός. Το χρονικό του φονταμενταλισμού στις μονοθεϊστικές θρησκείες: Ιουδαϊσμός, Χριστιανισμός, Ισλάμ», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Φιλίστωρ, παρουσιάζει αναλυτικά τους παράγοντες που γέννησαν τον ιρανικό ισλαμισμό, αλλά και τον φονταμενταλισμό των «εκκοσμικευμένων» ΗΠΑ.
Ένα παρόμοιο ενδεχόμενο υπάρχει και για μια Ελλάδα του μέλλοντος, στην οποία η θρησκεία θα έχει τεθεί στο περιθώριο εν ονόματι κάποιας απροσδιόριστης «θρησκευτικής ουδετερότητας». Δεδομένης της πολύ ισχυρής θέσης και ρόλου που έχει η ορθόδοξη πίστη και συνακόλουθα και η Εκκλησία σε μεγάλα κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας, προκύπτει ο κίνδυνος να δημιουργηθεί μια διχασμένη Ελλάδα.
Και η Ελλάδα αρκετούς διχασμούς έχει υποφέρει για να ζήσει και έναν ακόμη. Και μάλιστα χωρίς να υπάρχει κανένας σοβαρός λόγος. Αν ο διαχωρισμός Κράτους-Εκκλησίας ήταν ένα λαϊκό αίτημα, θα μπορούσε ίσως να συζητηθεί. Τώρα, όμως, κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να ισχύει και το αίτημα αυτό μάλλον αποτελεί εμμονή κάποιων ιδεοληπτικών ελίτ, οι οποίες απλά πιθηκίζουν τη Δύση, χωρίς να εξετάζουν αιτίες και πιθανές συνέπειες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου