.... «τὴν παροῦσαν μου γράφω ὑμῖν, ἅμα ἐγερθεὶς τῆς κλίνης, ὅπως ἀνακοινώσω ὑμῖν ὄνειρόν τι, τὸ ὁποῖον μοὶ ἐνεποίησε πολλὴν ἐντύπωσιν … διὰ τὸν ἀποκαλυπτικὸν αὐτοῦ χαρακτήρα»
Είδε ότι στεκόταν στα πόδια της λάρνακας με το λείψανο του Αγίου Νικολάου. Το παρατηρούσε και του φαινόταν ότι κοιμόταν. Στο μεταξύ, του φάνηκε ότι το λείψανο κινήθηκε, άνοιξε τα μάτια του κι ανακάθισε. Υψώνοντας τα χέρια του, τα έτεινε προς τον Άγιο, που έσκυψε από σεβασμό, για να τον ασπαστεί. Τότε ο άγιος Νικόλαος τον αγκάλιασε και τον φίλησε τρεις φορές και τον φίλησε κι ο Άγιος.
Μετά τον ασπασμό, τον κοίταξε και του είπε:
«Ἐγὼ θὰ σὲ ὑψώσω ὑψηλὰ ὑψηλά, ἀλλὰ θέλω καὶ ἐγὼ παρὰ σοὖ νὰ μοὶ κάμῃς ἕνα θρόνον ἀργυροὖν».
Αυτά είπε και αμέσως έπεσε και κοιμήθηκε και ο Άγιος ξύπνησε. Αμέσως, θυμήθηκε ότι το όνειρο αυτό το είχε ξαναδεί πριν τρεις μέρες, αλλά το είχε ξεχάσει. Σην πρώτη φορά ο άγιος Νικόλαος μόνο τον ασπάστηκε, χωρίς να του πει τίποτα. Ση δεύτερη φορά, έγινε η αναγγελία και η αίτηση. Στη συνέχεια της επιστολής, φανερώνεται και η απάθεια, με την οποία ο ιερός πατήρ αντιμετωπίζει το όνειρο: «Ἴδωμεν εἰ ἀληθὲς τὸ ὄνειρον. Φαίνεται ἀληθοφανές, ἀλλ’ ἡμεῖς ἀπαθῶς διακείμεθα, ὁ Θεὸς νὰ ποδηγετήσῃ ἡμᾶς εἰς ἐργασίαν τοὖ ἀγαθοὖ». Ο Άγιος αποκαλύπτει στις μοναχές ότι ο ναός του Καΐρου τον οποίο «ἀπὸ πενιχροὖ» ανέδειξε «ἔκπαγλον», τιμάται στον άγιο Νικόλαο.
ΜΑΤΘΑΙΑΚΗΣ, Κατηχητικαί Επιστολαί 115, σ. 222.
Η άποψη του Αγίου σχετικά με τα όνειρα είναι απόλυτη και ξεκάθαρη: «Ἐπιθυμῶ πολὺ νὰ μὴ πιστεύωσι τὰ ὄνειρα». Και συμβουλεύει ότι, αν κάποια αδερφή δει κάποιο όνειρο ή οπτασία, πρέπει να του γράψει με κάθε λεπτομέρεια, έτσι ώστε να μην εισχωρήσει μέσα της κάποια πλάνη.
Καλεί τις μοναχές να ζητούν τη Χάρη στην καρδιά τους, η οποία είναι ο ασφαλής δείκτης της παρουσίας του Κυρίου και να μη πιστεύουν αυτά τα «ὑποπίπτοντα εἰς τὰ αἰσθητήρια, εἴτε ἐν ἐγρηγόρσει εἴτε καθ’ ὕπνους».Επίσης, θεωρεί ότι μέσω των ονείρων μπορεί κάποιος να δεχθεί πειρασμό, ο οποίος θα του παρουσιάσει τη φαντασία ως πραγματικότητα και θα τον οδηγήσει σε σφάλμα ή πλάνη . Κάνει όμως διαχωρισμό μεταξύ των αρχαρίων μοναχών και των τελείων και, επειδή «ἅπασαι εἶσθε ἀρχάριαι καὶ πᾶσα ὀπτασία ἔσται ἐκ τῆς πλάνης» δεν θα πρέπει να εμπιστεύονται τα όνειρα. Δείκτης αναγνώρισης της προέλευσης των ονείρων και οπτασιών είναι η ενοίκηση της Χάριτος του Θεού στην καρδιά.
Επομένως, «ἐὰν ἡ καρδία περὶ τῆς ἐπισκέψεως τῆς Θείας Χάριτος δὲν πληροφορῇ, μάταιαι αἱ ὀπτασίαι». Απαιτείται λοιπόν διάκριση η οποία αποκτάται με την τελείωση και τον καθαρισμό της καρδίας. Μπορούμε να συνάγουμε με ασφάλεια σε ποια βαθμίδα τοποθετείται ο Άγιος, όταν ο ίδιος στις επιστολές του κάνει αναφορές σε όνειρα και, μάλιστα, όταν ένα όνειρο αποτελεί το θέμα όλης της επιστολής. Αναφορά γενικά σε όνειρά του συναντούμε σε πέντε επιστολές, στις οποίες τα καταγράφει. Τα όνειρά του είναι δηλωτικά της αενάου φροντίδας και του ανυστάκτου ενδιαφέροντος του Αγίου προς τις μοναχές, τη Μονή και τον ναό του Αγίου Νικολάου στο Κάιρο, όταν ήταν προϊστάμενος του ναού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου