Αὔριο στὴν ὥρα τῆς θείας Λειτουργίας, θὰ μᾶς μιλήσῃς.[…]
Τὰ δυὸ ἀναγνώσματα, τὰ ὁποῖα εἶναι τοποθετημένα στὴν λατρεία μας, εἶναι ἡ Ἀποκάλυψή σου, εἶναι ἡ Καινή σου Διαθήκη. Τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ θεόπνευστα κείμενα προέρχεται ἀπὸ τὶς ἐπιστολὲς τῶν Ἀποστόλων σου. Καὶ τὸ ἄλλο εἶναι αὐτούσια ἡ διδασκαλία σου καὶ ἡ ἐξιστόρηση τῶν θαυμάτων σου καὶ τῆς ὅλης ζωῆς σου. Τὴν ὥρα, ποὺ θ’ ἀκουστοῦν αὐτὰ τὰ δυὸ ἀναγνώσματα, θὰ βρίσκωμαι «παρὰ τοὺς πόδας σου». Θὰ ἔχω τὴν θέση τῶν δώδεκα μαθητῶν σου καὶ τῶν ἑβδομήκοντα καὶ τοῦ πλήθους ποὺ ἔτρεχε διψασμένο νὰ σὲ ἀκούσῃ. Θ’ ἀποκτήσω τὸ προνόμιο τῆς Μαρίας, τῆς ἀδελφῆς τοῦ Λαζάρου, ποὺ κάθισε μὲ λαχτάρα μπροστὰ σου, γιὰ νὰ ρουφήξῃ τὴν κάθε σταγόνα τῆς θείας δροσιᾶς, ποὺ θὰ ἔπεφτε ἀπὸ τὰ χείλη σου. Θὰ ἀκούω νὰ μοῦ μιλᾶς καὶ νὰ μὲ διδάσκῃς. Ὄχι νὰ διδάσκῃς ἕνα μεγάλο καὶ ἀπρόσωπο πλῆθος. Ἀλλὰ νὰ διδάσκῃς τὸν καθένα χωριστά, νὰ διδάσκῃς ἐμένα. Νὰ μοῦ ἀποκαλύπτῃς τὸ μυστήριο τοῦ οὐρανίου κόσμου. Νὰ μὲ πιάνῃς ἀπὸ τὸ χέρι καὶ νὰ μὲ χειραγωγῇς σὲ τούτη τὴν ζωή.
Χριστέ μου, πολλὲς φορὲς ἔχω πάει μέχρι τώρα στὴν Θεία Λειτουργία. Σ’ ὅλες αὐτὲς τὶς εὐκαιρίες μοῦ μίλησες. Μοῦ παρέδωκες ἕνα κομμάτι ἀπὸ τὸ οὐράνιο θέλημά σου καὶ ἀπὸ τὴν λυτρωτικὴ διδασκαλία σου. Πόσες ὅμως ἀπ’ αὐτὲς τὶς φορὲς ὁ λόγος σου χτύπησε στ’ αὐτιά μου, χωρὶς νὰ κατορθώσῃ νὰ προχωρήσῃ μέσα μου καὶ νὰ ἐγγίσῃ τὴν ψηχή μου! Φυσικά, αὐτὸ δὲν ἐκφράζει ἀδυναμία τοῦ λόγου σου. Φανερώνει τὴν σκληρότητα καὶ τὴν ἀναισθησία τὴν δική μου. Νὰ μοῦ μιλᾶς ἐσύ, κι’ ἐγὼ νὰ μὴ προσέχω! Νὰ μοῦ ἀποκαλύπτῃς τὴν ἀλήθεια κι’ ἐγὼ νὰ μὴ συγκινοῦμαι! Νὰ μὲ διδάσκῃς τὰ ρήματα τῆς ζωῆς τῆς αἰωνίου κι’ ἐγὼ νὰ ἔχω ἄλλοῦ τὸ μυαλό μου! Αὐτὸ δὲν φανερώνει μόνο πὼς εἶμαι τρομερὰ ἀπρόσεκτος καὶ ἐπιπόλαιος. Δὲν ἔχω ἐκτιμήσει τὸν λογο σου καὶ δὲν γεμίζει τὸ ἐσωτερικὸ τῆς ψυχῆς μου ἡ προσδοκία νὰ σὲ δῶ νὰ διδάσκῃς καὶ ἡ λαχτάρα νὰ κρύψω μέσα στὴν καρδιά μου τὸ ἅγιο θέλημά σου.
Ἄν εἶχα μιὰ σπίθα ἀπὸ τὸν πόθο τῆς Μαρίας, τῆς ἀδελφῆς τοῦ Λαζάρου, ἄν ἔπαιρνα λίγη ἀπὸ τὴν δίψα τῶν μαθητῶν σου, ἄν μὲ ἀναμόχλευε ἕνα πολλοστημόριο ἀπὸ τὴν διάθεσι, ποὺ συνεκλόνιζε τὰ πλήθη τῶν ἀκροατῶν σου, τὰ ὁποῖα ἀσυγκράτητα ἔτρεχαν στὰ βουνὰ καὶ στ’ ἀγκρογιάλια γιὰ νὰ σ’ ἀκούσουν, τότε ἡ στιγμὴ αὐτὴ ἡ ἐπίσημη τῆς Λειτουργίας, κατὰ τὴν ὁποὶα ἀκούω τὸ θέλημά σου, θὰ ἦταν γιὰ μένα ἡ πιὸ σημαντική, ἡ πιὸ λαχταριστὴ τῆς ζωῆς μου…
Πιστεύω πὼς πρέπει νὰ περάσω σὲ μιὰ ἀνανέωση. Νὰ ξεφύγω ἀπὸ τὴν ρουτίνα καὶ νὰ ἀπολαύσω τὴν παρουσία σου καὶ τὴν ὁμιλία σου. Ἡ ρουτίνα γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωή, καὶ μάλιστα γιὰ τὴν λατρεία, δὲν εἶναι μόνο μιὰ ἀνασταλτικὴ δύναμη. Εἶναι μιὰ μεγάλη, μιὰ τρομερὰ βαρειὰ ἁμαρτία. Αὔριο θὰ καταβάλω προσπάθεια, νὰ τὴν ξεπεράσω. Τὸ θέλω, τὸ θέλω πολὺ νὰ αἰσθανθῶ τὴν φωνή σου. Θὰ ᾽ρθῶ στὸν Ναό σου μ’ αὐτὴ τὴν διάθεσι. Θὰ ἀγωνιστῶ νὰ συγκεντρώσω τὸν νοῦ μου. Καὶ θὰ ἐπιμείνω, ὅσο μπορῶ πιὸ πολύ, νὰ συλλάβω τὸ μήνυμα, ποὺ θὰ μοῦ πῇς. Θὰ μπῶ αὔριο στὴν θέσι τῶν μαθητῶν σου, στὴν θέση τῶν ἀποστόλων σου.
Κύριέ μου, ἀξίωσέ με νὰ σὲ ἀκούσω. Φανέρωσέ μου τὴν ἀλήθειά σου. Δεῖξε μου ποιὸ εἶναι τὸ θέλημά σου γιὰ τὴν ὕπαρξη μου καὶ τὴν ζωή μου.
ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Μητροπ. Ἀττικῆς καὶ Μεγαρίδος Νικοδήμου«ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ»,
γ´ ἔκδ., ἐκδ. «Σπορά», Ἀθῆναι 1991
christianvivliografia.wordpress
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου