Η σχέση ενός ανθρώπου πού αναδείχθηκε άξιος καί έπραξε κάτι σημαντικό με την εποχή του, φαίνεται πώς είναι στενή και πορεύεται σε δρόμο αμοιβαιότητας. Δηλαδή ή κάθε εποχή με τα δεδομένα καί ζητούμενα της πλαστουργεί κατά κάποιο τρόπο τον άνθρωπο ικανό καί άξιο να τα επωμισθεί καί άνταπεξέλθει στα αιτήματα πού την απασχολούν, Άλλα καί ό άνθρωπος με την πληθωρική παρουσία καί τα κατορθώματα του ύπομνηματίζει την εποχή, της αντανακλά όλη τη λάμψη του, τη λαμπρύνει με τα επιτεύγματα του. Ή μεγαλοσύνη καί του ανθρώπου καί της εποχής του μοιάζει να είναι σύμφυτες,να συντρέχει ή μία την άλλη ακατάπαυστα. Συνήθως μάλιστα δε γίνονται αντιληπτές σε όλες τους τίς παραμέτρους, παρά άφού παρέλθουν καί μπορεί ό ερευνητής πια καί από κάποια απόσταση να διαπιστώνει καί να εκτιμά.θεμελιακή αρετή για έναν άνθρωπο πού μαζί με τίς άλλες θα τον αναδείξουν άξιο του προορισμού του, είναι το να διαθέτει την ευαισθησία για να μπορεί να ακούει τα μηνύματα των καιρών καί να ανταποκρίνεται στα αιτήματα τους, να ετοιμάζει όσον εξαρτάται από αυτόν,να προετοιμάζει τον κόσμο του αύριο, να κατασφραγίζει την προσφορά του το διαχρονικό ταυτόχρονα με το επίκαιρο.
Το τέλος του 18ου αιώνα καί το ξημέρωμα του 19ου εύρισκαν καί απεργάζονταν την ακμή καί ανέλιξη της δούλης στους Τούρκους Ρωμανίας, του χώρου όλης σχεδόν της Βαλκανικής καί της Μικράς Ασίας. Ή Ανάσταση πλησίαζε!!! Το πότε, δε μπορούσε παρά να είναι άγνωστο. Για να φτάσεις να πραγματώσεις τον όποιο πόθο καί να υλοποιήσεις καί το πιο μετριοπαθές όνειρο δε φτάνει ή ζέση της ψυχής καί ή απόφαση. Χρειάζεται να συντρέχουν καί κάποιες αντικειμενικές παράμετροι. Όσοι προσπέλασαν για να μελετήσουν τον αγώνα του 1821, ομολογούν την ατίμητη προσφορά των «ενόπλων» δυνάμεων του Γένους: των Αρματολών καί Κλεφτών για την απόκτηση της εμπειρίας του πολέμου καί όχι μόνον. Δε φρόντισαν οί περισσότεροι να διακρίνουν όμως καί την πνευματική καί ηθική αναταραχή πού δέσποσε για πενήντα καί περισσότερα χρόνια στο σώμα του πληρώματος της "Ορθόδοξης Εκκλησίας, αναταραχή πού ανακαίνισε αυτήν, της Εκκλησίας πού σήκωσε εμφανώς καί άφανώς το μέγα μέρος της προπαρασκευής κοίτης ευθύνης διεξαγωγής του.
Ηγετική μορφή σ' αυτή την ανατάραξη πού θέρμανε καί ανανέωσε τίς δυνάμεις στο σώμα της Όρθόδοξης Εκκλησίας, άλλο αν υπήρξε από τους έσχατους χρονικά, υπήρξε ό Νικόδημος ό Αγιορείτης. Ανατάραξη πού μέσα από την αντίθεση, τη διαπάλη, τους διωγμούς καί την κακοπάθεια πού γεύθηκαν πολλοί από τους αγωνιστές, αποκάλυψε δυνάμεις ζωοποιητικές, απαραίτητες για πολλές δεκαετίες μετά.
Κεφάλαιο για το κίνημα των Κολλυβάδων αυτός, έστω καί αν υπέστη τους λιγότερους διωγμούς, με το κύρος, τη σοφία, την αγιότητα του πού άφθονα κατέθεσε καί έκαμε έτσι να ευοδωθεί ή ανακαινιστική προσπάθεια. Παιδί της εποχής του, διακρίνει την αναγκαιότητα της Παιδείας, χαρισματική φύση όσο λίγες καί την απολαύει όση περισσότερη μπορεί, με μια πρωτοφανή αφομοιωτική ικανότητα. Αρκούσε να μελετήσει ένα κείμενο για να το ένθυμεϊται από μνήμης. Εκμεταλλεύεται τη δυνατότητα πού του προσφέρει ή γενέτειρα νήσος Νάξος, τόπος ιδιαίτερα ευνοημένος στο χώρο της Παιδείας του Γένους, άφού διαθέτει σπουδαία Σχολή. Τη διευθύνει καί την ύποστασιάζει ό κατά σάρκα αδελφός ενός άλλου μεγάλου, του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, ό αρχιμανδρίτης Χρύσανθος. Εμφανίζει ό νεαρός μαθητής όλως ιδιαίτερα πνευματικά προσόντα, μοναδική φιλομάθεια, ορθή κρίση, υποδειγματική υπακοή καί επιμονή. Διακρίνεται καί αυτό οδηγεί τους γονείς του, μα κυρίως τον Επίσκοπο της νήσου καί το διδάσκαλο του, να φροντίσουν να αποσταλεί στη Σμύρνη για να φοιτήσει στην περίπυστο Ευαγγελική Σχολή, καθώς διαβλέπουν ότι πολλά υπόσχεται καί για την Εκκλησία καί για το Γένος.
Ή φοίτηση του στη Σχολή, πραγματικό πανεπιστήμιο της εποχής, αλλά καί ή διαμονή του στην πρωτεύουσα της Ιωνίας,άνοιξαν νέους ορίζοντες πνευματικούς στον μόλις δεκαπενταετή μαθητή καί σπούδασε τα πάντα, όσα γνώριζαν τότε οί άνθρωποι, καθώς τα πάντα «χωρούσε» το μυαλό του. Ταυτόχρονα όμως ασκεί καί τίς χριστιανικές αρετές, αγαπά τους συσπουδαστές του καί αυτοί τον υπεραγαπούν, σέβεται τους διδασκάλους καί αυτοί τον εκτιμούν, οί περισσότεροι βλέπουν σ' αυτόν τον επόμενο διευθυντή της Σχολής. Είναι μόλις είκοσι ετών, όταν του έγινε ή πρόταση να παραμείνει ως καθηγητής, μα ό Νικόλαος, αύτό ήταν το βαπτιστικό όνομα του, δεν έστερξε την πρόταση παρόλο πού βρισκόταν μέσα στους πόθους του να βοηθήσει το Γένος του να φωτισθεί, γιατί αλλού είχε ήδη στρέψει τα μάτια της ψυχής του, σε έναν άλλο δρόμο καί προορισμό απέβλεπε.
Ηγετική μορφή σ' αυτή την ανατάραξη πού θέρμανε καί ανανέωσε τίς δυνάμεις στο σώμα της Όρθόδοξης Εκκλησίας, άλλο αν υπήρξε από τους έσχατους χρονικά, υπήρξε ό Νικόδημος ό Αγιορείτης. Ανατάραξη πού μέσα από την αντίθεση, τη διαπάλη, τους διωγμούς καί την κακοπάθεια πού γεύθηκαν πολλοί από τους αγωνιστές, αποκάλυψε δυνάμεις ζωοποιητικές, απαραίτητες για πολλές δεκαετίες μετά.
Κεφάλαιο για το κίνημα των Κολλυβάδων αυτός, έστω καί αν υπέστη τους λιγότερους διωγμούς, με το κύρος, τη σοφία, την αγιότητα του πού άφθονα κατέθεσε καί έκαμε έτσι να ευοδωθεί ή ανακαινιστική προσπάθεια. Παιδί της εποχής του, διακρίνει την αναγκαιότητα της Παιδείας, χαρισματική φύση όσο λίγες καί την απολαύει όση περισσότερη μπορεί, με μια πρωτοφανή αφομοιωτική ικανότητα. Αρκούσε να μελετήσει ένα κείμενο για να το ένθυμεϊται από μνήμης. Εκμεταλλεύεται τη δυνατότητα πού του προσφέρει ή γενέτειρα νήσος Νάξος, τόπος ιδιαίτερα ευνοημένος στο χώρο της Παιδείας του Γένους, άφού διαθέτει σπουδαία Σχολή. Τη διευθύνει καί την ύποστασιάζει ό κατά σάρκα αδελφός ενός άλλου μεγάλου, του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, ό αρχιμανδρίτης Χρύσανθος. Εμφανίζει ό νεαρός μαθητής όλως ιδιαίτερα πνευματικά προσόντα, μοναδική φιλομάθεια, ορθή κρίση, υποδειγματική υπακοή καί επιμονή. Διακρίνεται καί αυτό οδηγεί τους γονείς του, μα κυρίως τον Επίσκοπο της νήσου καί το διδάσκαλο του, να φροντίσουν να αποσταλεί στη Σμύρνη για να φοιτήσει στην περίπυστο Ευαγγελική Σχολή, καθώς διαβλέπουν ότι πολλά υπόσχεται καί για την Εκκλησία καί για το Γένος.
Ή φοίτηση του στη Σχολή, πραγματικό πανεπιστήμιο της εποχής, αλλά καί ή διαμονή του στην πρωτεύουσα της Ιωνίας,άνοιξαν νέους ορίζοντες πνευματικούς στον μόλις δεκαπενταετή μαθητή καί σπούδασε τα πάντα, όσα γνώριζαν τότε οί άνθρωποι, καθώς τα πάντα «χωρούσε» το μυαλό του. Ταυτόχρονα όμως ασκεί καί τίς χριστιανικές αρετές, αγαπά τους συσπουδαστές του καί αυτοί τον υπεραγαπούν, σέβεται τους διδασκάλους καί αυτοί τον εκτιμούν, οί περισσότεροι βλέπουν σ' αυτόν τον επόμενο διευθυντή της Σχολής. Είναι μόλις είκοσι ετών, όταν του έγινε ή πρόταση να παραμείνει ως καθηγητής, μα ό Νικόλαος, αύτό ήταν το βαπτιστικό όνομα του, δεν έστερξε την πρόταση παρόλο πού βρισκόταν μέσα στους πόθους του να βοηθήσει το Γένος του να φωτισθεί, γιατί αλλού είχε ήδη στρέψει τα μάτια της ψυχής του, σε έναν άλλο δρόμο καί προορισμό απέβλεπε.
Ό ρωσοτουρκικός πόλεμος τον υποχρέωσε να επιστρέψει στην πατρίδα, όπου οί πάντες τον υποδέχθηκαν με πολλές ελπίδες γιατί τον διέκριναν ικανό να στηρίξει καί να διδάξει το ορθόδοξο πλήρωμα, να πολεμήσει κατά των κακοδοξιών των Δυτικών. Πόσα όνειρα, πόσων πολλών δεν ενσάρκωνε! Αυτός όμως άλλα υψηλότερα καί τελειότερα αναζητούσε! Διωγμένοι από τη μονή της μετανοίας τους από την εμπάθεια των αντιπάλων τους, νεωτεριστών μοναχών, βρίσκονταν στη Νάξο τρεις Κολλυβάδες μοναχοί. Δε δέχονταν πολλούς νεωτερισμούς καί την τέλεση μνημοσυνών την Κυριακή, ήμερα Αναστάσεως, γι' αυτό χλευαστικά τους αποκαλούσαν Κολλυβάδες. Κρατούσαν καί άμύνονταν για την παράδοση, προσπαθούσαν να πνεύσει πάλι το γνήσιο ορθόδοξο πνεύμα καί στον άγιώνυμο τόπο καί κατ' επέκταση σε όλο το πλήρωμα της Όρθόδοξης Εκκλησίας. Ό Νικόλαος τους πλησίασε για να φωτίσει την ψυχή του καί σε χώρο άγνωστο ακόμα, άκουσε το λόγο τους για τα αγαθά της ησυχίας, τους αγώνες της ασκητικής ζωής, για τον αγιασμένο τόπο του "Αθωνα, για τίς μορφές αγίων ασκητών πού έγκαταβίωναν εκεί, όπως του Μακαρίου Νοταρά,του γέροντα Συλβέστρου.Όλα αυτά προλειαίνουν τη στράτευση του στην υπηρεσία της Εκκλησίας καί το φωτισμό του Γένους, την προσχώρηση του στίς τάξεις των μοναχών. Αποφασίζει, μα όχι υπό το κράτος ενθουσιασμού. Μεταβαίνει στην Ύδρα, όπου ευρίσκεται ό Μακάριος καί άλλοι Κολλυβάδες, συζητά μαζί τους, βλέπει το χρέος του καί μόνον τότε ώριμα καί αιτιολογημένα επιλέγει την πορεία του
Είκοσι έξι ετών φθάνει στη μονή Διονυσίου με συστατικά γράμματα αλλά καί την πνευματική ακτινοβολία πού ήδη διαθέτει καί χάρη στίς αρετές του, την ταπείνωση, τη σύνεση, την υπακοή, την άσκητικότητα, πολύ πιο γρήγορα από όσο προβλέπουν οι κανόνες κείρεται μοναχός με το όνομα Νικόδημος. Προσεύχεται, αγωνίζεται, παράλληλα όμως καταφεύγει στην πλουσιότατη βιβλιοθήκη της Μονής καί εύρύνει τον κόσμο της γνώσεως. Δύο μόνον έτη έμεινε στη Μονή. Μετά για να βοηθείται στη συγγραφή των βιβλίων αλλά καί για να κατορθώνει αυστηρότερη την άσκηση, μετέβαινε από κελλί σε κελλί μέσα πάντα στο "Αγιον Όρος. Συνεργάζεται καί καθοδηγείται από τον μετέπειτα άγιο Μακάριο Νοταρά, του οποίου επιμελήθηκε καί προλόγησε την έκδοση τριών πολύ σημαντικών πονημάτων. Ή καθημερινότητα του ήταν προσευχή, άσκηση καί μελέτη· ακόρεστος αναδεικνύεται σ' αυτά. Ιδιαίτερα τον έθελγε καί τον βοηθούσε να πραγματώνει απερίσπαστος τίς πνευματικές του αναβάσεις ή «έρημος» της Καψάλας, στους βράχους της οποίας πραγμάτωνε τα ασκητικά του παλαίσματα υποταγμένος πάντα σε γέροντα ασκητικό, ενάρετο καί ευλαβή. Για να ικανοποιήσει μάλιστα τίς ανάγκες συντήρησης του αντέγραφε καλλιγραφικά διάφορα χειρόγραφα.
Το 1781, τριάντα δύο ετών, φθάνει μαζί με το γέροντα του πού σχετικά γρήγορα θα τον εγκαταλείψει για να επιστρέψει στο Όρος, στην έρημόνησο Σκυροπούλα απέναντι από τη Σκύρο, για να επιτύχει την άσκηση καί την περισυλλογή ακόμα περισσότερο. Ό ίδιος διεκτραγωδεί σε επιστολές του την ξηρότητα, την αγριότητα, το άφιλάνθρωπό της. Έσκαπτε, έσπειρε, έθέριζε, άλεθε μόνος το λίγο καρπό για να συντηρεί το σώμα του με στάρι βρεγμένο. Τροφές καί σκεπάσματα του άπέστελλε από την απέναντι Κόμη ό εξάδελφος του, Επίσκοπος Ευρίπου Ιερόθεος, καθώς καί κάτοικοι της κωμοπόλεως. Στήν άξενη νησίδα θα συγγράψει μετά από επίμονη παράκληση του Επισκόπου καί πολλές δικές του ενστάσεις στα διαλείμματα της χειρονακτικής εργασίας του, πολέμου καί μάχης κατά των πειρασμών, το σπουδαιότερο ίσως από τα διδακτικά του βιβλία «Περί της φυλακής των πέντε αισθήσεων», με πολύ μεγάλο αριθμό παραπομπών καί υποσημειώσεων. Τα πάντα από μνήμης άφοϋ κανένα βιβλίο δεν υπήρχε στην έρημόνησον!
Μετά από δύο χρόνια ασκητικών αγώνων επιστρέφει στο Όρος για να έγκαταβιώσει τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του, όπου καί δέχεται το μέγα καί άνγελικόν σχήμα. Πλήθος μοναχών συγκεντρώνονται γύρω από το κελλί του για να ακούσουν τους γλυκείς του λόγους καί έγκαταβίωναν πλησίον ή επέστρεφαν στα ενδιαιτήματα τους. Ταυτοχρόνως εξομολογούσε καί συμβούλευε μοναχούς καί λαϊκούς καί συνέγραψε βι-βλία πολλά καί για ποικίλα θέματα, διότι πίστευε πώς είχε χρέος άνεξόφλητον να φωτίζει καί να διδάσκει. Ενώ όμως ευρίσκετο σε ησυχία καί αμεριμνησία, θύελλα από συκοφαντίες καί ύβρεις ξέσπασε σε βάρος του αγιασμένου προσώπου του. Τον χαρακτήριζαν αιρετικό επειδή συνιστούσε τη συνεχή Θεία Μετάληψη. Οι αντίπαλοι μοναχοί υποστήριζαν πώς μόνον 4 φορές το χρόνο πρέπει να κοινωνεί ό μοναχός ή κάθε 40 ήμερες. Επιστράτευσαν σε βάρος του σωρό από ανίερα καί κακοήθη ψεύδη. Εϊκοσι δύο χρόνια πέρασαν μέχρις ότου δικαιωθεί από την Ιερά Κοινότητα, είκοσι δύο χρόνια θλίψεων, καταφρονήσεων, διωγμού.Αυτός όμως υπεράσπιζε την αλήθεια, αγαπούσε τους διώκτες καί συνέγραψε διαρκώς. Επιμελήθηκε καί, άφού συνέλεξε, προετοίμαζε την έκδοση διορθωμένων των απάντων του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Το έργο τεράστιο σε σημασία, μόχθο καί όγκο, έργο δυστυχώς πού ποτέ δεν είδε το φως της δημοσιότητας, γιατί το τυπογραφείο στη Βιέννη, όπου το έστειλαν για να τυπωθεί, καταστράφηκε από τους Αυστριακούς, αφού σ' αυτό είχε τυπωθεί ή επαναστατική προκήρυξη του Ρήγα. Μα καί το «Πηδάλιον» νοθεύθηκε σημαντικά από ένα ψευδάδελφο πού επιμελήθηκε την έκδοση του. Τίποτε όμως δε μπορούσε να ατονήσει την αγάπη του Νικόδημου για τη συγγραφή με μοναδικό πάντα σκοπό να φωτίσει καί στηρίξει τους ορθόδοξους αδελφούς του. Με τη διαρκή άσκηση είχε ανεβεί σε δυσθεώρητο ϋψος πνευματικότητας, ελάχιστα έτρωγε, ρακένδυτος κυκλοφορούσε μια πού το πλατύ καί φωτισμένο μυαλό του απασχολεί μόνο ή σωτηρία της ψυχής του καί ή συνδρομή προς τη σκλαβωμένη καί ταλαιπωρούμενη πατρίδα του.Προσεύχεται καί γράφει για να φωτίσει τους αδελφούς του αυτός ό σπουδαίος διαφωτιστής καί σχολιαστής της "Ορθόδοξης θεολογίας, να σώσει όλους από τον ψυχώλεθρο μωαμεθανισμό. Συναντάται με τον εξόριστο στον "Αθωνα πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε' καί αγωνίζονται να στηρίξουν την πίστη, να επαναφέρουν στο Χριστιανισμό τους τυχόν εξωμότες. Πνευματικό κατόρθωμα του Νικόδημου ό πρίν εξωμότης καί μετά άγιος Κωνσταντίνος ό Υδραίος, άλλα καί πολλοί άλλοι.
Νηστεία, κακοπάθεια, νυχθήμερη συγγραφή υπέσκαψαν την υγεία του. Πενήντα επτά ετών κατέφυγε στους αγαπημένους του Σκουρταίους για να ζητήσει να τον περιποιούνται χωρίς να παύσει να εργάζεται καί να συγγράφει. Νέο κύμα συκοφαντίας ορθώθηκε σε βάρος του, μα γρήγορα κατασίγασε. Στίς 14 Ιουλίου του 1809 συγκαταριθμήθηκε στους πολίτες του Ουρανού, ημέρα κατά την οποία ή "Ορθόδοξος Εκκλησία τιμά εδώ καί πενήντα περίπου χρόνια τη μνήμη του ως Άγιου.Πάνω από εκατό είναι τα βιβλία πού συνέγραψε, τα περισσότερα ογκώδη. Για να μαρτυρούν πόσο συμμορφώθηκε με τίς ανάγκες της εποχής του, τίς ανάγκες της Εκκλησίας καί των ομογενών του. Πού καί αυτοί του άντιδώρησαν το σεβασμό, το
θαυμασμό, την τιμή να τον αποδεχθούν "Αγιον καί να έκζητούν τίς προσευχές του προς τον Θεόν υπέρ αυτών καί της κοινής πατρίδας.
του φιλολόγου Κωνσταντίνου ΚΟΥΚΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου