Στίς 13 Νοεμβρίου συμπληρώθηκαν τετρακόσια τριανταεπτά χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου ήγέτου της Ρωμιοσύνης και ενδόξου Ίερο-Έθνομάρτυρος Κυρίλλου του Λουκάρεως, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, του από Αλεξανδρείας (Χάνδακας - Ηράκλειο Κρήτης, 13 Νοεμ. 1572).
Κωνσταντίνος κατά κόσμον, παπαδοπαίδι, γιος του ιερέως Στεφάνου Λουκάρεως, συγγενής του μεγάλου Πατριάρχου Αλεξανδρείας Μελετίου του Πήγα, μαθήτευσε αρχικά κοντά στον σοφό ιερομόναχο Μελέτιο Βλαστό, στο Σιναίτικό Μετόχι του Χάνδακα. Στή συνέχεια στάλθηκε στην Ιταλία, όπου, κάτω από την άγρυπνη παρακολούθησι του περίφημου Μαξίμου Μαργουνίου, έκαμε λαμπρές σπουδές στη Βενετία καί στο Πατάβιο (Πάντοβα), επισκέφθηκε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις καί χώρες, τη Γενεύη, την "Ολλανδία, τη Γερμανία καί σχετίστηκε με επιφανείς ανθρώπους των γραμμάτων. Επιστρέφοντας στην Κρήτη (1592) έγινε μοναχός στην περιώνυμη Μονή της Άγκαράθου, στην οποία αργότερα ηγούμενος διαπρεπής διετέλεσε για πολλά χρόνια ό αδελφός του Μάξιμος. Φύσει φιλομαθής, οξυδερκής, εύστροφος, με εσωτερικές κεραίες ισχυρές, πού συλλάμβαναν τα μηνύματα των καιρών, ξεπερνούσε κατά πολύ τα συνήθη μέτρα. Ευσεβής, φιλακόλουθος, φιλάρετος, φιλόχριστος εξ απαλών ονύχων, έβάδιζε ακούραστα τη στενή καί τεθλιμμένη οδό του Κυρίου με φρόνημα μαρτυρικό.
Στό πρόσωπο του συνδυαζόταν άριστα ή λιπαρά παιδεία με την ευαγγελική αρετή καί την καθημερινή συσταύρωσι με τον Χριστό καί με το σταυρωμένο Γένος,
Ό θείος του Μελέτιος Πηγάς τον κάλεσε οτήν Αλεξάνδρεια {1593), όπου τον χειροτόνησε Διάκονο καί Πρεσβύτερο (Σύγκελλο), καί τον πήρε μαζί του οτήν Κωνσταντινούπολη για να λάβουν μέρος στη Σύνοδο πού συγκάλεσε ό Οικουμενικός Πατριάρχης Ιερεμίας Β' ό Τρανός. Τότε έβραζε ή Ανατολική Ευρώπη από τις λυσσώδεις προσπάθειες του Βατικανού για τον προσηλυτισμό των "Ορθοδόξων στο Λατινικό δόγμα, με δούρειο ίππο την Ούνία. Ο βασιλεύς της Πολωνίας Σιγισμοϋνδος ό Γ' (1587 - 1632) είχε γίνει όργανο του αμφιλεγόμενου Τάγματος των Ίησούίτών καί είχε εξαπολύσει απηνή διωγμό κατά των "Ορθοδόξων. Οί δύο Πατριάρχες έστειλαν τον νεαρό Κύριλλο Λούκαρι, μαζί με τον Αρχιμανδρίτη Νικηφόρο Παράσχη - Καντακουζηνό, να βοηθήσουν τους "Ορθοδόξους της Ρουθηνίας, της Ουκρανίας καί της νότιας Ρωσίας στην άντιμετώπισι του προσηλυτισμού των Ίησούίτών καί του διωγμού του Σιγισμούνδου.
Στή Βίλνα της Λιθουανίας ό Λούκαρις ίδρυσε Ακαδημία καί τη διηύθυνε για λίγο, πρωτοστάτησε δε στην ϊδρυσι τυπογραφείου, όπου θα έτυπώνοντο καί ελληνικά βιβλία «άνοθεύτως». Ακόμη εδίδαξε στο σχολείο του Λβώφ καί στην Ακαδημία του Οστρόγκ. Κατά τη ληστρική εκείνη «Σύνοδο» του Μπρέστ-Λιτόφσκ (1596), πού συγκάλεσε ό Σιγισμοϋνδος καί έσκηνοθέτησε τη δήθεν «ένωσι» των "Ορθοδόξων με τους Λατίνους, οι δύο φιλόχριστοι κληρικοί υπεράσπισαν με παρρησία το ευσεβές δόγμα, μαζί με τους λίγους Επισκόπους πού δεν υπέκυψαν στίς στραγγαλιστικές παπικές πιέσεις καί τον πρίγκιπα Κωνσταντίνο Όστρόγκσκι. Ακολούθησε φρικαλέος διωγμός καί ο Κύριλλος με τον Νικηφόρο έγνώρισαν από την καλή το αληθινό πρόσωπο του λατινικού φανατισμού. Αγωνίστηκαν σκληρά, με προφητικό ζήλο καί άκαμπτο φρόνημα, αποκαλύπτοντας την καταχθόνια βατικάνια πλεκτάνη, διαφωτίζοντας κατάλληλα τους Όρθοδόξους καί προτρέποντας τους να παραμείνουν άνεν-δότως πιστοί οτήν πνευματική τους Μάνα "Ορθοδοξία, να μην προδώσουν την αλήθεια της Εκκλησίας αποδεχόμενοι τη σκοτεινή ψευδο-ένωσι. Οι Λατίνοι συνέλαβαν τον Νικηφόρο, τον φυλάκισαν καί τον έθανάτωσαν. Ό Λούκαρις κατάφερε να ξεφύγη, να έπιστρέψη για λίγο στην Κωνσταντινούπολη, απ' όπου επανήλθε δριμύτερος, αγωνιζόμενος εναντίον της προπαγάνδας καί των άφιλάδελφων προσπαθειών των Ρωμαιοκαθολικών στη Μολδαβία, στην Ουκρανία καί στην Πολωνία. Στήν Πολωνία εργάσθηκε ανυψώνοντας την Ορθοδοξία μέχρι το 1601, οπότε ό Γέροντας του Μελέτιος Πηγάς τον κάλεσε πίσω στην Αλεξάνδρεια, προαισθανόμενος τον θάνατο του (+ 13 Σεπτ. 1601). Το 1599 ό Ιησουίτης Πέτρος Σκάργα έδημοσίευσε εδώ μια «Ομολογία Πίστεως» σαν τάχατες έργο του Λουκάρεως. στην οποία ο υποτιθέμενος συγγραφέας της παρουσιαζόταν ως παπικός καί άντιλουθηρανός. Πρόκειται για ένα κείμενο πέρα ως πέρα πλαστό καί ψευδεπίγραφο, το πρώτο πού ή αδίστακτη προπαγάνδα του Βατικανού θα έχάλκευε καί θα έκυκλοφοροϋσε για να συκοφαντήση τον αγωνιστή της ευσέβειας. Αυτόν πού πάντοτε έλεγε για τον Πάπα ότι «έχει φανερά τα σημάδια του αντίχριστου. Δεν λέγω πώς είναι αντίχριστος, αλλά πώς είναι πρόδρομος του αντίχριστου»
Κατά πάντα άξιος καί ικανός, εξελέγη, σύμφωνα καί με την επιθυμία καί υποθήκη του Γέροντα του, νέος Πάπας καί Πατριάρχης Αλεξανδρείας, ως Κύριλλος ό Γ' (1601 -1620), σε ηλικία τριάντα μόλις ετών. Ως Πατριάρχης Αλεξανδρείας ό Κύριλλος ανέπτυξε αξιοθαύμαστη δράση για την πνευματική καί υλική άνασυγκρότησι του Πατριαρχείου καί του ποιμνίου του. Έκαλλιέργησε το θειο κήρυγμα καί τη μελέτη των Αγίων Γραφών, επισκεύασε ναούς, έκτισε καινούργιους, ένοικοκύρεψε τα οικονομικά της Εκκλησίας, έτακτοποίησε τα χρέη του Πατριαρχείου. Επειδή οι Ιησουίτες με την προπαγάνδα τους προσπαθούσαν να προσηλυτίσουν τους αφελέστερους από τους πιστούς της Αλεξανδρινής Εκκλησίας, τους πολέμησε σκληρά, καλώντας σέ επικουρία καί τους "Αγγλους. Οι Κόπτες καί οι Νεστοριανοί πολεμούσαν κι αυτοί από κοινού το Ορθόδοξο Πατριαρχείο. «Οι τυφλοί με τους τυφλούς!». Αυτός ήταν ό σχολιασμός του Κυρίλλου για το κοινό μέτωπο των αιρετικών, ενώ τους Νεστοριανούς τους έχαρακτήρισε καί ως «Πανώλιν (πανούκλα) της Ανατολής» καί τους αντιμετώπισε κι αυτούς με συνέπεια. 0ι έμπερίστατες Εκκλησίες των Ιεροσολύμων καί της Κύπρου έζήτησαν τηβοήθεια του. Δεν την αρνήθηκε. Είχε την αίσθησι ότι ήταν διάκονος της Εκκλησίας του Χριστού οπουδήποτε Εκείνη είχε ανάγκη των υπηρεσιών του. Στή νοτιοδυτική Ρωσία η προπαγάνδα των Ίησούιτών είχε αρχίσει ξανά να κάνη θραϋση. Δεν εδίστασε. "Ετρεξε να βοηθήση κι εκεί τη χειμαζόμενη Ορθοδοξία. Καθ'όδόν, το 1512, στην Κωνσταντινούπολη, του ανατέθηκαν καθήκοντα Έπιτηρητου του Οικουμενικού θρόνου. Εκεί είδε με λύπη του ότι ή λερναία ϋδρα του Ιησουίτικου σκοταδισμού απειλούσε καί αυτό το ιερό κέντρο της Ορθοδοξίας. Αφού έκαμε και στην Πόλη κατά δύναμιν το χρέος του προς την Εκκλησία, πορεύθηκε στη Ρωσία, στη Μολδαβία καί στη Βλαχία, όπου επί δύο χρόνια έθηριομάχησε κυριολεκτικά, πολεμώντας, με καθημερινό κίνδυνο της ζωής του, τις ανόσιες προσηλυτιστικές προσπάθειες καί τίς καταχθόνιες μεθόδους πού μετήρχοντο οι Λατίνοι για να επιβάλουν στην περιοχή το εκκλησιαστικό τέρας της Ούνίας. Για να ενίσχυση τους Όρθοδόξους, ό Κύριλλος έγραψε καί δυο άντιλατινικές πραγματείες: α) Περί της αρχής ή του πρωτείου του Πάπσκαί β) Διάλογος φιλαλήθους καί ζηλωτοΰ.
Στά πλαίσια των αγώνων του εναντίον του παπικού προσηλυτισμού άρχισε από νωρίς ν' άναπτύσση σχέσεις με εξέχουσες προσωπικότητες του χώρου της Διαμαρτυρήσεως, όπως ό Άγγλικανός Αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπουρυ Γεώργιος "Αμποτ, οι Βασιλείς Κάρολος Α' της Αγγλίας καί Γουσταϋος - Αδόλφος Β' της Σουηδίας κ.ά. Οί άνθρωποι αυτοί τον έθαύμασαν, τον έσέβονταν καί τον αγαπούσαν ειλικρινά ως μια μοναδική για την εποχή του προσωπικότητα της Εκκλησίας με στίλβουσα αρετή, σπάνια παιδεία καί γλωσσομάθεια, έξοχη θεολογική συγκρότηση, γνήσιο πατερικό καί μαρτυρικό ήθος. Σύμφωνα με τον Τrivier, «Οι μεγαλύτεροι πολιτικοί καί σοφοί της Ευρώπης έπεζήτουν την φιλίαν του καί ολόκληρος ή Ευρώπη κατά τάς αρχάς του ΙΖ' αιώνος αντηχεί από την φήμην των αρετών καί γνώσεων του Έλληνος Πατριάρχου». Ό Λούκαρις ήλπιζε ότι θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν στην άντιμετώπισι των προσπαθειών του Βατικανού εις βάρος της "Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Στίς 4 Νοεμβρίου 1620, ή Αγία καί Ιερά Σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως, εις διαδοχήν Τιμοθέου του Β' εξέλεξε τον «έπ' αρετή καί σοφία διαβόητον Πατριάρχη Αλεξανδρείας ως Οικουμενικό Πατριάρχη. Έτσι, ό Κύριλλος Α' ανέλαβε το πηδάλιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου καί του Γένους σε ώρες εξαιρετικά δύσκολες. Στήν Ευρώπη μαινόταν ό Τριακονταετής Πόλεμος. Οί Παπικοί συγκρούονταν σκληρά με τους Προτεστάντες. Η Μεταρρύθμισις είχε αποδεκατίσει το ποίμνιο της Ρώμης καί το Βατικανό, ταπεινωμένο καί αγχωμένο, έπάσχιζε ν' ανάκτηση τίς δυνάμεις του δια πυρός καί σιδήρου. Παράλληλα, θέλησε ν' αναπλήρωση τους λαούς πού ξέφυγαν από τους κόλπους του με καινούργιους πιστούς, τους οποίους έκρινε πώς έπρεπε ν' απόσπαση από τον κόσμο των "Ορθοδόξων. Έτσι, ή διαβόητη Congregatio de propagandae fides χρησιμοποιώντας τους Ιησουίτες σαν δυνάμεις καταδρομών καί την Ούνία σαν στολή παραλλαγής (καμουφλάζ), αποδύθηκε σ' έναν ανίερο λυσσαλέο αγώνα κατά της "Ορθοδοξίας. Ό Λούκαρις δεν κάθισε οϋτε δευτερόλεπτο με σταυρωμένα χέρια. Με κηρύγματα, με επιστολές, με συστηματική διαφώτιση των πιστών αγωνιζόταν ν' απόκρουση τη λατινική προπαγάνδα. Δίπλα του στάθηκαν με ειλικρινή αγάπη ό Κορνήλιος Χάγα, Πρεσβευτής των Στάτων Γενεράλων (Όλλανδίας) στην Κωνσταντινούπολη κι ό Εφημέριος της Πρεσβείας "Αντώνιος Λεγήρος, καθώς κι ό "Αγγλος Πρεσβευτής Σέρ Τόμας Ρώσυ κι ό "Εφημέριος της Πρεσβείας του Έντουαρντ Πόκοκ. Ή βοήθεια τους ήταν συχνά ανεκτίμητη, την ώρα πού οι Πρεσβευτές της Γαλλίας Σεζύ {Philippe Harlay Comte de Cesy)) καί της Αυστρίας Rudolf Shmid Schwazenhorn - ό κατά τον ανεκδιήγητο Κονταρή: «Έκλαμπρότατος Άμπασαδόρε του Χριστιανικωτάτου καί Γαληνότατου Βασιλέως καί Αυτοκράτορας Ύπεραδόρου», όχι μόνο υπεστήριζαν αναφανδόν, με κάθε θεμιτό καί αθέμιτο μέσον τους "Ιησουίτες καί τους Καπουτσίνους, αλλά καί ετοίμαζαν μετά σπουδής την φυσική έξόντωση του μαρτυρικού Πατριάρχου. "Αλλωστε, ή διαβόητη Congregatio de Propagandae Fidei είχε λάβει κατά τη συνεδρία της 25-7-1628, προεδρεύοντος του Πάπα Ούρβανοϋ του Η' άπόφαση να εξόντωση τον Λούκαρι ως «αιρετικό».
Οί Ιησουίτες, τα κύρια προπαγανδιστικά όργανα του Βατικανού καί εν ταύτω πράκτορες (τότε) της γαλλικής διπλωματίας, την οποία εκ των παρασκηνίων διηύθυνε ο διαβόητος Πιέρ Ζοζέφ Τραμπλαί, ή «Τεφρά Πανιερότης»
9L'Eminance Grise) - όπως πέρασε στη διεθνή διπλωματική γλώσσα -είχαν ιδρύσει για προσηλυτιστικούς λόγους ελληνικό σχολείο μέσα στην Κωνσταντινούπολη Αυτό,όπως γράφει ό Λούκαρις, «τους χάρισε τόση επιτυχία, όση θα είχε καί μια αλεπού στο κοτέτσι». "Αναδιοργάνωσε, λοιπόν, ό Κύριλλος εσπευσμένα την Πατριαρχική Σχολή καί ίδρυσε το 1627 Πατριαρχικό Τυπογραφείο (το πρώτο ελληνικό Τυπογραφείο!), για να τυπώνωνται τα ιερά κείμενα καί τα Όρθόδοξα δόγματα στη γλώσσα του λαού, να φωτίζεται ο κόσμος καί να στερεώνεται στην πίστη του. Ή «αγάπη» όμως των Ίησουιτών έσπευσε να διαβάλη στις τουρκικές αρχές τον Πατριάρχη καί το Πατριαρχικό Τυπογραφείο, με αποτέλεσμα να ορμήσουν οι Γενίτσαροι καί να το καταστρέψουν παντελώς. Οί Ρωμαιοκαθολικοί επανηγύρισαν τη συμφορά μας καί παράλληλα κατηγορούσαν καί ειρωνεύονταν τον Ελληνισμό για την αμορφωσιά καί το κατάντημα του. "Ομως ό μεγάλος Πατριάρχης έκλεισε κάθε βέβηλο στόμα με τούτα τα λόγια:
«Ημπορούσε να ειπούν οι Λατίνοι ότι χειρότερα είσθε σεϊς οι Ανατολικοί παρά ημάς, διότι βασιλείαν δεν έχετε. Δια την ύπερηφάνειάν σας την έπήρεν. ό Θεός (...). Μάθημα καί σοφίαν δεν έχετε, άμή είστε δούλοι καί έχετε τους Τούρκους επάνω είς τα κεφάλια σας (...). "Οσον πώς δεν έχομεν σοφίαν καί μαθήματα, αλήθεια είναι, άμή ας μετρήσουν δύο πράγματα οι Λατίνοι: Πρώτον, ότι τον καιρόν τον παλαιόν, όσον ή σοφία έπολιτεύετο είς την Ελλάδα, τους Λατίνους οί "Ελληνες ειχον δια βαρβάρους. Καί τώρα, αν έβαρβαρώθημεν ημείς καί εκείνοι έσοφίσθησαν, παράδοξον δεν είναι. Ή πτώχεια καί ή άφαίρεσις της βασιλείας μας το έκαμαν καί ας έχωμεν ύπομονήν.
Δεύτερον, ας λογιάσουν ότι αν δεν έχωμεν σοφίαν έξωτερικήν, έχομεν, χάριτι Χριστού, σοφίαν άνωτέραν καί πνευματικήν, ή οποία στολίζει την Όρθόδοξόν μας Πίστιν, και είς τούτο είμεθα ανώτεροι από τους Λατίνους είς τους κόπους, είς τάς σκληρογωγίας, καί να σηκώνωμεν τον σταυρόν μας, καί να χύνωμεν το αίμα μας δια την πίστιν καί τήνάγάπην την προς τόνΚύριον ήμών Ίησούν Χριστόν. "Αν είχε βασιλεΰσει ό Τούρκος είς την Φραγκιάν δέκα χρόνους, Χριστιανούς έκεϊ δέν εύρισκες. Καί είς την Ελλάδα τώρα διακοσίους χρόνους ευρίσκεται καί κακόπαθοϋσιν οί άνθρωποι καί βασανίζονται δια να στέκουν είς την πίστιν τους, καί λάμπει ή Πίστις του Χριστού καί το μυστήριον της ευσέβειας, καί σεις μου λέγετε ότι δεν έχομεν σοφίον; Την σοφίαν σας δεν έθέλω εμπρός είς τον Σταυρόν του Χριστού. Κάλλιον ήτο να έχη τινός καί τα δύο, δεν το αρνούμαι, πλην από τα δύο, τον Σταυρόν του Χριστού προτιμώ».
Τον Σταυρόν του Χριστού πού προτιμούσε από την άδιαφόρετη κοσμική σοφία καί τίς άλεπουδοευγένειες των Ρωμαιοκαθολικών ό μεγάλος αυτός Πρωθιεράρχης μας, ο «Μωυσής του Γένους», όπως εύστοχα ονόμασε τον Λούκαρι ο Κ. Σαρδελής, αυτό τον Σταυρό τον έσήκωσε πολυειδώς και πολυτρόπως. Οι ασταμάτητες μηχανορραφίες, οί ατέλειωτες ραδιουργίες καί οί ασίγαστες διαβολές των Ίησουίτών, τους οποίους είχε επιτέλους καταφέρει να άπομακρύνη από τ' Όθωμανικό κράτος το 1627, έστω καί προσωρινά, ή ροή αφθόνου χρυσίου από τις Πρεσβείες των Παπικών βασιλιάδων προς τα θυλάκια του Μεγάλου Βεζύρη καί πολλών επί μέρους οργάνων της τουρκικής διοικήσεως, ή μικρόνοια καί μωροφιλοδοξία ωρισμένων ημετέρων καί μάλιστα του ανεκδιήγητου οπουδαρχίδου Κυρίλλου Κονταρή, του «Κακοεκβερροίας», ή βραδύτητα ή αδυναμία προς ενέργεια των ξένων φίλων του, ώδήγησαν στο μαρτύριο τον μεγαλόπνοο Πατριάρχη. Μέσα σε δεκάξι χρόνια, πέντε φορές κατέβηκε από τον Πατριαρχικό θρόνο. Μα καί άλλες τόσες ξανανέβηκε, μετά από άπαίτηση κλήρου καί λάου, πού αναγνώριζε στο σεπτό πρόσωπο του τον γνήσιο κοί καλό Ποιμένα, τον μιμητή του Αρχιποίμενος Χριστού. "Αλλωστε καί ή πλειονότης των Αρχιερέων τον αγαπούσε, τον σεβόταν, του ήταν αφοσιωμένη. Έξορίσθηκε επανειλημμένα, ταπεινώθηκε, προπηλακίσθηκε. Ή διαβόητη Congregatio de propangadae Fidei prosp;προσπάθησε να τον διαβαλη χαλκεύοντας στα σκοτεινά γραφεία της μια καλβινίζουσα πλαστή, κακέμφατη καί ψευδεπίγραφη «Όμολογία Πίστεως», την οποία ό Λούκαρις ουδέποτε αναγνώρισε ούτε υπεστήριξε πολεμούμενη. Καλβινιστής, λοιπόν, ό Λούκαρης! Πριν λίγα χρόνια τον είχαν παρουσιάσει ως παπιστή. Τώρα, ξαφνικά, έγινε ...Προτεστάντης!... Αιρετικός!... Ποιος; Αυτός πού τον διέκρινε τέτοια ευλάβεια για την Πανάγια, ώστε στα Πατριαρχικά του Συγίλλια, αναφερόμενος στη Θεοτόκο πάντοτε έγραφε «της Ύπεραγίας μου Θεοτόκου».
Ποτέ χωρίς εκείνο το μου, εκείνη την έκφρασι βαθειάς προσωπικής σχέσεως προς την Μάνα των Χρστιανών, την ώρα πού οί Καλβινιστές καί λοιποί Προτεστάντες στο άκουσμα καί μόνο της λέξεως Θεοτόκος αρρώσταιναν. Προτεστάντης, αυτός πού κατέταξε επισήμως στη χορεία των 'Αγίων τον Όσιο Γεράσιμο της Κεφαλλονιάς (Ιούλιος 1626), όταν οί Προτεστάντες αρνούνται την τιμή στους Αγίους. "Αξιος, λοιπόν, να τον γδάρη ζωντανό ή «Ιερά Έξέτασις» καί να τον κάψη επί της πύρας στη Μάλτα!... Έτσι, το ξεχείλισμα της άξιομισθίας των Ίησουίτών ήταν ή τελική κατασυκοφά-ντιση του αγίου Πατριάρχου στον αφειδώς χρηματισθέντα από την Αυστριακή Πρεσβεία Μεγάλο Βεζύρη Μπαϊράμ Πασά (συνεργοϋντος καί του παναθλιωτάτου Κονταρή) ως δήθεν συνεννοουμένου με τους Κοζάκους για έπανάσταση καί κοινή έπίθεση κατά της Όθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ό Σουλτάνος Μουράτ ό Δ', ευρισκόμενος σε εκστρατεία κατά των Περσών στη Μικρά Ασία για άνάκτησι της Βαγδάτης, στο άκουσμα του «κινδύνου», εξέδωσε την άπόφασι για θανάτωσι του Έθνάρχου. Έτσι, στις 27 Ιουνίου 1638, οί Γενίτσαροι συνέλαβαν τον Κύριλλο, τον πήγαν στα παράλια του 'Αγ. Στεφάνου (Πεσίλκιού, όπου σήμερα το αεροδρόμιο της Κων/πόλεως), τον έπνιξαν καί τον έθαψαν. Κι όταν η πικρή εϊδησι μαθεύτηκε καί ξεσηκώθηκε ό λαός (ήταν ή πρώτη φορά πού έφο-νεύετο Πατριάρχης) καί γύρεψε το ιερό Του λείψανο να το κηδέψη, «έντίμως καί μετά παρρησίας», ό ανάξιος «διάδοχος» Του καί συνένοχος του αιματός Του Κονταρής συνεννοήθηκε με τους Γενίτσαρους, οί όποιοι λαβόντες το ικανόν, ξέθαψαν το λείψανο καί το πέταξαν στη θάλασσα. Βρέθηκε αργότερα καί θάφτηκε στο νησύδριο του 'Αγ. Ανδρέα, στην Προποντίδα.
«Καί ούτως εκ ζηλοτυπίας, φθόνου καί υποκριτικών τε καί άδικωτάτων συκοφαντιών καταβληβείς, απεβίωσε Κύριλλος ό Λούκαρις, ό μέγιστος εκείνος άνήρ, όστις παρά τα άμεμπτα αυτού ήθη καί τον πάσης έπονειδίστου πράξεως άκηλίδωτον βίον,ήτο προωρισμένος να ύποστή, ϋπαρασπίζων την εύαγγελικήν θρησκεία,φοβερός συμφοράς καί σκληρότατον θάνατον» (Τh.Smith,Miscellanea,1866,p.130)
Σήμερα τα ιερά λείψανα του Αγίου ενδόξου Ιερομάρτυρος Κυρίλλου του Λουκάρεως θησαυρίζονται
στο Μοναστήρι του. Στή Μονή Αγκαράθου της Κρήτης. Ή χάρις Του ας σκέπη την ορθοδοξία όλη καί την πονεμένη μας Ρωμιοσύνη...
Κωνσταντίνος κατά κόσμον, παπαδοπαίδι, γιος του ιερέως Στεφάνου Λουκάρεως, συγγενής του μεγάλου Πατριάρχου Αλεξανδρείας Μελετίου του Πήγα, μαθήτευσε αρχικά κοντά στον σοφό ιερομόναχο Μελέτιο Βλαστό, στο Σιναίτικό Μετόχι του Χάνδακα. Στή συνέχεια στάλθηκε στην Ιταλία, όπου, κάτω από την άγρυπνη παρακολούθησι του περίφημου Μαξίμου Μαργουνίου, έκαμε λαμπρές σπουδές στη Βενετία καί στο Πατάβιο (Πάντοβα), επισκέφθηκε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις καί χώρες, τη Γενεύη, την "Ολλανδία, τη Γερμανία καί σχετίστηκε με επιφανείς ανθρώπους των γραμμάτων. Επιστρέφοντας στην Κρήτη (1592) έγινε μοναχός στην περιώνυμη Μονή της Άγκαράθου, στην οποία αργότερα ηγούμενος διαπρεπής διετέλεσε για πολλά χρόνια ό αδελφός του Μάξιμος. Φύσει φιλομαθής, οξυδερκής, εύστροφος, με εσωτερικές κεραίες ισχυρές, πού συλλάμβαναν τα μηνύματα των καιρών, ξεπερνούσε κατά πολύ τα συνήθη μέτρα. Ευσεβής, φιλακόλουθος, φιλάρετος, φιλόχριστος εξ απαλών ονύχων, έβάδιζε ακούραστα τη στενή καί τεθλιμμένη οδό του Κυρίου με φρόνημα μαρτυρικό.
Στό πρόσωπο του συνδυαζόταν άριστα ή λιπαρά παιδεία με την ευαγγελική αρετή καί την καθημερινή συσταύρωσι με τον Χριστό καί με το σταυρωμένο Γένος,
Ό θείος του Μελέτιος Πηγάς τον κάλεσε οτήν Αλεξάνδρεια {1593), όπου τον χειροτόνησε Διάκονο καί Πρεσβύτερο (Σύγκελλο), καί τον πήρε μαζί του οτήν Κωνσταντινούπολη για να λάβουν μέρος στη Σύνοδο πού συγκάλεσε ό Οικουμενικός Πατριάρχης Ιερεμίας Β' ό Τρανός. Τότε έβραζε ή Ανατολική Ευρώπη από τις λυσσώδεις προσπάθειες του Βατικανού για τον προσηλυτισμό των "Ορθοδόξων στο Λατινικό δόγμα, με δούρειο ίππο την Ούνία. Ο βασιλεύς της Πολωνίας Σιγισμοϋνδος ό Γ' (1587 - 1632) είχε γίνει όργανο του αμφιλεγόμενου Τάγματος των Ίησούίτών καί είχε εξαπολύσει απηνή διωγμό κατά των "Ορθοδόξων. Οί δύο Πατριάρχες έστειλαν τον νεαρό Κύριλλο Λούκαρι, μαζί με τον Αρχιμανδρίτη Νικηφόρο Παράσχη - Καντακουζηνό, να βοηθήσουν τους "Ορθοδόξους της Ρουθηνίας, της Ουκρανίας καί της νότιας Ρωσίας στην άντιμετώπισι του προσηλυτισμού των Ίησούίτών καί του διωγμού του Σιγισμούνδου.
Στή Βίλνα της Λιθουανίας ό Λούκαρις ίδρυσε Ακαδημία καί τη διηύθυνε για λίγο, πρωτοστάτησε δε στην ϊδρυσι τυπογραφείου, όπου θα έτυπώνοντο καί ελληνικά βιβλία «άνοθεύτως». Ακόμη εδίδαξε στο σχολείο του Λβώφ καί στην Ακαδημία του Οστρόγκ. Κατά τη ληστρική εκείνη «Σύνοδο» του Μπρέστ-Λιτόφσκ (1596), πού συγκάλεσε ό Σιγισμοϋνδος καί έσκηνοθέτησε τη δήθεν «ένωσι» των "Ορθοδόξων με τους Λατίνους, οι δύο φιλόχριστοι κληρικοί υπεράσπισαν με παρρησία το ευσεβές δόγμα, μαζί με τους λίγους Επισκόπους πού δεν υπέκυψαν στίς στραγγαλιστικές παπικές πιέσεις καί τον πρίγκιπα Κωνσταντίνο Όστρόγκσκι. Ακολούθησε φρικαλέος διωγμός καί ο Κύριλλος με τον Νικηφόρο έγνώρισαν από την καλή το αληθινό πρόσωπο του λατινικού φανατισμού. Αγωνίστηκαν σκληρά, με προφητικό ζήλο καί άκαμπτο φρόνημα, αποκαλύπτοντας την καταχθόνια βατικάνια πλεκτάνη, διαφωτίζοντας κατάλληλα τους Όρθοδόξους καί προτρέποντας τους να παραμείνουν άνεν-δότως πιστοί οτήν πνευματική τους Μάνα "Ορθοδοξία, να μην προδώσουν την αλήθεια της Εκκλησίας αποδεχόμενοι τη σκοτεινή ψευδο-ένωσι. Οι Λατίνοι συνέλαβαν τον Νικηφόρο, τον φυλάκισαν καί τον έθανάτωσαν. Ό Λούκαρις κατάφερε να ξεφύγη, να έπιστρέψη για λίγο στην Κωνσταντινούπολη, απ' όπου επανήλθε δριμύτερος, αγωνιζόμενος εναντίον της προπαγάνδας καί των άφιλάδελφων προσπαθειών των Ρωμαιοκαθολικών στη Μολδαβία, στην Ουκρανία καί στην Πολωνία. Στήν Πολωνία εργάσθηκε ανυψώνοντας την Ορθοδοξία μέχρι το 1601, οπότε ό Γέροντας του Μελέτιος Πηγάς τον κάλεσε πίσω στην Αλεξάνδρεια, προαισθανόμενος τον θάνατο του (+ 13 Σεπτ. 1601). Το 1599 ό Ιησουίτης Πέτρος Σκάργα έδημοσίευσε εδώ μια «Ομολογία Πίστεως» σαν τάχατες έργο του Λουκάρεως. στην οποία ο υποτιθέμενος συγγραφέας της παρουσιαζόταν ως παπικός καί άντιλουθηρανός. Πρόκειται για ένα κείμενο πέρα ως πέρα πλαστό καί ψευδεπίγραφο, το πρώτο πού ή αδίστακτη προπαγάνδα του Βατικανού θα έχάλκευε καί θα έκυκλοφοροϋσε για να συκοφαντήση τον αγωνιστή της ευσέβειας. Αυτόν πού πάντοτε έλεγε για τον Πάπα ότι «έχει φανερά τα σημάδια του αντίχριστου. Δεν λέγω πώς είναι αντίχριστος, αλλά πώς είναι πρόδρομος του αντίχριστου»
Κατά πάντα άξιος καί ικανός, εξελέγη, σύμφωνα καί με την επιθυμία καί υποθήκη του Γέροντα του, νέος Πάπας καί Πατριάρχης Αλεξανδρείας, ως Κύριλλος ό Γ' (1601 -1620), σε ηλικία τριάντα μόλις ετών. Ως Πατριάρχης Αλεξανδρείας ό Κύριλλος ανέπτυξε αξιοθαύμαστη δράση για την πνευματική καί υλική άνασυγκρότησι του Πατριαρχείου καί του ποιμνίου του. Έκαλλιέργησε το θειο κήρυγμα καί τη μελέτη των Αγίων Γραφών, επισκεύασε ναούς, έκτισε καινούργιους, ένοικοκύρεψε τα οικονομικά της Εκκλησίας, έτακτοποίησε τα χρέη του Πατριαρχείου. Επειδή οι Ιησουίτες με την προπαγάνδα τους προσπαθούσαν να προσηλυτίσουν τους αφελέστερους από τους πιστούς της Αλεξανδρινής Εκκλησίας, τους πολέμησε σκληρά, καλώντας σέ επικουρία καί τους "Αγγλους. Οι Κόπτες καί οι Νεστοριανοί πολεμούσαν κι αυτοί από κοινού το Ορθόδοξο Πατριαρχείο. «Οι τυφλοί με τους τυφλούς!». Αυτός ήταν ό σχολιασμός του Κυρίλλου για το κοινό μέτωπο των αιρετικών, ενώ τους Νεστοριανούς τους έχαρακτήρισε καί ως «Πανώλιν (πανούκλα) της Ανατολής» καί τους αντιμετώπισε κι αυτούς με συνέπεια. 0ι έμπερίστατες Εκκλησίες των Ιεροσολύμων καί της Κύπρου έζήτησαν τηβοήθεια του. Δεν την αρνήθηκε. Είχε την αίσθησι ότι ήταν διάκονος της Εκκλησίας του Χριστού οπουδήποτε Εκείνη είχε ανάγκη των υπηρεσιών του. Στή νοτιοδυτική Ρωσία η προπαγάνδα των Ίησούιτών είχε αρχίσει ξανά να κάνη θραϋση. Δεν εδίστασε. "Ετρεξε να βοηθήση κι εκεί τη χειμαζόμενη Ορθοδοξία. Καθ'όδόν, το 1512, στην Κωνσταντινούπολη, του ανατέθηκαν καθήκοντα Έπιτηρητου του Οικουμενικού θρόνου. Εκεί είδε με λύπη του ότι ή λερναία ϋδρα του Ιησουίτικου σκοταδισμού απειλούσε καί αυτό το ιερό κέντρο της Ορθοδοξίας. Αφού έκαμε και στην Πόλη κατά δύναμιν το χρέος του προς την Εκκλησία, πορεύθηκε στη Ρωσία, στη Μολδαβία καί στη Βλαχία, όπου επί δύο χρόνια έθηριομάχησε κυριολεκτικά, πολεμώντας, με καθημερινό κίνδυνο της ζωής του, τις ανόσιες προσηλυτιστικές προσπάθειες καί τίς καταχθόνιες μεθόδους πού μετήρχοντο οι Λατίνοι για να επιβάλουν στην περιοχή το εκκλησιαστικό τέρας της Ούνίας. Για να ενίσχυση τους Όρθοδόξους, ό Κύριλλος έγραψε καί δυο άντιλατινικές πραγματείες: α) Περί της αρχής ή του πρωτείου του Πάπσκαί β) Διάλογος φιλαλήθους καί ζηλωτοΰ.
Στά πλαίσια των αγώνων του εναντίον του παπικού προσηλυτισμού άρχισε από νωρίς ν' άναπτύσση σχέσεις με εξέχουσες προσωπικότητες του χώρου της Διαμαρτυρήσεως, όπως ό Άγγλικανός Αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπουρυ Γεώργιος "Αμποτ, οι Βασιλείς Κάρολος Α' της Αγγλίας καί Γουσταϋος - Αδόλφος Β' της Σουηδίας κ.ά. Οί άνθρωποι αυτοί τον έθαύμασαν, τον έσέβονταν καί τον αγαπούσαν ειλικρινά ως μια μοναδική για την εποχή του προσωπικότητα της Εκκλησίας με στίλβουσα αρετή, σπάνια παιδεία καί γλωσσομάθεια, έξοχη θεολογική συγκρότηση, γνήσιο πατερικό καί μαρτυρικό ήθος. Σύμφωνα με τον Τrivier, «Οι μεγαλύτεροι πολιτικοί καί σοφοί της Ευρώπης έπεζήτουν την φιλίαν του καί ολόκληρος ή Ευρώπη κατά τάς αρχάς του ΙΖ' αιώνος αντηχεί από την φήμην των αρετών καί γνώσεων του Έλληνος Πατριάρχου». Ό Λούκαρις ήλπιζε ότι θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν στην άντιμετώπισι των προσπαθειών του Βατικανού εις βάρος της "Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Στίς 4 Νοεμβρίου 1620, ή Αγία καί Ιερά Σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως, εις διαδοχήν Τιμοθέου του Β' εξέλεξε τον «έπ' αρετή καί σοφία διαβόητον Πατριάρχη Αλεξανδρείας ως Οικουμενικό Πατριάρχη. Έτσι, ό Κύριλλος Α' ανέλαβε το πηδάλιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου καί του Γένους σε ώρες εξαιρετικά δύσκολες. Στήν Ευρώπη μαινόταν ό Τριακονταετής Πόλεμος. Οί Παπικοί συγκρούονταν σκληρά με τους Προτεστάντες. Η Μεταρρύθμισις είχε αποδεκατίσει το ποίμνιο της Ρώμης καί το Βατικανό, ταπεινωμένο καί αγχωμένο, έπάσχιζε ν' ανάκτηση τίς δυνάμεις του δια πυρός καί σιδήρου. Παράλληλα, θέλησε ν' αναπλήρωση τους λαούς πού ξέφυγαν από τους κόλπους του με καινούργιους πιστούς, τους οποίους έκρινε πώς έπρεπε ν' απόσπαση από τον κόσμο των "Ορθοδόξων. Έτσι, ή διαβόητη Congregatio de propagandae fides χρησιμοποιώντας τους Ιησουίτες σαν δυνάμεις καταδρομών καί την Ούνία σαν στολή παραλλαγής (καμουφλάζ), αποδύθηκε σ' έναν ανίερο λυσσαλέο αγώνα κατά της "Ορθοδοξίας. Ό Λούκαρις δεν κάθισε οϋτε δευτερόλεπτο με σταυρωμένα χέρια. Με κηρύγματα, με επιστολές, με συστηματική διαφώτιση των πιστών αγωνιζόταν ν' απόκρουση τη λατινική προπαγάνδα. Δίπλα του στάθηκαν με ειλικρινή αγάπη ό Κορνήλιος Χάγα, Πρεσβευτής των Στάτων Γενεράλων (Όλλανδίας) στην Κωνσταντινούπολη κι ό Εφημέριος της Πρεσβείας "Αντώνιος Λεγήρος, καθώς κι ό "Αγγλος Πρεσβευτής Σέρ Τόμας Ρώσυ κι ό "Εφημέριος της Πρεσβείας του Έντουαρντ Πόκοκ. Ή βοήθεια τους ήταν συχνά ανεκτίμητη, την ώρα πού οι Πρεσβευτές της Γαλλίας Σεζύ {Philippe Harlay Comte de Cesy)) καί της Αυστρίας Rudolf Shmid Schwazenhorn - ό κατά τον ανεκδιήγητο Κονταρή: «Έκλαμπρότατος Άμπασαδόρε του Χριστιανικωτάτου καί Γαληνότατου Βασιλέως καί Αυτοκράτορας Ύπεραδόρου», όχι μόνο υπεστήριζαν αναφανδόν, με κάθε θεμιτό καί αθέμιτο μέσον τους "Ιησουίτες καί τους Καπουτσίνους, αλλά καί ετοίμαζαν μετά σπουδής την φυσική έξόντωση του μαρτυρικού Πατριάρχου. "Αλλωστε, ή διαβόητη Congregatio de Propagandae Fidei είχε λάβει κατά τη συνεδρία της 25-7-1628, προεδρεύοντος του Πάπα Ούρβανοϋ του Η' άπόφαση να εξόντωση τον Λούκαρι ως «αιρετικό».
Οί Ιησουίτες, τα κύρια προπαγανδιστικά όργανα του Βατικανού καί εν ταύτω πράκτορες (τότε) της γαλλικής διπλωματίας, την οποία εκ των παρασκηνίων διηύθυνε ο διαβόητος Πιέρ Ζοζέφ Τραμπλαί, ή «Τεφρά Πανιερότης»
9L'Eminance Grise) - όπως πέρασε στη διεθνή διπλωματική γλώσσα -είχαν ιδρύσει για προσηλυτιστικούς λόγους ελληνικό σχολείο μέσα στην Κωνσταντινούπολη Αυτό,όπως γράφει ό Λούκαρις, «τους χάρισε τόση επιτυχία, όση θα είχε καί μια αλεπού στο κοτέτσι». "Αναδιοργάνωσε, λοιπόν, ό Κύριλλος εσπευσμένα την Πατριαρχική Σχολή καί ίδρυσε το 1627 Πατριαρχικό Τυπογραφείο (το πρώτο ελληνικό Τυπογραφείο!), για να τυπώνωνται τα ιερά κείμενα καί τα Όρθόδοξα δόγματα στη γλώσσα του λαού, να φωτίζεται ο κόσμος καί να στερεώνεται στην πίστη του. Ή «αγάπη» όμως των Ίησουιτών έσπευσε να διαβάλη στις τουρκικές αρχές τον Πατριάρχη καί το Πατριαρχικό Τυπογραφείο, με αποτέλεσμα να ορμήσουν οι Γενίτσαροι καί να το καταστρέψουν παντελώς. Οί Ρωμαιοκαθολικοί επανηγύρισαν τη συμφορά μας καί παράλληλα κατηγορούσαν καί ειρωνεύονταν τον Ελληνισμό για την αμορφωσιά καί το κατάντημα του. "Ομως ό μεγάλος Πατριάρχης έκλεισε κάθε βέβηλο στόμα με τούτα τα λόγια:
«Ημπορούσε να ειπούν οι Λατίνοι ότι χειρότερα είσθε σεϊς οι Ανατολικοί παρά ημάς, διότι βασιλείαν δεν έχετε. Δια την ύπερηφάνειάν σας την έπήρεν. ό Θεός (...). Μάθημα καί σοφίαν δεν έχετε, άμή είστε δούλοι καί έχετε τους Τούρκους επάνω είς τα κεφάλια σας (...). "Οσον πώς δεν έχομεν σοφίαν καί μαθήματα, αλήθεια είναι, άμή ας μετρήσουν δύο πράγματα οι Λατίνοι: Πρώτον, ότι τον καιρόν τον παλαιόν, όσον ή σοφία έπολιτεύετο είς την Ελλάδα, τους Λατίνους οί "Ελληνες ειχον δια βαρβάρους. Καί τώρα, αν έβαρβαρώθημεν ημείς καί εκείνοι έσοφίσθησαν, παράδοξον δεν είναι. Ή πτώχεια καί ή άφαίρεσις της βασιλείας μας το έκαμαν καί ας έχωμεν ύπομονήν.
Δεύτερον, ας λογιάσουν ότι αν δεν έχωμεν σοφίαν έξωτερικήν, έχομεν, χάριτι Χριστού, σοφίαν άνωτέραν καί πνευματικήν, ή οποία στολίζει την Όρθόδοξόν μας Πίστιν, και είς τούτο είμεθα ανώτεροι από τους Λατίνους είς τους κόπους, είς τάς σκληρογωγίας, καί να σηκώνωμεν τον σταυρόν μας, καί να χύνωμεν το αίμα μας δια την πίστιν καί τήνάγάπην την προς τόνΚύριον ήμών Ίησούν Χριστόν. "Αν είχε βασιλεΰσει ό Τούρκος είς την Φραγκιάν δέκα χρόνους, Χριστιανούς έκεϊ δέν εύρισκες. Καί είς την Ελλάδα τώρα διακοσίους χρόνους ευρίσκεται καί κακόπαθοϋσιν οί άνθρωποι καί βασανίζονται δια να στέκουν είς την πίστιν τους, καί λάμπει ή Πίστις του Χριστού καί το μυστήριον της ευσέβειας, καί σεις μου λέγετε ότι δεν έχομεν σοφίον; Την σοφίαν σας δεν έθέλω εμπρός είς τον Σταυρόν του Χριστού. Κάλλιον ήτο να έχη τινός καί τα δύο, δεν το αρνούμαι, πλην από τα δύο, τον Σταυρόν του Χριστού προτιμώ».
Τον Σταυρόν του Χριστού πού προτιμούσε από την άδιαφόρετη κοσμική σοφία καί τίς άλεπουδοευγένειες των Ρωμαιοκαθολικών ό μεγάλος αυτός Πρωθιεράρχης μας, ο «Μωυσής του Γένους», όπως εύστοχα ονόμασε τον Λούκαρι ο Κ. Σαρδελής, αυτό τον Σταυρό τον έσήκωσε πολυειδώς και πολυτρόπως. Οι ασταμάτητες μηχανορραφίες, οί ατέλειωτες ραδιουργίες καί οί ασίγαστες διαβολές των Ίησουίτών, τους οποίους είχε επιτέλους καταφέρει να άπομακρύνη από τ' Όθωμανικό κράτος το 1627, έστω καί προσωρινά, ή ροή αφθόνου χρυσίου από τις Πρεσβείες των Παπικών βασιλιάδων προς τα θυλάκια του Μεγάλου Βεζύρη καί πολλών επί μέρους οργάνων της τουρκικής διοικήσεως, ή μικρόνοια καί μωροφιλοδοξία ωρισμένων ημετέρων καί μάλιστα του ανεκδιήγητου οπουδαρχίδου Κυρίλλου Κονταρή, του «Κακοεκβερροίας», ή βραδύτητα ή αδυναμία προς ενέργεια των ξένων φίλων του, ώδήγησαν στο μαρτύριο τον μεγαλόπνοο Πατριάρχη. Μέσα σε δεκάξι χρόνια, πέντε φορές κατέβηκε από τον Πατριαρχικό θρόνο. Μα καί άλλες τόσες ξανανέβηκε, μετά από άπαίτηση κλήρου καί λάου, πού αναγνώριζε στο σεπτό πρόσωπο του τον γνήσιο κοί καλό Ποιμένα, τον μιμητή του Αρχιποίμενος Χριστού. "Αλλωστε καί ή πλειονότης των Αρχιερέων τον αγαπούσε, τον σεβόταν, του ήταν αφοσιωμένη. Έξορίσθηκε επανειλημμένα, ταπεινώθηκε, προπηλακίσθηκε. Ή διαβόητη Congregatio de propangadae Fidei prosp;προσπάθησε να τον διαβαλη χαλκεύοντας στα σκοτεινά γραφεία της μια καλβινίζουσα πλαστή, κακέμφατη καί ψευδεπίγραφη «Όμολογία Πίστεως», την οποία ό Λούκαρις ουδέποτε αναγνώρισε ούτε υπεστήριξε πολεμούμενη. Καλβινιστής, λοιπόν, ό Λούκαρης! Πριν λίγα χρόνια τον είχαν παρουσιάσει ως παπιστή. Τώρα, ξαφνικά, έγινε ...Προτεστάντης!... Αιρετικός!... Ποιος; Αυτός πού τον διέκρινε τέτοια ευλάβεια για την Πανάγια, ώστε στα Πατριαρχικά του Συγίλλια, αναφερόμενος στη Θεοτόκο πάντοτε έγραφε «της Ύπεραγίας μου Θεοτόκου».
Ποτέ χωρίς εκείνο το μου, εκείνη την έκφρασι βαθειάς προσωπικής σχέσεως προς την Μάνα των Χρστιανών, την ώρα πού οί Καλβινιστές καί λοιποί Προτεστάντες στο άκουσμα καί μόνο της λέξεως Θεοτόκος αρρώσταιναν. Προτεστάντης, αυτός πού κατέταξε επισήμως στη χορεία των 'Αγίων τον Όσιο Γεράσιμο της Κεφαλλονιάς (Ιούλιος 1626), όταν οί Προτεστάντες αρνούνται την τιμή στους Αγίους. "Αξιος, λοιπόν, να τον γδάρη ζωντανό ή «Ιερά Έξέτασις» καί να τον κάψη επί της πύρας στη Μάλτα!... Έτσι, το ξεχείλισμα της άξιομισθίας των Ίησουίτών ήταν ή τελική κατασυκοφά-ντιση του αγίου Πατριάρχου στον αφειδώς χρηματισθέντα από την Αυστριακή Πρεσβεία Μεγάλο Βεζύρη Μπαϊράμ Πασά (συνεργοϋντος καί του παναθλιωτάτου Κονταρή) ως δήθεν συνεννοουμένου με τους Κοζάκους για έπανάσταση καί κοινή έπίθεση κατά της Όθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ό Σουλτάνος Μουράτ ό Δ', ευρισκόμενος σε εκστρατεία κατά των Περσών στη Μικρά Ασία για άνάκτησι της Βαγδάτης, στο άκουσμα του «κινδύνου», εξέδωσε την άπόφασι για θανάτωσι του Έθνάρχου. Έτσι, στις 27 Ιουνίου 1638, οί Γενίτσαροι συνέλαβαν τον Κύριλλο, τον πήγαν στα παράλια του 'Αγ. Στεφάνου (Πεσίλκιού, όπου σήμερα το αεροδρόμιο της Κων/πόλεως), τον έπνιξαν καί τον έθαψαν. Κι όταν η πικρή εϊδησι μαθεύτηκε καί ξεσηκώθηκε ό λαός (ήταν ή πρώτη φορά πού έφο-νεύετο Πατριάρχης) καί γύρεψε το ιερό Του λείψανο να το κηδέψη, «έντίμως καί μετά παρρησίας», ό ανάξιος «διάδοχος» Του καί συνένοχος του αιματός Του Κονταρής συνεννοήθηκε με τους Γενίτσαρους, οί όποιοι λαβόντες το ικανόν, ξέθαψαν το λείψανο καί το πέταξαν στη θάλασσα. Βρέθηκε αργότερα καί θάφτηκε στο νησύδριο του 'Αγ. Ανδρέα, στην Προποντίδα.
«Καί ούτως εκ ζηλοτυπίας, φθόνου καί υποκριτικών τε καί άδικωτάτων συκοφαντιών καταβληβείς, απεβίωσε Κύριλλος ό Λούκαρις, ό μέγιστος εκείνος άνήρ, όστις παρά τα άμεμπτα αυτού ήθη καί τον πάσης έπονειδίστου πράξεως άκηλίδωτον βίον,ήτο προωρισμένος να ύποστή, ϋπαρασπίζων την εύαγγελικήν θρησκεία,φοβερός συμφοράς καί σκληρότατον θάνατον» (Τh.Smith,Miscellanea,1866,p.130)
Σήμερα τα ιερά λείψανα του Αγίου ενδόξου Ιερομάρτυρος Κυρίλλου του Λουκάρεως θησαυρίζονται
στο Μοναστήρι του. Στή Μονή Αγκαράθου της Κρήτης. Ή χάρις Του ας σκέπη την ορθοδοξία όλη καί την πονεμένη μας Ρωμιοσύνη...
Σεβ.Μητροπολίτου Ν.Ζηλανδίας κ.Ιωσήφ
1 σχόλιο:
Καλό.
Δημοσίευση σχολίου