«Δευτε και θεάσασθε άπαντες ξένον θέαμα και παράδοξον. Τις έώρακε νήπιον, τριετή όντα, τύραννον αίσχύναντα;».
Αυτή εΐναι ή αρχή από το Δοξαστικόν (του Εσπερινού) για τον "Αγιον Κήρυκο και σε σύγχρονη γλώσσα θέλει νά πή:
«Ελατέ να δήτε ένα παράδοξο καΐ ασυνήθιστο θέαμα. Ποιος είδε ένα νήπιο τριών χρονών να ντροπιάζη τύραννο;».
Και είναι αλήθεια ότι το μικρό νήπιο μπόρεσε να ντροπιάση τον Ρωμαίο Τύραννο της Ταρσού με την πίστη του στον Χριστό. Καλύτερα όμως να δοϋμε τι γράφει το Συναξάρι του αγιασμένου αύτοΰ ζευγαριού — μητέρας και παιδιού — που αρχίζει με τους στίχους:
«Ίουλίττα σύναθλος υίώ Κηρύκω ή λαιμότμητος τω κάραν τεθλασμένω...».
Σέ σημερινή άπόδοσι σημαίνει:
«Ή Ίουλίττα υπήρξε συναθλήτρια με τον γιο της Κήρυκο, εκείνη, πού της έκοψαν τον λαιμό, με εκείνον, πού του έσπασαν το κρανίο του...».
Λείψανο του Αγίου Κυρήκου στην Μονή Διονυσίου
Την πόλι εκείνη την διοικούσε τότε ενας πολύ σκληρός και άγριος ηγεμόνας, πού τον έλεγαν Αλέξανδρο. Και ήταν φοβερός και μαυρόψυχος για τους Χριστιανούς, πού τους κυνηγούσε μέρα και νύχτα και τους δίκαζε ό ίδιος με αυστηρότητα και μεγάλη εχθρότητα. Τους βασάνιζε με μύριους τρόπους και προσπαθούσε να τους άναγκάση να αρνηθούν τον Χριστό.
— Φέρτε μου αυτήν με το παιδί, διέταξε.Αμέσως έτρεξαν οι φρουροί και ώδήγησαν μπροστά του την πιστή Ίουλίττα, πού κρατούσε πάντα τον Κήρυκο στην αγκαλιά της. Ηταν άγρυπνη, ταλαιπωρημένη, κουρελιασμένη καϊ αίματωμένη από τους ξυλοδαρμούς και τα αλλά βασανιστήρια. Το θάρρος της όμως παρέμενε άκμαίο και ή πίστη της φλογερή και αδάμαστη.
Ό τύραννος της μίλησε φιλικά και ήρεμα, για νά-τήν καλοπιάση και να της άλλάξη την γνώμη. Να την συγκίνηση και να την κάνη να λυπηθή το παιδί της και να θυσιάση στα είδωλα.
— Είναι κρίμα να χαθήτε και οι δυο σας, είπε. Γιατί,αν δεν προσκυνήσετε τον αυτοκράτορα και τα είδωλα,σας περιμένουν πολλά βασανιστήρια και φοβερός θάνατος.
Ό "Αλέξανδρος θαύμασε το θάρρος της βασανισμένης Ίουλίττας, αλλά και θύμωσε ταυτόχρονα για την άρνησή της. "Εμεινε για μια στιγμή συλλογισμένος και υστέρα πήρε ξαφνικά στην αγκαλιά του τον μικρό Κήρυκο, με σκοπό να τον -προσέλκυση με το μέρος του και με τον τρόπο αυτό να λυγίση την αποφασιστικότητα της μητέρας του.
— Και καλά εσύ, είπε πάλι με συγκρατημένη οργή ό Αλέξανδρος, μπορεί να θέλης να βασανισθής και να πεθάνης. Το αθώο αυτό παιδί, ό γιος σου ό μονάκριβος,γιατί να χαθή άδικα; "Ε; Τί λες κι' εσύ μικρέ μου; θέλεις να πεθάνης για τον Χριστό;
Ό Κήρυκος όλη αυτήν την ώρα, πού τον κρατούσε στα χέρια του ό ηγεμόνας, του είχε γυρίσει το πρόσωπο και κοίταζε συνεχώς την μητέρα του, ψιθυρίζοντας αδιάκοπα το όνομα του Χρίστου.
— Χριστέ μου, έλέησον! Χριστέ μου, έλέησον!
— Λοιπόν; Δεν μιλάς, μικρέ; ξαναρώτησε ό Αλέξανδρος.
Αξίωσε με να 'ρθώ κι' εγώ στην αιώνια βασιλεία Σου!
Ή καλή μητέρα δεν κλονίστηκε από την τραγική αύτη σκηνή, πού είδε με τα μάτια της και ήταν ευχαριστημένη και υπερήφανη, πού το παιδί της δεν αρνήθηκε τον Χριστό, άλλα κέρδισε την αιώνια ευτυχία. Αντίθετα ό ,Αλέξανδρος ταράχτηκε πολύ και ένοιωσε ταπεινωμένος και ντροπιασμένος, πού ένα νήπιο τριών χρονών τον περιφρόνησε τόσο και αυτόν και την εξουσία του. Διέταξε λοιπόν να πάρουν την Ίουλίττα στις φυλακές και να την βασανίσουν και πάλι, χωρίς κανένα έλεος.
— Πάρτε την! Βασανίστε την! ούρλιαξε ό ηγεμόνας.
Κι1 όπως την έσερναν οι φρουροί, εκείνη φώναζε δυνατά:
— Χριστιανή είμαι! Χριστιανή ! Και ποτέ δεν θ' αρνηθώ τον Κύριο μου Ίησου Χριστό, τον αληθινό Θεό!
Της έκαναν πολλά βασανιστήρια και μαρτύρια οι δήμιοι των φυλακών. Εκείνη όμως έμεινε πιστή «άχρι θανάτου» και ούτε μια φορά δεν λύγισε. Στό τέλος, με διαταγή του Αλεξάνδρου, την αποκεφάλισαν καϊ ή μαρτυρική και Άγια μητέρα του Αγίου Κηρύκου παρέδωσε την ψυχή της στον ΘΕΟ, που την στεφάνωσε κι' εκείνη με το αμάραντο στεφάνι της Άγιας Μάρτυρος. Η-αν το έτος 269, μήνας Ιούλιος, ακριβώς ή δεκάτη πέμπτη ημέρα του μηνός.
Πηγή το βιβλίο του Π.Μ.Σωτήρχου ''ΠΑΙΔΟΜΑΡΤΥΡΕΣ''
Εκδόσεις ''Ορθοδόξου Τύπου''/orthodoxigynaika
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου