Ο καλοκάγαθος ιερομόναχος Σάββας
Γεννήθηκε στο χωριό Αραδίππου της Κύπρου το 1909. Με την παρότρυνσή του οι τρεις αδελφές του και μία ανιψιά του έγιναν μοναχές. Από μικρός Τετάρτη και Παρασκευή έτρωγε αλάδωτο φαγητό κι έκανε αγρυπνίες και μετάνοιες με τις αδελφές του. Το καλύτερο δώρο που ήταν να του κάνουν, ήταν θρησκευτικά βιβλία. Πολλές φορές τις νύχτες έφευγε κρυφά και πήγαινε να προσευχηθεί, στις εκκλησίες. Ασκούνταν από παιδί στην εγκράτεια με διάφορους τρόπους. Έσωσε ένα παιδί από θάνατο, πηγαίνοντάς το στον γιατρό. Άλλο παιδί που το είδε με τρύπια παπούτσια, έβγαλε τα δικά του και του τα έδωσε και γύρισε στο σπίτι του ξυπόλητος.
Νέος έγινε μοναχός στη μονή Σταυροβουνίου. Έμεινε εκεί με υπακοή μεγάλη, φιλότιμη διακονία, προσευχή και άσκηση 25 χρόνια. Αγάπησε την υπακοή και τον Γέροντά του Βαρνάβα (†1950) «ως Θεόν μετά Θεόν». Διήλθε πάμπολλες δοκιμασίες, δίχως να πτοηθεί ποτέ, λέγοντας: «Όσο πιο οδυνηρές δοκιμασίες περνώ, τόσο πιο φλογερή η προσευχή μου βγαίνει προς τον Ύψιστο, κι αμέσως διαλύει τα γκρίζα σύννεφα και ο ήλιος προβάλλει. Πόσες φορές η χάρη Του με έσωσε από βέβαιο θάνατο, πολλά περιστατικά έχω στη ζωή μου».
Κατόπιν πήγε για μία δωδεκαετία στα Ιεροσόλυμα, ως λειτουργός στον Πανάγιο Τάφο, στο Σινά, στην Πάρο και μία εξαετία στο Άγιον Όρος. Πολλοί διηγούνται πολλά για το διορατικό του χάρισμα. Στο Άγιον Όρος λέγουν «ο μοναχός αναπαύεται εν τη κοπώσει». Εξομολογούσε, έτρεχε παντού, μα δεν κουραζόταν κι έλεγε: «Δεν είναι και τόσο σπουδαίο να κοπιάζει κανείς, αλλά το σπουδαιότερο απ’ όλα είναι να μισήσεις την αμαρτία, έτσι μόνο θα επιτύχουμε την καθαρότητα της καρδιάς». Χαιρόταν να βλέπει τους πιστούς να μετανοούν ειλικρινά. Τύπωνε ψυχωφελή βιβλία και τα μοίραζε δωρεάν προς βοήθεια ψυχών. Έτρεχε παντού όπου τον καλούσαν σε όλη την Ελλάδα να λειτουργήσει, να εξομολογήσει, να νουθετήσει, να παρηγορήσει και να βοηθήσει με κάθε τρόπο τους σε διάφορες ανάγκες συνανθρώπους του.
Είχε αγιοφάνειες, αγγελοφάνειες, σημεία θαυμαστά κι εξαίσια. Στην προσκομιδή τον παρακαλούσαν οι ψυχές των κεκοιμημένων να συνεχίσει να τις μνημονεύει, γιατί πολύ βοηθούνταν. Άκουγε ουράνιες ψαλμωδίες κι ευφραινόταν η αγαθή ψυχή του. Ψάλλοντας σε μία αγρυπνία του Κυριακού της σκήτης της Άγιας Άννης, είδε την Παναγία δορυφορούμενη από αγγέλους. Πέρασε διάφορους τόπους, παντού έμεινε ασκητής, ταπεινός, νηστευτής, προσευχόμενος. Τρυγούσε το μέλι της αρετής από πατέρες και προσκυνήματα. Τα χαρίσματα του ο σεμνός και άσημος παπα-Σάββας τα χρησιμοποίησε για την ανόρθωση των πεπτωκότων.
Κατά τις παραμονές του στην Αθήνα έμενε συνήθως στο Αγιαννανίτικο μετόχι των Παμμεγίστων Ταξιαρχών στον Βύρωνα με τον άλλο σπουδαίο Πνευματικό Μιχαήλ τον Αγιαννανίτη (†1952). Ως λειτουργός στο ναό των Ταξιαρχών πλημμύριζε από δάκρυα, που δεν μπορούσε να κρύψει. Για την ευλάβεια και καθαρότητά του συλλειτουργούσε με αγγέλους. Με την προσευχή του βοήθησε πολλούς πολύ. Εκεί μικρός τον γνώρισα κι εγώ. Με τη μακαρίτισσα μητέρα μου πηγαίναμε μαζί σε διάφορα προσκυνήματα. Την ώρα που οι άλλοι έτρωγαν, εκείνος κρυβόταν στα χωράφια κι έκανε στρωτές μετάνοιες. Ήταν ο πρώτος καλόγερος που γνώρισα. Είχε μία ωραία απλότητα, μία γνήσια καταδεκτικότητα, ύφος αφτιασίδωτο, ήθος ακέραιο. Με τα λίγα που άκουσα και τα πολλά που είδα πάνω του βοηθήθηκα πράγματι πολύ. Ανεπαύθη εν Κυρίω στις 8.3.1985. Ετάφη στη μονή Αγίου Γεωργίου Αλαμάνου Κύπρου, όπου είχαν ταφεί και συγγενείς του μοναχές.
-
Σ’ ένα από τα ψυχωφελή βιβλία του, έγραφε: «Η Εκκλησία είναι η σωστική κιβωτός, εντός της οποίας εισελθών μετά της οικογενείας του ο Νώε εσώθη και έζησε μετά τον κατακλυσμό. Ενώ όλοι εκείνοι, οι οποίοι τον ειρωνεύοντο και εκάγχαζον καθ’ όλον αυτό το εκατονταετές διάστημα που την κατασκεύαζε και τους εδίδασκε να μετανοήσουν, διότι ο Θεός θα τους κατέστρεφεν, έσπευδον μόλις άρχισεν η κατακλυσμιαία βροχή να αναρριχώνται εις την κιβωτόν μετά το κλείσιμόν της. Αλλ’ ήτο πλέον αργά διά να σωθούν. Τοιουτοτρόπως και ημείς, τώρα έχομεν την ευκαιρίαν, εισερχόμενοι και ζώντες εν τη Εκκλησία να εξασφαλίσωμεν την σωτηρίαν μας. Όλοι εκείνοι οι οποίοι ηγάπησαν την Εκκλησίαν καθώς και τον Αρχηγόν αυτής, τιμώνται και δοξάζονται εσαεί».
Σάββα Σταυροβουνιώτου ιερομ., Ιεραί Διηγήσεις θείων Αποκαλύψεων, Αθήναι 1983.
Ευγενίας Κλειδαρά μοναχής, Ο άγιος Γέροντας Σάββας Σταυροβουνιώτης, Αθήνα 1985.
Μωυσέως Αγιορείτου μονάχου, Ο Γέροντας Μιχαήλ ο αόμματος, Αθήνα 2003.
Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, «Μέγα Γεροντικό εναρέτων αγιορειτών του εικοστού αιώνος, τόμος Γ΄ 1984 – 2000, σελ.1121-1124, εκδόσεις «Μυγδονία»(
πηγή)
Τα ακόλουθα θαυμαστά γεγονότα είναι από το βιβλίο «Όσιος γέροντας Σάββας Σταυροβουνιώτης
Κώστας Παπαγεωργίου,Κύπρος 2014 (πηγή)
Κεραυνός χτύπησε το μαξιλάρι του
Χειμώνας καιρός, με τ’ αστραπόβροντα και τ’ αστροπελέκια να βαρούν σαν κανόνια και να δημιουργούν εικόνες κοσμοχαλασιάς, γύρω από το θεοφύλακτο Σταυροβούνι. Καταμεσήμερα, ακριβώς δώδεκα ή ώρα και ό Πατήρ Σάββας βρισκόταν ξαπλωμένος στο κελί του, για ολιγόωρη ανάπαυση. Ό ύπνος τον είχε κιόλας αποπάρει, όταν χτύπησε την πόρτα τού κελιού ή μητέρα του. Μόλις σηκώθηκε να της ανοίξει, ένα αστροπελέκι έπεσε πάνω στο μαξιλάρι τού κρεβατιού του, μετατρέποντάς το, κυριολεκτικά σε κάρβουνο. Ό Παντεπόπτης των πάντων, «ό τα πάντα ορών» – «ορατών τε πάντων» – και τίποτε δεν λανθάνει της προσοχής Του, πού επιβλέπει και προστατεύει την «Άμπελον ήν έφύτεψεν ή δεξιά Του», έστειλε τη μάνα τού Όσιου, ως φύλακα άγγελό του, για να τον γλιτώσει από βέβαιο θάνατο. Ό Δημιουργός τού Κόσμου ήθελε να σώσει τον αθώο Γέροντα, πού προοριζόταν για επιτέλεση πλούσιου αγαθού έργου, γι’ αυτό και ευδόκησε να επιζήσει. Μόνον ό Κύριος γνωρίζει, πότε μια ψυχή είναι έτοιμη για αναχώρηση από την προσωρινή ματαιότητα στη μόνιμη αιωνιότητα.
Χειμώνας καιρός, με τ’ αστραπόβροντα και τ’ αστροπελέκια να βαρούν σαν κανόνια και να δημιουργούν εικόνες κοσμοχαλασιάς, γύρω από το θεοφύλακτο Σταυροβούνι. Καταμεσήμερα, ακριβώς δώδεκα ή ώρα και ό Πατήρ Σάββας βρισκόταν ξαπλωμένος στο κελί του, για ολιγόωρη ανάπαυση. Ό ύπνος τον είχε κιόλας αποπάρει, όταν χτύπησε την πόρτα τού κελιού ή μητέρα του. Μόλις σηκώθηκε να της ανοίξει, ένα αστροπελέκι έπεσε πάνω στο μαξιλάρι τού κρεβατιού του, μετατρέποντάς το, κυριολεκτικά σε κάρβουνο. Ό Παντεπόπτης των πάντων, «ό τα πάντα ορών» – «ορατών τε πάντων» – και τίποτε δεν λανθάνει της προσοχής Του, πού επιβλέπει και προστατεύει την «Άμπελον ήν έφύτεψεν ή δεξιά Του», έστειλε τη μάνα τού Όσιου, ως φύλακα άγγελό του, για να τον γλιτώσει από βέβαιο θάνατο. Ό Δημιουργός τού Κόσμου ήθελε να σώσει τον αθώο Γέροντα, πού προοριζόταν για επιτέλεση πλούσιου αγαθού έργου, γι’ αυτό και ευδόκησε να επιζήσει. Μόνον ό Κύριος γνωρίζει, πότε μια ψυχή είναι έτοιμη για αναχώρηση από την προσωρινή ματαιότητα στη μόνιμη αιωνιότητα.
Πέσιμο σε κακοτοπιές
Αρκετές φορές, κατά προσωπική του μαρτυρία, ενώ κουβαλούσε στη ράχη του φορτίο με καυσόξυλα, ανεβαίνοντας την απότομη βουνοπλαγιά της Μονής Μαυροβουνίου, γλιστρούσε σε λασπωμένα μονοπάτια και κατρακυλούσε από κακοστρατιές. Με τη βοήθεια τού Παντελεήμονος Θεού και τις ευχές τού Γέροντά του, ποτέ δεν έπαθε κάποια ζημιά. Πάντοτε είχε τον Γέροντά του πλάι στον Θεό. Ότι γινόταν δεν προερχόταν από τις δυνάμεις του, αλλά από το θέλημα τού Θεού και τού Γέροντά του, γι’ αυτό και το περνούσε καρτερικά, σύμφωνα και με το πνεύμα των ασκητικών παραγγελμάτων τού Αββά Ισαάκ τού Σύρου: «Άς περιφρονήσωμεν όλαις δυνάμεσι το ήμέτερον σώμα, και άς άφιερώσωμεν την ψυχήν ήμών εις τον Θεόν, και ούτως άς είσέλθωμεν εν τω ονόματι τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού εις τον αγώνα των πειρασμών».
Αρκετές φορές, κατά προσωπική του μαρτυρία, ενώ κουβαλούσε στη ράχη του φορτίο με καυσόξυλα, ανεβαίνοντας την απότομη βουνοπλαγιά της Μονής Μαυροβουνίου, γλιστρούσε σε λασπωμένα μονοπάτια και κατρακυλούσε από κακοστρατιές. Με τη βοήθεια τού Παντελεήμονος Θεού και τις ευχές τού Γέροντά του, ποτέ δεν έπαθε κάποια ζημιά. Πάντοτε είχε τον Γέροντά του πλάι στον Θεό. Ότι γινόταν δεν προερχόταν από τις δυνάμεις του, αλλά από το θέλημα τού Θεού και τού Γέροντά του, γι’ αυτό και το περνούσε καρτερικά, σύμφωνα και με το πνεύμα των ασκητικών παραγγελμάτων τού Αββά Ισαάκ τού Σύρου: «Άς περιφρονήσωμεν όλαις δυνάμεσι το ήμέτερον σώμα, και άς άφιερώσωμεν την ψυχήν ήμών εις τον Θεόν, και ούτως άς είσέλθωμεν εν τω ονόματι τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού εις τον αγώνα των πειρασμών».
Χτυπημένος από υδρωπικία
Άλλη φορά αρρώστησε βαριά από υδρωπικία, και στο νοσοκομείο πού μεταφέρθηκε, οι γιατροί αποφάσισαν να τον χειρουργήσουν. Ό Γέροντας, δακρύβρεχτος, παρακαλούσε την Παναγία να τον θεραπεύσει. Έναπέθεσε όλες τις ελπίδες του στην πρόνοια τού Θεού και την Προστασία των Χριστιανών. Ή απάντηση της Θεοτόκου στην επίκληση Της, ήταν άμεση, φιλάνθρωπη και θαυματουργική. Μια μέρα, εκεί στο νοσοκομείο, είδε ενύπνια τη Μητέρα τού Θεού ντυμένη κατάλευκα, να τον πλησιάζει και να τον παρηγορεί: «Θα γίνεις καλά, μή Λυπάσαι». Την επόμενη μέρα, μετά την ιατρική εξέταση, οι γιατροί έμειναν έκπληκτοι. Όλο το υγρό πού είχε μαζευτεί στο σώμα τού Γέροντα, εξαφανίστηκε. Ή Παναγία τον περίζωνε με την Αγία Ζώνη Της και τον περιέσκεπε με την Αγία Σκέπη Της. «Διό ευδοκώ εν άσθενείαις, εν ύβρεσιν, εν άνάγκαις, εν διωγμοίς, εν στενοχωρίαις υπέρ Χριστον όταν γάρ ασθενώ τότε δυνατός ειμί». Ένας από τούς γιατρούς της θεραπευτικής ομάδας πού τον εξέτασαν, ρώτησε τον Γέροντα: – Μα τί είσαι σύ τέλος πάντων;
Ό φιλάγιος ιερομόναχος, απάντησε:– Είμαι γιατρός των ψυχών.Οι γιατροί πιστεύοντας ότι ανάμεσα τους βρισκόταν ένας άγιος άνθρωπος, τού ζήτησαν να εξομολογηθούν και να κάνει Παράκληση. Από τις αρρώστιες και τις δοκιμασίες, κανένας δεν βγαίνει ζημιωμένος, έκτος από τον γογγυστό και βλάσφημο. Ή υπομονή τού άρρωστου και ή ευχαριστία του προς τον Θεό, λαμπρύνουν την ψυχή του. Δυστυχώς, όμως, πολλών ασθενών πού βρίσκονται σε αδυναμία, έρχεται ό σπορέας της κακίας και τούς ενσπείρει λογισμούς κακούς, γογγυστικούς κατά τού Κυρίου, πού επέτρεψε τη δοκιμασία και την ασθένεια.
Άλλη φορά αρρώστησε βαριά από υδρωπικία, και στο νοσοκομείο πού μεταφέρθηκε, οι γιατροί αποφάσισαν να τον χειρουργήσουν. Ό Γέροντας, δακρύβρεχτος, παρακαλούσε την Παναγία να τον θεραπεύσει. Έναπέθεσε όλες τις ελπίδες του στην πρόνοια τού Θεού και την Προστασία των Χριστιανών. Ή απάντηση της Θεοτόκου στην επίκληση Της, ήταν άμεση, φιλάνθρωπη και θαυματουργική. Μια μέρα, εκεί στο νοσοκομείο, είδε ενύπνια τη Μητέρα τού Θεού ντυμένη κατάλευκα, να τον πλησιάζει και να τον παρηγορεί: «Θα γίνεις καλά, μή Λυπάσαι». Την επόμενη μέρα, μετά την ιατρική εξέταση, οι γιατροί έμειναν έκπληκτοι. Όλο το υγρό πού είχε μαζευτεί στο σώμα τού Γέροντα, εξαφανίστηκε. Ή Παναγία τον περίζωνε με την Αγία Ζώνη Της και τον περιέσκεπε με την Αγία Σκέπη Της. «Διό ευδοκώ εν άσθενείαις, εν ύβρεσιν, εν άνάγκαις, εν διωγμοίς, εν στενοχωρίαις υπέρ Χριστον όταν γάρ ασθενώ τότε δυνατός ειμί». Ένας από τούς γιατρούς της θεραπευτικής ομάδας πού τον εξέτασαν, ρώτησε τον Γέροντα: – Μα τί είσαι σύ τέλος πάντων;
Ό φιλάγιος ιερομόναχος, απάντησε:– Είμαι γιατρός των ψυχών.Οι γιατροί πιστεύοντας ότι ανάμεσα τους βρισκόταν ένας άγιος άνθρωπος, τού ζήτησαν να εξομολογηθούν και να κάνει Παράκληση. Από τις αρρώστιες και τις δοκιμασίες, κανένας δεν βγαίνει ζημιωμένος, έκτος από τον γογγυστό και βλάσφημο. Ή υπομονή τού άρρωστου και ή ευχαριστία του προς τον Θεό, λαμπρύνουν την ψυχή του. Δυστυχώς, όμως, πολλών ασθενών πού βρίσκονται σε αδυναμία, έρχεται ό σπορέας της κακίας και τούς ενσπείρει λογισμούς κακούς, γογγυστικούς κατά τού Κυρίου, πού επέτρεψε τη δοκιμασία και την ασθένεια.
Βαριά αρρώστια τον καθήλωσε στο κρεβάτι
Την περίοδο πού βρισκόταν στα Ιεροσόλυμα αρρώστησε βαριά. Καθηλωμένος στο κρεβάτι τού πόνου, επιστράτευσε τον γιατρό της εμπιστοσύνης του- τη δυνατή και ολόθερμη προσευχή του. Κάθε βράδυ εμφανιζόταν δίπλα του ένας άγνωστος επισκέπτης, λες και παρακολουθούσε την κατάσταση της υγείας του. Απορημένος ό Γέροντας, σε μια επίσκεψη του, τον ρώτησε:
– Ποιος είσαι;
– Ό Άγιος Χαράλαμπος είμαι. Θα γίνεις καλά και σύντομα θα λειτουργήσεις.
Την περίοδο πού βρισκόταν στα Ιεροσόλυμα αρρώστησε βαριά. Καθηλωμένος στο κρεβάτι τού πόνου, επιστράτευσε τον γιατρό της εμπιστοσύνης του- τη δυνατή και ολόθερμη προσευχή του. Κάθε βράδυ εμφανιζόταν δίπλα του ένας άγνωστος επισκέπτης, λες και παρακολουθούσε την κατάσταση της υγείας του. Απορημένος ό Γέροντας, σε μια επίσκεψη του, τον ρώτησε:
– Ποιος είσαι;
– Ό Άγιος Χαράλαμπος είμαι. Θα γίνεις καλά και σύντομα θα λειτουργήσεις.
Ό Γέροντας ήταν από τους μοναχούς που αξιώθηκε της Χάριτος τού παναγίου Πνεύματος, να ακούει τη φωνή των Αγίων. Ό Άγιος, τον όποιο έγδαραν ζωντανό οι αντιμαχόμενοι την πίστη τού Κυρίου, τού έστειλε τη βοήθειά του, από την αόρατη πλάση. Ό Πατήρ Σάββας θεραπεύτηκε και άρχισε ξανά τις Θείες Λειτουργίες. Όσοι γνώριζαν την περίπτωση και είχαν δει τον ασθενή στο στρώμα, έμειναν έκπληκτοι από την ταχεία αποθεραπεία του, βεβαιώνοντας πώς επρόκειτο περί θαύματος. «Αυτή ή ασθένεια ουκ εστί προς θάνατον, άλλ’ υπέρ τής δόξης τον Θεού, ίνα δοξασθη ό υιός τον Θεού δι’ αύτής».’Με τις παρακλήσεις του, οι Άγιοι έρχονταν αρωγοί στα χρονίζοντα προβλήματα των ανθρώπων πόσο μάλλον στον ίδιο;
Ό καλοκάγαθος Γέροντας δεν λύγιζε στις αρρώστιες και τούς πειρασμούς και ούτε παρακάλεσε ποτέ τον Ζωοδότη Θεό, να τον απαλλάξει από τέτοια δεινά, παρά μόνο, τον παρακαλούσε να τον δυναμώνει, ώστε να τα ξεπερνά. Ήθελε να έχει τις πλάτες του γερές, για να βαστάζουν τον Σταυρό πού εθελούσια κουβαλούσε. Αληθινά, οι γνήσιοι χριστιανοί είναι οι μόνοι ανάμεσα στους αθλητές, πού όσους τραυματισμούς και αν υποστούν στη διάρκεια τού αγώνα τους, είτε αυτοί προέλθουν από χτυπήματα είτε από αρρώστιες, ποτέ δεν εγκαταλείπουν το αγωνιστικό στάδιο. Πότε αποθεραπευόμενοι, με τη βοήθεια της «Ιατρού των Άσθενούντων» Μεγαλόχαρης Παναγίας και πότε κουβαλώντας σε όλη τη διαδρομή τα τραύματά τους, συνεχίζουν απτόητοι ν’ αγωνίζονται, μέχρι να φτάσουν στο πολυπόθητο τέρμα της Βασιλείας των Ουρανών, όπου θα τούς επιδεχθεί με ανοιχτές αγκάλες, ό Βασιλέας των όλων, Δεσπότης Χριστός.
Ληστής με μαχαίρι στον δρόμο του
Ληστής με μαχαίρι στον δρόμο του
Από έναν μεγάλο ανθρώπινο πειρασμό πού καραδοκούσε στον δρόμο, περιμένοντας το οποιοδήποτε θύμα του, ό Γέροντας κινδύνεψε να χάσει τη ζωή του. Πορευόταν από την άγια πόλη των Ιεροσολύμων, είτε πεζός είτε με κάποιο ζώο, προς τη Μονή τού Αγίου Γεωργίου Χοζεβά. Ξαφνικά, εμφανίστηκε μπροστά του, με φανερά απειλητικές διαθέσεις,
ένας βεδουίνος μουσουλμάνος, πού κρατούσε στο χέρι του σπαθί. «Επί τω Θεώ ήλπισα, ον φοβηθήσομαι τί ποιήσει μοι άνθρωπος».
– Έλα, Παναγία μου, φθάσε ή χάρη Σον φώναξε ό Γέροντας.
Όπως είπε ό Άββάς Ποιμήν, ή μοναχική ιδιότητα στους πειρασμούς φαίνεται.
ένας βεδουίνος μουσουλμάνος, πού κρατούσε στο χέρι του σπαθί. «Επί τω Θεώ ήλπισα, ον φοβηθήσομαι τί ποιήσει μοι άνθρωπος».
– Έλα, Παναγία μου, φθάσε ή χάρη Σον φώναξε ό Γέροντας.
Όπως είπε ό Άββάς Ποιμήν, ή μοναχική ιδιότητα στους πειρασμούς φαίνεται.
«Το σημείον τον μοναχού εν τοις πειρασμοίς φαίνεται». Στην προσπάθειά του να καταπραΰνει την επιθετικότητα τού άγνωστου σπαθοφόρου, τού είπε χαμογελαστά:
– Πάρε παιδί μου, αυτό το ψωμί να το φάεις.
Τού έδωσε τον άρτο πού είχε μαζί του και αμέσως ό νεαρός αποτραβήχτηκε, απολογουμένους με ηρεμία στον παπά- Σάββα:
– Πεινούμε άββά, πεινούμε.
-Έλα αύριο και θα σού δώσω χρήματα, απάντησε όλος πραότητα και καλοσύνη ό Γέροντας.*
Ή άγρια μορφή πού είχε ό βεδουίνος ήταν αποτέλεσμα της πείνας του, ενώ ή επιθετικότητα πού παρουσίασε, αποτέλεσμα της πνευματικής του φτώχειας. Ό παπά-Σάββας, ως έμπειρος καρδιογνώστης, μόλις αντιλήφτηκε τις άγριες διαθέσεις πού έζωναν τον επίδοξο ληστή, έκανε τη διάγνωσή του και τού έδωσε τις πρώτες βοήθειες. Φαγητό και ηρεμία. Αυτά τού
χρειάζονταν εκείνη τη στιγμή, τίποτε περισσότερο. Ό Γέρων Σάββας καθοδηγείτο από τον Χριστό πού κατοικούσε μέσα του, γι’ αυτό στην ώρα έδινε τις κατάλληλες λύσεις. «Χωρίς εμού ου δυνασθε ποιείν ουδέν».
– Πάρε παιδί μου, αυτό το ψωμί να το φάεις.
Τού έδωσε τον άρτο πού είχε μαζί του και αμέσως ό νεαρός αποτραβήχτηκε, απολογουμένους με ηρεμία στον παπά- Σάββα:
– Πεινούμε άββά, πεινούμε.
-Έλα αύριο και θα σού δώσω χρήματα, απάντησε όλος πραότητα και καλοσύνη ό Γέροντας.*
Ή άγρια μορφή πού είχε ό βεδουίνος ήταν αποτέλεσμα της πείνας του, ενώ ή επιθετικότητα πού παρουσίασε, αποτέλεσμα της πνευματικής του φτώχειας. Ό παπά-Σάββας, ως έμπειρος καρδιογνώστης, μόλις αντιλήφτηκε τις άγριες διαθέσεις πού έζωναν τον επίδοξο ληστή, έκανε τη διάγνωσή του και τού έδωσε τις πρώτες βοήθειες. Φαγητό και ηρεμία. Αυτά τού
χρειάζονταν εκείνη τη στιγμή, τίποτε περισσότερο. Ό Γέρων Σάββας καθοδηγείτο από τον Χριστό πού κατοικούσε μέσα του, γι’ αυτό στην ώρα έδινε τις κατάλληλες λύσεις. «Χωρίς εμού ου δυνασθε ποιείν ουδέν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου