π.Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Υφιστάμεθα πιέσεις από το περιβάλλον μας, το εργασιακό, το σχεσιακό, το φιλικό αλλά και το εχθρικό, για αποδείξουμε με την στάση μας ότι μπορούμε να φερθούμε «καθώς πρέπει», «να ευχαριστήσουμε τους άλλους», για να ακούσουμε τον έπαινό τους, να αισθανθούμε καταξιωμένοι.
Συχνά, όταν ο χαρακτήρας μας είναι ευάλωτος, πιεζόμαστε να κάνουμε ό,τι δεν θέλουμε, μόνο και μόνο για να μην απομονωθούμε, για να μην μας περιφρονήσουν. Άλλοτε, ενώ για μας κάτι δεν είναι σωστό, εντούτοις το πράττουμε γιατί φαίνεται σωστό στους πολλούς ή επειδή δεν τους αντέχουμε να μας υποβάλουν την ιδέα ότι δεν πρέπει να υστερούμε έναντί τους. Η πολιτική έχει ως βάση αυτές τις καταστάσεις. Το ίδιο και η επικοινωνία. Στους καιρούς μας και η πολιτική ορθότητα, το τι πρέπει να πράττουμε, τι πρέπει να λέγουμε και τι όχι. Και οι ανθρώπινες σχέσεις όμως στηρίζονται σ’ αυτό το διαμορφωμένο «πρέπει να», γιατί αλλιώς έχουμε χάσει. Εκτός αν είμαστε τόσο ισχυροί ως χαρακτήρες, ώστε να κάνουμε τους άλλους να μας ακολουθούνε και να διαμορφώνουμε εμείς τα δικά τους «πρέπει».
Και στην ζωή της πίστης υπήρξαν από την αρχή ομάδες οι οποίες ήθελαν να επιβάλουν τα δικά τους «πρέπει και θέλω», μολονότι αυτά δεν ήταν η αλήθεια. Ο απόστολος Παύλος, απευθυνόμενος στους Γαλάτες, αναφέρει χαρακτηριστικά: «Όσοι θέλουσιν ευπροσωπήσαι εν σαρκί, ούτοι αναγκάζουσιν υμάς περιτέμνεσθαι, μόνον ίνα μη τω σταυρώ του Χριστού διώκωνται. Ουδέ γαρ οι περιτετμημένοι αυτοί νόμον φυλάσσουσιν, αλλά θέλουσιν υμάς περιτέμνεσθαι, ίνα εν τη υμετέρα σαρκί καυχήσωνται» (Γαλ. 6, 12-13). «Όσοι θέλουν να αποκτήσουν καλή φήμη στους ανθρώπους, αυτοί σας υποχρεώνουν να περιτέμνεστε με μόνο στόχο να μην καταδιώκονται από τους Ιουδαίους εξαιτίας του σταυρού του Χριστού. Άλλωστε ούτε κι αυτοί που επιμένουν στην περιτομή τηρούν τον νόμο. Απλώς θέλουν να περιτέμνεστε εσείς, για να καυχηθούν ότι σας κατάφεραν να το κάνετε».
Ο Παύλειος λόγος είναι ξεκάθαρος. Κάποιοι, για λόγους δικής τους αυτοπροστασίας, επέμεναν στην τήρηση εξωτερικών εθίμων του μωσαϊκού νόμου, όχι διότι θεωρούσαν την τήρηση του νόμου απαραίτητη για την πίστη, αλλά για να δείχνουν εξωτερικά ότι είναι Ιουδαίοι και να μην προκαλούν την οργή των Ιουδαίων εναντίον τους, κάτι που θα έφερνε κοινωνική απομόνωση και ίσως διωγμό και θάνατο. Ταυτόχρονα, ήθελαν να επιβάλουν στους χριστιανούς να τηρούν την περιτομή, για ν καυχιούνται εις βάρος τους. «Να ποιοι είμαστε! Έχουμε την δύναμη με τον λόγο μας να πείθουμε ανθρώπους να ακολουθούν την πίστη, όπως εμείς τους την επιβάλλουμε!».
Πόσο εύκολο είναι να καταλάβουμε ότι οι άλλοι μας χρησιμοποιούν ως αφορμή δικής τους καύχησης, όχι διότι χαίρονται με την πρόοδό μας, αλλά επειδή μας κάνουν ό,τι θέλουν;
Τα όρια είναι λεπτά. Αγάπη δεν είναι να χάνουμε την προσωπικότητά μας, υπακούοντας στις επιταγές των άλλων, χάνοντας την αλήθεια! Αγάπη είναι να δείχνουμε την αλήθεια, εφόσον την γνωρίζουμε και την ζούμε. Και η αλήθεια είναι η εμπειρία της Εκκλησίας.
Η αλήθεια πηγάζει μέσα από τον διάλογο. Μέσα από τη πειθώ του Αγίου Πνεύματος, το οποίο μας φωτίζει, εφόσον είμαστε άνθρωποι που θέλουμε την αλήθεια, να δείξουμε την αλήθεια στους άλλους, χωρίς συμβιβασμούς και υποκρισίες.
Η αλήθεια όμως πηγάζει και μέσα από τον Σταυρό του Χριστού. Ο Κύριός μας δεν συμβιβάστηκε με την ευκολία, ούτε με το πνεύμα του κόσμου, ούτε με τους πειρασμούς, προσπαθώντας να είναι ευχάριστος στους ανθρώπους. Διακήρυξε την αλήθεια του Ουρανού, γνωρίζοντας ότι οι άνθρωποι θα τον σταυρώσουν. Γνωρίζοντας ότι η αλήθεια καθιστά τον καθένα σημείον αντιλεγόμενον, όπως υπήρξε ο Ίδιος για τον κόσμο. Όμως σήκωσε τον σταυρό Του. Το ίδιο και όσοι θέλουμε να Τον ακολουθήσουμε.
Ταπείνωση δεν είναι ακόμη η αίσθηση ότι ξέρει ο Θεός κι εμείς δεν χρειάζεται να κάνουμε κάτι, ότι δεν χρειάζεται να έχουμε άποψη, αλλά είναι αρκετό να αφήνουμε εκείνους που φαίνονται ισχυροί, να προχωρούν την ζωή μας. Ταπείνωση είναι να μην θεωρούμε τον εαυτό μας αυτάρκη. Να ακούμε και να συζητούμε, αλλά να έχουμε και ως οδοδείκτη μας το Ευαγγέλιο, όπως το ερμηνεύει η Εκκλησία. Χωρίς να απορρίπτουμε τους άλλους, να εκφραζόμαστε. Ταπείνωση δεν είναι να κρύβουμε τα πάθη μας στο όνομα της εκκλησιαστικότητας. Να καλύπτουμε τον φόβο με τον ρεαλισμό. Την δειλία με τον συμβιβασμό. Την φιλοδοξία με την εκζήτηση του επαίνου των άλλων, με όπλο το ψέμα. Την φιληδονία με το δήθεν ενδιαφέρον.
Ταπείνωση είναι να ζητούμε από τον Θεό να μας φωτίσει. Να ακούμε τους άλλους τι υποστηρίζουν, να μην φεύγουμε από την Εκκλησία, αλλά και να καταλαβαίνουμε ότι δεν είμαστε εμείς αυτοί που θα αλλάξουμε τον κόσμο, όμως ο καθένας μας καλείται να κάνει πράξη το χρέος του.
Τέλος, χρειάζεται να κατανοήσουμε ότι ο Σταυρός του Χριστού μας προσέφερε την αληθινή ελευθερία από όλα τα δεσμά, κυρίως του εγωκεντρισμού, της φιλαυτίας και του θανάτου που συνοδεύει την απουσία πνευματικότητας. Και ο ελεύθερος άνθρωπος δεν εκφράζεται μέσα από τους άλλους, αλλά μέσα από την σχέση του με τον Χριστό. Δεν ανήκει σε παρατάξεις ούτε θεοποιεί πρόσωπα. Χαίρεται όμως την κοινωνία με τον Χριστό και την πίστη εντός της Εκκλησίας και παλεύει να κρατήσει την αυθεντικότητά του, παλεύει να νικά τον εαυτό του και γίνεται πηγή δροσιάς στη σχέση του με τους άλλους, διότι η καύχησή του δεν είναι οι επιτυχίες, οι γνώσεις, τα αγαθά του, τα κατορθώματά του, αλλά ακριβώς ο ίδιος ο Σταυρός του Χριστού. Ότι στη ζωή οι άλλοι γίνονται «καιρός» για να ασκηθούμε στο να σηκώνουμε τον σταυρό μας και να αγαπούμε, αληθινά και ελεύθερα!
Αν αυτό το πλαίσιο μπορούσαμε να το περάσουμε στις ανθρώπινες σχέσεις, τότε ο κόσμος μας θα ήταν διαφορετικός! Η χριστιανική μας ιδιότητα όμως δεν πρέπει να μας κάνει να περιμένουμε να αλλάξει ο κόσμος, αλλά να ζήσουμε εμείς όπως ο Χριστός μας δίνει νόημα, για να ζήσει και ο κόσμος μαζί μας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου