Γράφει ο Παναγιώτης Καμπάνης, Δρ. Αρχαιολόγος-Ιστορικός, Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Μεταδιδακτορικός ερευνητής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
ἄγγελος γὰρ Κυρίου καταβὰς ἐξ οὐρανοῦ προσελθὼν ἀπεκύλισε τὸν λίθον ἀπὸ τῆς θύρας καὶ ἐκάθητο ἐπάνω αὐτοῦ˙ἦν δὲ ἡ ἰδέα αὐτοῦ ὡς ἀστραπὴ καὶ τὸ ἔνδυμα αὐτοῦ λευκὸν ὡσεὶ χιών.
Το μοναστήρι της Μιλέσεβα βρίσκεται στην Κεντρική Σερβία, κοντά στην όχθη του ποταμού Μιλεσέβιτσα. Χτίστηκε το έτος 1219 και αποτελεί δωρεά του Σέρβου βασιλιά Στέφανου Βλάντισλαβ. Κατά τη διάρκεια των οκτακοσίων χρόνων της ιστορίας του έπαθε πολλές καταστροφές, με αποτέλεσμα να εγκαταλειφθεί στον πανδαμάτωρα χρόνο. Το έτος 1863 χάρη στις προσπάθειες του Σέρβου βασιλιά Μιχαήλ Ομπρένοβιτς, το μοναστήρι αποκαταστάθηκε στο μεγαλύτερο μέρος του και ξεκίνησε μια νέα ζωή.
Πολλά κοινά σημεία με τις σύγχρονες τοιχογραφίες της Αχειροποιήτου ευνοούν την άποψη για την έλευση καλλιτεχνών από τη Θεσσαλονίκη. Είναι μονόκλιτη εκκλησία με τρούλο, ενώ ο εξωνάρθηκας, που χτίστηκε το έτος 1236, έχει πλάγια παρεκκλήσια αφιερωμένα στους αγίους Γεώργιο και Δημήτριο, τοιχογραφημένα από τους καλύτερους μάστορες της Ηπείρου. Το 16ο αι. γνωρίζουμε ότι στο ναό της Μιλέσεβα εργάστηκε και ο γνωστός ζωγράφος Λογγίνος από την πόλη Πέτς, όπου βρισκόταν το Πατριαρχείο της Σερβίας μέχρι τις αρχές του 20ου αι. Το καθολικό της Μονής είναι αφιερωμένο στην Ανάληψη του Κυρίου και από αρχιτεκτονικής απόψεως συγκαταλέγεται ανάμεσα στα έργα της περίφημης Σχολής της Ράσκας, δηλαδή του σερβοβυζαντινού εκκλησιαστικού ρυθμού, ο οποίος άνθισε το 13ο αι. στη Σερβία, κατά τη διάρκεια της περιόδου βασιλείας της Δυναστείας των Νεμανιδών. Μία τυπική εκκλησία ήταν ορθογωνίου σχήματος, με έναν μεγάλο τρούλο στο κέντρο της και μικρότερους γύρω από τον κεντρικό.
Το έτος 1237 ο βασιλιάς Στέφανος Βλάντισλαβ μετέφερε στο μοναστήρι της Μιλέσεβα από τη βουλγαρική πόλη Τρνοβο τα ιερά λείψανα του αγίου Σάββα, που ενταφιάστηκαν εκεί. Το 1594 ο Τούρκος Σινάν πασάς έδωσε διαταγή στους Τούρκους στρατιώτες να πάρουν τα ιερά λείψανα, να τα φέρουν στο Βελιγράδι και να τα κάψουν. Οι μοναχοί κατάφεραν να σώσουν το ένα χέρι του αγίου, το οποίο φιλοξενείται εναλλάξ, στο μοναστήρι Μιλέσεβα και στο μοναστήρι της Αγίας Τριάδας στην πόλη Πλιέβλια του Μαυροβούνιου.
Παρά τις πολλές ληστρικές επιθέσεις των Τούρκων, το μοναστήρι διαθέτει ένα πλούσιο θησαυροφυλάκιο, στο οποίο φυλάσσεται η Οκτώηχος από την Κατίγνη, που χρονολογείται στο έτος 1494, η Τρίωδος από το 1563 και τοΤετραευαγγέλιο του Βελιγραδίου, από το 1552. Επίσης, στο θησαυροφυλάκιο βρίσκονται τρεις εξαιρετικά πολύτιμες εικόνες∙ δύο απ’ αυτές είναι έργα της ιταλο-κρητικής τέχνης του 16ου αιώνα και μία έργο του γνωστού Σέρβου αγιογράφου του 1837, Αλεξίου Λάζοβιτς. Τον 16ο αιώνα στο μοναστήρι λειτούργησε σχολείο αντιγραφής εκκλησιαστικών βιβλίων, καθώς και τυπογραφείο. Στις αρχές του 16ου αιώνα στο σχολείο του μοναστηριού φοίτησαν ο Μπάιτσα Σοκόλοβιτς, ο μετέπειτα Μεχμέντ πασάς Σοκόλοβιτς και ο αδελφός του Μακάριος, ο μετέπειτα Σέρβος πατριάρχης.
Οι τοιχογραφίες που σώζονται στο καθολικό του μοναστηριού θεωρούνται ως τα καλύτερα ευρωπαϊκά έργα τέχνης του 13ου αι., και εντάχτηκαν στον Κατάλογο των Μνημείων της Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Μορφές μνημειώδεις και συνθέσεις πλασμένες με την ορμή και την αξιοπρέπεια της επίσημης τέχνης, προβάλουν μέσα σε χρυσό φόντο. Οι προσωπικότητες απεικονίζονται με ζωηρό χαρακτήρα, χυμώδες ανάγλυφο και πλούσια ψυχικότητα. Οι ιδέες του εικονογραφικού προγράμματος εναρμονίζουν τις θεολογικές απόψεις του αρχιεπισκόπου Σάββα με τις προθέσεις του δυναστικού οίκου των Νεμανιδών.
Από όλες τις τοιχογραφίες εκείνη που ξεχωρίζει είναι αυτή του Λευκού Αγγέλου. Σύμφωνα με την αφήγηση του Ματθαίου (28:1-8), ο άγγελος εικονίζεται αριστερά καθισμένος στο λίθο, δείχνοντας με ήρεμη αντικίνηση τον τάφο του Χριστού άδειο στη Θεοτόκο και στην Μαρία την Μαγδαληνή, οι οποίες στη θέα του υποχωρούν φοβισμένες και τις ορίζει να κοινοποιήσουν στους μαθητές ότι ο Κύριος «ἠγέρθη ἐκ νεκρῶν». Ο υπέροχος άγγελος καταυγάζει την εκκλησία με την ουράνια θωριά και το ηρωικό μέγεθος, την ομορφιά και τη γαλήνια χάρη της ασπροντυμένης και με χρυσαφιές ανταύγειες πλασμένης μορφής του, κατάντικρυ στο χρυσό βάθος, που πληρούν με θρίαμβο ζωής στην ηγεμονική κίνηση οι απλωμένες φτερούγες του. Πρόκειται ίσως για την πιο γοητευτική εικόνα του συνόλου της βυζαντινής τέχνης. Ο Άγγελος με το ωραίο φωτεινό πρόσωπο, εράσμιος, με ευγενικά χαρακτηριστικά και καστανά φωτεινά μάτια, κατευθύνει το βλέμμα του ορμητικό και αόριστο πέρα, προς τα έσω στραμμένο, σε κατοπτρισμό αγνής και γαλήνιας αφιερωμένης στην πίστη ψυχής. Το κεφάλι του στεφανώνεται με βοστρυχωτή καστανή κόμη, ενώ ο πλατύς λαιμός του αποπνέει ευρωστία και υγεία. Η γεροδεμένη κορμοστασιά του, πλήρης αποκαλυπτικού και ανέσπερου κάλλους, διαπνέεται από μια δύναμη εσωτερικής έκφρασης και πνευματικής ευωδίας.
Πολλά κοινά σημεία με τις σύγχρονες τοιχογραφίες της Αχειροποιήτου ευνοούν την άποψη για την έλευση καλλιτεχνών από τη Θεσσαλονίκη. Είναι μονόκλιτη εκκλησία με τρούλο, ενώ ο εξωνάρθηκας, που χτίστηκε το έτος 1236, έχει πλάγια παρεκκλήσια αφιερωμένα στους αγίους Γεώργιο και Δημήτριο, τοιχογραφημένα από τους καλύτερους μάστορες της Ηπείρου. Το 16ο αι. γνωρίζουμε ότι στο ναό της Μιλέσεβα εργάστηκε και ο γνωστός ζωγράφος Λογγίνος από την πόλη Πέτς, όπου βρισκόταν το Πατριαρχείο της Σερβίας μέχρι τις αρχές του 20ου αι. Το καθολικό της Μονής είναι αφιερωμένο στην Ανάληψη του Κυρίου και από αρχιτεκτονικής απόψεως συγκαταλέγεται ανάμεσα στα έργα της περίφημης Σχολής της Ράσκας, δηλαδή του σερβοβυζαντινού εκκλησιαστικού ρυθμού, ο οποίος άνθισε το 13ο αι. στη Σερβία, κατά τη διάρκεια της περιόδου βασιλείας της Δυναστείας των Νεμανιδών. Μία τυπική εκκλησία ήταν ορθογωνίου σχήματος, με έναν μεγάλο τρούλο στο κέντρο της και μικρότερους γύρω από τον κεντρικό.
Το έτος 1237 ο βασιλιάς Στέφανος Βλάντισλαβ μετέφερε στο μοναστήρι της Μιλέσεβα από τη βουλγαρική πόλη Τρνοβο τα ιερά λείψανα του αγίου Σάββα, που ενταφιάστηκαν εκεί. Το 1594 ο Τούρκος Σινάν πασάς έδωσε διαταγή στους Τούρκους στρατιώτες να πάρουν τα ιερά λείψανα, να τα φέρουν στο Βελιγράδι και να τα κάψουν. Οι μοναχοί κατάφεραν να σώσουν το ένα χέρι του αγίου, το οποίο φιλοξενείται εναλλάξ, στο μοναστήρι Μιλέσεβα και στο μοναστήρι της Αγίας Τριάδας στην πόλη Πλιέβλια του Μαυροβούνιου.
Παρά τις πολλές ληστρικές επιθέσεις των Τούρκων, το μοναστήρι διαθέτει ένα πλούσιο θησαυροφυλάκιο, στο οποίο φυλάσσεται η Οκτώηχος από την Κατίγνη, που χρονολογείται στο έτος 1494, η Τρίωδος από το 1563 και τοΤετραευαγγέλιο του Βελιγραδίου, από το 1552. Επίσης, στο θησαυροφυλάκιο βρίσκονται τρεις εξαιρετικά πολύτιμες εικόνες∙ δύο απ’ αυτές είναι έργα της ιταλο-κρητικής τέχνης του 16ου αιώνα και μία έργο του γνωστού Σέρβου αγιογράφου του 1837, Αλεξίου Λάζοβιτς. Τον 16ο αιώνα στο μοναστήρι λειτούργησε σχολείο αντιγραφής εκκλησιαστικών βιβλίων, καθώς και τυπογραφείο. Στις αρχές του 16ου αιώνα στο σχολείο του μοναστηριού φοίτησαν ο Μπάιτσα Σοκόλοβιτς, ο μετέπειτα Μεχμέντ πασάς Σοκόλοβιτς και ο αδελφός του Μακάριος, ο μετέπειτα Σέρβος πατριάρχης.
Οι τοιχογραφίες που σώζονται στο καθολικό του μοναστηριού θεωρούνται ως τα καλύτερα ευρωπαϊκά έργα τέχνης του 13ου αι., και εντάχτηκαν στον Κατάλογο των Μνημείων της Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Μορφές μνημειώδεις και συνθέσεις πλασμένες με την ορμή και την αξιοπρέπεια της επίσημης τέχνης, προβάλουν μέσα σε χρυσό φόντο. Οι προσωπικότητες απεικονίζονται με ζωηρό χαρακτήρα, χυμώδες ανάγλυφο και πλούσια ψυχικότητα. Οι ιδέες του εικονογραφικού προγράμματος εναρμονίζουν τις θεολογικές απόψεις του αρχιεπισκόπου Σάββα με τις προθέσεις του δυναστικού οίκου των Νεμανιδών.
Από όλες τις τοιχογραφίες εκείνη που ξεχωρίζει είναι αυτή του Λευκού Αγγέλου. Σύμφωνα με την αφήγηση του Ματθαίου (28:1-8), ο άγγελος εικονίζεται αριστερά καθισμένος στο λίθο, δείχνοντας με ήρεμη αντικίνηση τον τάφο του Χριστού άδειο στη Θεοτόκο και στην Μαρία την Μαγδαληνή, οι οποίες στη θέα του υποχωρούν φοβισμένες και τις ορίζει να κοινοποιήσουν στους μαθητές ότι ο Κύριος «ἠγέρθη ἐκ νεκρῶν». Ο υπέροχος άγγελος καταυγάζει την εκκλησία με την ουράνια θωριά και το ηρωικό μέγεθος, την ομορφιά και τη γαλήνια χάρη της ασπροντυμένης και με χρυσαφιές ανταύγειες πλασμένης μορφής του, κατάντικρυ στο χρυσό βάθος, που πληρούν με θρίαμβο ζωής στην ηγεμονική κίνηση οι απλωμένες φτερούγες του. Πρόκειται ίσως για την πιο γοητευτική εικόνα του συνόλου της βυζαντινής τέχνης. Ο Άγγελος με το ωραίο φωτεινό πρόσωπο, εράσμιος, με ευγενικά χαρακτηριστικά και καστανά φωτεινά μάτια, κατευθύνει το βλέμμα του ορμητικό και αόριστο πέρα, προς τα έσω στραμμένο, σε κατοπτρισμό αγνής και γαλήνιας αφιερωμένης στην πίστη ψυχής. Το κεφάλι του στεφανώνεται με βοστρυχωτή καστανή κόμη, ενώ ο πλατύς λαιμός του αποπνέει ευρωστία και υγεία. Η γεροδεμένη κορμοστασιά του, πλήρης αποκαλυπτικού και ανέσπερου κάλλους, διαπνέεται από μια δύναμη εσωτερικής έκφρασης και πνευματικής ευωδίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου