του Χριστού, σύμφωνα με τά ευαγγέλια ήταν στάβλος, Στήν εικόνα όμως ζωγραφίζεται όχι στάβλος, αλλά μια σπηλιά.
Δεύτερον: Σύμφωνα με τα Ευαγγέλια, ή λεχώνα Παναγία ακούμπησε το νεογέννητο Χριστό σε παχνί. Στήν εικόνα, όμως, Τον βλέπουμε ξαπλωμένο σε κάποιο χτιστό παραλληλεπίπεδο, σε κάτι σαν κουτί. "Αν κοιτάξω καλύτερα, θα δω ότι αυτό, μέσα στο όποιο ό αγιογράφος έχει ακουμπήσει το νεογέννητο Χριστό, είναι τάφος. Και μάλιοτα, εντείνει κι άλλο την «πλαστογραφία»: Μέσα σ' αυτό, ό Χριστός δεν είναι ζωγραφισμένος σαν μωράκι σε φασκιές, αλλά σάν ενήλικας (σμικρυμένος στο μπόι, αλλά ενήλικας σε σάβανα.
Είναι, λοιπόν, πλαστογράφος ή ορθόδοξη εικονογραφία; Κι αν ναί, μήπως θα πρέπει να θυμώσουμε μαζί της, πού δεν απεικονίζει τα πράγματα πιστά σαν φωτογραφία;
Είναι φως φανάρι ότι ή βυζαντινή εικόνα δε λειτουργεί σαν φωτογραφία. Μα, νομίζω πώς ακριβώς εδώ, σ' αυτές δηλαδή τις «πλαστογραφίες», βρίσκεται ή εκρηκτικότητα της εικόνας και ό λόγος για τον όποιον πρέπει να της είμαστε ευγνώμονες. "Ας σκεφτούμε: Ποια είναι ή λογική της φωτογραφίας (της κάθε φωτογραφίας);
Ή φωτογραφία αιχμαλωτίζει κάποια στιγμή του χρόνου, την αποτυπώνει και κατόπιν σε σένα, τον άνθρωπο των επομένων εποχών είναι σαν να του λέει: «Κοίτα. Έτσι έγινε τότε αυτό το σημαντικό γεγονός. Κρίμα. Δεν ήσουνα εκεί τότε».
Ή ορθόδοξη εικόνα όμως (όπως διαμορφώθηκε μέσα από αιώνων δημιουργική έκφραση) είναι αποφασισμένη να μη λειτουργήσει σαν φωτογραφία. Αρνείται ηθελημένα να παραστήσει τη φωτογραφία. Όχι επειδή τάχα αρνείται ότι ή Σάρκωση έγινε μέσα στον πραγματικό χρόνο, "εν ημέραις Ηρώδου του βασιλέως».
Αυτό πού θέλει είναι να φανερώσει ότι το εν λόγω ιστορικό γεγονός δεν είναι έγκλειστο στο παρελθόν, αλλά είναι ένα γεγονός πού αφορά το εκάστοτε παρόν, το σημερινό άνθρωπο. Αυτό πού ονομάσαμε «πλαστογραφία» , είναι στην πραγματικότητα ή μεγαλύτερη πιστότητα στην ουσία των πραγμάτων: Ή εικόνα αποκαλύπτει θεολογικά νοήματα εντελώς επίκαιρα.
Ή Εκκλησία θέλει, πρώτα άπ' όλα, να δώσει το μήνυμα ότι ή Σάρκωση του Χριστού άφορα τα σύμπαντα. Φέρνει νόημα ζωής σε όλη την κτίση. Με τα Χριστούγεννα το σύμπαν βρίσκει το νόημα του, αφού πραγματώνεται αυτό για το οποίο φτιάχτηκε ό κόσμος: Να γίνει ό κόσμος, ή ΰλη, το σύμπαν, Σώμα του Δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδας κι έτσι ό κόσμος να αντλήσει Ζωή χωρίς ημερομηνία λήξης, δηλαδή Ζωή πού από μόνος του δεν διαθέτει. Γι' αυτό ή ορθόδοξη εικόνα ζωγραφίζει το Χριστό να γεννιέται μέσα στα σπλάχνα της γης κι όχι σε ένα κλειστό οίκημα σαν να ήταν γέννημα θερμοκηπίου, απομονωμένο από το λοιπό σύμπαν. Τα Χριστούγεννα, κοντολογίς, έχουν να κάνουν με όλες τις διαστάσεις του κτιστού, με όλους τους κόσμους, με όλους τους λαούς, με όλες τίς φυλές, με όλο το σύμπαντα κόσμο.
Όσον άφορα στη δεύτερη «πλαστογραφία», ή οποία και συμπληρώνει την πρώτη: Βάζοντας το νεογέννητο σε τάφο, ή εικόνα είναι σαν να λέει στο σημερινό πιστό: «Μη νομίσεις ότι στα Χριστούγεννα γιορτάζουμε κάτι πού έγινε, ολοκληρώθηκε κι έκλεισε. Θα κάνεις λάθος αν νομίσεις ότι ή Γέννηση του Χριστού ήταν σαν τουριστική επίσκεψη ενός Θεού στη γη. Τη Γέννηση Του καλούμαστε να την δούμε όχι σαν κάτι κλειστό, όχι ως τέρμα, αλλά ως ξεκίνημα. Ό Υιός πήρε την ανθρώπινη φύση για να την ανακαινίσει, να την οδηγήσει δηλαδή στην Ανάσταση. Εκεί, στην Ανάσταση είναι πού θα αναδυθεί από τον τάφο ή καινουργωμένη ανθρώπινη φύση, ό άνθρωπος, όπως τον θέλησε ό Θεός, δηλαδή δίχως φθορά καί θάνατο. Στή Βηθλεέμ ξεκίνησε αυτή ή θαυμαστή διαδικασία άναβάθμισης-άνακαίνισης της κτίσης, ή οποία ανακαίνιση θα φτάσει στην πληρότητα της, στο τέρμα της, στην καθολική Ανάσταση, στα Έσχατα πού προσδοκά ή Εκκλησία.
Επιτρέψτε μου, λοιπόν, να κλείσω με μιαν ευχή, παράδοξη ϊσως, πού φρονώ όμως ότι εκφράζει το μεδούλι της εκκλησιαστικής κατανόησης των Χριστουγέννων: «Χριστός γεννάται. Καλή Ανάσταση!»
Δεύτερον: Σύμφωνα με τα Ευαγγέλια, ή λεχώνα Παναγία ακούμπησε το νεογέννητο Χριστό σε παχνί. Στήν εικόνα, όμως, Τον βλέπουμε ξαπλωμένο σε κάποιο χτιστό παραλληλεπίπεδο, σε κάτι σαν κουτί. "Αν κοιτάξω καλύτερα, θα δω ότι αυτό, μέσα στο όποιο ό αγιογράφος έχει ακουμπήσει το νεογέννητο Χριστό, είναι τάφος. Και μάλιοτα, εντείνει κι άλλο την «πλαστογραφία»: Μέσα σ' αυτό, ό Χριστός δεν είναι ζωγραφισμένος σαν μωράκι σε φασκιές, αλλά σάν ενήλικας (σμικρυμένος στο μπόι, αλλά ενήλικας σε σάβανα.
Είναι, λοιπόν, πλαστογράφος ή ορθόδοξη εικονογραφία; Κι αν ναί, μήπως θα πρέπει να θυμώσουμε μαζί της, πού δεν απεικονίζει τα πράγματα πιστά σαν φωτογραφία;
Είναι φως φανάρι ότι ή βυζαντινή εικόνα δε λειτουργεί σαν φωτογραφία. Μα, νομίζω πώς ακριβώς εδώ, σ' αυτές δηλαδή τις «πλαστογραφίες», βρίσκεται ή εκρηκτικότητα της εικόνας και ό λόγος για τον όποιον πρέπει να της είμαστε ευγνώμονες. "Ας σκεφτούμε: Ποια είναι ή λογική της φωτογραφίας (της κάθε φωτογραφίας);
Ή φωτογραφία αιχμαλωτίζει κάποια στιγμή του χρόνου, την αποτυπώνει και κατόπιν σε σένα, τον άνθρωπο των επομένων εποχών είναι σαν να του λέει: «Κοίτα. Έτσι έγινε τότε αυτό το σημαντικό γεγονός. Κρίμα. Δεν ήσουνα εκεί τότε».
Ή ορθόδοξη εικόνα όμως (όπως διαμορφώθηκε μέσα από αιώνων δημιουργική έκφραση) είναι αποφασισμένη να μη λειτουργήσει σαν φωτογραφία. Αρνείται ηθελημένα να παραστήσει τη φωτογραφία. Όχι επειδή τάχα αρνείται ότι ή Σάρκωση έγινε μέσα στον πραγματικό χρόνο, "εν ημέραις Ηρώδου του βασιλέως».
Αυτό πού θέλει είναι να φανερώσει ότι το εν λόγω ιστορικό γεγονός δεν είναι έγκλειστο στο παρελθόν, αλλά είναι ένα γεγονός πού αφορά το εκάστοτε παρόν, το σημερινό άνθρωπο. Αυτό πού ονομάσαμε «πλαστογραφία» , είναι στην πραγματικότητα ή μεγαλύτερη πιστότητα στην ουσία των πραγμάτων: Ή εικόνα αποκαλύπτει θεολογικά νοήματα εντελώς επίκαιρα.
Όσον άφορα στη δεύτερη «πλαστογραφία», ή οποία και συμπληρώνει την πρώτη: Βάζοντας το νεογέννητο σε τάφο, ή εικόνα είναι σαν να λέει στο σημερινό πιστό: «Μη νομίσεις ότι στα Χριστούγεννα γιορτάζουμε κάτι πού έγινε, ολοκληρώθηκε κι έκλεισε. Θα κάνεις λάθος αν νομίσεις ότι ή Γέννηση του Χριστού ήταν σαν τουριστική επίσκεψη ενός Θεού στη γη. Τη Γέννηση Του καλούμαστε να την δούμε όχι σαν κάτι κλειστό, όχι ως τέρμα, αλλά ως ξεκίνημα. Ό Υιός πήρε την ανθρώπινη φύση για να την ανακαινίσει, να την οδηγήσει δηλαδή στην Ανάσταση. Εκεί, στην Ανάσταση είναι πού θα αναδυθεί από τον τάφο ή καινουργωμένη ανθρώπινη φύση, ό άνθρωπος, όπως τον θέλησε ό Θεός, δηλαδή δίχως φθορά καί θάνατο. Στή Βηθλεέμ ξεκίνησε αυτή ή θαυμαστή διαδικασία άναβάθμισης-άνακαίνισης της κτίσης, ή οποία ανακαίνιση θα φτάσει στην πληρότητα της, στο τέρμα της, στην καθολική Ανάσταση, στα Έσχατα πού προσδοκά ή Εκκλησία.
Επιτρέψτε μου, λοιπόν, να κλείσω με μιαν ευχή, παράδοξη ϊσως, πού φρονώ όμως ότι εκφράζει το μεδούλι της εκκλησιαστικής κατανόησης των Χριστουγέννων: «Χριστός γεννάται. Καλή Ανάσταση!»
Περιοδικό ‘’Πειραικη Εκκλησια’’Δεκεμβριος 2004
Του Θανάση Παπαθανασίου
Δρος Θεολογίας,Καθηγητή στην ΑΕΣΑ Αρχισυντακτη του περιοδικού ‘’Σύναξη’’
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου