Κωνσταντίνος Π. Θύμης
Θεολόγος – Ιστορικός
Το όνομα του λογίου συμπατριώτη μας κληρικού και διδασκάλου του Γένους Νικηφόρου Θεοτόκη για τρεις περίπου αιώνες κυριαρχεί στα χείλη όλων των Κερκυραίων. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πρόγονοί μας, άριστοι γνώστες της τοπικής μας ιστορίας, έδωσαν το όνομά του στην πιο κεντρική οδό της πόλης μας.
Η οδός Νικηφόρου Θεοτόκη στην Κέρκυρα.
Ο Νικηφόρος Θεοτόκης γεννήθηκε στην Κέρκυρα στις 5 Φεβρουαρίου του 1731, περίπου 15 χρόνια μετά τον Ευγένιο Βούλγαρη. Καταγόταν από την επιφανή οικογένεια των Θεοτόκηδων. Ήταν γιος του Στεφάνου και της Αναστασίας και μέλος πολύτεκνης οικογένειας με έξι ακόμη αδέλφια. Το όνομα που πήρε κατά τη βάπτισή του ήταν Νικόλαος, το Νικηφόρος το έλαβε κατά την μοναχική του Κουρά. Αξίζει να αναφέρουμε ότι ένα από τα αδέλφια του, η Αθανασία εκάρη μοναχή. Από αυτό συνάγεται το συμπέρασμα ότι το οικογενειακό του περιβάλλον είχε καλλιεργημένη εκκλησιαστική συνείδηση και πνευματική υποδομή (βλ. Λαυρεντίου Σ. Βροκίνη, Έργα, Βιογραφικά Σχεδάρια, τ. Α΄ και Β΄, Κερκυραϊκά Χρονικά, τ. ΧVI, Κέρκυρα 1972, σ. 269). Το παραπάνω κυρίως τεκμηριώνεται από το γεγονός ότι πνευματικός της οικογενείας υπήρξεν ο γνωστός δια την ευσέβειαν και το ήθος του ιερομόναχος Ιερεμίας Καββαδίας… (βλ. Ζωής Μουρούτη – Γκενάκου, Ο Νικηφόρος Θεοτόκης (1731-1800) και η συμβολή αυτού εις την παιδείαν του Γένους, Αθήναι 1979, σ. 2).
Ο Νικόλαος στην Κέρκυρα διδάχτηκε τα πρώτα του γράμματα, από τον λόγιο ιεροδιδάσκαλο Ιερεμία Καββαδία. Ο λαμπρός αυτός διδάσκαλος πρέπει να του καλλιέργησε και την κλίση προς την ιερωσύνη όπως και στον Ευγένιο Βούλγαρη. Σε ηλικία 14 ετών χειροθετήθηκε αναγνώστης και σε ηλικία 17 ετών αποφασίζει,
παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα του, να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στην Εκκλησία. Τον Δεκέμβριο του 1748 με ειδική άδεια του Γενικού Προβλεπτή της νήσου Μ.Α. Καβάλλη, χειροτονήθηκε Διάκονος από τον Αρχιεπίσκοπο Λευκάδος Χρύσανθο Ψωμά. Λίγους μήνες αργότερα ο Γενικός Προβλεπτής κατανόησε τις συνέπειες της αντικανονικής χειροτονίας και στις 8 Ιουλίου του 1749 διέταξε τον Μέγα Σακελλάριο Εμμ. Χαλικιόπουλο, όπως επιβάλη εις τον ιεροδιάκονον Θεοτόκην αργίαν από πάσης ιεροπραξίας μέχρι ότου την νόμιμον αποκτήση ηλικίαν (βλ. Λ. Σ. Βροκίνη, ό.π., σ. 282).
Μετά την ολοκλήρωση των εγκυκλίων σπουδών του στην Κέρκυρα και μη μπορώντας να ασκήσει τα διακονικά του καθήκοντα, μετέβη στην Ιταλία για ανώτερες σπουδές. Κατά την περίοδο 1749–1754 σπούδασε φυσικομαθηματικά και ιατρική στα πανεπιστήμια της Πάντοβας και της Μπολόνιας.
Ο Θεοτόκης το 1754 επιστρέφει στην Κέρκυρα. Το ίδιο έτος χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος από τον Μητροπολίτη Λευκάδος Χρύσανθο, και πάλι χωρίς να έχει συμπληρώσει την κανονική ηλικία, αλλά αυτή τη φορά δεν είχε συνέπειες. Το γεγονός αυτό που για δεύτερη φορά συμβαίνει στο πρόσωπο του Θεοτόκη οφείλεται μάλλον στην εκτίμηση και στον σεβασμό που απέδιδαν στον νέο επιστήμονα οι συμπατριώτες του.
Παράλληλα με τα ιερατικά του καθήκοντα άρχισε να παραδίδει μαθήματα σε μικρό κύκλο μαθητών. Το υποτυπώδες εκπαιδευτικό σύστημα που επικρατούσε στην Κέρκυρα ευνοούσε μόνο την αριστοκρατική τάξη, όμως το ενδιαφέρον και η αγάπη του στρέφονταν προς όλους και κυρίως προς αυτούς που είχαν ανάγκη δηλαδή τη μεσαία και την κατώτερη τάξη. Έτσι, ο Νικηφόρος με τη βοήθεια και τη συμπαράσταση του ιεροδιδασκάλου του Ιερεμία Καββαδία κατέστησαν πραγματικότητα την ιδέα της ιδρύσεως κοινοτικού εκπαιδευτηρίου προσιτού προς όλους και χωρίς καμιά ουσιαστική οικονομική επιβάρυνση.
Για να μπορέσουν να φέρουν σε πέρας τον σκοπό αυτό οι λόγιοι Κερκυραίοι ιερωμένοι, απέστειλαν την 11 Δεκεμβρίου 1757, έγγραφο στο Συμβούλιο της Κοινότητας, δηλώνοντας ότι: εάν μας παραχωρηθή το κατάλληλον οίκημα, εμείς προσφερόμεθα να διδάσκωμεν το πρωί και το απόγευμα γραμματικήν και ρητορικήν, φιλοσοφίαν και μαθηματικά, χωρίς καμμιάν επιβάρυνσιν των μαθητών, οι οποίοι από παντού μας ζητούν να φοιτήσουν εις το σχολείον μας (βλ. Λ. Σ. Βροκίνη, ό.π., σ. 34 και εξής). Μετά από αρκετό καιρό και από αγώνες, την 1η Αυγούστου του 1758 το Συμβούλιο της Κοινότητας ενέκρινε να αναλάβει την πληρωμή επί μία διετία της ενοικίασης μιας κατάλληλης οικίας για τη στέγαση του Σχολείου.
Στο «Κοινόν Φροντιστήριον» διδάσκονταν τα εγκύκλια μαθήματα (γραμματική, ρητορική, φιλοσοφία, μαθηματικά). Από τον δεύτερο χρόνο της λειτουργίας του αριθμούσε περίπου 50 μαθητές. Το «Κοινόν Φροντιστήριον» έμελλε ν’ αποβή εκ των μεγαλυτέρων πνευματικών ιδρυμάτων της Ελλάδος κατά την εποχήν της δουλείας (βλ. Ζ. Μουρούτη – Γκενάκου, ό.π., σ. 9).
Ο Ιερός Ναός Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου στην Κέρκυρα
Στον ναό αυτό ο Θεοτόκης άσκησε εφημεριακά καθήκοντα μέχρι την αναχώρησή του από την Κέρκυρα. Εκεί εκφώνησε τους περίφημους λόγους εις τα ευαγγέλια και εις τα αποστολικά αναγνώσματα των Κυριακών (βλ. Ζ. Μουρούτη – Γκενάκου, ό.π., σ. 9), όπως και τους λόγους του, εις την Αγίαν και Μεγάλην Τεσσαρακοστήν (βλ. Νικηφόρου Θεοτόκη, Λόγοι εις την Αγίαν και Μεγάλην Τεσσαρακοστήν, Λειψία 1766), με τους οποίους αναδείχθηκε ένας από τους σπουδαιότερους ιεροκήρυκες της Τουρκοκρατίας.
Ο λόγος του ήταν πηγαίος, αποδεικτικός, «μαθηματικός», σε γλώσσα απλή, κατανοητή απ’ όλους, δεν επεδίωκε να συναρπάση, να θαμπώση ή να συγκινήση (βλ. Κ.Θ. Δημαράς, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Αθήναι 1975, σ. 138). Πλήθη πιστών συνέρρεαν στον ναό και συνωθούνταν εντός και εκτός αυτού. Για τον λόγο αυτό ο άμβωνας μεταφέρθηκε παρά την εκκλησιαστική τάξη, από το βόρειο στο νότιο τοίχο του ναού. Δηλαδή σε σημείο που μπορούσε ο ιεροκήρυξ να έχει την καλύτερη επαφή με το ακροατήριό του. Στο σημείο αυτό υπάρχει μέχρι σήμερα. Άξιον αναφοράς είναι ότι κήρυττε άνευ αμοιβής (βλ. Ζ. Μουρούτη – Γκενάκου, ό.π., σ. 10).
Η πλούσια διδακτική και ποιμαντική δράση του Ν. Θεοτόκη συνάντησε την αντίδραση των αρχών της Ρ/καθολικής Εκκλησίας του νησιού. Προσπάθησαν να κλείσουν το «Κοινόν Φροντιστήριον» ή να το πάρουν υπό τον έλεγχό τους, πράγμα που τελικά δεν πέτυχαν χάρη στον επιδέξιο χειρισμό του ζητήματος από τον Βενετό Γενικό Προβλεπτή Fr. Grimani.
Όλα τα παραπάνω, όμως, όπως ήταν φυσικό συνέβαλαν έτσι ώστε η φήμη του Θεοτόκη να ξεπεράσει τα όρια της Κέρκυρας.
Το 1761 ο Θεοτόκης προσκλήθηκε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιωαννίκιο τον Γ΄ να αναλάβει τη διεύθυνση της Αθωνιάδος Σχολής, απρόβλεπτες όμως αντιδράσεις ματαίωσαν την πραγματοποίηση του σχεδίου αυτού. Η ματαίωση όμως αυτή δεν σταμάτησε το οικουμενικό κάλεσμα – άνοιγμα του Θεοτόκη. Το 1762 αναχώρησε από την ιδιαίτερη πατρίδα του με πόνο ψυχής, αλλά κληροδοτώντας της μία σημαντική πνευματική παρακαταθήκη.
Το 1762-1763 βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη για να ξεκινήσει από εκεί μία παράλληλη πορεία με εκείνη του άλλου μεγάλου Κερκυραίου και πρύτανη του Νεοελληνικού Διαφωτισμού Ευγενίου Βουλγάρεως.
Ο Ιερός Ναός Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου και ο άμβωνας του ναού, στην Κέρκυρα.
Η πλούσια διδακτική και ποιμαντική δράση του Ν. Θεοτόκη συνάντησε την αντίδραση των αρχών της Ρ/καθολικής Εκκλησίας του νησιού. Προσπάθησαν να κλείσουν το «Κοινόν Φροντιστήριον» ή να το πάρουν υπό τον έλεγχό τους, πράγμα που τελικά δεν πέτυχαν χάρη στον επιδέξιο χειρισμό του ζητήματος από τον Βενετό Γενικό Προβλεπτή Fr. Grimani.
Όλα τα παραπάνω, όμως, όπως ήταν φυσικό συνέβαλαν έτσι ώστε η φήμη του Θεοτόκη να ξεπεράσει τα όρια της Κέρκυρας.
Το 1761 ο Θεοτόκης προσκλήθηκε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιωαννίκιο τον Γ΄ να αναλάβει τη διεύθυνση της Αθωνιάδος Σχολής, απρόβλεπτες όμως αντιδράσεις ματαίωσαν την πραγματοποίηση του σχεδίου αυτού. Η ματαίωση όμως αυτή δεν σταμάτησε το οικουμενικό κάλεσμα – άνοιγμα του Θεοτόκη. Το 1762 αναχώρησε από την ιδιαίτερη πατρίδα του με πόνο ψυχής, αλλά κληροδοτώντας της μία σημαντική πνευματική παρακαταθήκη.
Το 1762-1763 βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη για να ξεκινήσει από εκεί μία παράλληλη πορεία με εκείνη του άλλου μεγάλου Κερκυραίου και πρύτανη του Νεοελληνικού Διαφωτισμού Ευγενίου Βουλγάρεως.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στις ”Επισημάνσεις της Κυριακής” 04-03-2018.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου