π. Βαρνάβας Λαμπρόπουλος
Κάποιος θεολόγος ἄνοιξε συζήτηση μέ Μορμόνους, πού δροῦσαν στήν περιοχή του. Τοῦ εἶπαν ὅτι, ἐντυπωσιάστηκαν μέν γιατί οἱ περισσότεροι Ἕλληνες ξέρουν ἀγγλικά, ἀλλά σέ γνώση τῆς Γραφῆς εἶναι ἀστοιχείωτοι! Τό μόνο, γιά τό ὁποῖο μποροῦσαν νά μιλήσουν οἱ χριστιανοί μας, ἦταν... τά θαύματα τῶν ἁγίων καί οἱ εἰκόνες 1
Σίγουρα δέν πρέπει ἡ ἀπάντηση στό προτεστάντικο σύνθημα «sola scriptura» νά εἶναι τό δῆθεν ὀρθόδοξο «sola miracula»! Ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι μόνο «θαύματα, κομποσχοίνι, λιβάνι, εἰκόνες καί ἅγια λείψανα», ὅπως ἀναφερόταν σέ μιά παλιότερη ἀφίσα τοῦ σχισματικοῦ «ζηλωτισμοῦ».
Καλή ἡ ἀναφορά στά θαύματα καί στά χαρίσματα τῶν ἁγίων· ὅμως ὁ ὑπερτονισμός τους καί ἡ δυσανάλογη παρουσίασή τους σέ σχέση μέ τόν σκληρό ἀγώνα τους καί τήν εὐαγγελική βιοτή τους εὐνοοῦν μιά νοσηρή «φαγούρα» γιά ἀπροϋπόθετες ἐμπειρίες «ὁραμάτων» καί «χαρισμάτων». Καί ἔτσι οἱ -ἐξ αἰτίας μας- πρός τά τοιαῦτα κεχηνότες χριστιανοί μας, δικαιολογημένα ζητοῦν νά τούς συστήσουμε ...ὑποχρεωτικά γέροντα μέ προορατικό ἤ διορατικό χάρισμα! Κι ἄς λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης στήν Κλίμακα (Δ΄, ρκγ΄): «Μή ζητῶμεν προγνώστας μηδέ προβλέπτας· ἀλλά πρό πάντων πάντως ταπεινόφρονας καί ταῖς ἐν ἡμῖν νόσοις ἁρμοδίους». Φυσικά κανείς δέν ἀρνεῖται τήν περίοπτη θέση τῶν θαυμάτων καί τῶν χαρισμάτων στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Ὅμως ἡ Ἐκκλησία ποτέ δέν τά εἶδε σάν ἕνα ἀποτελεσματικό ‘περίστροφο στόν κρόταφο’, γιά νά πιστέψουν οἱ ἄπιστοι. Γι’ αὐτό καί ποτέ δέν ἄφησε τά θαύματα νά γίνουν θεμελιῶδες στοιχεῖο τῆς ποιμαντικῆς Της. Ἐξ ἄλλου, ἤδη ἀπό τήν ἐποχή τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου -ὅπως ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος ὁμολογεῖ- τά θαύματα ἔχουν πολύ περιοριστεῖ.
Ἀπαντώντας ὁ Χρυσόστομος στήν ἐρώτηση «γιατί δέν γίνονται σήμερα θαύματα ὅπως παλιότερα;» λέει ὅτι αὐτό συμβαίνει «οὐχί ἀτιμάζοντος ἡμᾶς τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί σφόδρα τιμῶντος»! Καί ἐξηγεῖ ὅτι παλιότερα ἐγίνοντο θαύματα, ἐπειδή «ἀνοητότερον οἱ ἄνθρωποι διέκειντο –τῶν εἰδώλων προσφάτως ἀπηλλαγμένοι– καί παχυτέρα καί ἀναισθητοτέρα αὐτῶν ἡ διάνοια ἔτι ἦν καί πρός τά σωματικά ἐπτόηντο καί ἐκεχήνεσαν» (Εἰς τήν ἁγίαν Πεντηκοστήν, Α΄).
Σίγουρα δέν ἐπιτρέπεται νά ἐφησυχάζουμε, ὅταν τό ποίμνιό μας παραμένει στό ἐπίπεδο τοῦ ... ἀνόητου, τοῦ ἀναίσθητου καί τοῦ χοντροκέφαλου πού χάσκει γιά show! Μᾶλλον εἶναι καλύτερα νά ἐνδιαφερθοῦμε νά τούς κάνουμε λίγο ... εὐγενέστερους, ὅπως ἦταν οἱ κάτοικοι τῆς Βεροίας, ὅταν τούς ἐπισκέφθηκε ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Τό βιβλίο τῶν Πράξεων (17,11) τούς ὀνομάζει «εὐγενεστέρους τῶν ἐν Θεσσαλονίκῃ» διότι «ἐδέξαντο τόν λόγον –τοῦ Παύλου– μετά πάσης προθυμίας» ὄχι ἀβασάνιστα, οὔτε ΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΟΥ ΘΑΥΜΑΤΑ ἀλλά «τό καθ’ ἡμέραν ἀνακρίνοντες τάς γραφάς εἰ ἔχοι ταῦτα οὕτως»!
Αὐτό εἶναι τό καθῆκον μας, σήμερα ἰδιαίτερα, πού τό ποίμνιό μας βομβαρδίζεται ἀπό ποικίλες ἑτεροδιδασκαλίες καί πλάνες. Καί «ὀρθόδοξη ἀνάκριση τῆς Ἁγίας Γραφῆς» σημαίνει νά μάθουν γιά τήν σωστή σχέση Ἁγίας Γραφῆς καί Ἐκκλησίας, καί γιά τό πῶς ἡ Ἐκκλησία διά τῶν Ἁγίων Πατέρων ἑρμηνεύει τήν Ἁγία Γραφή. Σίγουρα κάτι τέτοιο ἀπαιτεῖ κόπο καί ὑπομονή, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ (Προσφορά στόν σύγχρονο Μοναχισμό, Πρέβεζα 1993, σελ 104). Ἀπαιτεῖ καί κατανάλωση φαιᾶς οὐσίας. Ἀντίθετα, ἡ θαυματολογία δέν ζητάει κόπο. Ἀκόμη καί ὁ γνωστός Umberto Eco τό ἐπισημαίνει, ὅτι εἶναι πολύ πιό «βολικό νά μιλᾶς στόν ἄλλο γιά τήν κεραυνοβόλο δράση ἑνός θαύματος», παρά νά ἱδρώνεις μελετώντας συστηματικά τήν Βίβλο καί ψάχνοντας γιά τά βιβλικά θεμέλια τῆς ἀλήθειας τῆς Ἐκκλησίας (Ἡ μαγική εἰκόνα τῆς ἐπιστήμης, Τό Βῆμα, 12.1.2003)!
Ἡ ὀρθόδοξη πατερική θεολογία δέν στηρίχθηκε ποτέ στήν θαυματολογία καί στήν χαρισματολογία. Εἶναι πρωτίστως Βιβλική θεολογία.Αὐτό ἦταν καί τό στοιχεῖο πού γοήτευσε ἐκείνη τήν εὐλογημένη ὁμάδα προτεσταντῶν τῆς Ἀμερικῆς στήν δεκατία τοῦ ’70, πού μέ πρωτεργάτη τόν π. Πέτρο Gillquist (βλ. Καλῶς ἤρθατε στό σπίτι σας, Ἀκρίτας 2008) ἀναζητοῦσαν τήν ἐπιστροφή στήν ἀληθινά ‘Ἀποστολική Ἐκκλησία’. Καί μετά ἀπό σκληρή μελέτη δεκαπέντε ἐτῶν κατάφεραν, πίσω ἀπό τήν «κατάστικτον τοῖς μώλωψι» σημερινή μας Ὀρθοδοξία, νά ἀνακαλύψουν τόν μοναδικό αὐθεντικό ἑρμηνευτή τῆς Βίβλου: τήν Μία Ἐκκλησία.
Θά ἀποτελοῦσε, ἑπομένως, τουλάχιστον ἱεροσυλία, ἄν τά θαύματα, πού ὁ Θεός τά δίνει γιά νά μᾶς ὁδηγήσει καί στηρίξει στήν ἀληθινή πίστη, ἐμεῖς τά χρησιμοποιοῦμε, γιά νά προάγουμε τούς πιστούς μας σέ ... ἰδιωτεία! Γιατί, τί ἄλλο ἀπό προαγωγή σέ ἰδιωτεία εἶναι τό νά τούς καλοῦμε νά προσκυνήσουν ... «τεμάχιο τῆς πλεξίδας τοῦ Τιμίου Προδρόμου 2»
Μήπως ὄντως χρειάζεται νά ... «ἀπαγορευθοῦν» κάποια θαύματα, ὅπως παλαιότερα εἶχε κάνει, ὡς Μητροπολίτης Πάφου, ὁ νῦν Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος μέ τήν δήλωσή του: «Ἀπαγορεύω στήν Μητρόπολή μου νά μυροβλύζουν ἅγιες εἰκόνες!»;
Σίγουρα θά ἦταν ὑγιέστερη ἡ ποιμαντική μας καί προφανῶς πιό καρποφόρα, ἄν στηριζόταν στά λόγια τοῦ Μεγάλου Παχώμιου ὅτι «τό μεγαλύτερο καί συγκλονιστικότερο θαῦμα καί ὅραμα εἶναι νά συναντήσεις ἕναν γνήσια ταπεινό ἄνθρωπο, ἕναν ἄνθρωπο, στόν ὀποῖο ὄντως σκηνώνει ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» (Βίος 48, ἔκδ. Halkin, σ. 30).
Πιό γλαφυρά τό διατυπώνει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σῦρος: «Ὁ αἰσθηθείς τῶν ἑαυτοῦ ἁμαρτιῶν, κρείττων ἐστί τοῦ ἐγείροντος τούς νεκρούς ἐν τῇ αὐτοῦ προσευχῇ...».
1 Περιοδ. Κυπριακοῦ συλλόγου ‘Φίλοι Ἁγ. Ὄρους’ Ὀρθόδοξη Μαρτυρία, 89/2009, σ. 92
2 Θ. Βλαχόπουλου, Στά ὅρια τῆς ἀγυρτείας καί τῆς εἰδωλολατρείας, ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ, 26.5.11
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου