Και στην άκρη της πόλης, στο παλαιό νεκροταφείο, το ποτάμι των ανθρώπων προς έναν σεμνό τάφο δε σταματάει. Καταφτάνουν με τα πόδια, με ταξί, με προσωπικά οχήματα.
Βλέπω μια κουρασμένη γυναίκα να έρχεται με δύο μικρά παιδιά και να προσεύχεται με ζέση, όση ώρα τα παιδιά της παίζουν εκεί κοντά. Πιο πέρα, ένα ζευγάρι ερωτευμένων, φαίνεται ότι είχαν έρθει για πρώτη φορά. Κοιτάζουν ο ένας τον άλλον, ντρέπονται, και γονατίζοντας, ζητάνε κάτι. Μετά από λίγο, τρείς νεαρές κοπέλες, που φαίνεται να τις απασχολούν οι συναισθηματικές υποθέσεις, και ελπίζουν ότι θα πάρουν βοήθεια. Σχεδόν όλοι αφήνουν στο μαύρο μάρμαρο της επιτάφιας πλάκας κόκκινα μήλα. Στην πλάκα υπάρχει η επιγραφή:
«Αναστασία Νικίσεβα. 1886-1970».
Όλο και πιο πολλοί άνθρωποι στη Γεωργία πληροφορούνται για την «Καθήμενη Αναστασία», όπως την αποκαλούν, και επισκέπτονται τον τάφο της.
Ο αξιωματικός δεν άντεξε το λυπηρό νέο και αυτοπυροβολήθηκε επί τόπου. Η Αναστασία, όταν είδε τι είχε συμβεί, κάθισε σε ένα χαμηλό σκαμπουδάκι στη μέση της αυλής και από τότε δε σηκώθηκε ποτέ ξανά όρθια στα πόδια. Καθόταν, κάτω από οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες, κάτω από τον ανοιχτό ουρανό, καθόταν και προσευχόταν να συγχωρέσει ο Κύριος στον μνηστήρα της αυτή την τρομερή αμαρτία, να τον συγχωρέσει και να τον ελεήσει.
Η μητριά και εδώ δεν εννοούσε να ησυχάσει: το χειμώνα, έχυνε στην κοπέλα παγωμένο νερό, προσπαθώντας να κάνει ώστε να σηκωθεί η Αναστασία, αλλά η κοπέλα επίμονα συνέχιζε να κάθεται στη μέση της αυλής, προσευχόμενη μέρα και νύχτα. Καθόταν έτσι, και στον καλοκαιρινό καύσωνα και στην παγωνιά του χειμώνα, σκεπασμένη μόνο με ένα σάλι που το είχε πλέξει η ίδια.
Η Αναστασία καθόταν έτσι για 65 χρόνια. Είχε, εν τω μεταξύ, πεθάνει η κακιά μητριά της, για την ψυχή της οποίας, χωρίς αμφιβολία, προσευχόταν η Αναστασία. Είχε τελειώσει η επανάσταση, ο εμφύλιος πόλεμος, σαν το μαύρο σύννεφο είχαν περάσει τα χρόνια των σταλινικών διωγμών, και είχε έρθει ο Μεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος, αλλά η Αναστασία συνέχιζε να κάθεται στη θέση της και να προσεύχεται. Σαν να μην την επηρέαζε ο χρόνος.
Με τον καιρό, τα πόδια της κάτω από τα γόνατα κόλλησαν, αλλά το εκπληκτικό ήταν ότι παρόλο που καθόταν τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, δεν είχε πληγές κατάκλισης, ούτε κάλλους είχε. Πολλοί άνθρωποι που αντιμετώπιζαν διάφορα προβλήματα πήγαιναν στην Αναστασία με την παράκληση να προσευχηθεί. Πολλοί της έφερναν φαγητό, κόκκινα μήλα, όμως δε δεχόταν δώρα από όλους.
Η αστυνομία έδιωχνε τους επισκέπτες της, αλλά αυτοί ούτως ή άλλως μαζεύονταν στην αυλή, παρά τις απειλές των Αρχών. Στη διάρκεια του πολέμου, την επισκέπτονταν γυναίκες που ήθελαν να μάθουν νέα για τους αγαπημένους τους στο μέτωπο, αν ζουν.
Η Αναστασία προσευχόταν και σε όποιον έδινε χώμα, αυτό σήμαινε ότι ο άνθρωπος είχε σκοτωθεί. Προφήτευε, και οι προφητείες της πάντα εκπληρώνονταν.Η μητριά και εδώ δεν εννοούσε να ησυχάσει: το χειμώνα, έχυνε στην κοπέλα παγωμένο νερό, προσπαθώντας να κάνει ώστε να σηκωθεί η Αναστασία, αλλά η κοπέλα επίμονα συνέχιζε να κάθεται στη μέση της αυλής, προσευχόμενη μέρα και νύχτα. Καθόταν έτσι, και στον καλοκαιρινό καύσωνα και στην παγωνιά του χειμώνα, σκεπασμένη μόνο με ένα σάλι που το είχε πλέξει η ίδια.
Η ασκήτρια είχε υπέροχα μάτια, για τα οποία ο Αρχιμανδρίτης Ραφαήλ (Καρέλιν) έγραφε:
«Το βλέμμα της, λες και διαπερνούσε τον άνθρωπο διαμπερώς, και ο άνθρωπος ένιωθε ταυτόχρονα, άθελά του, κάποια έκπληξη, που έμοιαζε με τρόμο, κατανοώντας ότι αυτό το βλέμμα έβλεπε τα πάντα στην ψυχή του: τη ζωή του, το παρελθόν του και το μέλλον του»
Προς το τέλος της ζωής της, η ασκήτρια έντεινε ακόμα πιο πολύ την άσκησή της. Κάθισε πάνω σε σπασμένα θραύσματα από κενά μπουκάλια. Τα σπασμένα γυαλιά έμπαιναν στο σώμα της, αλλά παρόλα αυτά και παρά τον κίνδυνο να παρουσιάσει, όπως αναμενόταν, λοίμωξη, κάτι τέτοιο σε συνέβη.
Η ασκήτρια είχε υπέροχα μάτια, για τα οποία ο Αρχιμανδρίτης Ραφαήλ (Καρέλιν) έγραφε:
«Το βλέμμα της, λες και διαπερνούσε τον άνθρωπο διαμπερώς, και ο άνθρωπος ένιωθε ταυτόχρονα, άθελά του, κάποια έκπληξη, που έμοιαζε με τρόμο, κατανοώντας ότι αυτό το βλέμμα έβλεπε τα πάντα στην ψυχή του: τη ζωή του, το παρελθόν του και το μέλλον του»
Προς το τέλος της ζωής της, η ασκήτρια έντεινε ακόμα πιο πολύ την άσκησή της. Κάθισε πάνω σε σπασμένα θραύσματα από κενά μπουκάλια. Τα σπασμένα γυαλιά έμπαιναν στο σώμα της, αλλά παρόλα αυτά και παρά τον κίνδυνο να παρουσιάσει, όπως αναμενόταν, λοίμωξη, κάτι τέτοιο σε συνέβη.
Η Αναστασία εκδήμησε εις Κύριον, το 1970. Την κήδεψαν σε ειδικό φέρετρο, στο νεκροταφείο της πόλης Κουκίϊσκοε.Προς το τέλος της ζωής της, η ασκήτρια έντεινε ακόμα πιο πολύ την άσκησή της. Κάθισε πάνω σε σπασμένα θραύσματα από κενά μπουκάλια. Τα σπασμένα γυαλιά έμπαιναν στο σώμα της, αλλά παρόλα αυτά και παρά τον κίνδυνο να παρουσιάσει, όπως αναμενόταν, λοίμωξη, κάτι τέτοιο σε συνέβη.[....]
Πιστεύω ότι θα έρθει σύντομα η μέρα που θα δοξαστεί, θα αγιοκαταχθεί η Καθήμενη Αναστασία. Ότι θα έρθει η μέρα της παλλαϊκής προσκύνησης αυτής της εκπληκτικής ασκήτριας του Θεού!
Ειρήνη Κριχέλι
Μετάφραση για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Αναστασία Νταβίντοβα
Pravoslavie.ru
10/18/2021
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου