Ήμασταν μια παρέα που επιθυμούσε να φάει ψαράκι σε κάποιο γνωστό μας παραθαλάσσιο και «ξεχασμένο» ταβερνάκι. Είχαμε γευτεί και στο παρελθόν τις νοστιμιές της κουζίνας αυτού του ταβερνείου και φορτωμένη με ανάλογες αναμνήσεις η μνήμη του στομαχιού το επισκέφθηκε ξανά. Μετά από κάμποσα μακροβούτια η όρεξη είχε ανοίξει και η πείνα έφτιαχνε εικόνες στο μυαλό. Μαζεύτηκαν σε ταχύτατους ρυθμούς τα ελάχιστα μπαγκάζια με άμεσο προορισμό το ταβερνείο της Θεώνης.
Το μαγαζάκι όπως ακριβώς το θυμόμασταν. Το κύμα έσκαγε επάνω στην εξέδρα με τις λίγες καρέκλες και τα τραπεζάκια. Τα ψαροκάικα, αγκυροβολημένα, χόρευαν ρυθμικά, σχεδόν λειτουργικά λες και πετάγονταν από κάποιο μυθιστόρημα του Κόντογλου. Στο εσωτερικό ο χώρος σταματημένος (αλλά όχι εγκλωβισμένος) με μια αξιοπρέπεια στη δεκαετία του 70΄. Καθόμαστε στο τραπεζάκι με την ελπίδα να φάμε τα πολυπόθητα ψάρια. Βγαίνει ένας αγαθός σερβιτόρος (εκ της αλλοδαπής) ενημερώνοντας μας ότι σήμερα δεν σερβίρεται ψάρι λόγω νηστείας. Κεραυνός στις πολυτελείς ανησυχίες των στομαχιών μας. Σήμερα σερβίρονται μόνο μαλάκια! Παραγγείλαμε ό, τι μας πρόσφερε το ταβερνείο και περιμέναμε. Η χωριάτικη σαλάτα εννοείτε χωρίς φέτα ενώ το λάδι υπήρχε, κατά εξαίρεση, μόνο για εμάς που δεν κατέχαμε τι παίζεται. Αν και λιτή η παραγγελία μας ήτανε ωστόσο αρκετά χορταστική! Οι μερίδες της, όπως και οι τιμές της, έχω την εντύπωση ότι ξεπερνάνε τις προσδοκίες των φτωχών.
Με έτρωγε όμως και η περιέργεια για την υποχρεωτική νηστεία που μας έμπασε η Θεώνη. Έτσι, μετά από τη νηστήσιμη ματσαμπούκα, μπούκαρα στο μαγαζί για να πάρω τις απαντήσεις που χρειαζόμουνα. Την πετυχαίνω στο βάθος της κουζίνας και με καλωσορίζει. Αυτή καθόταν στο τραπέζι σαν αρχόντισσα. Μια δουλευταρού και κουρασμένη γυναίκα που δεν ξεπέφτει για να πλησιάσει τους ανθρώπους που εμπιστεύονται την κουζίνα της σαν πελάτες που θα πρέπει να τους κάνει τεμενάδες ή πονηριές για να τους κλέψει την καρδιά. Ντυμένη μέσα από μια Παράδοση που την έμαθε το αληθινό θαύμα αλλά και το κοπιαστικό μεροκάματο ανταποκρίνεται μόνο όταν της ζητηθεί.
Την ρωτώ λοιπόν, σαν να αγνοούσα κάτι, για το αν η ημέρα μνήμης (της εορτής) της Αγ. Παρασκευής θεωρείτε νηστεία και γιατί;
Με μια φυσικότητα μου απαντάει: μα ναι ασφαλώς!
Δεν το ήξερα της απαντώ.
Μετά θέλοντας κάπως να διορθώσει την απάντησή της.
Κοίταξε μου λέει. Έχουμε μια Εκκλησία αφιερωμένη στη χάρη της εδώ λίγο παρακάτω και την τιμάμε αυτή την ημέρα με πλήρη νηστεία.
Μας ήρθανε και άλλες παρέες σήμερα που δεν παραγγείλανε καθόλου ψάρι γιατί το ήξεραν.
Πιάστηκα αδιάβαστος.
Ήτανε ντόπιοι; την ρωτάω.
Ναι μου απαντάει. Και την τηρούν αυτή τη νηστεία.
Αρχίζει από μόνη της να μου διηγείται διάφορα σύγχρονα θαύματα της Αγ. Παρασκευής και γιατί νηστεύουν οι ντόπιοι στη μαρτυρική μνήμη της.
Κλείνει την αφήγησή της με ένα θαύμα που συνέβηκε στην ίδια και από τότε την ευλαβείται, άλλα χωρίς να μου πει τι ακριβώς ήταν αυτό. Δεν την ρωτάω κι εγώ από σεβασμό στο μυστήριο του θαύματος και του προσώπου.
Μου εκφράζει της επιθυμία της να επισκεφθεί το χειμώνα το λείψανό της που είχε μάθει ότι βρίσκεται κάπου στην Κορινθία.
Νιώθει χαρούμενη για όσα μοιράστηκε αυτά τα λίγα λεπτά μαζί μου.
Μου κόβει απόδειξη από μόνη της και μου λέει: την επόμενη φορά που θα έρθεις, να μου πεις ότι είσαι ο Γιώργος που τα είπαμε για την Αγ. Παρασκευή για να σε θυμηθώ.
Δεν ξέρω τι είδους πρεσβεία είχε κάνει αυτή η τολμηρή αγωνίστρια του Χριστού Αγ. Παρασκευή για χάρη της Θεώνης. Φαινόταν όμως να είναι κάτι δυνατό αυτό που την είχε μεταμορφώσει σε κάτι άλλο, όπως είχε μεταμορφώσει κάποτε και την ίδια την Αγ. Παρασκευή.
Φαίνεται ότι μεταξύ των σταθερών αγωνιστών της πίστης υπάρχει μια μυστήρια συνεννόηση όπου ο πρεσβευτής κινεί στην κυριολεξία γη και ουρανό για να στηρίξει τον αγώνα του πρεσβευόμενου.
Και όσο για την αφεντιά μας; Μάλλον αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε εκείνο το σημείο όπου ο Βασιλιάς της Νινευή, αφού εντέλει ενημερώθηκε για την καταστροφή της από τον Ιωνά, κήρυξε νηστεία μετανοίας ακόμα και στα ζώα! Κατά ένα μυστήριο τρόπο λοιπόν, σαν άλλος Βασιλιάς, η υποχρεωτική νηστεία του ταβερνείου της Θεώνης μας έκανε και νιώσαμε τόσο, μα τόσο κοντά στη νηστεία εκείνων των ζώων της Νινευής.
Γιώργος Κουτσοδιάκος