Η δική μου συνεισφορά στη μνήμη τους, από εδώ μακριά, είναι το παρακάτω κείμενο:
«Αὐτό πού ἐκπλήσσει, εἰδικά γιά τό Στρατόπεδο στό Φενεό, εἶναι ἡ σφαγή τόσων παιδιῶν, ἀγοριῶν καί κοριτσιῶν κάτω τῶν 16 ἐτῶν, μέχρι καί μωρῶν. Γιατί ἄραγε; Ἀπό ποῦ πήγαζε τόσο μῖσος; Ἡ ὁμάδα ὅμως πού ὑπέφερε περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη, ἦ¬ταν οἱ γυναῖκες. Γιατί στίς περισσότερες περιπτώσεις, εἶδαν καί τό μαρτύριο τῶν παιδιῶν τους, ἐκτός ἀπό τῶν συζύγων ἤ γονέων τους. Ἀκόμη χειρότερα, ἕνα πολύ μεγάλο ποσοστό τῶν γυναικῶν θυμάτων ὑπέφεραν καί τήν ταπείνωση καί τή βία τοῦ βιασμοῦ πρίν τή σφαγή τους.
Γυναῖκες τῆς βιοπάλης, δουλεῦτρες τῆς γῆς, μάνες τῆς στοργῆς, Ἑλληνίδες τῆς ὑπαίθρου, ψυχές λευκές σάν τά χιόνια τοῦ Χελμοῦ καί τῆς Ζήρειας, ὑβρίσθηκαν, κτυπήθηκαν, προσβλήθηκαν, βιάσθηκαν ἐμπρός στά μάτια γονέων, συζύγων καί παιδιῶν, ἀπό ἀνθρώπινα μηδενικά. Ἀνθρώπους ποταπούς, ἄξεστα ὄργανα τοῦ Κομμουνιστικοῦ Κόμματος, πού γιά λίγη δοτή δύναμη συναγωνίζονταν ποιός θά προκαλέσει μεγαλύτερα πόνο στά ἀνυπεράσπιστα θύματά του.
Στή συντριπτική πλειοψηφία τῶν περιπτώσεων, πού τό ὑποψήφιο θῦμα μάθαινε ὅτι ἐπρόκειτο νά συλληφθεῖ, ἦταν τόση ἡ Τρομοκρατία πού εἶχε ἁπλωθεῖ στά χωριά τῆς Ἀργολίδος καί τῆς Κορινθίας ὥστε πάγωνε καί δέν ἀντιδροῦσε λογικά. Δέν ἔφευγε, δέν κρυβόταν. Εἴδαμε τόν δραπέτη Φλέκκα νά προσφέρεται νά λύσει τά χέρια τοῦ συγκρατούμενού του Ἀντωνόπουλου λίγο πρίν τή σφαγή του ὥστε νά δοκιμάσει τήν τύχη του διά τῆς φυγῆς καί ἐκεῖνος νά ἀρνεῖται σκεπτόμενος τί θά συμβεῖ στήν οἰκογένειά του.
Ὁ 24ετής Ἠλίας Σταματόπουλος, στό χωριό Φονιάς τοῦ Φενεοῦ, εἶχε μάθει ὅτι πρόκειται νά συλληφθεῖ καί νά μεταφερθεῖ στό Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Ἀντί νά τρέξει νά ἐξαφανισθεῖ, ντύνεται τά καλά του, πέρνει τά ζῶα του καί πηγαίνει στό κτῆμα του νά δεῖ τή χήρα μάνα του.
Ἡ συνέχεια ἀπό τή μαρτυρία τῆς ἀδελφῆς του Ἄννας:
«...Ἡ μητέρα μου τόν κοίταξε καί τοῦ εἶπε: - «Γιατί παιδάκι μου δέν τρῶς; Γιατί φόρεσες τό κουστούμι σου;». Αὐτός μόνο τῆς εἶπε: - «Τόν θεῖο τόν Παρθένιο τόν σκότωσαν (σ.σ. ἐννοεῖ τόν ἡγούμενο Παρθένιο, στό Μοναστήρι τοῦ Φενεοῦ). Δέν εἶχε τελειώσει τή φράση του καί βλέπει νά ἔρχονται κοντά του δυό τῆς ΟΠΛΑ.
Ὁ ἕνας ἦταν ὁ Πρόβος ὁ σφαγιᾶς καί ὁ ἄλλος ὁ Κώστας Μπαρμπόπουλος, δάσκαλος καί γείτονάς μας (σ.σ. ἄλλος ἕνας δάσκαλος, στήν ὑπηρεσία τοῦ ΚΚΕ!).
Τοῦ λένε: - «Συναγωνιστή, θά ἔλθεις μαζί μας νά πᾶμε στό Στρατόπεδο».
Τότε ὁ ἀδελφός μου ρώτησε:
- «Γιατί ρέ παιδιά, τί ἔκανα;».
- «Τίποτε συναγωνιστή. Μιά μικρή ἀνακρισούλα ἔχεις καί μετά θά γυρίσεις πίσω...».
[...] Ἄφησα τήν ἀδελφή μου νά κλαίει καί ἔφυγα τρέχοντας νά δῶ τί γίνεται στό σπίτι μας πού βρίσκεται πιό κάτω, νά μάθω τί ἔγινε μέ τόν ἀδελφό μου. Καί τί νά δῶ!! Τόν ἔφερναν συνοδεία καί τόν εἶχαν στή μέση τά δυό καθάρματα, οἱ δυό κακοῦργοι. Μέ παρε-κάλεσε νά φτιάσω κάτι νά φᾶνε οἱ συναγωνιστές!! Τούς ἔφτιασα αὐγά τηγανητά, τούς ἔφερα τυρί καί κρασί. Ἔπεσαν μέ τά μοῦτρα καί ἔτρωγαν, ἦσαν ψόφιοι τῆς πεί¬νας. Εἶχαν σοβαρά ἔργα νά κάνουν.
Ὁ ἀδελφούλης μου δέν ἅπλωσε καθόλου. Πίσω ἀπό τήν πόρτα τοῦ δωματίου μας, πάνω σέ ἕνα μπαοῦλο εἶχαν ἀκουμπήσει τό αὐτόματο. Μᾶς ἦταν πολύ εὔκολο νά τό πάρουμε, νά τούς σκοτώσουμε καί τούς δυό καί νά φύγουμε, νά κρυφτοῦμε.
Ποῦ νά τό ξέρουμε ὅμως, πώς δέν θά ξαναγύριζε, ἀφοῦ δέν τόν βάρυνε καμία κατηγορία καί στή συνείδησή του ἔνοιωθε ἀθῶος! Πόσοι καί πόσοι σφαγιασθέντες δέν ἔνοιωθαν τό ἴδιο...».
Οἱ τελευταῖες προτάσεις τῆς Ἄννας Σταματοπούλου ἀποδίδουν τήν οὐσία τῆς Τρομοκρατίας γενικά καί εἰδικότερα τῆς Κόκκινης Τρομοκρατίας τοῦ 1943-᾽44. Ἦταν ἀκριβῶς τό κυνήγι καί ἡ σφαγή ἀθώων! Τό ΕΑΜ/ΚΚΕ στόν «Ἐλεύθερο Μωριά», μετά τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1943 πού εἶχε διαλύσει ὅλες τίς Πατριωτικές Ὀρ-γανώσεις Ἀντίστασης, ἄρχισε νά κυνηγᾶ καί νά σφάζει ἀθώους. Αὐτή εἶναι καί ἡ εἰδοποιός διαφορά μεταξύ Κόκκινης Τρομοκρατίας καί τῆς λεγόμενης Λευκῆς Τρομοκρατίας πού ξέσπασε ἀργότερα.
Στήν πρώτη, τό ΕΑΜ βάζοντας τήν ἐτικέττα τῆς ἀντίδρασης σέ ἀθώους, τούς ἐξώντωνε, ἔκανε πλιάτσικο στήν περιουσία τους καί τρομοκρατοῦσε καί παρόπλιζε καί ἄλλους πού μποροῦσαν νά ἀντιδράσουν στόν στόχο τοῦ ΚΚΕ γιά κατάληψη τῆς ἐξουσίας καί ἐγκαθίδρυση κομμουνιστικῆς δικτατορίας, ὅπως ἐκεῖνες στά ὑπόλοιπα Βαλκανικά κράτη.
Στήν δεύτερη, κάποιοι ξεκινώντας ἀπό τό πάθος τῆς ἀντεκδίκησης, ἀντικατέστησαν τό κράτος καί τή δικαιοσύνη καί ἐπέβαλαν τόν δικό τους νόμο τῆς ἀλόγιστης βίας ἐναντίον μελῶν τῆς ΟΠΛΑ/ΕΑΜ/ΕΛΑΣ/ ΚΚΕ πού εἶχαν βλάψει μέλη τῶν οἰκογένειών τους.
Ἡ Κόκκινη Τρομοκρατία τοῦ ΕΑΜ/ΚΚΕ ἦταν προγραμματισμένη μέ πολιτικούς στόχους, ἐνῶ ἡ Λευκή ἦταν κάτι πού προῆλθε ἀπ᾽ αὐτήν, ἀσυντόνιστη καί χωρίς στόχους πέραν τῆς «τιμωρίας» ἀτόμων πού εἶχαν ἐγκληματίσει φυσικά ἤ ἠθικά τό 1943-᾽44. Χωρίς τήν παρουσία καί τήν ἄγρια μορφή τῆς Κόκκινης, μποροῦμε μέ ἀσφάλεια νά ὑποθέσουμε ὅτι θά ἔλειπε καί ἡ Λευκή.» (Απόσπασμα από το έργο μου «ΑΘΩΩΝ ΑΙΜΑ, «Ελεύθερος Μωριάς» 1943-44», Τόμος Β΄).
Ioannis Bougas
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου