Πριν από έναν χρόνο ανακοινώθηκε η συλλογή δεδομένων για τη θαυμαστή βοήθεια του γέροντα Ιωάννη (Κρεστιάνκιν). Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου λάβαμε εκατοντάδες ιστορίες, πολλές από τις οποίες μας εντυπωσιάζουν με την αυθεντική τους αλήθεια. Παρακάτω δημοσιεύουμε επιλεγμένες ιστορίες για τη διορατικότητα του πατρός Ιωάννη.
- «Γκαλίνα στο τετράγωνο»
— Τον χειμώνα του 1985 πήγαμε εγώ και η μητέρα μου από το Βλαντικαβκάζ στη Μονή των Σπηλαίων του Πσκοβ. Φτάσαμε εκεί νωρίς το πρωί και ήταν σκοτάδι ακόμα. Ήμουν 15 χρονών και η μητέρα μου 45. Πλησιάζοντας τα μεγαλειώδη τείχη της μονής, είχαμε τη σκέψη ότι σε λίγο θα βρεθούμε σ’ ένα μέρος, όπου όλα είναι άγια. Μέχρι τότε δεν είχαμε καμία ιδέα για τη μοναχική ζωή. Έπρεπε να βρούμε την αδελφή Μαργαρίτα (που έμενε κοντά στο μοναστήρι), για να φιλοξενηθούμε στο σπίτι της. Όταν χτυπήσαμε την αυλόπορτα, κάποιος μας έβαλε τις φωνές. Περιμέναμε να βρούμε κάποιους άγιους ανθρώπους εκεί πίσω από την πόρτα και αντ’αυτού μας έτυχε κάτι τέτοιο.
Η συνέχεια ήταν ακόμη χειρότερη. Κάποιος μοναχός, μπορεί κι ένας απλός δόκιμος, μας συμπεριφέρθηκε αγενώς και μας έστειλε στην εκκλησία για την ακολουθία. Στον ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου πραγματοποιείτο η πρώτη λειτουργία. Ήμασταν εντελώς χαμένες και κουρασμένες. Μετανιώσαμε που ταξιδέψαμε πάνω από χίλια χιλιόμετρα, για να συναντήσουμε την ίδια συμπεριφορά που θα μπορούσαμε να είχαμε συναντήσει οπουδήποτε στον κόσμο.
Η ακολουθία τελείωσε και βγήκαμε έξω για να πάμε στον σταθμό. Όμως από τον ναό βγήκε ένας παππούς, που ήταν περικυκλωμένος από ανθρώπους. Εγώ και η μητέρα μου σταθήκαμε πλάι στον τοίχο και κοιτούσαμε σιωπηλά αυτό το φαινόμενο. Ο παππούς δεν περπατούσε, άλλα σαν να πετούσε, ενώ όλοι τον εμπόδιζαν, έτσι μας φάνηκε. Ξαφνικά παραμέρισε το πλήθος και προχώρησε κατ’ ευθείαν προς το μέρος μας. Κοκκαλωμένες, δεν ξέραμε τι να κάνουμε. Δεν γνωρίζαμε ούτε πώς να ζητήσουμε την ευλογία. Ο παππούς μας πλησίασε, έβαλε το χέρι του πάνω στο κεφάλι της μαμάς πρώτα και μετά στο δικό μου και είπε με τρυφερότητα: «Έλα, Γκαλίνα στο τεράγωνο, όλα θα πάνε καλά!» (Είμαστε και οι δύο Γκαλίνες!). Το είπε κι έφυγε. Αυτό μας έδωσε τις κατευθυντήριες γραμμές για τη ζωή μας. Χαρούμενες κι ευτυχισμένες, πήγαμε προς το σπίτι της αδελφής Μαργαρίτας. Στη συνέχεια μάθαμε από αυτήν ότι ο παππούς ήταν ο αγαπημένος πατήρ Ιωάννης.
Από τότε και μετά, κάθε χρόνο επισκεπτόμασταν το μοναστήρι και λαμβάναμε επιστολές και νουθεσίες από τον πατέρα Ιωάννη. Αλλά ακόμη και μετά τη μετάβασή του στον άλλο κόσμο, δεν παύει να μας βοηθά.
- Ήταν νόστιμο το αυγουλάκι;
— Η μητέρα μου γνώρισε τον πατέρα Ιωάννη όταν ήμουν 6 χρονών (δηλαδή πριν από 43 χρόνια) και σχεδόν μέχρι το τέλος της ζωής του η πνευματική σχέση μαζί του δεν διακόπηκε. Μέναμε τότε στην Αγία Πετρούπολη κι επισκεπτόμασταν την εκκλησία της Αγίας Τριάδος. Κάθε φορά μετά τη λειτουργία μέναμε στην εκκλησία, για να την καθαρίσουμε. Εγώ, 7χρονο παιδί, αρεσκόμουν πολύ στο να καθαρίζω τα κηροπήγια.
Το Πάσχα μια γιαγιά, η οποία επίσης καθάριζε τα κηροπήγια, μου χάρισε ένα πολύ όμορφο αυγό, το οποίο ήθελα να φάω αμέσως. Σκεφτόμουν: Αφού είναι τόσο όμορφο, πρέπει να είναι πολύ νόστιμο. Η μητέρα μου είπε τότε:
«Θέλεις να το βάλουμε δίπλα στις εικόνες στο σπίτι μας;» Εγώ συμφώνησα, ενώ μέσα μου ανυπομονούσα να το φάω. Και όταν η μητέρα μου πήγε στη δουλειά, το έφαγα κρυφά. Όταν επέστρεψε στο σπίτι, δεν το πρόσεξε. Μετά από μερικές μέρες πήγαμε μαζί στη Μονή των Σπηλαίων του Πσκοβ.
Μετά τη λειτουργία είδαμε τον πατέρα Ιωάννη να περπατά περιτριγυρισμένος από πλήθος κόσμου. Όταν καταφέραμε να τον πλησιάσουμε, ο πατήρ Ιωάννης με ευλόγησε, με αγκάλιασε και μού ψιθύρισε με στοργή:
«Ήταν νόστιμο το αυγουλάκι;»
Δεν θυμάμαι τι του απάντησα τότε, αλλά σκέφτηκα: Γιατί η μητέρα μου τα είπε όλα στον παπά; Ύστερα ρώτησα τη μαμά γιατί το έκανε, ενώ εκείνη εξεπλάγη, επειδή δεν είχε παρατηρήσει την απουσία του αυγού. Ως παιδί δεν μπορούσα να καταλάβω τι γινόταν. Μόνο αργότερα συνειδητοποίησα ότι αυτός ο άγιος άνθρωπος έβλεπε τα πάντα μέσα από το Άγιο Πνεύμα και ήταν προικισμένος με το χάρισμα της διορατικότητας από τον Θεό. Έτσι, δεν ξέχασα τον δρόμο προς τον πατέρα Ιωάννη μέχρι το τέλος της ζωής του. Και την αμαρτία μου, που πήρα το αυγό χωρίς να ζητήσω άδεια, την είπα αργότερα στην εξομολόγηση. Είμαι ήδη 49 χρονών, αλλά εκείνο το ψιθύρισμα το θυμάμαι και σήμερα.
- Θηρίο
— Νωρίς το πρωί στις 6 Μαΐου (ήταν Τρίτη της πρώτης εβδομάδας μετά ο Πάσχα και η γιορτή του Αγίου Μεγαλομάρτυρα Γεωργίου του Τροπαιοφόρου), όταν για πρώτη φορά μετά τον χειμώνα έβγαζαν τις αγελάδες για βοσκή, πήγα στον πατέρα Ιωάννη.
Στον χαρούμενο πασχαλινό μου χαιρετισμό αποκρίθηκε απότομα και με αγωνία: «Τι έγινε εκεί στο μοναστήρι; Πώς είναι ο προεστώς;»
Στον δρόμο μου προς το κελλί του δεν παρατήρησα καμία αναστάτωση, καθώς και δεν ήθελα καθόλου να συναντήσω τον προεστώτα. Γι’ αυτό του απάντησα με αγαλλίαση ότι ο ήλιος χαίρεται με το Πάσχα, το ίδιο κι εμείς όλοι είμαστε χαρούμενοι. Όταν του ξαναείπα «Χριστός Ανέστη!», ο πατήρ Ιωάννης αποκρίθηκε πιο εύθυμα. Αντί, όμως, να μιλήσει για τις δουλειές, κάθισε στον καναπέ και άρχισε να διηγείται για ένα όραμα, που είχε μερικά λεπτά πριν την εμφάνισή μου.
Του παρουσιάστηκε το μοναστήρι ολόλαμπρο και ο Ιερός Ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου σαν να ήταν από χρυσάφι. Σε αυτό το πανηγυρικό φόντο, ο προεστώς της μονής, ο αρχιμανδρίτης Γαβριήλ, παρήλαυνε μεγαλοπρεπώς προς την πύλη του οικονομίου.
Μια στιγμή αργότερα, πίσω απ’ αυτόν εμφανίστηκε ένα μαύρο κουβάρι, το οποίο στη συνέχεια πήρε τη μορφή ενός τρομερού θηρίου, άγνωστης ράτσας, και ακολούθησε γρήγορα τον προεστώτα. Ο πατήρ Ιωάννης όρμησε στις εικόνες κι εκείνην τη στιγμή το χτύπημα στην πόρτα διέκοψε το όραμα. Ο πατήρ Ιωάννης βγήκε έξω, ώστε ο ίδιος να βεβαιωθεί ότι στο μοναστήρι δεν συνέβη πραγματικά τίποτα το τρομερό. Επέστρεψε αρκετά γρήγορα, αλλά το άγχος δεν τον άφηνε. Κάνοντας τον σταυρό του μερικές φορές, ο πατήρ Ιωάννης με παρακάλεσε να φύγω.
Όταν έφερα τα γράμματατα το απόγευμα, ο πατήρ Ιωάννης ξαναθυμήθηκε το πρωινό όραμα με ευγνωμοσύνη προς τον Θεό και είπε ότι αυτός ήταν εκφοβισμός από τον Διάβολο και ότι δεν μας χάλασε τη διακαινήσιμη εβδομάδα. Στη συνέχεια δεν ξανασυζητήσαμε αυτό το γεγονός ποτέ.
Ύστερα από μερικά χρόνια, μια φορά ξαφνικά άκουσα αυτήν την ιστορία από τον ιερομόναχο Ιωάσαφ (Σβετσόβ). Δεν θυμάμαι με ποια αφορμή θυμηθήκαμε τον προεστώτα, ο οποίος δεν ήταν πια στο μοναστήρι ήδη για πολλά χρόνια τότε. Το 1988 έγινε αρχιερέας και υπηρετούσε στην Άπω Ανατολή, αλλά εμείς συχνά τον αναθυμόμασταν, επειδή μάθαμε πολλά υπό την καθοδήγησή του. Για κάποιον λόγο, ο πατήρ Ιωασάφ άρχισε να διηγείται μια ιστορία, που είχε λάβει χώρα πριν από πολλά χρόνια, η οποία σχετιζόταν με τον προεστώτα, ακριβώς αυτήν που άκουσα κάποτε από τον πατέρα Ιωάννη. Εγώ ενθουσιάστηκα:
«Εσύ από πού ξέρεις γι’ αυτό το όραμα του γέροντα;».
«Ποιο όραμα», είπε ο πατήρ Ιωάσαφ, «το είδα με τα δικά μου μάτια».
Θ’ αναφέρω αυτά που είπε. Ο πατήρ Ιωάσαφ ήταν τότε ο δόκιμος Αλέξανδρος και από νωρίς το πρωί είχε βάρδια στην πύλη του οικονομίου. Η μέρα ήταν γιορτινή, καθώς έβγαζαν τις αγελάδες για βοσκή. Τέλεσαν την παράκληση. Οι αγελάδες ακολούθησαν πρόσχαρα τον βοσκό τους, αλλά προέκυψε ένα πρόβλημα με τον ταύρο, καθώς προσπαθούσαν για πολλή ώρα να τον απελευθερώσουν από το λουρί του και ο ταύρος ήταν έξαλλος.
Μόλις αισθάνθηκε ελεύθερος, έσπευσε έξω από το βουστάσιο με ορμή. Όλοι οι παρευρισκόμενοι εκεί έφυγαν αμέσως μακριά από τον ταύρο και μόνο ο προεστώς της μονής, μη υποπτευόμενος τίποτα, περπατούσε ήσυχα προς την πύλη. Φοβισμένος ο Αλέξανδρος έκλεισε τα μάτια με τα χέρια του, περιμένοντας ότι θα είναι αναπόφευκτα πιτσιλισμένος με αίμα. Άκουσε το ποδοβολητό του ταύρου και άνοιξε τα μάτια. Ο προεστώς, ακουμπισμένος στον τοίχο, κοιτούσε σαστισμένος τον ταύρο, που πέρασε ορμητικά από δίπλα του. Την τελευταία στιγμή, κάποια δύναμη πέταξε τον προεστώτα, κυριολεκτικά σαν ένα φτερό, προς τον τοίχο κι έτσι έμεινε ζωντανός. Έμαθε άραγε αργότερα σε ποιον όφειλε τη σωτηρία του;
- Υποψήφιος για ιεροσύνη
— Στην εκκλησία του χωριού μας, έναν ευλογημένο τόπο για τη σωτηρία της ψυχής, υπηρετούσε ο αρχιμανδρίτης Παΐσιος (Σεμιόνοβ). Ο πατήρ Παΐσιος ήταν ήδη ηλικιωμένος άνθρωπος, ανάπηρος πολέμου. Είχε αρχίσει να αισθάνεται αδύναμος, καθώς βασανιζόταν συχνά από τις πληγές που υπέστη στον πόλεμο, και του ήταν δύσκολο πλέον να τελεί τη Θεία λειτουργία. Τότε οι ενορίτες, που ήταν ακόμα αρκετοί στο χωριό, άρχισαν να ψάχνουν έναν καινούργιο ιερέα. Έτσι συνηθιζόταν τα παλιά χρόνια.
Στη συνέχεια, με την ευλογία του τότε Μητροπολίτη Πσκοβ και Βελικολούζσκι Βλαδίμηρου, ελήφθη η απόφαση να δώσουν αυτήν τη θέση σ’ εμένα. Ο Μητροπολίτης μ’ έστειλε να συνομιλήσω με τον γέροντα Ιωάννη στη Μονή των Σπηλαίων. Ο γέροντας ήταν άρρωστος και δεν δεχόταν κόσμο. Πήγα για εξομολόγηση στον πατέρα Λεωνίδα (Σεκρεταριόβ), έγραψα μια επιστολή στον πατέρα Ιωάννη και αποφασίσαμε τελικά να πάμε σ’αυτόν. Παραδώσαμε την αίτησή μου μέσω της βοηθού του γέροντα, της μοναχής Τατιάνας, και περιμέναμε έξω για την απάντησή του.
Και να το θαύμα. Μετά από κάποια ώρα, η μοναχή Τατιάνα μάς διαβίβασε την απάντηση του πατρός Ιωάννη. Ο ιερέας, που δεν με είχε δει ποτέ, περιέγραψε τη ζωή μου με όλες τις λεπτομέρειες και τα περιστατικά: Για το πώς ζούσα, ποια σφάλματα έκανα κ.τ.λ. Και μάλιστα δεν έδωσε την ευλογία του για να γίνω ιερέας, καθώς είχα ένα εμπόδιο. Από πού το έμαθε, κανείς δεν το ξέρει. Φανταστείτε τι χάρισμα διορατικότητας πρέπει να έχει ο άνθρωπος, που χωρίς να σε βλέπει, μπορεί να περιγράψει όλη τη ζωή σου και τις πράξεις σου.
Τώρα καταλαβαίνω ότι μόνο ένας άγιος άνθρωπος μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο. Επίσης, ο πατήρ Ιωάννης μού έδωσε συμβουλές για το τι να κάνω στη συνέχεια στη ζωή μου, δηλαδή σε σχέση με την εκκλησία, και συγκεκριμένα με την ενορία μου. Και με το πέρασμα του χρόνου αποδείχτηκε ότι οι συμβουλές του ήταν σωστές. Είναι ακόμα ακατανόητο το γεγονός ότι όλα όσα μου είπε ο γέροντας πραγματοποιήθηκαν. Νομίζω ότι μόνο ένας άνθρωπος με φωτεινές σκέψεις και με το χάρισμα της αγιότητας και της διορατικότητας μπορούσε να τα προλέξει.
- «Μητροφόρα»
— Κάποτε στο κελλί του πατρός Ιωάννη συνάντησα μια νεαρή κοπέλα. Νομίζω ότι ήταν από το Βορόνεζ. Θυμάμαι πολύ καλά ότι ο γέροντας την αποκαλούσε «Όλενκα» (Σ.τ.Μ.: υποκοριστικό από το Όλγα). Από τη συνομιλία τους κατάλαβα ότι η Όλγα αγάπησε έναν νεαρό, πιστό χριστιανό και φοιτητή Ιεαρατικής Σχολής. Ενώ ο πατέρας της Όλγας ήταν αρχηγός κάποιου κομμουνιστικού κόμματος και ήταν κατηγορηματικά εναντίον του γάμου τους. Η Όλγα έκλαψε πικρά. Και ο πατήρ Ιωάννης χαμογελούσε χαρούμενα για κάποιο λόγο:
- Όλενκα, ο Θεός θα σας ευλογήσει. Ο νεαρός θα τελειώσει τις σπουδές του και θα παντρευτείτε. Και μέχρι εκείνην τη στιγμή φροντίστε να είσαστε αγνοί: Εσύ ως σύζυγος του μελλοντικού ιερέα, καθώς και αυτός. Ύστερα ο γέροντας σιώπησε για λίγο, συγκεντρωμένος στην προσευχή, και μετά πρόσθεσε ακόμη πιο χαρούμενα: «Θα γίνεις μητροφόρα».
Ο γέροντας χάιδεψε την Όλγα στο κεφάλι. Πολλά χρόνια αργότερα, είδα την πρεσβυτέρα Όλγα, που επισκεπτόταν τη Μονή των Σπηλαίων μαζί με τον σύζυγό της, μητροφόρο πρωθιερέα πλέον. Ενώ η νεαρή Όλγα έκλαιγε και διαφωνούσε:
-Μα πώς, γέροντα; Ο μπαμπάς θα με σκοτώσει! Δεν θα συμφωνήσει με τίποτα.
-Θα συμφωνήσει, θα δεις. Θα είναι παρών στον γάμο σας και θα προσεύχεται κιόλας. Πήγαινε με τον Θεό και μη φοβάσαι τίποτα.
Δεν ξέρω αν πραγματοποιήθηκε η πρόβλεψη του γέροντα για τον πατέρα της Όλγας, αλλά νομίζω ότι πραγματοποιήθηκε, καθώς και η πρόβλεψη για τη μήτρα για τον μελλοντικό της σύζυγο.
Μια φορά, ο πατήρ Ιωάννης μού χάρισε ένα βιβλίο, με τίτλο «Ευαγγελικές ομιλίες», στο οποίο ερμηνεύονται τα ευαγγελικά αποσπάσματα από τον ετήσιο κύκλο. Αλλά εγώ μπέρδεψα αυτό το βιβλίο με το βιβλίο του Αγίου Θεοφάνη και λέω του γέροντα: «Το έχω και το διαβάζω καθημερινά».
Ο γέροντας στην αρχή ήθελε να το δώσει σε κάποιο άλλον, αλλά μετά σκέφτηκε και αναφώνησε:
«Το βιβλίο σου είναι άλλο! Το δικό σου ξεκινάει με τη νέα χρονιά, ενώ αυτό από το Πάσχα και τελειώνει το Μεγάλο Σάββατο».
Μέχρι τότε δεν είχα παρατηρήσει ότι το βιβλίο μου ξεκινούσε από τη νέα χρονιά, αλλά, όταν πήγα σπίτι, επιβεβαίωσα ότι ήταν έτσι. Κάτ’ αυτόν τον τρόπο ο γέροντας, χάρη στη διορατικότητά του, είδε το βιβλίο μου, που ήταν διαφορετικό από το άλλο, που έλαβα ως δώρο απ’ αυτόν.
- «Δεν πρέπει να σκέφτεσαι έτσι»
— Αυτό το γεγονός συνέβη στις αρχές του ’90. Μία από τις αδερφές μου έπιασε τον άντρα της με την ερωμένη του. Έμεναν σ’ ένα διώροφο διαμέρισμα, στον 12ο και 13ο όροφο. Μεταξύ τους ξέσπασε καυγάς και η ερωμένη προσπάθησε να περάσει από το ένα μπαλκόνι στο άλλο. Κανένας δεν είδε πώς συνέβη, αλλά έπεσε και σκοτώθηκε. Μετά από αυτήν την τραγωδία, η αδελφή μου μαζί με μία άλλη αδελφή μας πήγαν στη Μονή τον Σπηλαίων, για να δουν τον πατέρα Ιωάννη. Ο γέροντας τις δέχτηκε. Μιλώντας με τη μία αδελφή, απομακρύνθηκε λίγο από την άλλη, όμως τόσο που εκείνη μπορούσε ν’ ακούει τη συνομιλία τους. Και όταν η αδελφή μου πλησίασε στο να αναφερθεί στη στιγμή της τραγωδίας, ο γέροντας της είπε: «Μακάρι να μην ήταν αυτοκτονία, μακάρι να μην ήταν αυτοκτονία!».
Στην αδελφή, που άκουγε αυτήν τη συνομιλία, ξαφνικά ήρθε η σκέψη: «Ο σκύλος αξίζει και τον σκυλίσιο θάνατο» (παροιμία).Την ίδια στιγμή ο γέροντας γύρισε ξαφνικά προς την αδελφή μου και της είπε: «Ε, δεν πρέπει να σκέφτεσαι έτσι».
- Οι χώρες θα είναι ξεχωριστές
— Όταν ήμουν νέα, έκανα παρέα μ’ ένα αγόρι. Εκείνος είχε έρθει από το Αζερμπαϊτζάν και ήταν μουσουλμάνος. Εμένα δεν με πείραζε αυτό το πράγμα, αλλά η μητέρα μου ανησύχησε και πήγε στον γέροντα για συμβουλή.
Εκείνος της είπε ότι θα ήταν καλύτερα να χωρίσουμε, επειδή θα έρθει η ώρα που η Ένωση θα καταρρεύσει και όλες οι χώρες θα είναι ξεχωριστές. «Ο άντρας θα την καλεί στη δική του χώρα και η σύζυγος θα τον πιέζει να μείνουν στη Ρωσία».
Με τις προσευχές του πατρός Ιωάννη, χωρίσαμε με αυτό το αγόρι και μετά από πολλά χρόνια η χώρα υπέστη αυτό που είπε ο γέροντας.
- Δυάρι
— Τον τελευταίο καιρό, όταν ο γέροντας δεχόταν τον κόσμο για εξομολόγηση, πήγα στο μοναστήρι μαζί με την Μαρία Ζβέρεβα, η οποία εργαζόταν ως νοσοκόμα στο ιατρείο της Τριαδικής Λαύρας του Αγίου Σεργίου κι έμενε κοντά στον σταθμό. Η Μαρία είχε ένα διάρι, το οποίο θερμαινόταν με ξύλα. Κάποιος άνθρωπος της πρότεινε να μετακομίσει σε γκαρσονιέρα, όπου θα είχε όλες τις ανέσεις και κεντρική θέρμανση.
Η Μαρία, που ήταν πνευματική κόρη του πατρός Ιωάννη, πήγε στο μοναστήρι για να του ζητήσει την ευλογία για τη μετακόμιση. Στις 5 το πρωί φτάσαμε στον ναό του Αγίου Νικολάου για εξομολόγηση, όπου εξομολογούσε ο ίδιος ο γέροντας. Υπήρχε πολύς κόσμος κι εμείς σταθήκαμε στο τέλος του πλήθους. Ξαφνικά ο πατήρ Ιωάννης άρχισε να λέει το εξής:
-Δόξα τω Θεώ, ο Κύριος έδωσε μια στέγη πάνω από το κεφάλι και όχι μόνο ένα δωμάτιο, αλλά δύο! Στο ένα δωμάτιο μπορεί να φιλοξενεί τους προσκυνητές και στο άλλο να μένει η ίδια. Αλλά όχι, δεν το θέλει! Βαρέθηκε ν’ ασχολείται με τη θέρμανση και τους προσκυνητές και τώρα έχει τη δυνατότητα να μετακομίσει στην γκαρσονιέρα και να ζει ήσυχα. Έτσι σκέφτονται μερικές χριστιανές, μη θέλοντας να κάνουν καλές πράξεις. Ο Θεός είναι ο Κριτής τους!
Η Μαρία έκλαψε, επειδή κατάλαβε πως ο γέροντας μιλούσε γι’ αυτήν. Στο τέλος της εξομολόγησης, η Μαρία με ρώτησε τι να κάνει: Να μιλήσει με τον γέροντα ή να πάει σπίτι με το βραδινό τρένο; Η Μαρία τελικά πλησίασε τον πατέρα Ιωάννη, για να πάρει την ευλογία για το δρόμο της επιστροφής, καθώς δεν είχε άλλο να ρωτήσει. Ο γέροντας τα είπε όλα στην κοινή εξομολόγηση. Έμεινε, λοιπόν, η Μαρία στο διάρι της και συνέχισε να φιλοξενεί τους προσκυνητές, όπως πριν.
- Φάκελος
— Μια φορά, όταν ήμουν ακόμα φοιτητής, ενώ ήμουν στο μοναστήρι, συνέβη να χάσω το πορτοφόλι μου. Πώς να φτάσω στο Λένινγκραντ, δεν ήξερα. Μπορούσα, βέβαια, ν’ απευθυνθώ στον πατέρα Αλύπιο, αλλά ντράπηκα.
Φεύγοντας, πάντα πήγαινα να πάρω την ευλογία από τον πνευματικό μου πατέρα, τον πατέρα Ιωάννη (Κρεστιάνκιν). Φυσικά, δεν του είπα τίποτα για το περιστατικό, γιατί ένιωθα άβολα. Μιλώντας λίγο μαζί μου και ευλογώντας, ο γένοντας ξαφνικά βγάζει έναν φάκελο και μου τον δίνει. Κατάλαβα πως περιείχε χρήματα. Άρχισα ν’ αρνούμαι, αλλά ο γέροντας επέμενε, λέγοντας ότι είναι κάτι που έχω ανάγκη εκείνην την ημέρα. Όταν έφτασα στον σταθμό και άνοιξα τον φάκελο, προς έκπληξή μου, είδα το ακριβές ποσό που έχασα.
- Δύο εγχειρήσεις, δύο διαφορετικές καταλήξεις
— Τον πατέρα Ιωάννη (Κρεστιάνκιν) τον γνώριζα από τη δεκαετία του ’50, όταν υπηρετούσε στον Ναό της Γέννησης του Χριστού, στην περιοχή της Μόσχας Ιζμάιλοβο, πριν τη φυλάκισή του. Ο πατήρ Ιωάννης μου επέτρεψε να τον βοηθώ στο Ιερό, όταν ήμουν 10 χρονών. Στη συνέχεια, μερικές φορές, τον επισκέφτηκα στην Ιερά Μονή των Σπηλαίων στο Πσκοβ.
Σε ηλικία 49 χρονών μου διέγνωσαν καρκίνο του στομάχου σε πρώτο στάδιο. Οι γιατροί μού πρότειναν να κάνω εγχείρηση, όμως δίσταζα.
Είχαν περάσει έξι μήνες. Αποφάσισα να πάω στη Μονή των Σπηλαίων, να δω τον πατέρα Ιωάννη. Του μίλησα για την αρρώστια μου.
Με τις προσευχές του γέροντα, η επέμβαση πήγε καλά. Είμαι ήδη 85 χρονών. Δόξα τω Θεώ
Σ’ έναν άλλο ιερέα, με την ίδια διάγνωση (καρκίνος του στομάχου), ο πατήρ Ιωάννης δεν έδωσε την ευλογία να κάνει την επέμβαση. Τον χαιρέτησε ψάλλοντας: «Να τον αναπαύσει ο Θεός μετά των Αγίων...». Μετά από κάποιον καιρό, εκείνος ο ιερέας απεβίωσε.
Ο γιος μου, ο οποίος είναι ιερέας, πήγε μαζί μου στον πατέρα Ιωάννη και ήθελε να του κάνει μερικές ερωτήσεις, αλλά ο πατέρας Ιωάννης του απάντησε σε όλες εκ των προτέρων. Όλα αυτά μαρτυρούν την αγιότητα του Αρχιμανδρίτη Ιωάννη (Κρεστιάνκιν).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου