ΕΙΜΑΣΤΕ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ tittytainment!
Τασιόπουλος Γιώργος
Με αυτό τον νεολογισμό βαλίτσα επρόκειτο απλούστατα να ορισθεί ένα "κοκτέιλ αποβλακωτικής διασκέδασης και επαρκούς διατροφής που θα επέτρεπαν να διατηρηθεί σε καλή διάθεση ο αποστερημένος πληθυσμός του πλανήτη".
Αυτή η κινητική και περιφρονητική ανάλυση έχει, καταφανώς, το πλεονέκτημα να ορίζει με όλη την επιθυμητή σαφήνεια τους όρους της εργολαβίας που οι παγκόσμιες ελίτ αναθέτουν στο σχολείο του 21ου αιώνα.
Tits (γυναικεία στήθη, στην αμερικανική αργκό) καὶ entertainment (διασκέδαση, με την πιο χυδαία έννοια της λέξης).
Τόν όρο ανέφερε, ο γνωστός πολιτικός επιστήμονας Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκυ, σε συνάντηση των κορυφαίων εγκεφάλων της Νέας Εποχής για να υποδείξει τον τρόπο με τον οποίο θα επιβάλλουν την μαζική αποβλάκωση στην τρίτη τάξη των αχρήστων νεόφτωχων για να καταστούν ακίνδυνοι, ώστε μην επαναστατήσουν.
Η κλειστή διεθνής συνάντηση έλαβε χώρα το 1995 στο Σὰν Φρανσίσκο όπου συζητήθηκε η υπόθεση διαχείρισης του υπόλοιπου 80% του πλανήτη, ώστε να μείνει ήσυχο και παθητικό, όταν σύμφωνα με τα δεδομένα μόνο τὸ 20% του ενεργού πληθυσμού στόν πλανήτη είναι αρκετό για να παράγει όλα τα αγαθά που χρειάζεται η ανθρωπότητα.
* Σε μετάφραση του Άγγελου Ελεφάντη, σσ. 34-44, εκδ Βιβλιόραμα
Η επικεφαλίδα δανεισμένη από τίτλο αθηναϊκής εφημερίδας ή "Κι όμως, διδάσκουν τα παιδιά μας πρέζα και έγκλημα…" σε ανάρτηση γνωστού δημοφιλούς ιστοτόπου για Το σουξέ του Trannos «Της αρέσει να ‘μαι αλήτης και εγώ να είμαι Madame» είναι κυριολεκτικά το hit των ημερών, σε τέτοιο βαθμό ώστε να παιχτεί ακόμα και σε… γιορτή Νηπιαγωγείου!!!
Ποιος είναι ο Τρανός ίσως να μη γνωρίζουν οι εκπαιδευτικοί και οι γονείς που τα νήπια ή τα μεγαλύτερα ηλικιακά παιδιά τους στο άκουσμα των "ασμάτων" του πάλλονται κυριολεκτικά!
Οι στίχοι του τραγουδιού που είναι σουξέ, κορυφαίο στις προτιμήσεις και ακούστηκε στα προαύλια των σχολείων στις αποχαιρετιστήριες γιορτές λόγω θέρους είναι αποκαλυπτικοί για την κατάντια σχολείου και οικογενειών:
Τα διαμάντια στο κορμί της
είναι όλα τα λεφτά
Της αρέσει να ‘μαι αλήτης
και εγώ να ‘μαι Madame
Έχω κόλλημα μαζί της
δεν υπάρχει πουθενά
Της αρέσει να ‘μαι αλήτης
και εγώ να ‘μαι Madame...
To βιβλίο του Ζαν Κλοντ Μισεά "Η εκπαίδευση της αμάθειας", αν και γραμμένο το 1999, προφητικό, δημοσιεύουμε ένα απόσπασμα:
Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΗΣ ΑΜΑΘΕΙΑΣ
ΖΑΝ ΚΛΩΝΤ ΜΙΣΕΑ
Μετάφραση: Άγγελος Ελεφαντης, εκδ. Βιβλιόραμα
Απόσπασμα από κεφ. VII σελ. 35-44
Το Σεπτέμβριο του 1995 – «πεντακόσιοι πολιτικοί, οικονομικοί ηγέτες και επιστήμονες πρώτης κλάσεως», που στα δικά τους τα μάτια φαντάζουν η ελίτ του κόσμου, συγκεντρώθηκαν στο ξενοδοχείο Fair-mon του Σαν Φρασίσκο για να εκθέσουν τις απόψεις τους για τα πεπρωμένα του νέου πολιτισμού. Δεδομένου του αντικειμένου του, στο φόρουμ αυτό πρυτάνευε η αρχή της πιο αυστηρής αποτελεσματικότητας:
«Αυστηροί κανόνες υποχρεώνουν όλους τους συμμετέχοντες να ξεχάσουν τη ρητορική. Οι εισηγητές διαθέτουν μόλις πέντε λεπτά για να εισηγηθούν κάποιο θέμα. Εξάλλου στη διάρκεια των συζητήσεων καμία παρέμβαση δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο λεπτά».
Από τη στιγμή που καθορίστηκαν αυτές οι αρχές εργασίας, η σύσκεψη αναγνώρισε - σαν κάτι το απολύτως προφανές που δεν άξιζε τον κόπο να ζητηθεί - ότι τον ερχόμενο αιώνα εισαγωγικά τα «δύο δέκατα του ενεργού πληθυσμού θα ήταν αρκετά για να διατηρηθεί η δραστηριότητα της παγκόσμιας οικονομίας». Με τόσο ξεκάθαρες βάσεις το κύριο πολιτικό πρόβλημα, που το καπιταλιστικό σύστημα είναι υποχρεωμένο να αντιμετωπίσει τις επόμενες δεκαετίες, μπορεί να διατυπωθεί με κάθε αυστηρότητα: Πώς θα είναι δυνατό, για την ελίτ του κόσμου, να διατηρηθεί η διακυβερνησιμότητά της κατά τα 80% υπεράριθμης ανθρωπότητας, της οποίας το ανώφελο έχει ήδη προγραμματίσει η φιλελεύθερη λογική;
Η λύση, που επικράτησε στη σύσκεψη ως πιο λογική, ήταν αυτή που πρότεινε ο Ζμπίγκνιεφ Μπρεζίνσκι*. Και της έδωσε το όνομα tittytainment** [άρτος και θέαμα]. Με αυτό το νεολογισμό - βαλίτσα επρόκειτο απλούστατα να ορισθεί ένα «κοκτέιλ αποβλακωτικής διασκέδασης και επαρκούς διατροφής που θα επέτρεπαν να διατηρηθεί σε καλή διάθεση ο αποστερημένος πληθυσμός του πλανήτη».
Αυτή η κυνική και περιφρονητική ανάλυση έχει, καταφανώς, το πλεονέκτημα να ορίζει με όλη την επιθυμητή σαφήνεια τους όρους της εργολαβίας και οι παγκόσμιες ελίτ αναθέτουν στο Σχολείο του 21ου αιώνα. Γι΄ αυτό είναι δυνατόν να συναγάγει κανείς εκ των προτέρων, με μικρά περιθώρια λάθους, τις μορφές της οποιασδήποτε μεταρρύθμισης που θα σκόπευε να αναπλάσει τον εκπαιδευτικό μηχανισμό με βάση αποκλειστικά και μόνο οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα του κεφαλαίου. Ας δούμε για ποιο παιχνίδι πρόκειται.
Κατ΄αρχήν είναι προφανές ότι το σύστημα πρέπει να διατηρήσει έναν τομέα υψηλής ποιότητας, προορισμένον να μορφώσει στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο οι διάφορες επιστημονικές, τεχνικές και διαχειριστικές ελίτ, ολοένα και πιο αναγκαίες στο μέτρο που ο παγκόσμιος οικονομικός πόλεμος θα αποβαίνει πιο σκληρός και πιο ανελέητος.
Τους πολλούς υψηλής ποιότητας, με προϋποθέσεις πρόσβασης αναγκαστικά πολύ επιλεκτικές, πρέπει να μεταδίδονται με πολύ σοβαρό τρόπο - δηλαδή κατά πάσα πιθανότητα, ακόμα ως προς το κύριο, σύμφωνα με το μοντέλο του κλασικού σχολείου*** - όχι μόνο δημιουργικές και εκλεπτυσμένες γνώσεις, αλλά επίσης ένα ελάχιστο επίπεδο παιδείας και κριτικού πνεύματος, χωρίς το οποίο η απόκτηση και ουσιαστική εμπέδωση αυτών των γνώσεων δεν έχει κανένα νόημα και κυρίως καμιά πραγματική χρησιμότητα. (Κι αυτό, φυσικά, συμβαίνει οποιεσδήποτε και αν είναι οι θετικιστικές επιφυλάξεις του τάδε ή του δείνα υπερασπιστή του συστήματος.)
Το πρόβλημα είναι αρκετά διαφορετικό για τις μεσαίες τεχνικές ικανότητες - αυτές για τις οποίες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι έχουν «μια ζωή δέκα ετών, καθόσον το πνευματικό κεφάλαιο υποτιμάται κατά 7% ετησίως, ενώ συνάμα υποτίμηση αυτή συνοδεύεται από αντίστοιχη ελάττωση της αποτελεσματικότητας της χειρωνακτικής εργασίας»****. Πρόκειται εντέλει για απορριπτέες γνώσεις - εξίσου απορριπτέες με τους ανθρώπους που προσωρινά είναι οι φορείς τους - στο βαθμό που, βασιζόμενες σε δεξιότητες ρουτίνας και προσαρμοσμένες σε ένα συγκεκριμένο τεχνολογικό πλαίσιο, παύουν να είναι λειτουργικές μόλις το πλαίσιο το ίδιο θα έχει ξεπεραστεί.
Από την εποχή της επανάστασης της πληροφορικής πρόκειται για ιδιότητες που, από κάτω καπιταλιστική άποψη, δεν παρουσιάζουν πια πλεονεκτήματα. Μαθήσεις ωφελιμιστικού χαρακτήρα και ουσιαστικά αλγοριθμικής φύσεως - δηλαδή που δεν απευθύνονται με αποφασιστικό τρόπο στην αυτονομία και τη δημιουργικότητα εκείνων που τις χρησιμοποιούν - είναι μαθήσεις που οριακά***** μπορεί στο εξής να της απαντήσει κανείς μόνος του, σπίτι του ακόμα στον υπολογιστή του κόμμα χρησιμοποιώντας το αντίστοιχο λογισμικό.
Γενικεύοντας, για τις ενδιάμεσες δεξιότητες, με την εξ αποστάσεως διδασκαλία χάρη στα πολυμέσα, Η κυρίαρχη τάξη θα μπορούσε να πετύχει μ΄ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια. Από τη μια μεριά, οι μεγάλες εταιρείες προσκαλούνται «να πωλούν τα προϊόντα τους στην αγορά της δια βίου εκπαίδευσης, αγορά που διέπουν οι νόμοι της προσφοράς και της ζήτησης». Από την άλλη, δεκάδες χιλιάδες διδάσκοντες (και είναι γνωστό ότι η χρηματοδότησή τους αντιπροσωπεύει το κύριο μέρος των δαπανών για τη Δημόσια Εκπαίδευση) θα αποβούν απολύτως άχρηστοι και έτσι θα απολυθούν, πράγμα που θα επιτρέψει στα κράτη να προσανατολίσουν την εξοικονομούμενη μισθωτή μάζα σε δραστηριότητες περισσότερο επικερδείς για τις μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες.
Απομένουν, βεβαίως, οι περισσότεροι. Αυτοί που το σύστημα προορίζει να παραμείνουν αχρησιμοποίητοι (ή να χρησιμοποιηθούν με επισφαλή και ευλύγιστο τρόπο, για παράδειγμα στις διάφορες Μακ Ντόναλτς υπηρεσίες): εν μέρει διότι, σύμφωνα με τους επιλεγμένους από τον ΟΟΣΑ όρους, «δεν θα αποτελέσουν ποτέ μια αποδοτική αγορά» και επειδή ο αποκλεισμός τους από την κοινωνία θα τονιστεί στο βαθμό που άλλοι θα συνεχίσουν να προοδεύουν».
Εδώ το tittytainment οφείλει να βρει το πεδίο επιλογής του. Είναι, πράγματι, φανερό ότι η ακριβή μεταβίβαση των πραγματικών γνώσεων (και επιπλέον κριτική ), όπως επίσης η εκμάθηση στοιχειωδών πολιτικών συμπεριφορών ή ακόμη η ενθάρρυνση στην ευθύτητα και την τιμιότητα δεν παρουσιάζει κανένα απολύτως ενδιαφέρον για το σύστημα. Μάλιστα, στην παρούσα φάση κάτω από ορισμένες πολιτικές περιστάσεις, μπορεί να αντιπροσωπεύουν μίαν απειλή για την ασφάλειά του. Σ΄ αυτό το σχολείο του μεγάλου αριθμού είναι προφανές ότι πρέπει να διδάσκεται η αμάθεια με όλους τους δυνατούς τρόπους. Όμως εδώ εντοπίζεται μια δραστηριότητα που δεν είναι αυτονόητη, και για την οποία οι παραδοσιακοί διδάσκοντες μέχρι σήμερα, παρά ορισμένες προόδους, έχουν ακατάλληλη εκπαίδευση. Επομένως η εκπαίδευση της άγνοιας συνεπάγεται αναγκαστικά ότι οι εκπαιδευτές θα μετεκπαιδευτούν, ότι δηλαδή θα υποχρεωθούν να «εργαστούν διαφορετικά» κάτω από την πεφωτισμένη δεσποτεία μιας ισχυρής και καλοοργανωμένης στρατιάς εμπειρογνωμόνων των «Επιστημών της Εκπαίδευσης». Το κύριο καθήκον αυτών των ειδικών είναι να ορίσουν και να επιβάλουν (με όλα τα μέσα τα οποία διαθέτει ένας ιεραρχικός θεσμός ώστε να εξασφαλιστεί υποταγή εκείνων οι οποίοι εξαρτώνται απ΄ αυτόν το θεσμό) τις παιδαγωγικές και υλικές συνθήκες για τη «διάλυση της λογικής» όπως έλεγε ο Γκυ Ντεμπόρ με άλλα λόγια,
«Να χαθεί η δυνατότητα οι εκπαιδευόμενοι να αναγνωρίζουν διαμιάς τι είναι σημαντικό και τι είναι άνευ σημασίας, τι είναι ασύμβατο ή, αντίθετα, τι θα μπορούσε κάλλιστα να είναι συμπληρωματικό, τι συνεπάγεται η άλφα συνέπεια και συνάμα τι απαγορεύει».
Ένας μαθητής που εκγυμνάζεται με μ αυτόν τον τρόπο, προσθέτει ο Ντεμπόρ,
«Θα βρεθεί ενταγμένος στην υπηρεσία της καθεστηκυίας τάξεως, ενώ η διάθεσή του θα μπορούσε να είναι απολύτως αντίθετη μ΄ αυτό το αποτέλεσμα. Θα γνωρίσει τη γλώσσα του θεάματος διότι του είναι η μόνη οικεία, είναι αυτή που του έμαθαν να μιλάει. Θα θελήσει αναμφίβολα να φανεί εχθρικός προς τη ρητορική της, αλλά θα χρησιμοποιεί το συντακτικό της».
Από την άλλη μεριά όσον αφορά την εξουδετέρωση κάθε δημόσιας αρετής, δηλαδή την αναγκαιότητα να μετασχηματιστεί ο μαθητής σε αγροίκο καταναλωτή και εν ανάγκη βίαιο, είναι έργο που θέτει απείρως λιγότερα προβλήματα. Αρκεί να απαγορευτεί κάθε είδος πολιτικής αγωγής και να αντικατασταθεί με κάποια μορφή πολιτικής εκγύμνασης, μ΄ αυτή την εννοιολογική σούπα που ευκολότατα μεταδίδει και πολλαπλασιάζει τον κυρίαρχο λόγο των μίντια και των σοουμπίζνες. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο καθίσταται εφικτό να κατασκευάζονται εν σειρά καταναλωτές νομικών ρυθμίσεων, αδιάλλακτοι δικομανείς και πολιτικώς ορθοί, εύκολα χειραγωγούμενοι, ενώ συνάμα έχουν το καθόλου ευκαταφρόνητο πλέον πλεονέκτημα, σύμφωνα με το αμερικανικό παράδειγμα ακόμα να πλουτίζουν, ευκαιρίας δοθείσης, τα μεγάλα δικηγορικά γραφεία.
Φυσικά, κατ’ αυτόν τον τρόπο καθορίζεται ως αντικειμενικός στόχος το τι θα απομείνει από το δημόσιο Σχολείο. Αλλά ο στόχος αυτός προϋποθέτει, μάλλον μακροπρόθεσμα, έναν διπλό αποφασιστικό μετασχηματισμό: Από τη μια μεριά, τον μετασχηματισμό των εκπαιδευτικών που, στο εξής, οφείλουν να εγκαταλείψουν το σημερινό τους καθεστώς ως υποκειμένων που κατά τεκμήριο είναι φορείς γνώσεων, ώστε να επωμισθούν την ιδιότητα του υπεύθυνου διαφόρων δραστηριοτήτων αφύπνισης ή παιδαγωγικών εκδρομών ή φόρουμ συζητήσεων (σύμφωνα, εννοείται, με το μοντέλο των τηλεοπτικών τοκ σόου). Υπεύθυνοι που θα τους ανατεθούν διάφορα υλικά καθήκοντα ή καθήκοντα ψυχολογικής στήριξης, ώστε η χρήση να γίνει αποδοτική. Από την άλλη μεριά, προωθείται ο μετασχηματισμός του ίδιου του Σχολείου ως τόπου ζωής, τόπου δημοκρατικού και χαρούμενο. Το Σχολείο μετασχηματίζεται σε δημόσιο τόπο φύλαξης των παιδιών - όπου η διοργάνωση εορτών θα είναι δυνατόν να ανατεθεί, επ΄ ωφελεία, τους συλλόγους γονέων και κηδεμόνων, των πλέον δραστήριων και πρόθυμων να εμπλακούν στο παιχνίδι αυτό (π.χ. επέτειος κατάργησης της δουλείας, γέννησης του Βίκτωρος Ουγκό, Halloween...), και συνάμα χώρου φιλελεύθερου και ανοικτού σε όλους τους αντιπροσώπους της πόλεως (μέλη συλλόγων, συνταξιούχοι στρατιωτικοί, υπεύθυνοι επιχειρήσεων, ταχυδακτυλουργοί, θαυματοποιοί κλπ.), όπως και στα πάσης φύσεως τεχνολογικά ή πολιτιστικά εμπορεύματα τα οποία οι μεγάλες εταιρείες, άμεσοι εταίροι της «διδακτικής πράξης» ακόμα θα κρίνουν ότι είναι θαυμάσιο πράγμα να πουλήσουν τους διαφορές στις διάφορους συμμετέχοντες. Σκέφτομαι ότι θα τους έρθει επίσης η ιδέα στην είσοδο αυτού του μεγάλου πάρκου σχολικών ατραξιόν να στήσουν μερικές, πολύ απλές, ηλεκτρονικές συσκευές επιφορτισμένες με το καθήκον να ανιχνεύουν την πιθανή ύπαρξη μεταλλικών αντικειμένων.
*Παλαιός σύμβουλος του προέδρου Τζίμι Κάρτερ και ιδρυτής, το 1973, της Τριμερούς Επιτροπής και τής Λέσχης Μπίλντερμπερκ, στενὸς συνεργάτης τοῦ Ντέϊβιντ Ροκφέλερ. Η Τριμερής, «ήταν μια λέσχη ακόμη πιο αδιαπέραστη από την από τη λέσχη «Siecle». Το 1992 συγκέντρωσε περίπου 350 Αμερικανούς, Γιαπωνέζους και Ευρωπαίους και αποτελούσε ένα από τα μέρη στα οποία επεξεργάζονταν τις ιδέες και τις στρατηγικές της καπιταλιστικής διεθνούς».
Τittytainment**: σημαίνει διασκέδαση και tits, τα στήθη στην αμερικάνικη αργό [δηλαδή «άρτος και θέαμα» ή «ββυζοδιασκέδαση» ή «βυζαγμο-διασκέδαση»].
***Το κεφάλαιο δεν αστειεύεται πια με την παιδαγωγική όταν πρόκειται για σοβαρές υποθέσεις και εφόσον έχει ανάγκη από απτά αποτελέσματα. Όταν, για παράδειγμα, τα σπορ παύουν να είναι παιχνίδι και γιορτή και μετατρέπονται σε βιομηχανία, όπου μόνον η νίκη είναι αποδοτική, τότε δεν εμπιστεύονται την τύχη των μελλοντικών νικητών σε ανθρώπους όπως ο Φουκαμέρ ή ο Μεριέ. Όπως γράφει η Λιλιάν Λυρσά [Η καταστροφή της στοιχειώδους εκπαίδευσης και οι στοχαστές της, Παρίσι 1998, σ. 5). «Η παιδαγωγική αυστηρότητα λιποτάκτησε από τα θρανία του σχολείου και ασκείται μόνον στα μέρη όπου οι νέοι γυμνάζονται για τα αθλήματα. Περιέργως, στα μέρη αυτά, δεν ισχυρίζονται ότι στηρίζονται στον κονστρουκτιβισμό και η παιδαγωγική αυστηρότητα εδώ δεν θεωρείται εμπόδιο στον αυθορμητισμό». Και παραδόξως η λαϊκή προέλευση των περισσοτέρων αθλητών ποτέ δεν θεωρήθηκε εμπόδιο στην παραδοσιακή παιδαγωγική αυστηρότητα.
****Έκθεση της 24ης Μαΐου 1991 Σημειώνεται στο Tamleau Noir των Gerard de Selyw et Nico Hirtt, EPO, Βρυξέλλες 1998. Αυτό το απαραίτητο βιβλίο αναπαράγει άφθονα κείμενα που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ΟΑΣΑ(…) εδώ και μερικά χρόνια αφιερώνουν για να προσδιορίσουν τις «δομικές αναπροσαρμογές» που απαιτούνται για την καπιταλιστική μεταρρύθμιση του σχολείου. Μια και οι εκθέσεις αυτές δεν προορίζονται να τις διαβάσει ο κυρίαρχος λαός, οι συγγραφείς τους εκφράζονται με ένα κυνισμό απολύτως εκπληκτικό.
***** «Παρένθεση για την εκπαίδευση: φλυαρούν χωρίς τελειωμό για την κρίση της εκπαίδευσης. Κάθε υπουργός φτιάχνει τη δική του μεταρρύθμιση ενώ αφήνουν απέξω το ουσιώδες. Όπως έλεγε ήδη ο Πλάτων πριν από 2500 χιλιάδες χρόνια, στη βάση κάθε απόκτησης και μεταβίβασης γνώσεως υπάρχει ο έρως: ο έρως για το διδασκόμενο αντικείμενο που αναγκαστικά περνά μέσα από την ιδιαίτερη ουσιαστική σχέση μεταξύ διδάσκοντος και διδασκομένου». Αυτά τα προφανή μας υπενθυμίζουν τα a priori όρια κάθε τηλεκπαίδευσης. Στην καλύτερη περίπτωση, αυτά που η μηχανή μπορεί να αποτυπώσει δεν είναι παρά μια μάθηση αποκομμένη από τις πραγματικές όσο και τις πολιτιστικές της αναφορές, στερημένη, επομένως, από τις ανθρώπινες σημασίες της και τις κριτικές δυνατότητές της. Στην ουσία δεν είναι διαφορετική από την επιδέξια εκγύμναση που μπορεί να «διδαχθεί» ένα ζώο. Αλλά γνωρίζουμε ότι τα «δισεκατομμύρια του Μπιλ Γκαίητς, μεταξύ άλλων, γεννήθηκαν απ΄ αυτό το μικρό ζωώδες φως που ανάβει στο κρανίο ενός υπουργού μόλις προφέρονται μπροστά του οι λέξεις υπολογιστής, πληροφορική, μοντερνισμός» (περιοδικό Charlie – Hebdo, 17.9.97)
Ποιος είναι ο Τρανός ίσως να μη γνωρίζουν οι εκπαιδευτικοί και οι γονείς που τα νήπια ή τα μεγαλύτερα ηλικιακά παιδιά τους στο άκουσμα των "ασμάτων" του πάλλονται κυριολεκτικά!
Οι στίχοι του τραγουδιού που είναι σουξέ, κορυφαίο στις προτιμήσεις και ακούστηκε στα προαύλια των σχολείων στις αποχαιρετιστήριες γιορτές λόγω θέρους είναι αποκαλυπτικοί για την κατάντια σχολείου και οικογενειών:
Τα διαμάντια στο κορμί της
είναι όλα τα λεφτά
Της αρέσει να ‘μαι αλήτης
και εγώ να ‘μαι Madame
Έχω κόλλημα μαζί της
δεν υπάρχει πουθενά
Της αρέσει να ‘μαι αλήτης
και εγώ να ‘μαι Madame...
To βιβλίο του Ζαν Κλοντ Μισεά "Η εκπαίδευση της αμάθειας", αν και γραμμένο το 1999, προφητικό, δημοσιεύουμε ένα απόσπασμα:
Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΗΣ ΑΜΑΘΕΙΑΣ
ΖΑΝ ΚΛΩΝΤ ΜΙΣΕΑ
Μετάφραση: Άγγελος Ελεφαντης, εκδ. Βιβλιόραμα
Απόσπασμα από κεφ. VII σελ. 35-44
«Αυστηροί κανόνες υποχρεώνουν όλους τους συμμετέχοντες να ξεχάσουν τη ρητορική. Οι εισηγητές διαθέτουν μόλις πέντε λεπτά για να εισηγηθούν κάποιο θέμα. Εξάλλου στη διάρκεια των συζητήσεων καμία παρέμβαση δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο λεπτά».
Από τη στιγμή που καθορίστηκαν αυτές οι αρχές εργασίας, η σύσκεψη αναγνώρισε - σαν κάτι το απολύτως προφανές που δεν άξιζε τον κόπο να ζητηθεί - ότι τον ερχόμενο αιώνα εισαγωγικά τα «δύο δέκατα του ενεργού πληθυσμού θα ήταν αρκετά για να διατηρηθεί η δραστηριότητα της παγκόσμιας οικονομίας». Με τόσο ξεκάθαρες βάσεις το κύριο πολιτικό πρόβλημα, που το καπιταλιστικό σύστημα είναι υποχρεωμένο να αντιμετωπίσει τις επόμενες δεκαετίες, μπορεί να διατυπωθεί με κάθε αυστηρότητα: Πώς θα είναι δυνατό, για την ελίτ του κόσμου, να διατηρηθεί η διακυβερνησιμότητά της κατά τα 80% υπεράριθμης ανθρωπότητας, της οποίας το ανώφελο έχει ήδη προγραμματίσει η φιλελεύθερη λογική;
Η λύση, που επικράτησε στη σύσκεψη ως πιο λογική, ήταν αυτή που πρότεινε ο Ζμπίγκνιεφ Μπρεζίνσκι*. Και της έδωσε το όνομα tittytainment** [άρτος και θέαμα]. Με αυτό το νεολογισμό - βαλίτσα επρόκειτο απλούστατα να ορισθεί ένα «κοκτέιλ αποβλακωτικής διασκέδασης και επαρκούς διατροφής που θα επέτρεπαν να διατηρηθεί σε καλή διάθεση ο αποστερημένος πληθυσμός του πλανήτη».
Αυτή η κυνική και περιφρονητική ανάλυση έχει, καταφανώς, το πλεονέκτημα να ορίζει με όλη την επιθυμητή σαφήνεια τους όρους της εργολαβίας και οι παγκόσμιες ελίτ αναθέτουν στο Σχολείο του 21ου αιώνα. Γι΄ αυτό είναι δυνατόν να συναγάγει κανείς εκ των προτέρων, με μικρά περιθώρια λάθους, τις μορφές της οποιασδήποτε μεταρρύθμισης που θα σκόπευε να αναπλάσει τον εκπαιδευτικό μηχανισμό με βάση αποκλειστικά και μόνο οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα του κεφαλαίου. Ας δούμε για ποιο παιχνίδι πρόκειται.
Κατ΄αρχήν είναι προφανές ότι το σύστημα πρέπει να διατηρήσει έναν τομέα υψηλής ποιότητας, προορισμένον να μορφώσει στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο οι διάφορες επιστημονικές, τεχνικές και διαχειριστικές ελίτ, ολοένα και πιο αναγκαίες στο μέτρο που ο παγκόσμιος οικονομικός πόλεμος θα αποβαίνει πιο σκληρός και πιο ανελέητος.
Τους πολλούς υψηλής ποιότητας, με προϋποθέσεις πρόσβασης αναγκαστικά πολύ επιλεκτικές, πρέπει να μεταδίδονται με πολύ σοβαρό τρόπο - δηλαδή κατά πάσα πιθανότητα, ακόμα ως προς το κύριο, σύμφωνα με το μοντέλο του κλασικού σχολείου*** - όχι μόνο δημιουργικές και εκλεπτυσμένες γνώσεις, αλλά επίσης ένα ελάχιστο επίπεδο παιδείας και κριτικού πνεύματος, χωρίς το οποίο η απόκτηση και ουσιαστική εμπέδωση αυτών των γνώσεων δεν έχει κανένα νόημα και κυρίως καμιά πραγματική χρησιμότητα. (Κι αυτό, φυσικά, συμβαίνει οποιεσδήποτε και αν είναι οι θετικιστικές επιφυλάξεις του τάδε ή του δείνα υπερασπιστή του συστήματος.)
Το πρόβλημα είναι αρκετά διαφορετικό για τις μεσαίες τεχνικές ικανότητες - αυτές για τις οποίες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι έχουν «μια ζωή δέκα ετών, καθόσον το πνευματικό κεφάλαιο υποτιμάται κατά 7% ετησίως, ενώ συνάμα υποτίμηση αυτή συνοδεύεται από αντίστοιχη ελάττωση της αποτελεσματικότητας της χειρωνακτικής εργασίας»****. Πρόκειται εντέλει για απορριπτέες γνώσεις - εξίσου απορριπτέες με τους ανθρώπους που προσωρινά είναι οι φορείς τους - στο βαθμό που, βασιζόμενες σε δεξιότητες ρουτίνας και προσαρμοσμένες σε ένα συγκεκριμένο τεχνολογικό πλαίσιο, παύουν να είναι λειτουργικές μόλις το πλαίσιο το ίδιο θα έχει ξεπεραστεί.
Από την εποχή της επανάστασης της πληροφορικής πρόκειται για ιδιότητες που, από κάτω καπιταλιστική άποψη, δεν παρουσιάζουν πια πλεονεκτήματα. Μαθήσεις ωφελιμιστικού χαρακτήρα και ουσιαστικά αλγοριθμικής φύσεως - δηλαδή που δεν απευθύνονται με αποφασιστικό τρόπο στην αυτονομία και τη δημιουργικότητα εκείνων που τις χρησιμοποιούν - είναι μαθήσεις που οριακά***** μπορεί στο εξής να της απαντήσει κανείς μόνος του, σπίτι του ακόμα στον υπολογιστή του κόμμα χρησιμοποιώντας το αντίστοιχο λογισμικό.
Γενικεύοντας, για τις ενδιάμεσες δεξιότητες, με την εξ αποστάσεως διδασκαλία χάρη στα πολυμέσα, Η κυρίαρχη τάξη θα μπορούσε να πετύχει μ΄ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια. Από τη μια μεριά, οι μεγάλες εταιρείες προσκαλούνται «να πωλούν τα προϊόντα τους στην αγορά της δια βίου εκπαίδευσης, αγορά που διέπουν οι νόμοι της προσφοράς και της ζήτησης». Από την άλλη, δεκάδες χιλιάδες διδάσκοντες (και είναι γνωστό ότι η χρηματοδότησή τους αντιπροσωπεύει το κύριο μέρος των δαπανών για τη Δημόσια Εκπαίδευση) θα αποβούν απολύτως άχρηστοι και έτσι θα απολυθούν, πράγμα που θα επιτρέψει στα κράτη να προσανατολίσουν την εξοικονομούμενη μισθωτή μάζα σε δραστηριότητες περισσότερο επικερδείς για τις μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες.
Απομένουν, βεβαίως, οι περισσότεροι. Αυτοί που το σύστημα προορίζει να παραμείνουν αχρησιμοποίητοι (ή να χρησιμοποιηθούν με επισφαλή και ευλύγιστο τρόπο, για παράδειγμα στις διάφορες Μακ Ντόναλτς υπηρεσίες): εν μέρει διότι, σύμφωνα με τους επιλεγμένους από τον ΟΟΣΑ όρους, «δεν θα αποτελέσουν ποτέ μια αποδοτική αγορά» και επειδή ο αποκλεισμός τους από την κοινωνία θα τονιστεί στο βαθμό που άλλοι θα συνεχίσουν να προοδεύουν».
Εδώ το tittytainment οφείλει να βρει το πεδίο επιλογής του. Είναι, πράγματι, φανερό ότι η ακριβή μεταβίβαση των πραγματικών γνώσεων (και επιπλέον κριτική ), όπως επίσης η εκμάθηση στοιχειωδών πολιτικών συμπεριφορών ή ακόμη η ενθάρρυνση στην ευθύτητα και την τιμιότητα δεν παρουσιάζει κανένα απολύτως ενδιαφέρον για το σύστημα. Μάλιστα, στην παρούσα φάση κάτω από ορισμένες πολιτικές περιστάσεις, μπορεί να αντιπροσωπεύουν μίαν απειλή για την ασφάλειά του. Σ΄ αυτό το σχολείο του μεγάλου αριθμού είναι προφανές ότι πρέπει να διδάσκεται η αμάθεια με όλους τους δυνατούς τρόπους. Όμως εδώ εντοπίζεται μια δραστηριότητα που δεν είναι αυτονόητη, και για την οποία οι παραδοσιακοί διδάσκοντες μέχρι σήμερα, παρά ορισμένες προόδους, έχουν ακατάλληλη εκπαίδευση. Επομένως η εκπαίδευση της άγνοιας συνεπάγεται αναγκαστικά ότι οι εκπαιδευτές θα μετεκπαιδευτούν, ότι δηλαδή θα υποχρεωθούν να «εργαστούν διαφορετικά» κάτω από την πεφωτισμένη δεσποτεία μιας ισχυρής και καλοοργανωμένης στρατιάς εμπειρογνωμόνων των «Επιστημών της Εκπαίδευσης». Το κύριο καθήκον αυτών των ειδικών είναι να ορίσουν και να επιβάλουν (με όλα τα μέσα τα οποία διαθέτει ένας ιεραρχικός θεσμός ώστε να εξασφαλιστεί υποταγή εκείνων οι οποίοι εξαρτώνται απ΄ αυτόν το θεσμό) τις παιδαγωγικές και υλικές συνθήκες για τη «διάλυση της λογικής» όπως έλεγε ο Γκυ Ντεμπόρ με άλλα λόγια,
«Να χαθεί η δυνατότητα οι εκπαιδευόμενοι να αναγνωρίζουν διαμιάς τι είναι σημαντικό και τι είναι άνευ σημασίας, τι είναι ασύμβατο ή, αντίθετα, τι θα μπορούσε κάλλιστα να είναι συμπληρωματικό, τι συνεπάγεται η άλφα συνέπεια και συνάμα τι απαγορεύει».
Ένας μαθητής που εκγυμνάζεται με μ αυτόν τον τρόπο, προσθέτει ο Ντεμπόρ,
«Θα βρεθεί ενταγμένος στην υπηρεσία της καθεστηκυίας τάξεως, ενώ η διάθεσή του θα μπορούσε να είναι απολύτως αντίθετη μ΄ αυτό το αποτέλεσμα. Θα γνωρίσει τη γλώσσα του θεάματος διότι του είναι η μόνη οικεία, είναι αυτή που του έμαθαν να μιλάει. Θα θελήσει αναμφίβολα να φανεί εχθρικός προς τη ρητορική της, αλλά θα χρησιμοποιεί το συντακτικό της».
Από την άλλη μεριά όσον αφορά την εξουδετέρωση κάθε δημόσιας αρετής, δηλαδή την αναγκαιότητα να μετασχηματιστεί ο μαθητής σε αγροίκο καταναλωτή και εν ανάγκη βίαιο, είναι έργο που θέτει απείρως λιγότερα προβλήματα. Αρκεί να απαγορευτεί κάθε είδος πολιτικής αγωγής και να αντικατασταθεί με κάποια μορφή πολιτικής εκγύμνασης, μ΄ αυτή την εννοιολογική σούπα που ευκολότατα μεταδίδει και πολλαπλασιάζει τον κυρίαρχο λόγο των μίντια και των σοουμπίζνες. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο καθίσταται εφικτό να κατασκευάζονται εν σειρά καταναλωτές νομικών ρυθμίσεων, αδιάλλακτοι δικομανείς και πολιτικώς ορθοί, εύκολα χειραγωγούμενοι, ενώ συνάμα έχουν το καθόλου ευκαταφρόνητο πλέον πλεονέκτημα, σύμφωνα με το αμερικανικό παράδειγμα ακόμα να πλουτίζουν, ευκαιρίας δοθείσης, τα μεγάλα δικηγορικά γραφεία.
Φυσικά, κατ’ αυτόν τον τρόπο καθορίζεται ως αντικειμενικός στόχος το τι θα απομείνει από το δημόσιο Σχολείο. Αλλά ο στόχος αυτός προϋποθέτει, μάλλον μακροπρόθεσμα, έναν διπλό αποφασιστικό μετασχηματισμό: Από τη μια μεριά, τον μετασχηματισμό των εκπαιδευτικών που, στο εξής, οφείλουν να εγκαταλείψουν το σημερινό τους καθεστώς ως υποκειμένων που κατά τεκμήριο είναι φορείς γνώσεων, ώστε να επωμισθούν την ιδιότητα του υπεύθυνου διαφόρων δραστηριοτήτων αφύπνισης ή παιδαγωγικών εκδρομών ή φόρουμ συζητήσεων (σύμφωνα, εννοείται, με το μοντέλο των τηλεοπτικών τοκ σόου). Υπεύθυνοι που θα τους ανατεθούν διάφορα υλικά καθήκοντα ή καθήκοντα ψυχολογικής στήριξης, ώστε η χρήση να γίνει αποδοτική. Από την άλλη μεριά, προωθείται ο μετασχηματισμός του ίδιου του Σχολείου ως τόπου ζωής, τόπου δημοκρατικού και χαρούμενο. Το Σχολείο μετασχηματίζεται σε δημόσιο τόπο φύλαξης των παιδιών - όπου η διοργάνωση εορτών θα είναι δυνατόν να ανατεθεί, επ΄ ωφελεία, τους συλλόγους γονέων και κηδεμόνων, των πλέον δραστήριων και πρόθυμων να εμπλακούν στο παιχνίδι αυτό (π.χ. επέτειος κατάργησης της δουλείας, γέννησης του Βίκτωρος Ουγκό, Halloween...), και συνάμα χώρου φιλελεύθερου και ανοικτού σε όλους τους αντιπροσώπους της πόλεως (μέλη συλλόγων, συνταξιούχοι στρατιωτικοί, υπεύθυνοι επιχειρήσεων, ταχυδακτυλουργοί, θαυματοποιοί κλπ.), όπως και στα πάσης φύσεως τεχνολογικά ή πολιτιστικά εμπορεύματα τα οποία οι μεγάλες εταιρείες, άμεσοι εταίροι της «διδακτικής πράξης» ακόμα θα κρίνουν ότι είναι θαυμάσιο πράγμα να πουλήσουν τους διαφορές στις διάφορους συμμετέχοντες. Σκέφτομαι ότι θα τους έρθει επίσης η ιδέα στην είσοδο αυτού του μεγάλου πάρκου σχολικών ατραξιόν να στήσουν μερικές, πολύ απλές, ηλεκτρονικές συσκευές επιφορτισμένες με το καθήκον να ανιχνεύουν την πιθανή ύπαρξη μεταλλικών αντικειμένων.
*Παλαιός σύμβουλος του προέδρου Τζίμι Κάρτερ και ιδρυτής, το 1973, της Τριμερούς Επιτροπής και τής Λέσχης Μπίλντερμπερκ, στενὸς συνεργάτης τοῦ Ντέϊβιντ Ροκφέλερ. Η Τριμερής, «ήταν μια λέσχη ακόμη πιο αδιαπέραστη από την από τη λέσχη «Siecle». Το 1992 συγκέντρωσε περίπου 350 Αμερικανούς, Γιαπωνέζους και Ευρωπαίους και αποτελούσε ένα από τα μέρη στα οποία επεξεργάζονταν τις ιδέες και τις στρατηγικές της καπιταλιστικής διεθνούς».
Τittytainment**: σημαίνει διασκέδαση και tits, τα στήθη στην αμερικάνικη αργό [δηλαδή «άρτος και θέαμα» ή «ββυζοδιασκέδαση» ή «βυζαγμο-διασκέδαση»].
***Το κεφάλαιο δεν αστειεύεται πια με την παιδαγωγική όταν πρόκειται για σοβαρές υποθέσεις και εφόσον έχει ανάγκη από απτά αποτελέσματα. Όταν, για παράδειγμα, τα σπορ παύουν να είναι παιχνίδι και γιορτή και μετατρέπονται σε βιομηχανία, όπου μόνον η νίκη είναι αποδοτική, τότε δεν εμπιστεύονται την τύχη των μελλοντικών νικητών σε ανθρώπους όπως ο Φουκαμέρ ή ο Μεριέ. Όπως γράφει η Λιλιάν Λυρσά [Η καταστροφή της στοιχειώδους εκπαίδευσης και οι στοχαστές της, Παρίσι 1998, σ. 5). «Η παιδαγωγική αυστηρότητα λιποτάκτησε από τα θρανία του σχολείου και ασκείται μόνον στα μέρη όπου οι νέοι γυμνάζονται για τα αθλήματα. Περιέργως, στα μέρη αυτά, δεν ισχυρίζονται ότι στηρίζονται στον κονστρουκτιβισμό και η παιδαγωγική αυστηρότητα εδώ δεν θεωρείται εμπόδιο στον αυθορμητισμό». Και παραδόξως η λαϊκή προέλευση των περισσοτέρων αθλητών ποτέ δεν θεωρήθηκε εμπόδιο στην παραδοσιακή παιδαγωγική αυστηρότητα.
****Έκθεση της 24ης Μαΐου 1991 Σημειώνεται στο Tamleau Noir των Gerard de Selyw et Nico Hirtt, EPO, Βρυξέλλες 1998. Αυτό το απαραίτητο βιβλίο αναπαράγει άφθονα κείμενα που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ΟΑΣΑ(…) εδώ και μερικά χρόνια αφιερώνουν για να προσδιορίσουν τις «δομικές αναπροσαρμογές» που απαιτούνται για την καπιταλιστική μεταρρύθμιση του σχολείου. Μια και οι εκθέσεις αυτές δεν προορίζονται να τις διαβάσει ο κυρίαρχος λαός, οι συγγραφείς τους εκφράζονται με ένα κυνισμό απολύτως εκπληκτικό.
***** «Παρένθεση για την εκπαίδευση: φλυαρούν χωρίς τελειωμό για την κρίση της εκπαίδευσης. Κάθε υπουργός φτιάχνει τη δική του μεταρρύθμιση ενώ αφήνουν απέξω το ουσιώδες. Όπως έλεγε ήδη ο Πλάτων πριν από 2500 χιλιάδες χρόνια, στη βάση κάθε απόκτησης και μεταβίβασης γνώσεως υπάρχει ο έρως: ο έρως για το διδασκόμενο αντικείμενο που αναγκαστικά περνά μέσα από την ιδιαίτερη ουσιαστική σχέση μεταξύ διδάσκοντος και διδασκομένου». Αυτά τα προφανή μας υπενθυμίζουν τα a priori όρια κάθε τηλεκπαίδευσης. Στην καλύτερη περίπτωση, αυτά που η μηχανή μπορεί να αποτυπώσει δεν είναι παρά μια μάθηση αποκομμένη από τις πραγματικές όσο και τις πολιτιστικές της αναφορές, στερημένη, επομένως, από τις ανθρώπινες σημασίες της και τις κριτικές δυνατότητές της. Στην ουσία δεν είναι διαφορετική από την επιδέξια εκγύμναση που μπορεί να «διδαχθεί» ένα ζώο. Αλλά γνωρίζουμε ότι τα «δισεκατομμύρια του Μπιλ Γκαίητς, μεταξύ άλλων, γεννήθηκαν απ΄ αυτό το μικρό ζωώδες φως που ανάβει στο κρανίο ενός υπουργού μόλις προφέρονται μπροστά του οι λέξεις υπολογιστής, πληροφορική, μοντερνισμός» (περιοδικό Charlie – Hebdo, 17.9.97)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου