Ἡ Ἱερά Μονή Παλαιοκαστρίτσας, κατά τήν παράδοση καί σύμφωνα μέ τήν ἐγχάρακτη χρονολογία στήν πύλη της, ἱδρύθηκε τό 1228 ἀπό τόν μοναχό Εὐθύμιο Μήδα ἀπό τό χωριό Πάγοι, στόν τόπο πού εἶχε βρεθεῖ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου.
Ὡστόσο, ἡ παλαιότερη γραπτή μαρτυρία γιά τόν Ναό ἀνάγεται στό 1469 σέ συμβολαιογραφική πράξη πού συνέταξε ὁ νοτάριος καί ἱερεύς Στάμος Γουλῆς καί ἀναφέρεται στήν ἀνακαίνιση καί τήν ἁγιογράφηση τοῦ ναοῦ. Τό Καθολικό ὥς τά μέσα τοῦ 20ου αἰ. ἦταν συναδελφικός. Ἀνῆκε στήν ἀδελφότητα τῶν κτιτόρων, τῶν χωριῶν πού συνέβαλαν στήν ἵδρυσή του, ἄν καί ὁ ἀκριβής ἀριθμός τους δέν εἶναι γνωστός.
Ο ναός μετατράπηκε σε μοναστήρι σταδιακά. Χρονικό σημεῖο ἀλλαγῆς ἡ ἐκλογή τοῦ Ἱερομονάχου Γερασίμου Φλοκάλη ὡς ἱσόβιου ἱερουργοῦ τό 1658. Τό 1686 ὁ ἱερουργός ὀνομάζεται ἡγούμενος καί ὁ ναός χαρακτηρίζεται πλέον ὡς μονή.
Λόγῳ τῆς θέσης ἀλλά καί τοῦ αὐστηροῦ τυπικοῦ της, κατά τίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰ. ἦταν τόπος περιορισμοῦ κληρικῶν, ὄχι μόνον τῆς Κερκύρας ἀλλά καί τῆς ὑπόλοιπης Ἑλλάδος, γιά ἐκκλησιαστικά παραπτώματα, τόπος καταφυγῆς καί περισυλλογῆς πολλῶν ἐκλησιαστικῶν προσωπικοτήτων καί πόλος ἕλξεως ξένων περιηγητῶν, ὅπως οἱ Edward Lear, Louis Golding καί Arthur Foss.
Τό μοναστηριακό συγκρότημα ἀποτελείται ἀπό πολλά κτίρια, πλήρως ἀνακαινισμένα (Καθολικό, ἀρχονταρίκι, μουσεῖο, τράπεζα, κελλιά, μαγειρεῖα, κελάρια κ.α.). Τό Καθολικό εἶναι μονόκλιτη βασιλική, χωρίς ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά ἐξωτερικά, ἀλλά μέ σπουδαῖες καί ἀνεκτίμητης ἀξίας εἰκόνες καί σκεύη. Ξεχωρίζουν τό λίθινο τέμπλο καί τά δύο προσκυνητάρια μέ τήν ἐφέστιο εἰκόνα τῆς Θεοτόκου καί τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ἡ οὐρανία μέ ἁγιογραφίες τοῦ 1922, δύο μικρότερα προσκυνητάρια στήν ἀρχή τοῦ πρεσβυτερίου, δεξιά καί ἀριστερά τῆς εἰσόδου του. Στό ἕνα ἀπό αὐτά βρίσκεται ἡ εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τοῦ Ἐμμανουήλ Λαμπάρδου (16ος-17ος αἰ.)
Στούς τοίχους δεσπόζουν τέσσερις μεγάλες εἰκόνες μέ ξυλόγλυπτες καί ἐπιχρυσωμένες κορνίζες μέ τούς Ἁγίους Πάντες τοῦ Χρυσολωρᾶ (18ου αἰ.), τήν Μέλλουσα Κρίση καί δύο σκηνές ἀπό τήν Γένεση τοῦ Φώσκαλη, τοῦ 1713. Ὑπάρχουν ἐπίσης εἰκόνα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν (β΄ μισό 17ου αἰ.), καί ἡ τοποθετημένη στόν Δεσποτικό Θρόνο μέ τήν Παναγία τοῦ τύπου τῆς Σκοπιώτισσας, ζωγραφισμένη πάνω σέ δέρμα βοδιοῦ μέ χρονολογία 1494 (πιθανώς πλασματική). Φυλάσσονται ἐπίσης ἐδῶ πολλά Ἱερά Λείψανα Ἁγίων.
Ἡ Ἱ. Μονή ἀπό τό 1989 καί μέ τήν καθοδήγηση τοῦ ἡγουμένου της Ἀρχιμανδρίτη π. Εὐθυμίου Δούη διαθέτει μουσεῖο μέ μεταβυζαντινές εἰκόνες, ἄμφια, χρυσοκέντητα, ἱερά σκεύη, σταυρούς, Εὐαγγέλια. Ἐπίσης στό μουσεῖο φυλάσσονται ὁστά ἀπό θαλάσσιο κήτος. Σημαντικό τμῆμα τῆς μονῆς ἀποτελεῖ ἡ βιβλιοθήκη, ὅπου εἶναι θησαυρισμένα τριάντα ἐννέα χειρόγραφα, ἀπό τά ὁποῖα ἕνα τοῦ 11ου ἤ 12ου αἰ., τετρακόσιοι δέκα ἐννέα τίτλοι ἐντύπων (ὥς τό 1900) καί πολλές νεότερες ἐκδόσεις.
Το παλιό ρωσικό κανόνι με το οικόσημο των Ρομανώφ, θυμίζει την παρουσία των Ρώσων στην περιοχή, το 1799.
Μετόχια τῆς μονῆς εἶναι οἱ Ἱ. Ναοί Ἁγίου Σπυρίδωνος στήν ἀρχή τοῦ δρόμου πρός τήν Ἱερά Μονή καί τοῦ Προφήτου Ἠλιοῦ στούς Λάκωνες.
Ἡ Ἱ. Μονή Παλαιοκαστρίτσας πανηγυρίζει δύο φορές τόν χρόνο. Στίς 15 Αὐγούστου τήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου καί τή Νιά Παρασκευή, τήν Ζωοδόχο Πηγή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου