Η γερόντισσα Φιλοξενία,μόνιμη κάτοικος σε ένα δωμάτιο της Παναγίας,ξεπαγιασμένη,προσπαθεί να ζεσταθεί κάτω από τις βαριές Κρητικές κουβέρτες της.
Η ώρα είναι περασμένη ,αργά το βράδυ,όταν ένας χτύπος ακούγεται στην πόρτα της ενώ ακούγεται μία γυναικεία φωνή να την καλεί λέγοντας: «Δι’ευχων;».
«Αμήν» απαντά η γερόντισσα και σπεύδει κάπως να ρίξει κάτι επάνω της για να ανοίξει την πόρτα .
Η γυναικεία φωνή επαναλαμβάνει αυστηρά «Δι’ευχών είπα .
«Ναι» απαντά η γερόντισσα ,«να φορέσω την ζώνη μου και ανοίγω».
Η φωνή ακούγεται πιο αυστηρή τώρα: «Πάρε κεριά και έλα γιατί είμαι σκοτεινά».
Τρέμοντας η γερόντισσα από συγκίνηση αλλά και από το βαρύ κρύο , ανοίγει την πόρτα αλλά κανένας δεν είναι απ έξω.Ησυχία.Τα πάντα ολόλευκα.
Στα γρήγορα μαζεύει όσα κεριά έχει,σπίρτα,και μια χοντρή κουβέρτα και προσεκτικά περπατώντας φτάνει στην τζαμένια πόρτα της εκκλησίας .
Μέσα σκοτάδι! Το κερί μπροστά στην Εικόνα της Παναγίας έχει λιώσει,είναι σβηστό !
Ανάβει ένα από τα κεριά που έχει μαζί της,γονατίζει πάνω στο ταπέτο της πόρτας της εκκλησίας, τυλίγεται με την κουβέρτα , και ευχαριστεί την Θεοτόκο που την κάλεσε .
Εκεί την βρίσκουν το πρωί,όταν πηγαίνουν να ανοίξουν την εκκλησία ,ο εικονοφύλακας Ι. Κοντοφριός και ο νεοκόρος Ν. Κορνάρος, έκπληκτοι,σαν ένα κουβάρι πάνω στο χαλάκι να προσεύχεται κρατώντας ένα κερί αναμμένο .
Η γερόντισσα διηγείται το περιστατικό,συγκαλείται η Επιτροπή του Ιδρύματος , και αποφασίζεται η λαμπάδα που ανάβει εμπρός στο εικόνισμα να είναι από καθαρό κερί και η μία να διαδέχεται την άλλη με το ίδιο φώς,η δε γερόντισσα να επιμελείται καθημερινά την Εικόνα της Παναγίας μας !

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου