ΠΑΤΗΣΤΕ ΣΤΙΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΔΕΞΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΤΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ ΜΑΣ!

Δευτέρα 1 Αυγούστου 2011

Απόγνωση και ελπίδα στη Μεγάλη Παράκληση


Ο Αύγουστος είναι ό μήνας της Παναγίας,ένας μήνας πλούσιος σε θεομητορικό ύμνογραφικό υλικό, στο όποιο μπορεί κα­νείς να δει αποτυπωμένη την θεολογία της Εκ­κλησίας μας, αλλά και την ζωή και τα βάσανα του κόσμου. Γιορτάζουμε την Παναγία, την αιτία της χαράς, από την καρδιά της οποίας διήλθεν ή ρομφαία του σταυρού. Ό άγιος Νικόδημος ό αγιορείτης, συνοψίζοντας την διδασκαλία των α­γίων Πατέρων, γράφει: «όλος ό νοητός και αι­σθητός κόσμος έγινε δια το τέλος τούτο, ήτοι την κυρία Θεοτόκον». Γι αυτό ό Ιωσήφ ό Βρυέννιος, «ό σοφός και θεολογικώτατος», κατά τον άγιο Νικόδημο, την ονομάζει «άνθος» όλης της δημιουργίας· γράφει: «παντός δε γένους ημών και πάσης ανθρώπων φυλής, απάντων αιώνων και πασών των ωρών, το άνθος μεν ή Δέσποινα Θεο­τόκος, ό ωραιότατος δε καρπός (λέγω δέ κατά το άνθρώπινον) ό Υιός εστίν αυτής ό μονογενής».
Το χαρακτηριστικό όμως της ύμνογραφίας του Αυγούστου -πιο ειδικά του Δεκαπενταύ­γουστου- είναι ή σύνδεση της θεολογίας με τα βάσανα του κόσμου, την πάλη με τα καθημερινά προβλήματα, τις σωματικές και τις ψυχικές ασθέ­νειες, τους πειρασμούς των δαιμόνων.Υπάρχει ή παράδοξη σύνδεση απόγνωσης και ελπίδας, που επιτυγχάνεται μέσα στην ατμόσφαιρα της πίστε­ως και της θεολογίας της Εκκλησίας. Αυτό γίνε­ται κυρίως στις γνωστές ακολουθίες της Μικρής και της Μεγάλης Παράκλησης.
Θα ήθελα, πιο ειδικά, να αναφερθώ στην Μεγάλη Παράκληση και τον ποιητή της, ή οποία ψάλλεται συνήθως μόνο κατά τον Δε­καπενταύγουστο, ενώ ή Μικρή σε κάθε περίστα­ση καθ' όλο το έτος.
Ή Μεγάλη Παράκληση είναι ένα ποίημα πού εκφράζει την καρδιά του γένους μας. Ποιητής της είναι ό αυτοκράτορας της Νικαίας Θεόδω­ρος Δούκας Λάσκαρης (1222-1258).
Ό Θεόδωρος Δούκας Λάσκαρης έζησε σε μια εποχή πολύ κρίσιμη για το Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος από στρατιωτικής, πολιτικής και πολιτι­στικής απόψεως. Ήδη από το 1204 οι Φράγκοι είχαν καταλάβει την Κωνσταντινούπολη. Οι Βούλγαροι, μετά τον θάνατο του Ιωάννη Βατα­τζή (πατέρα του Θεοδώρου), είχαν επεκτατικές βλέψεις στις περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης. Τα μικρασιατικά σύνορα της αυτοκρα­τορίας της Νικαίας ήθελαν ιδιαίτερη προσοχή και επιτήρηση, με τον Σουλτάνο του Ικονίου να απειλείται από τους Μογγόλους, με αποτέλεσμα να ύπάρχη αστάθεια στην περιοχή. Επίσης, ή σκέψη να ζητηθή ή βοήθεια του Πάπα, με κάποια θεολογικά ανταλλάγματα, προκειμένου να έπιτευχθή ή ανακατάληψη της Κωνσταντινούπο­λης, ήταν ένας ίσχυρος πειρασμός για την πίστη.
Στήν τετραετή βασιλεία του ό Θεόδωρος, παρά το νεαρόν της ηλικίας του (πέθανε 36 ετών), έδειξε εξαιρετικά ηγετικά προσόντα. Κατάφερε να συνδυάση την έντονη και έπιτυχέμενη πολεμική δράση με φιλοπρόοδη κοινωνική πολιτική. Στόν τομέα, επίσης, της εκπαίδευσης έδειξε μεγάλο και έμπρακτο ενδιαφέρον ίδρυσε βιβλιοθήκες και σχολεία. Και μέσα σε όλα αυτά, παρουσίασε αξιόλογη συγγραφική παραγωγή· έγραψε φιλοσοφικές και θεολογικές μελέτες. Ήταν άπ' τους σοφότερους άνδρες της εποχής του. Ή μεγάλη σοφία του, όμως, δεν φαίνεται τόσο στα άλλα του έργα, όσο στον κανόνα της Μεγάλης Παράκλησης, από τον όποιο στάζει σαν θεραπευτικός γλυκασμός. Έκεί φαίνεται το βάθος της προσωπικότητας του Θεοδώρου, ή αληθινή του σοφία, ή οποία δεν συνδέεται μόνο με την ανάπτυξη και εκλέπτυνση της διάνοιας,άλλα και με την ψυχολογική και πνευματική ωριμότητα του ανθρώπου.
Αυτήν την ωριμότητα μπορούμε να τη δούμε σέ τρία σημεία:
 -Πρώτο, δεν διστάζει ό δυνατός ηγέτης να έκφραση -εν  μέσω  Εκκλησίας- την αδυναμία και την απόγνωση του, να την βάλη στα χείλη του λάου ως ύμνο και προσευχή και να την φέρη μπροστά στη Θεοτόκο. «Καταιγίς με χειμάζεί των συμφορών, Δέσποινα, και των λυ­πηρών τρικυμίαι καταποντίζουσι, αλλά προφθάσασα, χείρα μοι δός βοηθείας, ή θερμή άντίληψις και προστασία μου».
Δεύτερον, δεν ανέχεται ψεύτικες πα­ρηγοριές. Ή απόγνωση του για τον εαυτό του και για όλα τα ανθρώ­πινα είναι ριζική. Κα­τάλαβε ότι δέν μπορεί να έλπίζη σε τίποτε το κτιστό: «Απορήσας εκ πάντων, όδυνηρώς κρά­ζω σοι..».   «Και που λοιπόν  άλλην  εύρήσω άντίληψιν; που  προσ­φύγω;που δε και σωθήσομαι;  τίνα   θερμήν έξω  βοηθόν,  θλίψεσι τον βίου και ζάλαις οίμοι κλονούμενος;...»
Δεν βλέπει το κακό έ­ξω από τον εαυτό του. Οι  «ζάλες  του βίου» συνδέονται με την αί­σθηση  του εσωτερικού σκοτασμοΰ.   Οι   λύπες δεν είναι μόνον εξωτερικές είναι και εσωτερικά νέφη: «Τα νέφη των λυπηρών έκάλυψαν την άθλίαν μου ψυχήν και καρδίαν, και σκοτασμόν έμποιουσι μοι, Κόρη...»
Γνωρίζει τον πυρήνα του κακού πού είναι το εσωτερικό σκότος, το όποιο αιχμαλωτί­ζει την ψυχή στις βιωτικές μέριμνες και επιτρέ­πει στους λογισμούς να κατατρυπούν την ψυχή σαν βέλη. «Έκύκλωσαν αι του βίου με ζάλαι, ώσπερ μέλισσαι κηρίον Παρθένε, και την έμήν κατασχούσαι καρδίαν, κατατιτρώσκουσι βέλει των θλίψεων...».
Τρίτον, ή απελπισία του για τον εαυ­τό του και τα ανθρώπινα συνδέεται με την ελπί­δα του στο Θεό και την πρεσβεία της Θεοτόκου. Ή ελπίδα του, μάλιστα, στην βοήθεια της Θεοτό­κου έχει θεολογική τεκμηρίωση και βάση. «'Αληθή Θεοτόκον, ομολογώ Δέσποινα, σε την του θανάτου το κράτος έξαφανίσασαν...». «Χαίρε, θρόνε, πυρίμορφε Κυρίου, χαίρε, θεία και μανναδόχε στάμνε· χαίρε, χρυσή λυχνία, λαμπάς άσβεστε· χαίρε των παρθένων δόξα και μητέρων ώράϊσμα και κλέος». Είναι ή μητέρα και παρθένος πού έγινε πυρίμορφος θρόνος του Κυρίου, «τεκούσα», όπως λέει σε άλλο τροπάριο, «το φως», γι' αυτό μπορεί και φωταγωγεί τους «σκοτασθέντας νυκτί α­μαρτημάτων».
Αυτό είναι το ήθος και ή πνευματικότητα του αυτοκράτορας της Νικαίας Θεοδώρου Δού­κα του Λάσκαρη, αλ­λά και ό πολιτιστικός πυρήνας του Ανατολι­κού Ρωμαϊκού Κρά­τους. Στό κέντρο της ανατολικής Ρωμηοσύνης ήταν ή Θεολογία, που περιελάμβανε την ορθή διατύπωση της πίστεως και την ασκη­τική μέθοδο θεραπείας της ψυχής του ανθρώ­που. Κυριαρχείτο από την γόνιμη σύνδεση της απελπισίας από όλα τα ανθρώπινα, με την απόλυτη ελπίδα στο Θεό και την πρεσβεία της Θεοτόκου και των Αγίων. Αυτό το πνεύμα ζή και σήμερα στον ορθόδοξο λαό, αλλά δεν είναι στο προσκήνιο. Στό προσκήνιο των εξε­λίξεων κυριαρχεί ό υπερήφανος νους του επιστή­μονα και του τεχνοκράτη. Κέντρο της πολιτικής και της κοινωνικής ζωής έγινε ή οικονομία και τα κοινωνικοπολιτικά συστήματα, την δε θεραπεία της «ταλαίπωρου» ψυχής άνέλαβεν ή ψυχανάλυση.
του πρωτοπρεσβύτερου Θωμα Βαμβίνη