Ἀρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη
Ὅταν ὁ Ἀδάμ ἁμάρτησε, ὁ Θεός «διέταξε τά ἀγγελικά Χερουβείμ νά φυλᾶνε τήν ὁδό τοῦ Παραδείσου μέ περιστρεφομένη πύρινη ρομφαία» (Γέν. 3:24). Ἀλληγορική ἔκφραση πού σημαίνει, ὅτι ἡ πόρτα τοῦ Παραδείσου, ἕνεκα τῆς ἁμαρτίας τοῦ Ἀδάμ, ἔκλεισε! Ἔκλεισε μάλιστα μέ τέτοιο τρόπο, πού κανένας δέν μποροῦσε νά τήν παραβιάσει! Εἶχε φύλακες μέ πύρινα σπαθιά! Ἔκλεισε ὁ Παράδεισος, ἀλλά ἄνοιξε ὁ Ἅδης, ἡ «φυλακή» τῶν ψυχῶν (Α΄Πέτ. 3:19), μέ χάλκινες πόρτες, καί μοχλούς σιδερένιους (Ἡσ. 45:2).
Ἔτσι, λοιπόν, ἀπό τήν πτώση τοῦ Ἀδάμ μέχρι τήν Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ, ὅσοι πέθαιναν, κατέβαιναν στόν Ἅδη! Ὄχι μόνο οἱ ἁμαρτωλοί ἀλλά καί οἱ δίκαιοι. Ἀκόμα καί ὁ Τίμιος Πρόδρομος, πεθαίνοντας κατέβηκε στόν Ἅδη!
Μπορεῖ, βέβαια, νά πήγαιναν ὅλοι στόν Ἅδη, ἀλλά δέν γεύονταν ὅλοι τίς ὀδύνες του. Αὐτοί πού σίγουρα βασανίζονταν, ἦταν οἱ ἁμαρτωλοί. «Ὑποφέρω μέσα σ’αὐτή τή φωτιά», εἶπε ὁ πλούσιος (Λκ. 16:24). Ὁ φτωχός Λάζαρος δέν βασανιζόταν, οὔτε καί χαιρόταν. Ἁπλά ἔνιωθε μιά παρηγοριά. «Ὦδε παρακαλεῖται» εἶπε ὁ Χριστός (Λκ. 16:25). Δέν ἀπολάμβανε δηλαδή τήν ἀπέραντη ἡδονή τοῦ Παραδείσου πού «μάτι δέν τά εἶδε, κι οὔτε τ’ ἄκουσε αὐτί, κι οὔτε τά ‘βαλε ὁ λογισμός τοῦ ἀνθρώπου» (Α΄Κορ. 2:9) γιατί ὁ Παράδεισος ἦταν κλειστός.
Πεθαίνοντας ὁ Κύριος πάνω στόν Σταυρό, ἡ ψυχή Του ἑνωμένη μέ τή Θεότητά Του, κατέβηκε στόν Ἅδη, ἀλλά ὄχι ὡς αἰχμάλωτος τοῦ Ἅδη, ἀλλά ὡς κατακτητής τοῦ Ἅδη. Συνέτριψε τίς χάλκινες πόρτες του (Ἡσ. 45:2). Κήρυξε στούς αἰχμαλώτους του (Α΄Πέτ. 3:19). Ἀπελευθέρωσε ὅσους πίστεψαν στό ὄνομά Του, βάζοντάς τους στό δικό Του Βασίλειο· στόν Παράδεισο.
Τό ἔθιμο πού ἐπικρατεῖ κατά τόπους, στή Λειτουργία τοῦ Μ. Σαββάτου, στό «ἀνάστα ὁ Θεός», σπάζοντας στάμνες, μέσα στό Ναό, στέλνει αὐτό τό μήνυμα: Ἡ κοιλιά τῆς στάμνας εἶναι ὁ Ἅδης, ὅπου κρατοῦσε αἰχμαλώτους τούς νεκρούς, χωρίς νά μποροῦν νά βγοῦν ἀπό τόν Ἅδη. Τό σπάσιμο τῆς στάμνας, σημαίνει τήν συντριβή τοῦ Ἅδη, καί τήν ἀπελευθέρωση τῶν ψυχῶν ἀπό τήν κοιλιά τοῦ Ἅδη.
Ὁ Κύριος, συντρίβοντας τόν Ἅδη, «ἅρπαξε» ὅλους τούς δικαίους, καί τούς «μετέφερε» στή Βασιλεία Του, καί ἔτσι ἀπό ἐκείνη τή στιγμή οἱ δίκαιοι ἄρχισαν νά ἀπολαμβάνουν τή χαρά τοῦ Παραδείσου! Ἦταν οἱ πρῶτοι πού γεύθηκαν τή χαρά τοῦ Παραδείσου, χάρη στήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Αὐτοί, λοιπόν, ξέρουν τί σημαίνει Ἀνάσταση Χριστοῦ!
«Ἄν ὁ Χριστός δέν ἔχει ἀναστηθεῖ, (ἄν δηλαδή ἡ ψυχή Του ἔμενε στόν Ἅδη), τότε τό κήρυγμά μας εἶναι χωρίς νόημα, τό ἴδιο καί ἡ πίστη μας» (Α΄Κορ. 15:14). Θά εἴμασταν ὡς χριστιανοί τά πιό ἀξιοθρήνητα ὄντα ἐπί τῆς γῆς, γιατί θά πεθαίναμε χωρίς τήν ἐλπίδα τῆς αἰωνίου ζωῆς, ἀλλά μέ «ἐλπίδα» τό σκοτάδι! «Ἄν ἡ χριστιανική ἐλπίδα μας περιορίζεται μόνο σ’αὐτή τή ζωή, τότε εἴμαστε οἱ πιό ἀξιοθρήνητοι ἀπ’ὅλους τούς ἀνθρώπους!» (Α΄Κορ. 15: 19).
«Εὐφραινέσθω τά οὐράνια, ἀγαλλιάσθω τά ἐπίγεια (…), ὁ Κύριος ἐπάτησε τῷ θανάτῳ τόν θάνατον (…), ἐκ κοιλίας Ἅδου ἐρρύσατο ἡμᾶς, καί παρέσχε τῷ κόσμῳ τό μέγα ἔλεος». ΑΜΗΝ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου