Ένα τροπάριο του Κανόνα της Κυριακής της Σταυροπροσκυνήσεως (Κανόνας ο οποίος θυμίζει τον Κανόνα της Αναστάσεως, αφού ψάλλεται κατά το "Ἀναστάσεως ἡμέρα") αρχίζει ως εξής:
"Πανηγύρεως ἡμέρα, τῇ Ἐγέρσει Χριστοῦ θάνατος φροῦδος ὤφθη".
Η λέξη "φροῦδος" μάς θυμίζει τη γνωστή νεοελληνική φράση "φρούδες ελπίδες" ( = "μάταιες/ανώφελες ελπίδες"). Προέρχεται από την αρχαία φράση "πρὸ ὁδοῦ", που υπάρχει και στον Όμηρο. (Το -π- της πρόθεσης "πρὸ" γίνεται -φ-, δηλ. γίνεται δασύ, λόγω της δασείας της λέξης "ὁδοῦ". Ανάλογη περίπτωση αποτελεί και η λέξη "φρουρός", παραγόμενη από τα "πρὸ" και "ὁρῶ").
Οι σημασίες του επιθέτου "φροῦδος" λοιπόν κινούνται γύρω από την ετυμολογία του: "Φροῦδος" είναι εκείνος που αποχώρησε και έχει προχωρήσει τόσο ώστε να μη φαίνεται, επομένως ο άφαντος, ο εξαφανισμένος, αυτός που έχει φύγει, που έχει χαθεί -- με παράλληλη τη σημασία τού κατεστραμμένου.
Έτσι, η φράση από το τροπάριο με το οποίο ξεκινήσαμε (που δείχνει και αυτό τη στενή σύνδεση μεταξύ Σταυρού και Ανάστασης) θα μπορούσε να αποδοθεί ως εξής:
"Μέρα πανηγυριού, (διότι) με την Ανάσταση του Χριστού ο θάνατος καταστράφηκε" (με πιο ελεύθερη, αλλά παραστατική απόδοση: "ο θάνατος το έβαλε στα πόδια / έγινε καπνός / έγινε άφαντος").
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου