Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, τῆς Κλίμακος: Κλῖμαξ, Λόγος 04, περὶ Ὑπακοῆς
"Μὴ θέλοντας ὁ Κύριος νὰ μοῦ στερήση τὴν εὐχὴ ἑνὸς ὁσίου μοναχοῦ, μία ἑβδομάδα πρὶν ἀναχωρήσω ἀπὸ τὸ Μοναστήρι αὐτό, ἐκάλεσε κοντά του τὸν δεύτερο, μετὰ τὸν Ἡγούμενο, ἕνα θαυμάσιο ἄνδρα ποὺ ὠνομαζόταν Μηνᾶς. Αὐτὸς ἔζησε πενήντα ἐννέα ἔτη στὸ Κοινόβιο καὶ πέρασε ἀπὸ ὅλα τὰ διακονήματα.Τὴν Τρίτη λοιπὸν ἡμέρα μετὰ τὴν κοίμησί του, ἐνῷ ἐτελούσαμε τὴν καθωρισμένη Ἀκολουθία, ξαφνικὰ γεμίζει εὐωδία ὅλος ὁ χῶρος, ὅπου εἶχε ἐνταφιασθῆ ὁ Ὅσιος.
Τότε ὁ μέγας, (ὁ Ἡγούμενος δηλαδή), ἐπέτρεψε νὰ ξεσκεπάσωμε τὸν τάφο.
Καὶ μόλις ἀνοίξαμε, βλέπομαι νὰ ξεχύνεται ἀπὸ τὰ εὐλογημένα πέλματά του, σὰν ἀπὸ δυὸ πηγές, εὐωδιαστὸ μύρο!
Καὶ μόλις ἀνοίξαμε, βλέπομαι νὰ ξεχύνεται ἀπὸ τὰ εὐλογημένα πέλματά του, σὰν ἀπὸ δυὸ πηγές, εὐωδιαστὸ μύρο!
Λέγει τότε σ᾿ ὅλους ὁ διδάσκαλος: «Κοιτᾶτε! Νά, οἱ ἱδρῶτες ἀπὸ τὰ πόδια του καὶ τοὺς κόπους του! Σὰν μύρο προσεφέρθησαν στὸν Θεὸν καὶ σὰν μύρο ἔγιναν πράγματι δεκτοί»!
Καὶ ἄλλα πολλὰ κατορθώματα τοῦ ὁσίου τούτου Μηνᾶ μοῦ διηγήθηκαν οἱ ἐκεῖ πατέρες. Μοῦ εἶπαν καὶ τὸ ἑξῆς: «Κάποτε ὁ Γέροντας θέλησε νὰ δοκιμάση τὴν μεγάλη ὑπομονὴ ποὺ τοῦ εἶχε χαρίσει ὁ Θεός. Ἕνα βράδυ λοιπόν, ὅταν ἀνέβηκε στὸ ἡγουμενεῖο καὶ τοῦ ἔβαλε μετάνοια ζητώντας τὴν καθιερωμένη εὐλογία, ἐκεῖνος τὸν ἄφησε γονατιστὸ μέχρι τὴν ὥρα ποὺ ξύπνησαν οἱ μοναχοὶ γιὰ τὸν κανόνα τους. Τότε μόνο τοῦ ἔδωσε τὴν εὐλογία του καὶ τοῦ ἐπέτρεψε νὰ σηκωθῆ, ἀφοῦ τὸν ὠνόμασε ὑβριστικὰ φιλενδείκτη καὶ ἀνυπόμονο! Καὶ ὅλα αὐτά, διότι ἐγνώριζε ὁ Ὅσιος ὅτι τὰ ὑπομένει μὲ γενναιότητα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τοῦ δημιούργησε τὴν σκηνὴ αὐτή, ὥστε ὅλοι νὰ ὠφεληθοῦν. Ὁ δὲ μαθητὴς τοῦ ὁσίου Μηνᾶ γνωρίζοντας καλὰ τὴν ζωή του διδασκάλου του, μᾶς ἀνέφερε σχετικῶς: «Τὸν ἐξέτασα καλὰ μήπως ἀποκοιμήθηκε στὴν θέσι ποὺ εἶχε βάλει μετάνοια στὸν Ἡγούμενο, καὶ μὲ διαβεβαίωσε ὅτι -γονατισμένος ὅπως ἦταν- ἀπήγγειλε νοερὰ ὁλόκληρο τὸ Ψαλτήριο"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου