ἀνέβηκαν καὶ στάλαξαν στοῦ Πλάστη τὰ ποδάρια.
Κι εἶπε τὸ πρῶτο τρέμοντας εμπρός στὸ θεῖο θρόνο:
«᾽Εμένα μ’ ἔβγαλε ἡ καρδιὰ γιὰ τὸ δικό της πόνο».
Κι ὁ Πλάστης ἀποκρίθηκε:
«Οὔτε στιγμὴ μὴ χάνης! Σύρε νὰ γίνης βάλσαμο, τὸν πόνο της νὰ γιάνης».
«Οὔτε στιγμὴ μὴ χάνης! Σύρε νὰ γίνης βάλσαμο, τὸν πόνο της νὰ γιάνης».
Κι εἶπε καὶ τ’ ἄλλο τρέμοντας ἐμπρὸς στὸ θεῖο θρόνο:
«᾽Εμένα μ’ ἔβγαλε ἡ καρδιὰ γιὰ κάποιον ξένο πόνο!»
Κι ὁ Πλάστης ἀποκρίθηκε:
«᾽Εσὺ μαζί μου μεῖνε!
Τῆς εὐσπλαχνίας τὰ δάκρυα δικά μου δάκρυα εἶναι»
Τῆς εὐσπλαχνίας τὰ δάκρυα δικά μου δάκρυα εἶναι»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου