Κάθε Πάσχα οί πατέρες έσχημάτιζαν ομάδες καί περιήρχοντο τίς καλύβες, για να χαιρετήσουν, να άλληλοευχηθοΰν καί να ανταλλάξουν το «Χριστός Ανέστη».
Έτσι κι εκείνο το Πάσχα, από το ησυχαστήριο των διδασκάλων μου, έβλεπα τους πατέρες καθ' ομάδας, σαν τα παιδάκια πού λένε τα κάλαντα, να πηγαίνουν από καλύβα σε καλύβα καί να ψάλλουν όλοι μαζί το «Χριστός Ανέστη», το «Ό άγγελος έβόα» καί άλλους πασχαλινούς ύμνους μ'ένα πηγαίο ενθουσιαστικό παλμό.
Μερικές μάλιστα ομάδες συνέπεσε να συναντηθούν στην καλύβη του γέροντα Μιχαήλ, του καλοκάγαθου εκείνου νησιώτη μοναχού με την πλούσια καλωσύνη. Μετά τα συνήθη αναστάσιμα τροπάρια, κάθησαν όλοι για κέρασμα έξω στην αυλή της καλύβης. Από το ησυχαστήριο μας φαίνονταν πολύ καθαρά. Ήσαν καθισμένοι σε ξύλινα παγκάκια. Επάνω στο υπαίθριο τραπέζι είχαν παρατεθεί πασχαλινά κόκκινα αυγά, τυρί, κρασί... Οταν πλέον διετράνωσαν την χαρά καί τη νικητήρια ιαχή της πίστεως, το «Χριστός Ανέστη», καί με τα επίγεια αγαθά, πήραν στα χέρια τους μουσικά βιβλία κι έψαλαν με άφθαστη χάρη. Θα τους ζήλευαν καί οί άγγελοι ακόμη στον ουρανό!
Οί φωνές τους αγνές, χαρμόσυνες, πανηγυρικές, στο αυθόρμητο παραλήρημα της Αναστάσεως, αντιλαλούσαν στην χαράδρα, κατέβαιναν στην γαλανή θάλασσα, υψώνονταν επάνω κι από τον Άθω ως τ' αστέρια του ουρανού...
Αρχιμ. ΧΕΡΟΥΒΕΙΜ, Από το βιβλίο "Νοσταλγικές αναμνήσεις από το περιβόλι της Παναγίας», εκδόσεις Ι.Μ. ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου