Μια μέρα ρώτησα τον π. Βησσαρίωνα να μου πει γι’ αυτόν τον παπά.
«Τι συμβαίνει πάτερ, τι είναι αυτά που ακούγονται, τον ξέρεις εσύ αυτόν τον παπά» ;
«Τον ξέρω παιδί μου, μου είπε, και έχω να σου πω πως καλλίτερον παπά δεν έχω γνωρίσει απ’αύτον».
«Ναι, είπα εγώ, αλλά ξέρεις παπούλη, έξω βουΐζει ο κόσμος με τα όσα λέγονται για τον παπά αυτόν».
«Άκουσε παιδί μου, μου ξαναείπε, σου μιλάει ο π. Βησσαρίων και σου λέει πως δεν υπάρχει αγιώτερος παπάς απ’αυτόν».
«Καλά Γέροντα, είπα εγώ, συγγνώμην, δεν θα ξαναπώ τίποτε».
Μετά από λίγο με πλησίασε και μου είπε:
«Να μην κατηγορείς ποτέ τους Ιερείς, γιατί όταν γκρεμίζεται ένας ιερεύς στη συνείδηση του κόσμου, μαζί του γκρεμίζονται και πολλοί χριστιανοί ! Να προστατεύεις το άγιο ράσο παιδί μου και να ξέρεις τότε, πως ο καλός Θεός θα προστατεύσει και σένα».
***
Ένα απόγευμα, έπλενα την είσοδο της μονής με ένα λάστιχο. Δίπλα μου σταμάτησε ένα αυτοκίνητο με ένα νεαρό οδηγό και μια κοπέλα δίπλα του.Κατέβηκε ο νεαρός και άφησε την κοπέλα μέσα στο αυτοκίνητο μόνη της, προφανώς ήτανε φίλη του.
Πήρε τότε ο νέος ένα οσιακό ύφος και κατευθύνθηκε προς το καθολικό της μονής. Εγώ τον ακολούθησα, γιατί κατάλαβα πως ήλθε για να ζητήσει οικονομική ενίσχυση απ’τον π. Βησσαρίωνα.
Πράγματι, συναντήθηκε με τον Γέροντα και μετά από σύντομη συνομιλία, ο Γέροντας κάτι τού ‘βαλε στο χέρι και έφυγε.
Φεύγοντας, πέρασε από δίπλα μου και εγώ σκανδαλισμένος απ’ αυτά που είδα του είπα: «Μ΄ αυτά τα χρήματα, σύρε τώρα να γλεντήσεις και θα δεις την προκοπή σου».
«Εσύ, μου απάντησε, να κοιτάς την δουλειά σου και μην σε νοιάζει για μένα».
Έτρεξα τότε στον Παπούλη και του φανέρωσα τον σκανδαλισμό μου: ότι ο νεαρός, άφησε την φιλενάδα του απ’ έξω κι’ ήρθε να σε ληστέψει κ.τ.λ.
Ο Γέροντας με μάλωσε και μου είπε : «Άλλη φορά να μην μου ξαναπείς τέτοια λόγια. Έτσι παιδί μου»;
Έσκυψα το κεφάλι μου ταπεινωμένος και γύρισα στη δουλειά μου.
Μετά από λίγο, ήρθε εκεί ο Γέροντας να με γαληνέψει και μου είπε : «Εγώ παιδί μου, στο πρόσωπο του κάθε ανθρώπου βλέπω τον Χριστό. Μου είπε πως πεινάει και το βοήθησα. Αν μου είπε ψέματα θα τα βρει με τον Κύριο».
«Συγγνώμην πάτερ, είπα, και σ’ευχαριστώ για το μάθημα».
***
Στις 6-9-2013 ήρθε στο μοναστήρι μας η κυρία Β. Κ.. Τόπος καταγωγής της το Γαρδίκιον Ομιλαίων του Δήμου Μακρακώμης. Ήλθε να προσκυνήσει το άφθαρτο σκήνωμα του Γέροντος Βησσαρίωνος. Μετά το προσκύνημα ήλθε στο γραφείο του Ηγουμένου στον οποίο κατέθεσε τα εξής: «Όταν ήμουνα μικρό κορίτσι, δέκα περίπου ετών, συνήντησα στην πλατεία του χωριού μας τον π. Βησσαρίωνα. Ήταν περίοδος Μεγάλης Τεσσαρακοστής και είχε έλθει για να εξομολογήσει τους χωριανούς μας. Τον πλησίασα, του φίλησα το χέρι και αυθόρμητα του είπα να ‘ρθει στο σπίτι μας.
«Και που είναι το σπίτι σου; Στάσου λίγο και θα πάμε μαζί».
Μπροστά εγώ και πίσω αυτός, φτάσαμε στο σπίτι μας. Μόλις μας είδε ο πατέρας μου, με κάλεσε στο διπλανό δωμάτιο και με μάλωσε.
«Τι θα γίνει με σένα», μου είπε «όποιον παπά βρίσκεις στο δρόμο, θα τον φέρνεις στο σπίτι; Ρώτησες τη μάνα σου αν μπορεί να τον φιλοξενήσει; Εμείς δεν έχουμε φαγητό ούτε για μας και συ κουβαλάς ξένους;»
Έσκυψα το κεφάλι χωρίς να βγάλω μιλιά.
Καθίσαμε στο φτωχικό μας σαλόνι και άκουγα τη συζήτηση που κάνανε.
Τα λόγια του παππούλη μου άρεσαν. Δεν χόρταινα να τον ακούω!
Τα παπούτσια που φορούσα ήταν παλιά και τρύπια.
Ο π. Βησσαρίων τα πρόσεξε, χωρίς να πει τίποτα. Όταν σηκώθηκε να φύγει, έδωσε στον πατέρα μου χίλιες δραχμές, με την εντολή να αγοράσει, σε μένα και τα αδέλφια μου, καινούρια παπούτσια.
«Θέλω», είπε, «να τα φορέσετε το Πάσχα. Εγώ θα σας βλέπω από μακριά και θα χαίρομαι».
Με αυτά τα λεφτά, ο πατέρας μου, μας αγόρασε παπούτσια, καθώς και το αρνί το Πάσχα. Ήταν το ομορφότερο Πάσχα που έζησα στη ζωή μου!
(Οι θαυμαστές διηγήσεις και τα περιστατικά από την ζωή και δράση του οσίου Γέροντος Βησσαρίωνος του Αγαθωνίτου, προέρχονται από το υπό έκδοσιν σχετικό βιβλίο του Καθηγουμένου της Ιερά Μονής Αγάθωνος π. Δαμασκηνού Ζαχαράκη.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου