Κατόπιν, τον βλέπουμε να γυρίζει πίσω στην Καλαβρία και να επιλέγει μία μορφή μοναστικής ζωής – συνηθισμένη για τους Σικελοκαλαβρούς αγίους – τον πλάνητα βίο, περιοδεύων από τη μία περιοχή στην άλλη. Στα βουνά Liparachi συνάντησε τον αυστηρό ασκητή όσιο Αντώνιο, ο οποίος του έδωσε πολλές πνευματικές συμβουλές γύρω από τη μοναχική ζωή. Τον συναντούμε στις ακτές του Ιονίου στην Petra Roseti στα σύνορα με την Λουκανία, όπου κατόρθωσε να μεταβάλει ένα σπήλαιο ληστών σε μοναστήρι. Συνέχισε τις περιοδίες του στο όρος Μερκούριον και στο Latinianon (Λατινιάνο), ιδρύοντας νέα μοναστήρια και – με τις αγιοπνευματικές του συμβουλες - στηρίζοντας πνευματικά τους μοναχούς στα δύσκολα εκείνα χρόνια. Επισκέπτεται την περιοχή του Agri, τον άγιο Κήρυκο, τον άγιο Άγγελο στο Raparo, το όρος του αγίου Ιουλιανού, το μοναστήρι των αγίων Ηλία και Αναστασίου στο Carbone και το Missanello, όπου και ιδρύει τη μονή του αγίου Ηλία.
Για να αποφύγει τα πλήθη του κόσμου που προσέτρεχαν γύρω του, λόγω της φήμης της αγιότητός του, αποσύρθηκε σ' ένα σπήλαιο στο όρος Torri , όπου ζούσε ολομόναχος μαζί με τα θηρία και που θαυματουργικώς έκανε να τρέξει μία πηγή με αγίασμα. Στη συγκεκριμήνη σπηλιά δέχθηκε και την επίσκεψη του Οσίου Λουκά του Demenna. Κατόπιν, επισκέφθηκε μαζί με τους ερημίτες – Ιλάριο του Galaso και Λεόντιο της Petra – τον κατεπάνω Βασίλειο στο Μπάρι. Εκείνος, του δώρησε πολλά ιερά σκεύη και εικόνες, τα οποία και έφερε στη μονή των αγίων Ανδριανού και Ναταλίας, την οποία και ανοικοδόμησε μετά από την ερήμωσή της από τους Άραβες.
Σε μία επιδρομή των τελευταίων τον συνέλαβαν, τον βασάνισαν και τον φυλάκισαν. Όταν κατάφερε να ελευθερωθεί, επέστρεψε στην περιοχή Torri όπου δέχθηκε σαν υποτακτικό τον ανηψιό του, Ηλία που ήρθε να τον βρει από τη Σικελία και μαζί πήγαν στην Rapolla όπου ίδρυσαν μονή. Εκεί τελικά αναπαύθηκε από τους κόπους της πολυκύμαντης ζωής του σε μεγάλη ηλικία, στις 9 Μαρτίου 993.
Μια τριακονταετία μετά την κοίμησή του, το σώμα του μεταφέρθηκε, από τον ανηψιό του Ηλία, στη μονή που ίδρυσε ο ίδιος στην Guardia Perticara. Λίγο μετά, ο επίσκοπος Ιωάννης του Torri, μετέφερε το σκήνωμά του στο Torri, για μεγαλύτερη ασφάλεια.
Μια τριακονταετία μετά την κοίμησή του, το σώμα του μεταφέρθηκε, από τον ανηψιό του Ηλία, στη μονή που ίδρυσε ο ίδιος στην Guardia Perticara. Λίγο μετά, ο επίσκοπος Ιωάννης του Torri, μετέφερε το σκήνωμά του στο Torri, για μεγαλύτερη ασφάλεια.
Αργότερα, τα ιερά λείψανα του οσίου μεταφέρθηκαν στο Armento και τελικά στον καθεδρικό ναό του Tricarico. Ο βίος του γράφτηκε στα ελληνικά από κάποιο μοναχό που είχε γνωρίσει τον άγιο – έτι ζωντα – 50 έτη μετά την κοίμησή του. Στη λατινική μεταφράστηκε το 1194.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου